Κώστας Παπαγεωργίου
▸Σημαντικές αλλαγές στη δομή της τοπικής διοίκησης σε συνέχεια του νόμου Βορίδη, για ισχυρότερη σύνδεση τοπικού και κεντρικού κράτους
Μια ανάσα πριν από τις τοπικές εκλογές του Οκτωβρίου, η κυβέρνηση έδωσε σε δημόσια διαβούλευση που θα κρατήσει μέχρι τις 26 Σεπτεμβρίου το σχέδιο νόμου του υπουργείο Εσωτερικών με τίτλο: «Αναμόρφωση του συστήματος διακυβέρνησης Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού, κατάργηση νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δήμων, παρακολούθηση επιδόσεων τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλες διατάξεις».
Στις 41 σελίδες του νομοσχεδίου και στην αιτιολογική έκθεση που το συνοδεύει είναι σαφές πως πρόκειται για σημαντικές αλλαγές στη δομή της τοπικής διοίκησης σε συνέχεια του νόμου Βορίδη και με ισχύ από την 01/01/2024, οι οποίες στοχεύουν στην ισχυρότερη σύνδεση τοπικού και κεντρικού κράτους, στη βάση των συμφερόντων του κεφαλαίου και της ΕΕ, στην ενίσχυση του συγκεντρωτικού μοντέλου διακυβέρνησης και των κλειστών κέντρων αποφάσεων απομακρύνοντας ακόμη πιο πολύ την οποιαδήποτε δυνατότητα φιλολαϊκής διαχείρισης και δημοκρατικού ελέγχου στη λειτουργία δημοτικών και περιφερειακών αρχών, στη διαμόρφωση του εδάφους για μεγαλύτερη απαξίωση των κοινωνικών υπηρεσιών ειδικά στους δήμους με τελικό στόχο την ιδιωτικοποίηση τους.
Πιο συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο που προβλέπεται να ψηφιστεί πριν από τις τοπικές εκλογές, διευρύνει τις «τηλεσυνεδριάσεις» δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων «χάριν βελτίωσης του συστήματος διακυβέρνησης» των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ). Για τα δημοτικά συμβούλια, περιορίζεται σε μόλις μία για κάθε μήνα η υποχρεωτική δια ζώσης συνεδρίαση, με τις υπόλοιπες συνεδριάσεις να μπορούν να γίνονται είτε με τηλεδιασκέψεις είτε με μικτό τρόπο. Ενώ για τα περιφερειακά συμβούλια, απαλείφεται η υποχρέωση διά ζώσης συνεδριάσεων, οι οποίες μπορούν να διεξάγονται με καθέναν από τους παραπάνω τρεις τρόπους. Παρά το γεγονός πως δεν αποκλείεται η δυνατότητα για αποκλειστικά δια ζώσης συνεδριάσεις, η εμπειρία των τελευταίων χρόνων είναι ξεκάθαρη. Δημοτικές και περιφερειακές αρχές επιλέγουν τις τηλεδιασκέψεις για να περιορίσουν την παρέμβαση στα συμβούλια από τα τοπικά κινήματα που αντιδρούν στη βάρβαρη πολιτική τους.
Παράλληλα καταργούνται οι Οικονομικές Επιτροπές και οι Επιτροπές Ποιότητας Ζωής των δήμων οι οποίες ενοποιούνται στις Δημοτικές Επιτροπές, ενώ, στο τέλος της σχολικής περιόδου που μόλις ξεκίνησε, οι περίπου 600 Σχολικές Επιτροπές που υπάρχουν σήμερα καταργούνται και οι αρμοδιότητές τους μεταφέρονται στον οικείο δήμο. Ανάλογες προβλέψεις εισάγονται και για τις Περιφερειακές Επιτροπές, οι οποίες αντικαθιστούν τις Οικονομικές και Εκτελεστικές Επιτροπές. Ενώ δίνεται με απόφαση του περιφερειακού συμβουλίου, να συστήνονται μέχρι δύο αποφασιστικές επιτροπές, στις οποίες το συμβούλιο μεταβιβάζει αρμοδιότητες του για συγκεκριμένους τομείς περιφερειακής πολιτικής. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, οι επιτροπές που θα προκύψουν θα οριστούν με βάση την αυξημένη πλειοψηφία που περιλαμβάνει ο νόμος Βορίδη.
Ταυτόχρονα, από τις 31/12/2023 καταργούνται περισσότερα από 500 Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) των δήμων, με τις αρμοδιότητες, το προσωπικό, την κινητή και ακίνητη περιουσία τους να μεταφέρεται στο οργανόγραμμα των δήμων. Η κίνηση αυτή θα μπορούσε να είναι θετική αν συνοδευόταν από την αναγκαία κρατική χρηματοδότηση και την στελέχωση με προσωπικό με μόνιμες σχέσεις εργασίας. Όμως στην πραγματικότητα, μιλάμε για ήδη υποστελεχωμένες και απαξιωμένες δημοτικές υπηρεσίες όπως είναι τα ΚΑΠΗ, άλλες κοινωνικές υπηρεσίες ή οργανισμοί πολιτισμού και άθλησης, ενώ εξαιρούνται τα δημοτικά περιφερειακά θέατρα (ΔΗΠΕΘΕ) και τα Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία. Με την ένταξή τους στην κεντρική διοίκηση του δήμου και το καθεστώς συνεχούς συρρίκνωσης των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ), οι σημαντικές αυτές υπηρεσίες για την κοινωνική πλειοψηφία και τους πιο αδύναμους, θα στραγγαλιστούν οικονομικά ακόμα παραπάνω. Τελικός στόχος είναι η λειτουργία των υπηρεσιών αυτών με αντίτιμο και η ιδιωτικοποίησή τους.
Σημαντική ρύθμιση στην κατεύθυνση ενίσχυσης του επιχειρηματικού μοντέλου λειτουργίας των ΟΤΑ αποτελεί η θεσμοθέτηση παρακολούθησης των επιδόσεων τους που αφορούν στην οικονομική και διοικητική λειτουργία και δραστηριότητά τους.