Γιώργος Μιχαηλίδης
Μία πρόσφατη έκθεση της UNESCO παρουσιάζει μια μεγάλη αντίφαση του κόσμου μας. Ενός κόσμου στον οποίο, από τη μία πλευρά, η γνώση γίνεται ολοένα πιο πλούσια αλλά και πιο σύνθετη ενώ οι σπουδές επιμηκύνονται με στόχο τη δια βίου μάθηση και, από την άλλη, δεν έχουν επιλυθεί βασικές ανάγκες της σχολικής εκπαίδευσης για τα παιδιά.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό, οι ανθρώπινες κοινωνίες χρειάζονται άμεσα περίπου 44 εκατομμύρια επιπλέον εκπαιδευτικούς, ώστε να καλυφθούν οι σχολικές ανάγκες σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση για τον παιδικό πληθυσμό ολόκληρου του πλανήτη. Οι μεγαλύτερες ελλείψεις παρατηρούνται, όπως είναι αναμενόμενο, στις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής, όπου λείπουν 15 εκατ. εκπαιδευτικοί. Πρόκειται άλλωστε για φτωχές χώρες με νεανικό πληθυσμό που αυξάνεται διαρκώς, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται οι ανάγκες για εκπαιδευτικούς. Όμως, οι πόλεμοι που μαστίζουν την αφρικανική ήπειρο σημαίνουν πως υπάρχουν χιλιάδες κλειστά σχολεία, με άμεση συνέπεια την απομάκρυνση νέων παιδιών από τη μορφωτική διαδικασία.
Παράλληλα, οι πλουσιότερες περιοχές του πλανήτη, όπως η Ευρώπη και η βόρεια Αμερική, υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν περίπου πέντε εκατομμύρια νέους εκπαιδευτικούς. Εδώ, όμως, υπάρχει μια σημαντική ποιοτική διαφορά, καθώς στο 90% των περιπτώσεων δεν πρόκειται για δημιουργία νέων θέσεων λόγω πληθυσμιακής αύξησης, αλλά για ανάγκη αντικατάστασης παλαιότερων εκπαιδευτικών, οι οποίοι συνταξιοδοτούνται ή/και αποχωρούν. Σημειώνεται πως οι αποχωρήσεις αυτές αναδεικνύονται σε σοβαρό λόγο δημιουργίας κενών θέσεων, ενώ ως βασικές αιτίες θεωρούνται ο εργασιακός φόρτος, το υπερβολικό άγχος και πίεση (αξιολογήσεις και αυταρχικό σχολικό πλαίσιο, τάξεις με υπεράριθμους μαθητές και δυσάρεστο σχολικό περιβάλλον), αλλά και η κακοπληρωμένη φύση του επαγγέλματος σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα.
Είναι ενδεικτικό ότι στον σχετικό δείκτη της UNESCO, σε αρκετά κράτη με ισχυρές και μεσαίου βεληνεκούς οικονομίες, όπως οι ΗΠΑ, η Ελλάδα, η Γαλλία κι η Τσεχία, οι εκπαιδευτικοί αμείβονται κάτω από τον μέσο όρο των εργαζομένων με αντίστοιχα πτυχία και προσόντα. Ως αποτέλεσμα, νέοι πτυχιούχοι αποθαρρύνονται από το να εισέλθουν στον χώρο της εκπαίδευσης, αναζητώντας την τύχη τους σε άλλα επαγγελματικά πεδία με μεγαλύτερο κύρος και απολαβές.
Το γεγονός αυτό αποτελεί μία επιπλέον απόδειξη για την υποτιμημένη θέση της μαζικής σχολικής εκπαίδευσης στον σύγχρονο καπιταλισμό. Η δομή, το περιεχόμενο και η κατεύθυνση της εκπαιδευτικής διαδικασίας στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες αποτελεί φυσικά μια άλλη, εξίσου σημαντική, συζήτηση.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (7.10.23)