Μάνος Βασιλείου-Αρώνης
Αφιέρωμα 100 χρόνια Συνθήκη της Λοζάνης
Τις σκληρές μνήμες από τη ζωή των προσφύγων, που έφτασαν κατατρεγμένοι στα ελληνικά εδάφη το 1922 ανασύρει το κόμικ 1923: Εχθρική Πατρίδα του Θανάση Πέτρου, που έλαβε το φετινό βραβείο του Καλύτερου Ελληνικού Κόμικ από την Ελληνική Ακαδημία Κόμικς.
Οι ιστορικές αφηγήσεις τα τελευταία χρόνια αποτελούν μία απ’ τις βασικότερες θεματικές που απασχολούν την ελληνική κόμικ σκηνή στα έργα της. Άλλοτε με αναστοχαστική διάθεση, άλλοτε με σατιρικό πνεύμα και άλλοτε με ερευνητικούς ή εκπαιδευτικούς σκοπούς, τα ελληνικά κόμικς αναμετρώνται δημιουργικά με το παρελθόν και τις μνήμες του. Μάλιστα το φετινό βραβείο του Καλύτερου Ελληνικού Κόμικ απονεμήθηκε από την Ελληνική Ακαδημία Κόμικς στον Θανάση Πέτρου για το 1923: Εχθρική Πατρίδα, το τρίτο κεφάλαιο της ιστορικής του σειράς κόμικ που ξεκίνησε από μία ιδιαίτερη ιστορία «προδοσίας» που αφηγήθηκε στους Όμηρους του Γκαίρλιτς, συνέχισε στο μικρασιατικό μέτωπο στο 1922: Το Τέλος του Ονείρου και πλέον ολοκληρώνει έναν κύκλο με την έλευση των προσφύγων στα αφιλόξενα εδάφη του ελληνικού κράτους.
Ο Θανάσης Πέτρου δεν καταφεύγει σε εύπεπτες χρήσεις του παρελθόντος. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να στρέψει σε τετριμμένους τόπους τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του 1922: Το Τέλος ενός Ονείρου, τους οποίους εξέθεσε στον τρόμο που προκαλεί ο πόλεμος, απορρίπτοντας την ωραιοποίηση στην οποία καταφεύγει κατά κανόνα το κυρίαρχο αφήγημα του εθνικιστικού μεγαλοϊδεατισμού. Με ίδια νοοτροπία, για την αφήγηση της έλευσης των προσφύγων στα ελλαδικά εδάφη δεν στράφηκε μονοσήμαντα στην αγριότητα του τουρκικού στρατού, όπως θα προτιμούσε σίγουρα μία ανώδυνη εθνική αφήγηση του τραύματος της προσφυγιάς. Αντιθέτως, με διάθεση για κριτικό αναστοχασμό, επικεντρώθηκε στην αντιμετώπιση των προσφύγων απ’ το κράτος υποδοχής και απ’ τους κατοίκους αυτού, διερωτώμενος για τις αιτίες της αδιαφορίας, της εχθρότητας και του μίσους τους.
«Τουρκόσπορους» και «πρόσφιγγες» αποκαλούσαν οι ντόπιοι τους ξεριζωμένους και «παστρικές» ιδίως τις γυναίκες.
Ο Πέτρου δεν καθησυχάζει τους αναγνώστες και τις αναγνώστριές του ούτε προσπαθεί να απαλύνει τον πόνο των πρωταγωνιστών και των πρωταγωνιστριών του. Ανασύρει τις σκληρές μνήμες της δεύτερης θυματοποίησης των προσφύγων, των πληθυσμών που επέζησαν απ’ τον διωγμό του τουρκικού στρατού, έφτασαν κατατρεγμένοι και ανέστιοι στα ελληνικά εδάφη κι αντί να βρουν θαλπωρή και βοήθεια, ήρθαν αντιμέτωποι με μία «Εχθρική Πατρίδα» με έναν λαό που μιλούσε την ίδια γλώσσα, προσκυνούσε τον ίδιο θεό, αλλά δεν τους ήθελε εκεί. Έναν μνησίκακο λαό που τους ζήλευε και που τους εκμεταλλεύτηκε για φτηνά μεροκάματα, που έβγαλε στην πορνεία τις γυναίκες και που δεν δίσταζε να τους ρίξει στο χώμα νεκρούς, εκείνους που επέζησαν από τις πολεμικές εχθροπραξίες στη Σμύρνη.
«Μας ρήμαξε η Τουρκιά, θα μας αποτελειώσετε εσείς;» αναρωτιέται εξοργισμένη μία προσφύγισσα σε ένα καθηλωτικό καρέ του κόμικ. Ένα μήνυμα δυστυχώς διαχρονικό και επίκαιρο. Άραγε πόσοι πρόσφυγες και πόσες προσφύγισσες χρησιμοποιούσαν τα ίδια λόγια όλα αυτά τα τελευταία χρόνια κατηγορώντας το ελληνικό κράτος και την Frontex ότι προσπάθησαν να τους αποτελειώσουν; Όμως, τα νεκρά σώματα στα ανοιχτά του Αιγαίου δεν έχουν πια τη φωνή να μιλήσουν γι’ αυτή τη ρατσιστική θανατοπολιτική των κλειστών συνόρων της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Μας ρήμαξε η Τουρκιά, θα μας αποτελειώσετε εσείς;» αναρωτιέται εξοργισμένη μία προσφύγισσα σε ένα καθηλωτικό καρέ του κόμικ
Με έμφαση στη διερεύνηση της ψυχοσύνθεσης των πρωταγωνιστών του, ο Πέτρου δεν δημιουργεί καρικατούρες αλλά πρωταγωνιστές με ολοκληρωμένη προσωπικότητα, με φιλοδοξίες και ελπίδες αλλά και με βάσανα και ελαττώματα. Τίποτα δεν είναι άσπρο ή μαύρο σε αυτή την ιστορία γιατί ούτε η ίδια η ζωή είναι έτσι. Οι ήρωες του κόμικ το πρωί μοχθούν για το μεροκάματο, όμως δεν διανοούνται να γίνουν απεργοσπάστες. Και όταν ένας συνάδελφός τους τούς απολογείται ότι πρέπει να δουλέψει για να θρέψει την πολυμελή οικογένειά του, τον ακούν με κατανόηση, έχοντας κι οι ίδιοι επωμιστεί περισσότερες ευθύνες και βάρη στη ζωή τους από όσα αναλογούσαν στη νεαρή ηλικία τους. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι στην Εχθρική Πατρίδα δεν υπάρχουν και καθάρματα. Πώς θα μπορούσε εξάλλου να υπάρχει εκμετάλλευση, ατιμία και αδικία χωρίς αυτούς; Συνήθως βέβαια καλύπτονται από τις μεγάλες σημαίες με τα σύμβολα του έθνους και του βασιλιά, κρύβοντας με αυτό το τέχνασμα το ανήθικο πραγματικό τους πρόσωπο. Τα παραδείγματα μέχρι και τις μέρες μας πάμπολλα!
Με ρεαλιστικό και ανθρωποκεντρικό στυλ το σχέδιο του Θανάση Πέτρου εστιάζει στις έντονες εκφράσεις και στην κινησιολογία των ηρώων του. Γι’ αυτό και το φόντο της αφήγησης συνήθως παραμένει ουδέτερο, καθώς ο Πέτρου θέλει να στρέψει την προσοχή μας στους ανθρώπους και τις ιστορίες τους. Η επιμονή του δημιουργού στα «μακρινά πλάνα» μαρτυρά μία επιθυμία αποκέντρωσης του βλέμματος και εστίασης στα πλήθη ως κοινωνικές ομάδες. Εκείνες τις παρέες που τραγουδούσαν ρεμπέτικα στους τεκέδες της εποχής και όταν έβγαιναν στους δρόμους για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους σχημάτιζαν μαχητικά πλήθη με δυναμική επαναπροσδιορισμού της έννοιας του «λαού» στα εδάφη του μεσοπολεμικού ελληνικού κράτους.
Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ στις 22-07-2023