Επιμέλεια: Κυριάκος Νασόπουλος
▸Τα τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας το μαχόμενο υγειονομικό κίνημα βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την υπεράσπιση των δημόσιων νοσοκομείων και την διεκδίκηση ενός ισχυρού Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Ειδικά την περίοδο της πανδημίας, με πρωτοπόρο το Ενωτικό Μέτωπο για την Ανατροπή και τις υπόλοιπες δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στον χώρο της Υγείας, έσπασε τις κυβερνητικές απαγορεύσεις, στάθηκε στις πύλες των νοσοκομείων όλης της χώρας και απαίτησε άμεση ενίσχυση του ΕΣΥ και μέτρα προστασίας για τον λαό.
Αγώνες απαιτούνται και στην μετά covid εποχή αφού η κυβέρνηση Μητσοτάκη, χρησιμοποιώντας «εργαλεία» που τις άφησε η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, επιταχύνει την επίθεση ενάντια στην ήδη υπό κατάρρευση δημόσια υγεία επιχειρώντας την πλήρη ιδιωτικοποίησή της. Απέναντι όμως στα τεράστια κέρδη των κλινικαρχών και των μεγαλοεπιχειρηματιών της ιδιωτικής υγείας, το υγειονομικό κίνημα προτάσσει την Υγεία του λαού. Το Πριν, δίνει τον λόγο σε πέντε υγειονομικούς που πρωτοστάτησαν στους αγώνες τους προηγούμενου διαστήματος, οι οποίοι με την σειρά τους μιλούν για τις μάχες που δόθηκαν και πρέπει να δοθούν ενάντια στις κυβερνητικές πολιτικές για Δημόσια και Δωρεάν Υγεία για όλο τον λαό και δίνουν το σύνθημα για να σημάνει ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ σεντράρει, η ΝΔ σκοράρει
ΑΝΤΑΡΣΥΑ στους δρόμους και την κάλπη για να τρομοκρατηθεί το σύστημα
Πάνος Παπανικολάου, γενικός γραμματέας ΟΕΝΓΕ και μέλος ΔΣ ΕΙΝΑΠ
Τα τεκταινόμενα στην περίθαλψη είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα για τον τρόπο που τα αστικά μνημονιακά κόμματα εξουσίας προετοιμάζουν το έδαφος το ένα στο άλλο για την άσκηση θανατηφόρας αντιλαϊκής πολιτικής παρά τις υποκριτικές κραυγές τους πως τάχα πάντα παραλαμβάνουν «χάος» από τους προηγούμενους και παραδίδουν «παράδεισο» στους επόμενους.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη χρησιμοποιεί ως βασικό εργαλείο για την πλήρη ιδιωτικοποίηση της οικονομικής λειτουργίας των νοσοκομείων την κοινή υπουργική απόφαση «ΕΚΠΥ – ΕΟΠΥΥ» (αυτήν με τα ΚΕΝ – DRGs) της κυβέρνησης Τσίπρα (1/11/2018, υπογραφές Πολάκη – Χουλιαράκη). Εκεί βασίζεται για παράδειγμα και η διάταξη Πλεύρη (Απριλίου 2022 που έχει ανασταλεί η εφαρμογή της μέχρι στιγμής λόγω των αγωνιστικών αντιδράσεων των υγειονομικών) περί «απογευματινών» χειρουργείων όπου ο ασθενής θα πληρώνει από την τσέπη του «νόμιμο» κρατικό φακελάκι μέσα στο δημόσιο νοσοκομείο: η κοστολόγηση για το κρατικό φακελάκι Πλεύρη θα γίνεται σύμφωνα με τον ΕΚΠΥ – ΕΟΠΥΥ του Πολάκη («30% του ΚΕΝ»).
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πιο πρόσφατα νομοθέτησε και τον ν. 4999/22 (τον «νόμο Γκάγκα» που επίσης δεν έχει τολμήσει ακόμα να τον εφαρμόσει λόγω της αγωνιστικής αντίστασης των υγειονομικών) που καθιερώνει «δίπορτο» ταυτόχρονης «απασχόλησης» σε δημόσιο νοσοκομείο και ιδιωτική κλινική για συγκεκριμένους γιατρούς του ΕΣΥ. Αυτό το νέο «δίπορτο» βασίζεται πάνω στο ήδη προϋπάρχον παρόμοιο «δίπορτο»: αυτό των κ.κ. πανεπιστημιακών καθηγητών ιατρικής. Ένα «δίπορτο» που οι κυβερνήσεις Τσίπρα 2015 – 2019 δεν έθιξαν καθόλου και ίσα ίσα υπήρξαν εξαιρετικά πειθήνιες στα κελεύσματα του μεγαλοκαθηγητικού κατεστημένου νομοθετώντας σε ΦΕΚ μια σειρά από «παραγγελιές» που έθιγαν και τους νέους γιατρούς και τους ασθενείς. Αυτό το ίδιο μεγαλοκαθηγητικό κατεστημένο που καμαρώνουμε τα τρία τελευταία χρόνια της πανδημίας δίπλα στους υπουργούς της ΝΔ να εφευρίσκει τις πιο απίθανες αντιεπιστημονικές αρλούμπες για να ξεπλένει κυβερνητικά εγκλήματα, είναι αυτό ακριβώς που αποθρασύνθηκε χάρις το χάιδεμα που είχε από τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αυτό ακριβώς που με όλες τις κυβερνήσεις δρα ως Δούρειος Ίππος ιδιωτικοποίησης των πάντων.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανακοίνωσε πριν λίγες μέρες την πρόθεσή της να μετατρέψει όλα τα δημόσια νοσοκομεία σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ). Ήδη έκανε την αρχή από την Παιδοογκολογική Μονάδα των Νοσοκομείων Παίδων «Αγία Σοφία – Αγλαΐα Κυριακού». Όμως και αυτόν τον δρόμο τον είχε ανοίξει πρώτος ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ: επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ το νέο νοσοκομείο Σαντορίνης ιδρύθηκε εξ αρχής ως «ΝΠΙΔ ιδιοκτησία της ΑΕΜΥ ΑΕ» και μάλιστα με εργασιακές σχέσεις ιδιωτικού δικαίου για τους γιατρούς και για το υπόλοιπο προσωπικό. Η σημερινή κατάντια του Νοσοκομείου Σαντορίνης που τώρα λίγα χρόνια μετά παραπαίει υπό σχεδόν πλήρη λειτουργική κατάρρευση λόγω τραγικής υποστελέχωσης δείχνει ακριβώς τι επιφυλάσσει για το άμεσο μέλλον των νοσοκομείων η μετατροπή τους σε ΝΠΙΔ.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη χρησιμοποιεί ως βασικό εργαλείο για την πλήρη ιδιωτικοποίηση των δημόσιων νοσοκομείων αποφάσεις της κυβέρνησης Τσίπρα
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δηλώνει με λόγια και έργα την πίστη της στις ελαστικές εργασίες γιατρών και λοιπού προσωπικού με εγκλωβισμό τους σε καθεστώς μόνιμης επικουρικής και συμβασιουχικής ομηρίας. Και για το θέμα αυτό πήρε επάξια την σκυτάλη από την προηγούμενη κυβέρνηση Τσίπρα. Επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ ήταν που η επικουρική ομηρία ειδικευμένων γιατρών και νοσηλευτών εκτοξεύθηκε σε δυσθεώρητα ύψη ακριβώς με τις ίδιες δικαιολογίες που χρησιμοποιεί τώρα η ΝΔ: «καθυστερούν οι διαδικασίες για μόνιμες προσλήψεις» (δηλαδή οι ίδιες οι κυβερνήσεις κάνουν ό,τι μπορούν για να καθυστερούν οι διαδικασίες με διάφορα γελοία προσχήματα), «ευελιξία», «έκτακτες ανάγκες» (που όμως είναι πάγιες και διαρκείς) κλπ, κλπ…
Από τα παραπάνω και από πολλά άλλα παραδείγματα σαφέστατα αποδεικνύεται πως τα πράγματα κάθε άλλο παρά αλλάζουν με την εναλλαγή αστικών μνημονιακών κυβερνήσεων στα πλαίσια του υποτιθέμενου «μικρότερου κακού». Άλλωστε αυτήν την φορά, σε αντίθεση με το 2014, ο ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγει «όπως ο διάβολος το λιβάνι» να δεσμευθεί σε οτιδήποτε συγκεκριμένο και ουσιαστικό (π.χ. πως θα καταργήσει την διάταξη περί «απογευματινών» χειρουργείων, πως θα καταργήσει το «δίπορτο δημόσιο νοσοκομείο – ιδιωτική κλινική» για τους καθηγητές ιατρικής κλπ, κλπ. Δηλαδή ουσιαστικά η ίδια η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ομολογεί πως φιλοδοξεί σε μια νέα κυβερνητική θητεία εξαιρετικά χαμηλών προσδοκιών.
Τα πράγματα αλλάζουν μόνο με μαζικούς κοινωνικές αγώνες και συγκρούσεις. Το σύστημα υποχωρεί έστω και στο παραμικρό μόνο αν τρομοκρατηθεί πως μπορεί να χάσει τα πάντα. Κάθε τι θετικό που έχει κατακτηθεί και κάθε τι αρνητικό που έχει ακυρωθεί ή που έχει καθυστερήσει μόνο έτσι έχει γίνει, ούτε με κυβερνητικές εναλλαγές ούτε με μεγάλα λόγια στην αστική βουλή. Η ενίσχυση αυτής της αντίληψης στους δρόμους του αγώνα πρώτα και κύρια αλλά και στις εκλογές είναι αυτό που απαιτεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Αγώνας ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ
Μηνάς Καραγιάννης, ειδικευόμενος γιατρός, υποψήφιος με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ στον Νότιο Τομέα Αθηνών
Στην αστική πολιτική σκηνή οι εκλογές φέρονται πολλές φορές να έχουν το ρόλο της «τομής», του «σημείου καμπής» μεταξύ δύο κύκλων, δύο περιόδων της αστικής πολιτικής. Έχει ένα ενδιαφέρον, σαν ένας άλλος Ιανός της περιόδου να κοιτάζουμε ταυτόχρονα τις δύο περιόδους, τι εφαρμόστηκε την τετραετία που πέρασε και τι προτείνεται για αυτή που έρχεται. Παρόλα αυτά ο κόσμος της αριστεράς και των κινημάτων γνωρίζει πολύ καλά ότι αυτό δεν ισχύει, ότι η πολιτική του κεφαλαίου έχει συνέχεια, ότι οι διαφορετικοί διαχειριστές στην πραγματικότητα διαφέρουν στα επουσιώδη και τελικά θα εφαρμόσουν την ίδια πολιτική. Έτσι λοιπόν, έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε τι πολιτικές ακολούθησε στην υγεία η κυβέρνηση και ποιο πρόγραμμα εμφανίζει για την τετραετία που έρχεται.
Αν θέλουμε λοιπόν να συζητήσουμε για την πολιτική της κυβέρνησης στην υγεία την τετραετία που πέρασε θα πρέπει να ξεκινήσουμε συζητώντας για τη διαχείριση της πανδημίας. Οι αριθμοί σε αυτή την περίπτωση είναι αμείλικτοι. Ο αριθμός των νεκρών στην Ελλάδα την τετραετία 2019 – 2023 ήταν κατά 45.000 μεγαλύτερος του αντίστοιχου αριθμού της τετραετίας 2015 – 2019. Από αυτούς οι 35.000 αποδόθηκαν στο covid-19 και οι υπόλοιποι στην αύξησης της λοιπής νοσηρότητας. Έτσι αναδεικνύεται η αποτυχία της κρατικής αντιμετώπισης του κορονοϊού στη χώρα μας. Αυτή η αντιμετώπιση βασίστηκε στη μηδαμινή ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, σε μια περίοδο που ο ιδιωτικός τομέας λιποτάκτησε της μάχης, στη λήψη αστυνομικών μέτρων προκειμένου να περιοριστεί η διασπορά του ιού και στην παρουσίαση των εμβολίων σαν το μαγικό φάρμακο που θα μας λύσει όλα τα προβλήματα. Την ίδια στιγμή όλες οι λειτουργίες των νοσοκομείων που δε σχετίζονταν άμεσα με τον covid (χειρουργεία, θεραπείες, κλπ) υπολειτουργούσαν. Αυτό είχε ως συνέπεια τα καταστροφικά αποτελέσματα για την επιβίωση του λαού που περιγράψαμε παραπάνω, την ενίσχυση του αντιεμβολιαστικού σκοταδιστικού ρεύματος αλλά και την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος ναι μεν δε συμμετείχε στην αντιμετώπιση του covid-19 αλλά πρόσφερε κανονικά (επί πληρωμή) όλες τις υπηρεσίες από τις οποίες είχε αποσυρθεί ο δημόσιος τομέας.
Η κόκκινη γραμμή λοιπόν που ενώνει και προσανατολίζει την πολιτική της κυβέρνησης στην Υγεία είναι η ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα, η εμπορευματικοποίηση της Υγείας, το άνοιγμα και η παραχώρηση νέων πεδίων κερδοφορίας προς τον ιδιωτικό τομέα, η μείωση του κόστους εργασίας και τελικά η σύμφυση του με το δημόσιο. Προκειμένου να υπηρετήσει αυτό το σχεδιασμό πέρασε μια σειρά νομοσχέδια και μια σειρά από αποφάσεις. Για να σταχυολογήσουμε τα πιο σημαντικά από αυτά τα νομοσχέδια θα πρέπει να μιλήσουμε για το νομοσχέδιο που καθιερώνει τα απογευματινά χειρουργεία, το νομοσχέδιο για τον προσωπικό γιατρό και κυρίως το νόμο 4999/22 με τον οποίο καταργείται η αποκλειστική απασχόληση γιατρών στο ΕΣΥ και εισάγονται, σε ανώτερο βαθμό, οι ιδιώτες γιατροί στο δημόσιο με μπλοκάκι. Την ίδια στιγμή αυξάνονται γεωμετρικά οι συμπράξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα με τέσσερα νοσοκομεία να έχουν «ανατεθεί», για παράδειγμα, στο «Σταύρος Νιάρχος», με το παιδοογκολογικό του Παίδων να χαρίζεται στους Βαρδινογιανναίους.
Την ίδια στιγμή διαβάζουμε τώρα το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για την υγεία. Αν μας κάνει ένα πράγμα εντύπωση είναι ότι πουθενά δεν αναφέρεται η φράση «ιδιωτικός τομέας», «ιδιωτική πρωτοβουλία». Προφανώς και ξέρουμε ότι η πολιτική έχει συνέχεια, ότι το κεφάλαιο και οι εκφραστές του θα προσπαθήσουν να ενισχύσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τον ιδιωτικό τομέα. Η φοβία τους όμως να το αναφέρουν αναδεικνύει ότι ο λαός δε συμφωνεί με την ιδιωτικοποίηση της Υγείας.
Αυτή η άποψη είναι συνέπεια του χαρακτήρα που ανέδειξε το δημόσιο σύστημα υγείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας και του αγώνα των υγειονομικών κατά της ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ σε όλη την περίοδο που πέρασε. Με αποκορύφωμα την τριήμερη απεργία που προκήρυξε η ΕΙΝΑΠ για το νόμο 4999/22, το νικηφόρο αγώνα ενάντια στο κλείσιμο του Παίδων Πεντέλης, τον αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του παιδοογκολογικού, αυτό που προκύπτει είναι ότι μόνο μέσω μαζικών ανυποχώρητων αγώνων λαού και υγειονομικών μπορούμε να αντιστρέψουμε την πορεία της ιδιωτικοποίησης.
Υψώνουμε ανάστημα, κάνουμε ΑΝΤΑΡΣΥΑ για δημόσια περίθαλψη
Μαρία Καραμπέλη, Παθολόγος-Επιμελήτρια Β΄ στο ΤΕΠ του ΓΝΑ «Γ. Γεννηματάς»
Από την πρώτη κιόλας μέρα ανακοίνωσης του πρώτου κρούσματος της covid-19 στη χώρα μας, οι μαχόμενοι υγειονομικοί πρωτοστατήσαμε τόσο σε μια τιτάνια προσπάθεια να παρέχουμε με αυταπάρνηση υπηρεσίες υγείας στον πληθυσμό μέσα από ένα διαλυμένο (με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων) εθνικό σύστημα υγείας όσο και σε μια χωρίς σταματημό προσπάθεια ανάδειξης όλων των ελλείψεων που υπήρχαν και αφορούσαν είτε στα μέτρα ατομικής προστασίας απέναντι στον κορονοϊό, είτε τις ελλείψεις σε ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, είτε τις ανεπάρκειες σε υποδομές. Ας μην ξεχνάμε πως είχε περάσει ήδη μια δεκαετία, που όλοι όσοι κυβέρνησαν μείωναν συνεχώς το μόνιμο προσωπικό των νοσοκομείων, υποβαθμίζοντας τις υπηρεσίες περίθαλψης και βάζοντας λουκέτο σε μια ντουζίνα σχεδόν νοσοκομείων.
Τι συνέβη όμως στα νοσοκομεία της χώρας μία τριετία πριν; Οι μαχόμενοι υγειονομικοί, με την πρωτοπόρα δράση των μελών του Ενωτικού Κινήματος για την Ανατροπή αλλά και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είτε μέσα από την καθημερινή δράση στα σωματεία, είτε μέσα από τις παρεμβάσεις στην ΟΕΝΓΕ, δεν έμειναν με σταυρωμένα τα χέρια, ούτε φυσικά ενσωμάτωσαν μία λογική που έλεγε πως «τώρα το κεφάλι κάτω, τυφλή υπακοή στις γνώμες των “ειδικών”, «θα λογαριαστούμε μετά». Ίσα-ίσα βγήκαν μπροστά και πρωτοστάτησαν σε όλες τις δράσεις του υγειονομικού κινήματος εκείνης της περιόδου. Πρώτος και σημαντικός σταθμός της αντίδρασης του κινήματος ήταν η 7η Απρίλη του 2020, που χιλιάδες υγειονομικοί, παρά τις απαγορεύσεις των κυβερνόντων, στάθηκαν στις πύλες των νοσοκομείων όλης της χώρας και διεμήνυσαν σε όλους τους τόνους το εξής: Την πανδημία δεν τη βιώνουμε όλοι το ίδιο. Από τη μια είμαστε οι μαχόμενοι υγειονομικοί που παλεύουμε σε μια παρατημένη από τις κυβερνήσεις δημόσια υγεία κι από την άλλη κυβέρνηση, ιδιοκτήτες κλινικών και μεγαλοεπιχειρηματίες που κοιτούν να σώσουν τα δικά τους συμφέροντα, πάντα με γνώμονα το κέρδος.
Την ώρα που η κυβέρνηση συνέχιζε την εγκληματική της πολιτική στο χώρο της Υγείας, διατηρώντας υποστελεχωμένα τα νοσοκομεία της χώρας, χωρίς γιατρούς και νοσηλευτές και χωρίς επαρκή αριθμό κλινών εντατικής θεραπείας, οι μαχόμενοι υγειονομικοί που ξημεροβραδιαζόμασταν πάνω από τους ασθενείς μας, αποκαλύπταμε την κυβερνητική προπαγάνδα και φωνάζαμε σε όλους τους τόνους: Τίποτα δεν μπορεί να διορθωθεί ούτε με προεκλογική αποχαύνωση κυβερνητικής εναλλαγής ούτε με συμβολικές διαμαρτυρίες. Ο μόνος δρόμος για να σταματήσει αυτή η δολοφονική πολιτική που ενορχηστρωνόταν καθημερινά τόσο στην περίθαλψη όσο και σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, ήταν ο διαρκής ανυποχώρητος αγώνας υγειονομικών και λαού για την ανατροπή της. Με λίγα λόγια, διατυμπανίζαμε σε όλους τους τόνους ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας και της δημόσιας υγείας πρέπει να γίνει υπόθεση του λαϊκού κινήματος.
Παράλληλα, από την πρώτη στιγμή αποκαλύψαμε τον «μη υγειονομικό» χαρακτήρα των μέτρων που πήρε η κυβέρνηση. Σταθήκαμε απέναντι στις απαγορεύσεις συναθροίσεων και διαδηλώσεων (συμμετέχοντας σε όλες τις κινητοποιήσεις του λαού εκείνης της περιόδου), απέναντι στα κυβερνητικά μέτρα όλης της περιόδου της πανδημίας, που άφηναν την εργοδοσία να αλωνίζει στους χώρους εργασίας, άφηναν στην ίδια κατάσταση τις συγκοινωνίες, με δεκάδες εργαζόμενους να στοιβάζονται σε λεωφορεία και μετρό, και έκλειναν σχολεία και πανεπιστήμια δήθεν για την προστασία της δημόσιας υγείας, αντί να εξασφαλιστούν οι όροι για ασφαλή συνέχιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Επίσης, από την πρώτη στιγμή που η κυβέρνηση προχώρησε σε εφαρμογή του μέτρου της αναστολής εργασίας για χιλιάδες υγειονομικούς, αναδείξαμε ότι το επιχείρημα περί προστασίας των ασθενών και των ευπαθών ομάδων των νοσοκομείων από τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς δε στηρίζεται σε καμία υγειονομική ή επιστημονική λογική. Το ισχυρότατο όπλο του εμβολιασμού που αποτέλεσε μέσο συλλογικής και ατομικής προστασίας και αποδείχθηκε εξαιρετικά χρήσιμο στη βαριά νόσηση και στο θάνατο, χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση σαν μέσο τιμωρίας και εκφοβισμού.
Φυσικά αυτές είναι μερικές από τις στιγμές που το μαχόμενο υγειονομικό κίνημα με τη συμβολή και των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς βγήκε μπροστά στο μακρύ δρόμο του αγώνα και της ανατροπής. Ένα δρόμο που έχει συνέχεια και μας βρίσκει όλο και πιο αποφασισμένους να μην κάνουμε βήμα πίσω, από τον αγώνα για την υπεράσπιση της ζωής μας, της εργασιακής μας αξιοπρέπειας και του δικαιώματος του λαού σε αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν υγεία.
Να μαυριστεί η κυβέρνηση της καταστροφής
Το υγειονομικό κίνημα έσπασε το κινηματικό νεκροταφείο
Κώστας Καταραχιάς, Ακτινοδιαγνώστης, μέλος ΔΣ ΕΙΝΑΠ και Σωματείου Εργαζομένων στο Νοσοκομείο «Έλενα Βενιζέλου»
Οι αντικαπιταλίστριες και αντικαπιταλιστές στα νοσοκομεία πρωτοστατούμε και τώρα στην προεκλογική περίοδο, για να μαυριστεί και στην κάλπη η κυβέρνηση της καταστροφής, της φτώχειας, του σεξισμού, του ρατσισμού και του πολέμου, αλλά και για να κάνουμε αυτό το μαύρισμα αφετηρία για τη συνολική ανατροπή ενός συστήματος που σαπίζει και δολοφονεί, από τα νοσοκομεία, τα Τέμπη, τις γυναικοκτονίες μέχρι και τα σύνορα σε Έβρο και Αιγαίο με τους χιλιάδες πνιγμένους πρόσφυγες.
Η μόνη χρήσιμη και αντισυστημική ψήφος είναι η ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Το δυναμικό της είναι η εγγύηση ότι αυτοί οι αγώνες θα πάνε μέχρι τέρμα κόντρα στους συμβιβασμούς της κοινοβουλευτικής αριστεράς, με όπλο το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα που έξω από τις θεωρίες των αρνητικών συσχετισμών βάζει στο εδώ και τώρα το ζήτημα της ανατροπής.
Τα 2,7 εκατ. διαδηλωτριών/των απεργών του εξεγερσιακού Μάρτη του ’23 έφεραν με απτό τρόπο στο προσκήνιο αυτή τη προοπτική. Δεν ήταν όμως ένα ξέσπασμα που έπεσε από τον ουρανό. Πατάει σε απεργιακές και πολιτικές μάχες του εργατικού κινήματος και σε τεράστιες πρωτοβουλίες της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Εμείς στα νοσοκομεία το ξέρουμε πολύ καλά. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις των υγειονομικών ειδικά τα χρόνια της πανδημίας άνοιξαν το δρόμο για να ξεδιπλωθεί η σύγκρουση με τα εγκλήματα της ΝΔ. Το μπαράζ των απεργιακών κινητοποιήσεων των νοσοκομείων, σχεδόν πάντα με πρωτοβουλίες του συντονιστικού νοσοκομείων και της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για να μην απολυθούν οι χιλιάδες συμβασιούχοι, να μην αφήσουμε να εφαρμοστούν οι ιδιωτικοποιήσεις, να κρατήσουμε τα νοσοκομεία όρθια και ανοιχτά, για τους φτωχούς τους μετανάστες, τις προσφύγισσες.
Εμβληματική θέση σε αυτούς τους αγώνες έχει η 7η Απρίλη του 2020 όπου με πρωτοβουλία του Ενωτικού Κινήματος για την Ανατροπή σπάσαμε το κινηματικό νεκροταφείο που πήγε να επιβάλλει ο Μητσοτάκης και βγήκαμε μαζικά στα προαύλια των νοσοκομείων πανελλαδικά. Κερδίσαμε ουσιαστικά μέτρα προστασίας, αποκαλύψαμε την εγκληματική διαχείριση της κυβέρνησης με τις άχρηστες καραντίνες και απαγορεύσεις, που αντί να αυξάνει τα κρεβάτια ΜΕΘ και να ενισχύει το ΕΣΥ, τάιζε ζεστό χρήμα τις ιδιωτικές κλινικές με αποτέλεσμα να έχουμε τη χειρότερη αναλογία θανάτων ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Το αντικαπιταλιστικό αίτημα των κρατικοποιήσεων των ιδιωτικών κλινικών χωρίς αποζημίωση με εργατικό έλεγχο έβαλε επί της ουσίας στο κέντρο των διεκδικήσεων της τάξης μας την ρεαλιστική προοπτική για να σωθούν ζωές.
Υπερασπιστήκαμε τον μαχητικό συνδικαλισμό απέναντι στην τρομοκρατία της κυβέρνησης που ψήφισε τον αντισυνδικαλιστικό νόμο Χατζηδάκη, όπως έγινε με την απόλυσή μου το Μάρτη του 2021. Το μεγαλειώδες κίνημα συμπαράστασης που με απανωτές απεργιακές πολιορκίες του υπουργείου, οδήγησε στην μεγάλη νίκη της επαναπρόσληψής μου στο ΕΣΥ. Ακόμα και προεκλογικά η συνδικαλιστική δίωξη της Αργυρής Ερωτοκρίτου, έχει απαντηθεί με τρεις απεργιακές κινητοποιήσεις. Κλιμακώνουμε και μέχρι τις εκλογές για να κερδίσουμε και αυτή τη μάχη.
Δεν μείναμε μόνο στις συνδικαλιστικές μάχες. Βρεθήκαμε και στις μάχες ενάντια στο ρατσισμό και τους φασίστες οργανώνοντας την συμμετοχή των νοσοκομείων μας στις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις τον Οκτώβρη του 2020 έξω από το εφετείο, αλλά και στις διεθνείς πρωτοβουλίες όπως στις 21 Μάρτη του 2023 με την πολιτική αγωγή και την ΚΕΕΡΦΑ. Ενάντια στο σεξισμό κάναμε την 8η Μάρτη και φέτος γενική απεργία με πρωτοβουλία της απεργιακής κίνησης 8 Μάρτη, ενώνοντας έτσι το κίνημα ενάντια στο σεξισμό με τα οργισμένα απεργιακά ποτάμια της εργατικής τάξης για το έγκλημα στα Τέμπη. Ακόμα και ενάντια στην ομοφοβία κατεβάσαμε τα σωματεία μας στο Pride.
Τέσσερα χρόνια τώρα εμείς και ο δρόμος ήμασταν η πραγματική αντιπολίτευση στα αίσχη της ΝΔ και όπως δήλωσε πρόσφατα η συντρόφισσα Ζανέτα Λυσικάτου, γιατρός και γενική σύμβουλος στην ΠΟΕΔΗΝ, «δεν είμαστε ούτε μικροί, ούτε λίγες. Με τη δυναμική που μας συνδέει με τα μεγάλα γεγονότα της τάξης μας και με την στήριξη όλων των πρωτοβουλιών της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς μπορούμε να τα κερδίσουμε όλα».
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρωτοπόρα στους αγώνες για Υγεία
Ανυποχώρητα απέναντι στην κυβερνητική πολιτική διάλυσης του ΕΣΥ
Νικόλας Σκούφογλου, γιατρός, επαναπροσληφθείς μετά από πολιτική δίωξη στον Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», υποψήφιος Επικρατείας με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Τόσο κατά τη διάρκεια της πανδημίας όσο και πριν και μετά απ’ αυτή, οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία, με την καθοριστική κατά τόπους και κεντρική παρέμβαση των δυνάμεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδωσαν σημαντικούς αγώνες ενάντια στην κυβερνητική στρατηγική, που, πιστή στην εξυπηρέτηση των ιδιωτών επιχειρηματιών της Υγείας και συνεχίζοντας το έργο των προκατόχων της, θέλει ουσιαστικά να διαλύσει εντελώς το ΕΣΥ, απεργαζόμενη ένα πραγματικό έγκλημα εις βάρος της υγείας της εργατικής τάξης και του λαού.
Οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέσα στις δύσκολες συνθήκες της πανδημίας και της καραντίνας, στάθηκαν ανυποχώρητα απέναντι στην κυβερνητική πολιτική διάλυσης του ΕΣΥ, που δολοφόνησε δεκάδες χιλιάδες συνανθρώπους μας, χωρίς φυσικά να ξεπέφτουν σε αντιεπιστημονικές, συνωμοσιολογικές, αντιδραστικές σε τελική ανάλυση θεωρίες. Από τις πρώτες μέρες της καραντίνας, οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αρνήθηκαν την στρατηγική του «θα λογαριαστούμε μετά»,, που προέτασσε η ρεφορμιστική αριστερά και πρωτοστάτησαν στις κινητοποιήσεις στα νοσοκομεία ήδη από τις 7 Απρίλη του 2020. Αρνηθήκαμε να ενσωματωθούμε στην εθνική ενότητα γύρω από τους κυβερνητικούς και κρατικούς επιστήμονες, που δήθεν ενσάρκωναν τον ορθό λόγο, σε κατάφωρη αντίθεση με τους διθυράμβους που επεφύλασσαν για τον θίασο του Τσιόδρα τα ρεφορμιστικά κόμματα, με αποκορύφωμα τις σχετικές διαβόητες δηλώσεις του ΚΚΕ.
Η ίδια αταλάντευτη στάση που κρατήσαμε σε όλα τα μέτωπα σήμαινε και τη λυσσαλέα προσπάθεια κυβέρνησης, υπουργείου και διοικήσεων των νοσοκομείων να μας τιμωρήσουν με ακραία στοχευμένες εκδικητικές ενέργειες. Η, αποτυχημένη τελικά, απόπειρα της διοίκησης του «Ευαγγελισμού», με την προφανή υποστήριξη Πλεύρη, να με απολύσει από το ΕΣΥ το περασμένο καλοκαίρι είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα τόσο του κυβερνητικού μένους απέναντι στις πιο ριζοσπαστικές φωνές μέσα στα νοσοκομεία, όσο και, αντίθετα, της δυνατότητας των αγώνων των εργαζομένων να πετυχαίνουν μικρότερες ή μεγαλύτερες νίκες. Στον νικηφόρο αυτό αγώνα ήταν καθοριστικά: η ενιαιομετωπική μας τακτική μέσα στους χώρους των νοσοκομείων, η αταλάντευτη στάση απέναντι σε διευθυντικό κατεστημένο, διοικήσεις, υπουργείο και κυβέρνηση –σε αντίθεση με τη συμβιβαστική και συμβιβασμένη στάση των ηγεσιών των παρατάξεων της ρεφορμιστικής αριστεράς–, η καλή φήμη που έχουμε, ως αγωνιστές και αγωνίστριες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η επιρροή που ξεπερνάει κατά πολύ τη μέχρι τώρα εκλογική μας καταγραφή και η ικανότητά μας να συνδέσουμε αυτή την απόλυση με τον αγώνα συνολικά για την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας και όλων των κοινωνικών αγαθών. Όλα αυτά συνετέλεσαν ώστε ο αγώνας αυτός να γίνει κτήμα μεγάλου κομματιού του εργατικού κινήματος, και αυτό εκφράστηκε με τα ψηφίσματα και την κινητοποίηση αλληλεγγύης από δεκάδες σωματεία και ομοσπονδίες.
Αντίστοιχα, η κυβέρνηση επεδίωξε να συκοφαντήσει και να εξοντώσει τον σύντροφο Κώστα Καταραχιά, προσπάθεια που έπεσε στο κενό. Και βέβαια, τώρα είναι ανοιχτό το μέτωπο ενάντια στην δίωξη της Αργυρής Ερωτοκρίτου, που εξορίζεται από τον εργασιακό της χώρο, πάλι από τον «Ευαγγελισμό», με καθαρά πολιτικά κριτήρια. Δεν είναι τυχαίο που οι πιο εξοντωτικές διώξεις ασκούνται σε συνδικαλιστικά στελέχη και μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και την ίδια στιγμή ο πολιτικός μας χώρος δείχνει ότι όχι μόνο δεν τρομοκρατείται, όχι μόνο δεν υποχωρεί στις πιέσεις, αλλά πιστεύοντας ακράδαντα στη δύναμη που έχουν οι εργαζόμενοι να πετυχαίνουν νίκες και να επιβάλλουν το ίδιο τους το δίκιο, βρίσκεται πάντα στην πρώτη γραμμή.
Γι’ αυτό για τους εργαζόμενους στην Υγεία, που υπερασπίζονται με τους αγώνες τους και τη δουλειά τους τη δημόσια, δωρεάν και ποιοτική υγεία, η πιο συνεπής και χρήσιμη πολιτική επιλογή στις εκλογές είναι η ψήφος στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η ενίσχυση του ασυμβίβαστου, μαχητικού, πρωτοπόρου, αντικαπιταλιστικού πολιτικού ρεύματος που αυτή εκφράζει.