Παρουσίαση Απόφασης Πολιτικής Επιτροπής ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση
▸Ως αρνητικά εκτιμά τα συνολικά αποτελέσματα των τοπικών εκλογών, όσον αφορά το γενικό συσχετισμό, με ειδικό χαρακτηριστικό στοιχείο (που χρήζει βαθύτερης μελέτης) τη μεγάλη αποχή, η Απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, που συνεδρίασε το Σάββατο 21 Οκτώβρη. «Από τη μεριά της ΝΔ και του συστήματος υπήρξε μεθοδευμένη τακτική βουβών εκλογών, ώστε να αποφευχθεί κάθε αντιπαράθεση για τα επίδικα», σημειώνεται. Το πολιτικό πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί δίνει «αέρα» στα δεξιά και ακροδεξιά οχήματα της αστικής πολιτικής και δημιουργεί κινδύνους περαιτέρω παθητικοποίησης. Η επανεκλογή εκλεκτών της ΝΔ και κυρίως των επιχειρηματικών συμφερόντων σε μια σειρά περιφέρειες και δήμους είναι έκφραση αυτής της τάσης και όχι κάποια «επιβράβευση» της πολιτικής τους. «Από την άλλη, εμφανίζονται και ορατές τάσεις κοινωνικής αντίστασης και αριστερής αναζήτησης, που κυρίως στρέφονται εκλογικά προς το ΚΚΕ, το βάθος και η κατεύθυνση των οποίων αποτελεί διακύβευμα πολιτικής διαπάλης, όπως και η πολιτική συγκρότηση τους στο επίπεδο που απαιτεί η εποχή», αναφέρεται.
Η ΠΕ του ΝΑΡ υπογραμμίζει πως «αποτυπώθηκε η ύπαρξη ενός διακριτού αντικαπιταλιστικού – αντιδιαχειριστικού ρεύματος, αν και όχι στον βαθμό που θα θέλαμε». Κι ακόμα πως «στις συγκεκριμένες συνθήκες έχει ξεχωριστή πολιτική σημασία η συσπείρωση και εκλογική, πολιτική υποστήριξη που εκφράστηκε στις αντικαπιταλιστικές κινήσεις ή/και στις συνεργασίες, σε Περιφέρειες και Δήμους και το περιεχόμενο παρέμβασης που αποτυπώθηκε στις περιφερειακές κινήσεις και στη μεγάλη πλειοψηφία των δημοτικών κινήσεων που συμμετείχαμε».
Σε επίπεδο περιφερειών, με την κεντρική πολιτική σημασία που έχει η αναμέτρηση εκεί, κατέβηκαν οκτώ αντικαπιταλιστικές κινήσεις (Αττική, Ανατολική Μακεδονία-Θράκη, Κεντρική Μακεδονία, Ήπειρος, Θεσσαλία, Δυτική Ελλάδα, Κρήτη, Βόρειο Αιγαίο), οι οποίες συγκέντρωσαν 71.784 ψήφους και ένα ποσοστό περίπου 2%, όσο και στην μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας, την Αττική. Αγωνιστές της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς συμμετείχαν και στην περιφερειακή κίνηση της Δυτ. Μακεδονίας. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός πως μεταξύ των 527 υποψηφίων των αντικαπιταλιστικών περιφερειακών κινήσεων, ένας στους τρεις ήταν ανένταχτος.
Οι Κινήσεις στις περιφέρειες έλαβαν 2%, ένας στους τρεις υποψηφίους ήταν ανένταχτος
«Η συσπείρωση αυτή είναι πολύ ελπιδοφόρα και παρακαταθήκη για την επόμενη μέρα. Το δυναμικό αυτό περιλαμβάνει κόσμο που είχε συσπειρωθεί στις βουλευτικές εκλογές με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και άλλο κόσμο από το εργατικό κίνημα, τα κινήματα για περιβαλλοντικές μάχες κλπ. που σε μη ευνοϊκές πολιτικές συνθήκες πήρε την απόφαση να εκτεθεί πολιτικά με την αντικαπιταλιστική αριστερά», σημειώνεται στην απόφαση. Στην Αττική και σε άλλες περιφέρειες υπήρχε άνοδος σε ποσοστό, ενώ σε τρεις (Θεσσαλία, Αν. Μακ. Θράκη, Κρήτη) υπήρξε άνοδος και σε ψήφους σε σχέση με το 2019, παρά την πτώση της μαζικότητας.
Σε 22 δήμους συμμετείχαν στις εκλογές συνδυασμοί που στήριξε η αντικαπιταλιστική ανατρεπτική αριστερά. «Συνολικά, τα θετικά αποτελέσματα, με την ενίσχυση που υπήρξε στην πλειοψηφία των εκλογικών παρεμβάσεων της αντικαπιταλιστικής και ανατρεπτικής Αριστεράς (κυρίως σε ποσοστό, σε ορισμένες περιπτώσεις και σε ψήφους), στέλνουν ένα διπλό μήνυμα. Από τη μια, αναδεικνύουν τη μαζική παρουσία ενός κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος ανυπακοής και μαχητικής αντίστασης στην κυρίαρχη πολιτική κεφαλαίου, κυβέρνησης και ΕΕ σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο. Από την άλλη, υπογραμμίζουν την επιτακτική ανάγκη συγκρότησης συνολικής ανατρεπτικής πολιτικής πρότασης και ρεύματος ανεξάρτητης αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής αριστεράς, που θα διαμορφώνει προοπτική συνολικής ρήξης με την αστική πολιτική και τις διαχειριστικές αυταπάτες», σημειώνεται στην απόφαση.
Ειδική αναφορά γίνεται στην ανάγκη να αναπτυχθεί η παρέμβαση των κινήσεων, να αποκτήσουν «πόδια» οι περιφερειακές σε όλους τους νομούς – περιφερειακές ενότητες, να συγκροτηθούν νέες και σε δήμους, με σαφή τάση ενίσχυσης του αντικαπιταλιστικού αντιδιαχειριστικού τους προσανατολισμού. Οι δυνάμεις του ΝΑΡ θα συμβάλλουν στην «αναβάθμιση των υπαρχόντων αριστερών αντικαπιταλιστικών κινήσεων πόλεων και χωριών που παρέμβηκαν στις εκλογές, αλλά και των πέντε που δεν κατέβηκαν και έχουν αυτό τον προσανατολισμό, ως προς την αντισυνδιαχειριστική τους φυσιογνωμία, με μαζικοποίησή τους, τακτική συλλογική λειτουργία, βαθύτερη γείωση με την τοπική κοινωνία, παρέμβαση για τα προβλήματα, σύνδεση με τις τοπικές αγωνιστικές συλλογικότητες, αλλά και με την περιφερειακή αριστερή αντικαπιταλιστική κίνηση της κάθε περιοχής».
Δύο επιλογές για την Αριστερά – Η σημασία της ανεξαρτησίας και της ρήξης με τα αστικά δίπολα
Η Απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής σχετικά με τις εξελίξεις στο πολιτικό πεδίο τονίζει: Σε αυτή την εποχή των ανακατατάξεων δύο είναι οι απαντήσεις για το πως μπορεί να κερδηθεί πολιτικά ο κόσμος που αποδεσμεύεται από τα προηγούμενα όριά του και αναζητά αριστερά, ριζοσπαστικά.
Η μία, να κατακτήσει η αντικαπιταλιστική αριστερά μια ανεξάρτητη εργατική πολιτική. Να κάνει βήματα στην κατεύθυνση ενός πολιτικού προγράμματος αντικαπιταλιστικής πολιτικής και επαναστατικής προοπτικής, που ανεβαίνει στο ύψος των ανειρήνευτων αντιθέσεων του σημερινού άγριου καπιταλισμού, προτάσσοντας την κομμουνιστική κοινωνία και τον πολιτικό αντικαπιταλιστικό αγώνα ενάντια στα ιερά και τα όσια του συστήματος.
Η άλλη, είναι η λογική που προτάσσει το «άμεσο», αναζητά τους «όρους επιβίωσης» μέσα στο πλαίσιο του «εφικτού», αρνείται τον πολιτικό αγώνα για ρήγματα, ανατροπές στις κεντρικές επιλογές του αντίπαλου, περιορίζεται μέσα στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος. Μια τέτοια γραμμή, με διαφορετικό τρόπο, ακολουθεί η αριστερά τόσο με την «ρεαλιστική ανυπακοή» των ΜΕΡΑ25-ΛΑΕ, όσο και με το «βήμα σημειωτόν» του ΚΚΕ.
Πράγματι το μπλοκ ΜΕΡΑ25-ΛΑΕ διαμορφώνει ένα πρόγραμμα «ρεαλιστικής ανυπακοής» μέσα στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής, έχει στραμμένο το πολιτικό του μέτωπο όχι ενάντια στο πολιτικό σύστημα, αλλά στην «δεξιά-ακροδεξιά», επιλέγει να επικοινωνήσει με τις λεγόμενες «αριστερές διαφοροποιήσεις» στον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς ποτέ να κλείσει την πόρτα σε κυβέρνηση των «δημοκρατικών δυνάμεων» με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.
Από την άλλη πλευρά το ΚΚΕ όλο και πιο πολύ, περιορίζεται σε μια πολιτική «ανάσας» των λαϊκών στρωμάτων, ανάσχεσης της επίθεσης χωρίς φιλοδοξία και στόχευση ρηγμάτων και ανατροπής της κυρίαρχης αστικής πολιτικής, πράγμα που εκφράστηκε και στην εκστρατεία του για τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές.
Οι όποιες απόψεις και πρακτικές (όπως αυτές του ΣΕΚ στον δεύτερο γύρο των τοπικών εκλογών), που επιλέγουν την ψήφιση του μπλοκ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ στο όνομα της πάλης «ενάντια στην δεξιά», καταργούν την ανεξαρτησία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, παίρνουν θέση υπέρ του ενός από τους δύο πόλους του συστήματος και μάλιστα στην εποχή του εξευτελισμού και της βαθιάς κρίσης εμπιστοσύνης του σε λαϊκό, εργατικό κόσμο.
Η επιλογή αυτή είναι στρατηγικά αντίθετη πλήρως ανταγωνιστική με την ύπαρξη της αντικαπιταλιστικής-επαναστατικής αριστεράς σαν ανεξάρτητο πολιτικό ρεύμα. Οι δύο αυτές επιλογές δεν μπορούν να συνυπάρξουν.