Γιάννης Μυκωνιάτης
▸ Ισχυρές ενδείξεις για κακουργηματικές πράξεις από τις αρχές
Τον Απρίλιο του 2015 ένα αλιευτικό σκάφος που μετέφερε μετανάστες βυθίστηκε στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Λιβύης και του νησιού Λαμπεντούζα. Η εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, τότε είχε δηλώσει πως «είναι η χειρότερη εκατόμβη που υπήρξε ποτέ στη Μεσόγειο», καθώς οι νεκροί εκτιμήθηκαν από 700 έως 1.100. Δεν ήταν ούτε το πρώτο βέβαια, καθώς από τις αρχές του 2000 μέχρι τότε ο συνολικός αριθμός νεκρών και αγνοούμενων προσφύγων και μεταναστριών ανερχόταν ήδη σε αρκετές χιλιάδες, ενώ δυστυχώς δεν ήταν και το τελευταίο.
Επιστρέφουμε τώρα στο 2023. Είμαστε ήδη δύο εβδομάδες μετά το έγκλημα στην Πύλο, το οποίο στοίχισε τη ζωή σε εκατοντάδες ανθρώπους (οι εκτιμήσεις λένε από 600 έως 700 άτομα). Ήδη από τις πρώτες ώρες έγινε καθαρό, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι το ναυάγιο μπορούσε να αποφευχθεί. Τόσο η Frontex ανακοίνωνε δημόσια πως είχε ενημερώσει τις ελληνικές αρχές από την προηγούμενη ημέρα για την ύπαρξη του σκάφους, ενώ οι ελληνικές λιμενικές αρχές δήλωναν ότι είχαν έρθει σε επαφή με το σκάφος, αλλά κατόπιν επικοινωνίας θεώρησαν ότι δεν διατρέχει κάποιο κίνδυνο και επέλεξαν να μην συνδράμουν.
Όσο περνούσαν οι ώρες, ωστόσο, όλο και περισσότερα στοιχεία έρχονταν στη δημοσιότητα. Οι επιζώντες του ναυαγίου μιλούσαν σε διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία, δικηγόρους, αλληλέγγυο κόσμο, πολιτικές οργανώσεις και συλλογικότητες και δυστυχώς επιβεβαίωναν τους φόβους όλων μας ότι το ελληνικό κράτος μάλλον έλεγε ψέματα. Κατήγγειλαν ότι σκάφος του ελληνικού λιμενικού προσπάθησε να ρυμουλκήσει το αλιευτικό (υπό αδιευκρίνιστο σκοπό και προς ποια κατεύθυνση) και αυτό ήταν η αιτία που το αλιευτικό έχασε την ισορροπία του, με αποτέλεσμα να αναποδογυρίσει. Είναι σαφές πως όλο αυτό δεν αποτελεί ατύχημα σε πιθανή επιχείρηση διάσωσης. Αν το ελληνικό λιμενικό είχε σκοπό να πραγματοποιήσει επιχείρηση διάσωσης, αφενός θα έπρεπε να ακολουθήσει συγκεκριμένα πρωτόκολλα (όπως λέγανε άλλωστε και απόστρατοι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί σε ΜΜΕ) και αφετέρου θα υπήρχαν επικοινωνίες και ενέργειες που το αποδεικνύουν. Αντίθετα, είναι πολλές πλέον οι περιπτώσεις που το ελληνικό κράτος έχει εκτεθεί διεθνώς για παράνομα pushbacks. Επομένως, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι τα κρατικά όργανα που βρίσκονταν στον τόπο του περιστατικού έχουν τελέσει πράξεις κακουργηματικού χαρακτήρα. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, οι μόνοι στους οποίους έχει ασκηθεί δίωξη είναι εννέα διασωθέντες που κατηγορούνται ως διακινητές.
Την ίδια στιγμή, το ελληνικό κράτος προσπάθησε από την πρώτη στιγμή να επιβάλλει σιωπητήριο. Δεν είναι τυχαίοι άλλωστε ότι υπήρξαν αποκλεισμοί οργανώσεων και συλλογικοτήτων (όπως της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με ψευδεπίγραφα επιχειρήματα ότι δεν έχει δώσει άδεια το υπουργείο) που προσπάθησαν να έρθουν σε επαφή με τους ναυαγούς οι οποίοι κρατούνται στο καμπ της Μαλακάσας. Το κράτος φοβάται ότι όση περισσότερη δημοσιότητα δίνεται στο συμβάν και όσο αυτό βρίσκεται στην επικαιρότητα τόσο θα αναδεικνύονται και οι δικές του εγκληματικές ευθύνες.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, η διερεύνηση των ποινικών ευθυνών, ενώ είναι το μίνιμουμ που μπορεί να κάνει ένα κράτος, αν θέλει τουλάχιστον να σέβεται τις αρχές της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας που υπηρετεί, δεν θα έχει κανένα νόημα, αν δεν ανοίξει η συζήτηση για τις πολιτικές ευθύνες που οδηγούν σε συνεχόμενα ναυάγια στην Μεσόγειο. Για τον φράχτη στον Έβρο και την απουσία ασφαλών σημείων εισόδου για πρόσφυγες και μετανάστριες, με αποτέλεσμα να παίζουν τη ζωή τους «κορώνα-γράμματα» στη θάλασσα. Για τα ανεπίσημα pushbacks που διεξάγει το ελληνικό κράτος και έχει προκαλέσει την κατακραυγή της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όλα αυτά τα χρόνια, στη λογική «να τους κάνουμε τον βίο αβίωτο» για να φύγουν μόνοι τους.
Πρέπει να καταλάβουμε το εξής: Αν και δεν περιμέναμε τις εκλογές για να δούμε τις ζυμώσεις που λαμβάνουν χώρα στην ελληνική κοινωνία, η εκλογική καταγραφή που πέτυχαν τα κόμματα της ακροδεξιάς, λίγες μέρες μετά το έγκλημα στην Πύλο, υπενθυμίζει με τον πιο άσχημο τρόπο πως ανάμεσα μας ζουν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι οι οποίοι όχι απλά δεν τους νοιάζει αν πνίγονται πρόσφυγες και μετανάστριες στο Αιγαίο αλλά, αντίθετα, χαίρονται. Όλοι εμείς οι υπόλοιποι, που δεν θέλουμε να ανήκουμε στην παραπάνω κατηγορία, θα κριθούμε το επόμενο διάστημα για το τι θα κάνουμε ή δεν θα κάνουμε. Προς το παρόν –και μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο– είμαστε και εμείς ένοχοι.