Επισημαίνουμε «3 μαγικές στιγμές» που τα τραγούδια του μεγάλου συνθέτη ενώθηκαν με κάποια πρωτοπόρα κομμάτια της κοινωνίας και δέθηκαν με ανεξίτηλους δεσμούς με τους αγώνες της.
Ο Γιάννης Μαρκόπουλος πέθανε, τα τραγούδια του όμως ζουν. Και θα ζουν για πολλά χρόνια ακόμα, ζωντανεμένα από εξαίσιες παλιές φωνές (όπως του Νίκου Ξυλούρη ή της Βίκυς Μοσχολιού ή της Μαρίας Δημητριάδη) που έφυγαν κι αυτές, αλλά ζωντανεμένα και από καλλιτέχνες που δεν ανήκουν στη γενιά του Μαρκόπουλου. Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε τις σκέψεις που μας προκαλεί το βιολογικό τέλος ενός δημιουργού που ανήκει στη χορεία των μεγάλων Ελλήνων συνθετών του 20ού αιώνα. Ο Γιάννης Μαρκόπουλος απέδειξε ότι το λεγόμενο «πολιτικό τραγούδι» μπορεί να έχει υψηλή καλλιτεχνική αξία και να λειτουργήσει εμψυχωτικά σε δύσκολους καιρούς Τα τραγούδια του τα χρόνια της δικτατορίας αποτέλεσαν μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σ. τα σαχλοτράγουδα της χούντας και τα τραγούδια της αντίστασης.
Καθώς έχουν γραφτεί πολλά (και συχνά εύστοχα και συγκινητικά) για την καλλιτεχνική διαδρομή του Μαρκόπολου και καθώς εύκολα μπορεί να βρει κανείς βιογραφικά και πραγματολογικά στοιχεία, εδώ θα επισημάνουμε «3 στιγμές» που τα τραγούδια του ενώθηκαν με κάποια πρωτοπόρα κομμάτια της κοινωνίας και δέθηκαν με ανεξίτηλους δεσμούς με τους αγώνες της.
Στιγμή 1η: Στην καρδιά της χούντας, τον Μάιο του 1972, η Φοιτητική Ένωση Κρητών, σε συνεργασία με τον συνθέτη, οργανώνει συναυλία-αφιέρωμα στον Γιάννη Μαρκόπουλο στο γήπεδο Σπόρτινγκ. Το γήπεδο κατάμεστο (χωρά 2.500-3.000 άτομα) και ο Νίκος Ξυλούρης, η Μέμη Σπυράτου, ο Θέμης Ανδρεάδης, η Δάφνη Ζούνη ερμηνεύουν κομμάτια από το Χρονικό, τα Ριζίτικα κ.ά. Η συναυλία κλείνει με το «Πότε θα κάνει ξαστεριά» και καταλήγει σε διαδήλωση. Εκατοντάδες νέοι ξεχύνονται στον δρόμο και από την Πατησίων κατευθύνονται προς το κέντρο της Αθήνας τραγουδώντας το «Πότε θα κάνει ξαστεριά» και φωνάζοντας αντιδικτατορικά συνθήματα.
Στιγμή 2η: Τα «Μαλαματένια λόγια» του Γιάννη Μαρκόπουλου (με τους πανέμορφους στίχους του Μάνου Ελευθερίου (άλλος φευγάτος κι αυτός) ακούστηκαν στη μεγάλη συναυλία που δόθηκε φέτος, παραμονή Πρωτομαγιάς στη Θεσσαλονίκη για τους απεργούς της ΒΙΟΜΕ στον χώρο του αυτοδιαχειριζόμενου εργοστασίου. Τα τραγούδησε σε encore o Χαρούλης, ενώ οι χιλιάδες συγκεντρωμένοι άκουγαν με προσήλωση και συχνά τραγουδούσαν και οι ίδιοι.
Στιγμή 3η: Αυτή την εβδομάδα ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, στη συναυλία του στο Θέατρο Δάσους στη Θεσσαλονίκη, τραγούδησε κι αυτός τα «Μαλαματένια λόγια» τιμώντας τον εκλιπόντα συνθέτη. Και πάλι χιλιάδες νέοι, που ξέρουν τους στίχους απέξω κι ανακατωτά, ανέμιζαν τα χέρια τους και τραγούδησαν μαζί του για «καμιόνια που ξεφορτώνουν στην Καισαριανή»
Ο Γιάννης Μαρκόπουλος ήταν ένας συνθέτης που έπιανε τον παλμό της εποχής του από τη σκοπιά των καταπιεσμένων, όχι της εξουσίας.
Αυτές οι στιγμές δεν είναι οι μόνες. Πολλές θα μπορούσαν να προστεθούν, όπως η συναυλία που οργάνωσε το ΚΚΕ προς τιμήν του συνθέτη και οι πρόσφατες εξαιρετικά πετυχημένες συναυλίες του Παύλου Παυλίδη με διασκευές τραγουδιών του.
Με τα «Παραπονεμένα λόγια» άρχισε μια μεγάλη συναυλία του Γιώργου Νταλάρα στο ΟΑΚΑ, στη δεκαετία του ’80, και ολόκληρο το στάδιο (περίπου 100.000 θεατές) ηλεκτρίστηκε, όχι επειδή άκουγε έναν δημοφιλή τραγουδιστή αλλά γιατί η μουσική του Μαρκόπουλου και οι στίχοι του Μάνου Ελευθερίου μιλούσαν για τη ζωή του, μιλούσαν για τους φτωχούς και τους αδικημένους. Τέτοια παραδείγματα επιβεβαιώνουν τη δύναμη της τέχνης της μουσικής που μπορεί να αγγίζει και να συνεπαίρνει διαφορετικές γενιές και μέσα σε διαφορετικά ιστορικά πλαίσια. Πάρα πολλά από τα τραγούδια του Γιάννη Μαρκόπουλου, είχαν και εξακολουθούν να έχουν αυτή τη δύναμη.
Ο Γιάννης Μαρκόπουλος ήταν ένας λαϊκός συνθέτης – και ας μην πρωταγωνιστούσε το μπουζούκι στα έργα του. Λαϊκός από την άποψη της απήχησης των τραγουδιών του στον λαό. Λαϊκός καθώς έπιανε τον παλμό της εποχής του από τη σκοπιά των καταπιεσμένων, όχι της εξουσίας.
Ασφαλώς ο Μαρκόπουλος δεν ήταν μόνο αυτό, καθώς στο ενεργητικό του έχει πολλές συνθέσεις που ανήκουν σε άλλα μουσικά είδη. Δεν φοβήθηκε το πολιτικό τραγούδι, το υπηρέτησε με λεβεντιά και τόλμη, θέτοντας όμως ταυτόχρονα την προσωπική του σφραγίδα, το πάντρεμα Ανατολής και Δύσης με ταλέντο, γνώση, χάρη και ευαισθησία.
Δημήτρης Τζιαντζής