Έκτωρ-Ξαβιέ Δελαστίκ
Το 2007, ήδη 15 χώρες της ΕΕ των 22 είχαν σε λειτουργία «εφαρμογές συμβουλών ψηφοφορίας», ανάλογες του «What to vote» που βρίσκεται σε λειτουργία εν όψει των ελληνικών βουλευτικών εκλογών. Σήμερα ξετυλίγουμε τον μίτο που συνδέει το θεωρητικό τους υπόβαθρο με το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιούνται και τη σχέση τους με τεχνικές συνειδητής και μη συνειδητής προπαγάνδας. Πριν ξεκινήσουμε, πρέπει να σημειώσουμε πως οι εφαρμογές αυτού του είδους εφιστούν την προσοχή στις πολιτικές θέσεις των κομμάτων που παρουσιάζονται. Υπό αυτό το πρίσμα, έχουν ουσιαστικότερη προσφορά στον δημόσιο διάλογο από τη μέση εμφάνιση πολιτικού αρχηγού σε lifestyle εκπομπή ή μια τηλεμαχία, πράγμα που δεν αποτελεί επίτευγμα.
Αποκλείονται τα εκτός βουλής κόμματα, διαχωρίζεται το «προοδευτικό» από το «αριστερό»
Η συγκεκριμένη εφαρμογή που αφορά τις ελληνικές βουλευτικές εκλογές πρόκειται για σύμπραξη της δανέζικης Kieskompas (η οποία έχει δραστηριοποιηθεί σε εκλογές δημοτικής έως εθνικής εμβέλειας σε πάνω από 40 χώρες) με ερευνητική ομάδα του ΕΚΠΑ. Η πρώτη παρατήρηση αφορά την επιλογή των κομμάτων που έχουν συμπεριληφθεί: παρουσιάζονται οι θέσεις μόνο των κομμάτων που «(1) βρίσκονται ήδη στο κοινοβούλιο ή (2) διεκδικούν τουλάχιστον μία έδρα». Εδώ έχουμε την πρώτη τεχνική προπαγάνδας: πολιτικές υποψηφιότητες εξαφανίζονται από την παρουσίαση, με αποτέλεσμα να μην ενημερώνεται το κοινό, αλλά και να εμφανίζονται ως ανάξιες του χρόνου μας επιλογές. Η χρήση αυτής της τακτικής φαίνεται να υπηρετεί την κοινή γραμμή ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ περί «χαμένης ψήφου», αξιοποιώντας τις δημοσκοπήσεις και το όριο του 3% για την εξαφάνιση των μικρότερων κομμάτων.
Δεύτερο σημείο, η κατανομή ερωτήσεων που θα διαφοροποιήσουν αυτά τα πολιτικά κόμματα. Μετρούμε δύο ερωτήσεις για το μεταναστευτικό, δύο για τη σχέση εκκλησίας-κράτους, τρεις για τα έμφυλα δικαιώματα, τέσσερις για το εκπαιδευτικό σύστημα, μία για το ποινικό σύστημα, μία για την αστυνόμευση, έξι ερωτήσεις για τα εργασιακά δικαιώματα, τρεις για τη φορολογία, δύο για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και άλλες πέντε περί διαφόρων θεμάτων της πολιτικής επικαιρότητας. Όλες είναι γραμμένες βάσει της οπτικής γωνίας και του λεξιλογίου των κυβερνητικών non-paper. Επί παραδείγματι, η θέση «Τα επιδόματα ανεργίας αποτρέπουν τους ανθρώπους από το να ψάχνουν για δουλειά» μπορεί να διατυπωθεί με πολλούς λιγότερο προσβλητικούς τρόπους. Όταν οι διατυπώσεις ετεροβαρίζουν προς την ίδια μεριά είκοσι και τριάντα φορές στη σειρά, πρόκειται για υποβολή θέσεων και νουθεσία του τρόπου σκέψης μας.
Το τρίτο σημείο στο οποίο στεκόμαστε είναι η παρουσίαση των αποτελεσμάτων, η οποία γίνεται με ένα διάγραμμα δύο αξόνων, «Αριστερά-Δεξιά» και «Προοδευτικός-Συντηρητικός». Η επιλογή των αξόνων έχει ενδιαφέρον. Το φάσμα «Αριστερά-Δεξιά» αποτελεί ένα πολύ κατανοητό στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα σχήμα, το οποίο όμως συνδέεται τόσο με θέσεις στην οικονομία (συμφέροντα των πολλών και συμφέροντα των λίγων) όσο και με θέσεις στην πολιτική διοίκηση (π.χ. θέσεις για την κερδοσκοπία, διαχωρισμός εκκλησίας-κράτους) και την κοινωνική πραγματικότητα (π.χ. προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων των μεταναστών). Ακόμα και οι «πολιτικές πυξίδες», που αποτελούν μόνιμο μέρος του διαδικτυακού αστεϊσμού εδώ και χρόνια, έχουν πολύ πιο σοβαρή επιλογή αξόνων σε σχέση με αυτή τη δουλειά, καθώς αναφέρονται με σαφήνεια στην οικονομία (οικονομικώς αριστερά – οικονομικώς δεξιά) και τη σχέση κράτους-πολίτη (ολοκληρωτική – ελευθεριακή).
Τέλος, η ίδια η σύνδεση των θεμάτων που εξετάζονται με τους άξονες είναι μονοδιάστατη. Με βάση την κατηγοριοποίηση της ερευνητικής ομάδας, τα ζητήματα μεταναστευτικού, θρησκευτικών ελευθεριών, έμφυλου/ΛΟΑΤΚΙ, εσωτερικής ασφάλειας, εξωτερικής πολιτικής και ευρωπαϊκής ενοποίησης έχουν αποκλειστικά «Προοδευτικό-Συντηρητικό» χαρακτήρα, και καθόλου οικονομικό. Αναλόγως, εκπαίδευση, εργασιακά, αναδιανομή εισοδήματος και περιβάλλον-ενέργεια παρουσιάζονται ως αποκλειστικά «Αριστερά-Δεξιά» (οικονομικά) ζητήματα, χωρίς πολιτικοκοινωνικό χαρακτήρα. Πέρα από το ότι μια τέτοια μονοσήμαντη κατηγοριοποίηση συνιστά (επιεικώς) πολιτικό κρετινισμό, προβάλλει και τη θέση πως υπάρχουν «άγια των αγίων» τα οποία δεν επιδέχονται συζήτηση. Επί παραδείγματι, η ευρωπαϊκή ενοποίηση ως στρατηγική οικονομική επιλογή δε χωρά σε ένα τέτοιο πλαίσιο. Το ότι δίνεται μετά αναλυτική περιγραφή των θέσεων των κομμάτων σε αυτούς ακριβώς τους άξονες κάνει την παρατήρησή μας αυτή να μην αποτελεί υπερβολή, αλλά κριτική στο βασικό επιχείρημα των δημιουργών για την αξία χρήσης του εργαλείου αυτού.