Η εκλογική άνοδος της ΝΔ είναι εντυπωσιακή, αλλά αποτελεί έκφραση ενός συνόλου κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών παραγόντων. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η έλλειψη ουσιαστικής αντιπολίτευσης. Η Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΡ και το Κεντρικό Συμβούλιο της νΚΑ κατέληξαν σε απόφαση για τα αποτελέσματα των εκλογών της 21/5 και για την επόμενη εκλογική μάχη του Ιούνη.
Αρνητικό αποτέλεσμα, που μπορεί να ανατραπεί
«Συνολικά έχουμε ένα αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα που διαμορφώνει έναν δύσκολο πολιτικό συσχετισμό για τα εργατικά λαϊκά συμφέροντα, με μια νεοσυντηρητική αναδιάταξη: ακροδεξιά – νεοφιλελεύθερη ΝΔ, κεντρώο – σημιτικό ΠΑΣΟΚ, πασοκοποίηση και αστική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, τεχνοκρατική σοσιαλδημοκρατία της ΕΕ το ΜΕΡΑ 25. Ωστόσο, δεν συμφωνούμε με καταστροφικές εκτιμήσεις καθώς: α) ένα τμήμα των ψήφων της ΝΔ δεν είναι ψήφοι αποδοχής της πολιτικής της και θα τεθούν σε δοκιμασία τόσο λόγω των μεγάλων προβλημάτων διαβίωσης του λαού που παραμένουν, όσο και της νέας επίθεσης που έρχεται την οποία θα προωθήσει η νέα κυβέρνηση της ΝΔ και μπορούν να αλλάξουν σε επόμενη στροφή, β) υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία, μέσα στην εργατική τάξη, τον λαό και τη νεολαία δυνάμεις που κάτω από άλλες κινηματικές και πολιτικές προϋποθέσεις μπορούν να αλλάξουν το σημερινό σκηνικό.
Παράλληλα, δεν μας βρίσκει σύμφωνους μια εκτίμηση που αντιμετωπίζει τη νίκη της ΝΔ ως ‘’κάλπικη’’, ‘’ψεύτικη’’ κλπ, η οποία ως τέτοια υποτιμά το βάθος και την ποιότητα της πολιτικής, ιδεολογικής και οργανωτικής δουλειάς που χρειάζεται για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και της μαχόμενης αριστεράς». Πρόκειται για εκτιμήσεις της απόφασης της κοινής συνεδρίασης της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ και του Κεντρικού Συμβουλίου της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση, που έγινε το Σάββατο 27 Μάη, με αντικείμενο τα πρώτα συμπεράσματα από τις εκλογές της 21ης Μάη και τα καθήκοντα της αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς. Η συζήτηση ήταν μάχιμη, με σπουδή να οργανωθεί η παρέμβαση στην επόμενη εκλογική μάχη της 25ης Ιούνη (πιο εκτεταμένα αποσπάσματα από την απόφαση ΠΕ και ΚΣ στην ιστοσελίδα του ΝΑΡ).
Η συμφωνία στις βασικές πολιτικές θέσεις μεταξύ ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ ανέδειξε τη ΝΔ ως αυθεντικό εκφραστή της αστικής πολιτικής. Προτιμήθηκε το πρωτότυπο από τα αντίγραφα
Η απόδοση της ΝΔ στις εκλογές της 21ης Μάη μπορεί να προκαλεί έκπληξη, ωστόσο υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που στην αλληλοσύνδεση τους το ερμηνεύουν. Είναι αποτέλεσμα: Της επίδρασης στην ελληνική κοινωνία των μεγάλων αντιδραστικών μετασχηματισμών της περιόδου των μνημονίων με το ισχυρό πλήγμα που δέχτηκε η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στο έδαφος της ήττας και της υποχώρησης του αντιμνημονιακού κινήματος και της αστικής μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ. Ενισχύθηκαν οι τάσεις υποταγής σε τμήματα της εργατικής τάξης, κτυπήθηκε η δυνατότητα αντιπαράθεσης με το TINA (δεν υπάρχει εναλλακτική), οδηγώντας σε προσαρμογή στο υπάρχον και στη μείωση των λαϊκών προσδοκιών.
Η κυβέρνηση της ΝΔ εφάρμοσε ένα ευρύ κατασταλτικό πλαίσιο ελέγχου της κοινωνίας, στο όνομα της αντιμετώπισης της πανδημίας, με ταυτόχρονη χρηματοδότηση του μεγάλου και μεσαίου κεφαλαίου. Αξιοποίησε ανάλογα και τις άλλες κρίσεις (προσφυγικό, ελληνοτουρκικά, Ουκρανία) επενδύοντας τόσο στο ευρύ εθνικιστικό ρεύμα όσο και στην ανάγκη «σταθερότητας». Η ΝΔ έχει την υποστήριξη ισχυρών κέντρων του κεφαλαίου και των καθεστωτικών ΜΜΕ, γιατί προχώρησε ακόμη και τις παραμονές των εκλογών στις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις που ζητά το κεφάλαιο. Εκμεταλλεύτηκε την ποσοτική χαλάρωση των μέτρων της ΕΕ λόγω του Covid ακολουθώντας μια πολιτική επιδοτήσεων κυρίως του μεγάλου κεφαλαίου αλλά και του μεσαίου όπως και μικροαστικών τμημάτων με επίδραση και σε κομμάτια της εργατικής τάξης. Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε την ηγεμονία – κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας και των βασικών δογμάτων της (αγορά, κέρδος, ανταγωνιστικότητα, ΕΕ, ΝΑΤΟ, συναίνεση, εθνική ενότητα), καθώς και τάσεις επιστροφής σε παραδοσιακά καταφύγια τύπου «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια».
Όμως όλα τα παραπάνω δεν θα είχαν σε καμία περίπτωση το πολιτικό αποτέλεσμα που είχαν αν δεν υπήρχε η μεγάλη σύγκλιση και συμφωνία στις βασικές πολιτικές θέσεις μεταξύ ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ που ανέδειξε τη ΝΔ ως αυθεντικό εκφραστή της αστικής πολιτικής. Ο λαϊκός κόσμος προτίμησε το πρωτότυπο αντί για τα αντίγραφα και τα κακέκτυπα. Προτίμησε τη «δυσμενή σταθερότητα» από μία πρόταση που δεν του υπόσχονταν καμία ουσιαστική καλυτέρευση.
Καταλυτικό στοιχείο αποτέλεσε η αδυναμία να συγκροτηθεί πολιτικά ουσιαστική αντιπολίτευση στην επέλαση της ΝΔ, ιδίως αριστερή ανατρεπτική εργατική αντιπολίτευση, η οποία θα άλλαζε το πολιτικό σκηνικό. Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν πολύ σημαντικές μάχες στο εργατικό κίνημα σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και σε όλους τους τομείς της ζωής (περιβάλλον, δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, κ.λπ.) δεν μπόρεσαν να συνολικοποιηθούν, να αποκτήσουν πολιτική στόχευση. Στις περισσότερες των περιπτώσεων έμειναν στα αιτήματα του κλάδου, άλλες φορές εγκλωβίστηκαν σε μια ρηχή «αντιδεξιά» ή και «αντιμητσοτακική» κατεύθυνση, με ευθύνη συγκεκριμένων δυνάμεων.
Είναι εξαιρετικά ανησυχητική η άνοδος ακροδεξιών, θρησκόληπτων, ρατσιστικών, εθνικιστικών και φασιστικών σχηματισμών, που μαζί με την «Ελληνική λύση» και την ενισχυμένη ακροδεξιά, φασίζουσα πτέρυγα της ΝΔ απαιτούν ισχυρό μέτωπο και αντιπαράθεση. Η αντιμετώπισή τους δεν έρχεται μέσα από την συμπαράταξη με το αστικό δημοκρατικό τόξο και νομικές παρεμβάσεις, αλλά κρίνεται στην πολιτικοποίηση των αγώνων, στην παρέμβαση και τους δεσμούς με την εργατική τάξη και στη συνολική αντιπαράθεση με τον εθνικισμό, τη θρησκοληψία, τον ανορθολογισμό, δηλαδή από την ανάπτυξη ενός νέου κομμουνιστικού διαφωτισμού, που θα σφραγίσει την κοινωνία και τη νέα γενιά με τα οράματα του νέου ανθρωπισμού, της ισότητας, της ελευθερίας των ανθρώπων.
Η «Πλεύση Ελευθερίας» πριμοδοτήθηκε ανοικτά από αστικά κέντρα και την ακροδεξιά για να αναδειχτεί, σε μια νύχτα, με ιδιαίτερο ρόλο στην αντεργατική αναδιαμόρφωση/επίθεση του αστικού πολιτικού συστήματος αξιοποιώντας την προηγούμενη της διαδρομή.
Το 16% των ψήφων δεν εκπροσωπήθηκαν στη βουλή, αναδεικνύοντας την αντιδημοκρατική ουσία του εκλογικού νόμου και την απάτη της λεγόμενης απλής αναλογικής, στη πράξη νοθευμένης, με το όριο-κόφτη του 3%.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υφίσταται συντριπτική ήττα παρά την τετραετή υπεραντιδραστική διακυβέρνηση της ΝΔ, φανερώνοντας το αδιέξοδο μιας απόλυτα συναινετικής, συστημικής, κοινοβουλευτικού τύπου, αντιπολίτευσης. Εξ’ άλλου ήταν πολύ νωρίς να ξεχαστούν τα κυβερνητικά μνημονιακά πεπραγμένα του. Η σύμπλευση του με την ΝΔ σε σειρά συνδικάτων (π.χ. ΟΛΜΕ, ΜΜΕ, κ.α.) και τα διαπιστευτήρια που έδινε ότι μπορεί να τιθασεύσει τις κοινωνικές αντιστάσεις και εκρήξεις σε ανεκτά για το σύστημα όρια, χαρακτήρισαν την αντιπολίτευση που άσκησε και προδιέγραφαν την πολιτική που θα εφάρμοζε ως κυβέρνηση. Ο εγκλωβισμός εντός του κυρίαρχου πλαισίου του κεφαλαίου και της ΕΕ, έπεισε πλατιά λαϊκά στρώματα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική και τελικά ενίσχυσε την κυβέρνηση της ΝΔ που υλοποιεί με τον πιο καθαρό τρόπο αυτή την πολιτική.
Παράλληλα φαίνονται δυνατότητες παραπέρα αναβάθμισης του ρόλου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Η συστηματική προσπάθεια για αναμόρφωση του χώρου της κλασικής ευρωπαϊκής αστικής σοσιαλδημοκρατίας, μαζί με την ανοιχτή στήριξη κέντρων και των αστικών ΜΜΕ στην προβολή της «επιστροφής» του ΠΑΣΟΚ θα συνεχιστούν, παρότι παραμένει φθαρμένο στον κόσμο.
Το αποτέλεσμα αποτελεί ήττα και για τη συνεργασία του ΜέΡΑ25 με ΛΑΕ-ΑΡΑΣ που προσπάθησε να επαναφέρει την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ του 2015, με προτάσεις που ορκίζονταν ότι μπορούν να βρεθούν λύσεις μέσα στην ευρωζώνη καταλήγοντας τελικά σε ένα ουτοπικό «ανθρώπινο καπιταλισμό». Το ΜέΡΑ25έπαιξε ένα εξαιρετικά αρνητικό ρόλο, γελοιοποιώντας την έννοια της ρήξης και ειδικότερα σε σχέση με την ευρωζώνη και την ΕΕ. Έδωσε τη δική του συμβολή στο ΤΙΝΑ έχοντας «διμέτωπο» απέναντι «στον κρατισμό και την ολιγαρχία», (όπως και το ΚΚΕ), πρότεινε τη δήθεν κατάργηση των τραπεζών μέσω ενός συστήματος πληρωμών και άυλου ευρώ με την… ευλογία της ΕΚΤ, κατάργησης της «ιδιοκτησίας» και της αγοράς μέσω μοιράσματος μετοχών στους εργάτες με την ευλογία… των καπιταλιστών.
Η «δίδυμη» πτώση ΣΥΡΙΖΑ και ΜΕΡΑ 25 δεν έγινε επειδή ο κόσμος γενικά και αόριστα «φοβήθηκε τη ρήξη», αλλά επειδή η λογική μιας θολής και υποτιθέμενης «άμεσης απάντησης» μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο της αστικής πολιτικής και με «αντιδεξιά» ή και «αντιμητσοτακική» ρητορεία (στο όνομα της «πλατιάς, μαζικής γραμμής»), χωρίς πρόγραμμα και ορίζοντα ρήξης με τις κεντρικές επιλογές της κυρίαρχης πολιτικής είναι καταδικασμένη να συντριβεί στα βράχια της πραγματικότητας.
Η ενισχυμένη εκλογική παρουσία του ΚΚΕ, είναι αποτέλεσμα της πολιτικής και κινηματικής του παρέμβασης, της πολιτικής και οργανωτικής του συγκρότησης και της αδυναμίας σταθερής και ισχυρής πολιτικής παρέμβασης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και εμφάνισης με μαζικούς όρους μιας σύγχρονης κομμουνιστικής αναφοράς και προοπτικής. Το ΚΚΕ καταγράφει μια τάση αριστερής αντιπολίτευσης εργαζομένων και νεολαίας. Ωστόσο, περισσότερο από ποτέ στην έως τώρα προεκλογική του καμπάνια περιορίστηκε σε ένα πρόγραμμα «μη χειροτέρευσης» της θέσης των εργαζόμενων. Υπήρξε εμφανής απουσία ενός συνεκτικού τακτικού πλαισίου πολιτικών ανατρεπτικών στόχων πάλης στο όνομα της απόρριψης του εξωραϊσμού του καπιταλισμού. Μίλησε περισσότερο από ποτέ για «επιστημονικό πρόγραμμα διακυβέρνησης-εξουσίας», χωρίς επανάσταση και συντριβή του αστικού κράτους.
Θετικό βήμα για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε δύσκολες συνθήκες
Η δύναμη της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και η ανάγκη ανασυγκρότησης
Δώσαμε με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ τη μάχη των εκλογών από θέσεις υπεράσπισης του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης και του αναγκαίου μετώπου της επαναστατικής αριστεράς και με την πολιτική τακτική που διαμόρφωσε η συνδιάσκεψή της. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προέβαλε κρίσιμους πολιτικούς στόχους αναμέτρησης και ανατροπής της αστικής πολιτικής, των αστικών κυβερνήσεων και των κομμάτων τους, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Αναδείχθηκε, στα πλαίσια των τωρινών συσχετισμών, πως μόνο μια Αριστερά που ισχυροποιεί τη συνολική αντικαπιταλιστική φυσιογνωμία μπορεί να σταθεί απέναντι στην ολομέτωπη επίθεση του συστήματος.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ συμμετείχε στην εκλογική αναμέτρηση αντιμετωπίζοντας τον καλπονοθευτικό εκλογικό νόμο με τον αντιδημοκρατικό κόφτη του 3%, τις θεωρίες της «χαμένης ψήφου», αποκλεισμούς από τα ΜΜΕ και τα πολλαπλά οικονομικά εμπόδια για την παρέμβαση της εργατικής και ανατρεπτικής Αριστεράς. Σε αυτές τις συνθήκες η σχετική εκλογική της βελτίωση (0,54% και 31.746 ψήφοι) αποτυπώνει τη στήριξή της από αγωνίστριες και αγωνιστές της αριστερής πτέρυγας του εργατικού-λαϊκού κινήματος και της ριζοσπαστικής νεολαίας, καθώς και όσων αγωνιούν για την επαναστατική αριστερά. Η μικρή αυτή βελτίωση (+8.500 ψήφοι, 36% σε αύξηση από τις βουλευτικές εκλογές του 2019) έχει ιδιαίτερη αξία, καθώς υπήρχε προσπάθεια απαξίωσής της και ακύρωσης της αντικαπιταλιστικής φυσιογνωμίας της και υποταγής της σε νεορεφορμιστικά πολιτικά σχέδια, αλλά και με πιέσεις περιορισμού του πολιτικο-εκλογικού αγώνα σε λογικές αντιδεξιού-αντιμητσοτακικού χαρακτήρα.
Είναι γεγονός ότι μέσα από την εκλογική μάχη επανασυσπειρώθηκε ένα δυναμικό και κερδήθηκε νέος κόσμος. Σημαντικό τμήμα των αγωνιστών/στριών ψήφισε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ με κριτικό τρόπο και σοβαρό σκεπτικισμό. Σαν ΝΑΡ έχουμε συνείδηση αυτού του γεγονότος αναγνωρίζουμε τα προβλήματα και το μερίδιο των ευθυνών που μας αντιστοιχεί και αναλαμβάνουμε την υποχρέωση μετά τις εκλογές να συμβάλλουμε σε μια πλατιά συζήτηση στον αριστερό κόσμο για την ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής-επαναστατικής αριστεράς, στην πορεία για τον πόλο της.
Η παρέμβαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις εκλογές στις 25 Ιουνίου
Τι στόχο έχει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε αυτές τις εκλογές; Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θέλει να ενισχυθεί η δύναμη: Της αριστερής ανατρεπτικής αντιπολίτευσης σε κεφάλαιο, κυβέρνηση, ΕΕ και ΝΑΤΟ. Του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης και προοπτικής, σε αντίθεση με τις δυνάμεις της «ρεαλιστικής προσαρμογής» και της «παραπομπής στο μέλλον». Της ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής και κομμουνιστικής αριστεράς και του μετώπου της.
Αντιμετωπίζουμε τα απαράδεκτα κοινοβουλευτικά διλήμματα που θέτουν οι άλλες δυνάμεις: Το ΜέΡΑ25, που αναζητά εκλογικό σωσίβιο, με εκβιαστικά διλήμματα προς τον αριστερό κόσμο, σαν αυτά που θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΚΕ, που ζητάει την κοινοβουλευτική του ενίσχυση με τη λογική της «χαμένης ψήφου». Αρνούμαστε τη λογική της αντιμητσοτακικής-αντιδεξιάς και αντί-ακροδεξιάς ψήφου, η οποία αντικειμενικά καταλήγει στην υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και της ρεφορμιστικής αριστεράς. Η δεξιά και η ακροδεξιά μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο από ένα ρωμαλέο εργατικό κίνημα και μια σύγχρονη αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική αριστερά.
Υπάρχουν δυνατότητες ενίσχυσης και εκλογικής συσπείρωσης ώστε να μπορέσει να εκφραστεί το ρεύμα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στην ελληνική κοινωνία στο πλήρες εύρος της παρέμβασης και της επιρροής που έχει. Για το σκοπό αυτό στην Απόφαση τίθενται στόχοι
πιο τολμηρής απεύθυνσης στην εργατική τάξη, στις λαϊκές γειτονιές και στους μεγάλους εργατικούς χώρους. Συζήτησης με τον κόσμο των σχημάτων και των κινήσεων σε γειτονιές, χώρους εργασίας και σπουδών, για ψήφο υπέρ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ακόμα μεγαλύτερο άνοιγμα στη νεολαία.
Συνολικά τίθεται ο στόχος της αναμέτρησης με την τάση μειωμένων προσδοκιών και υποταγής που εμφανίζεται και επέδρασε στο συνολικό αρνητικό αποτέλεσμα. Αναδεικνύεται η ανάγκη για ενίσχυση της συνολικής στρατηγικής κομμουνιστικής απελευθερωτικής πρότασης.