Γιώργος Κρεασίδης
▸ Αποχή από τις ψηφοφορίες, αφού ψήφισε ένα στα δύο νομοσχέδια!
Το «Μητσοτάκης ή Δημοκρατία» (από το «Μνημόνια ή ΣΥΡΙΖΑ» του Γενάρη του 2015) είναι το δίλημμα των εκλογών για τον ΣΥΡΙΖΑ με βάση την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη συγκέντρωση στο κλειστό γήπεδο Περιστερίου την περασμένη Τετάρτη. Είχε προηγηθεί η ανακοίνωση ότι θα απέχει από τις ψηφοφορίες της Βουλής, μετά την συζήτηση για την πρόταση μομφής που κατέθεσε για το θέμα των υποκλοπών, με στόχο να απομονωθεί η κυβέρνηση, να καταγραφεί ο ΣΥΡΙΖΑ σαν βασική δύναμη της αντιπολίτευσης και να εκτεθούν τα κυβερνητικά στελέχη που φυσικά δεν τόλμησαν να μην στηρίξουν τον Μητσοτάκη που τους παρακολουθεί.
Την επιλογή αυτή υπερασπίστηκε σε συνέντευξη τύπου στο Ζάππειο την Τρίτη, όπου προσπέρασε το γεγονός ότι στην τετραετία που τελειώνει ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ψηφίσει το 48,5% των νομοσχεδίων της ΝΔ, με το ΠΑΣΟΚ που προορίζεται για εταίρος σε προοδευτική κυβέρνηση να έχει φτάσει στο 70%.Με την επίκληση της Δημοκρατίας ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να βάλει σε δεύτερη μοίρα το κοινωνικό ζήτημα, όπως ξεκαθάρισε ο Α. Τσίπρας στο Περιστέρι λέγοντας χαρακτηριστικά, «μας λένε πολλοί: Αφήστε τη Δημοκρατία και ασχοληθείτε με την οικονομία. Όμως χωρίς Δημοκρατία, δεν υπάρχει οικονομία…».
Το αυταρχικό πρόσωπο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, το αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής που σχεδιάζουν και υλοποιούν η ΝΔ, η ΕΕ και οι θεσμοί της άρχουσας τάξης, επιχειρείται να εμφανιστεί σαν αιτία. Έτσι η κυβερνητική εναλλαγή παρουσιάζεται σαν ανατροπή.Με αυτόν τον τρόπο ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να επικοινωνήσει με τη διάχυτη λαϊκή δυσαρέσκεια και αγανάκτηση, αλλά και να ενσωματώσει τη δυναμική των κοινωνικών αγώνων που συνεχίζονται, όπως στους καλλιτέχνες και την εκπαίδευση, παρά το προεκλογικό κλίμα, καθώς και την συνδικαλιστική τακτική και του ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα δοκιμάζει να δημιουργήσει κλίμα μειωμένων προσδοκιών σχετικά με την ανατροπή των πυλώνων της αντιλαϊκής πολιτικής και των δεσμεύσεων από το χρέος, την ΕΕ, τους εξοπλισμούς και το ΝΑΤΟ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να το εξασφαλίσει καταρχήν με το περιεχόμενο που δίνει στην Δημοκρατία, η οποία ορίζεται αόριστα σαν επιστροφή στην ευημερία του «ανεπτυγμένου δυτικού κόσμου», τη στιγμή μάλιστα που αυτός συγκλονίζεται από τους κοινωνικούς αγώνες σε Βρετανία, Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία που δοκιμάζονται από την κοινωνική βαρβαρότητα, τις συνέπειες του πολέμου και τον κρατικό αυταρχισμό.
Σε δεύτερο επίπεδο, το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Δημοκρατία» δίνει μια πολιτική επιλογή στον λαό, τη συμμετοχή στις εκλογές. Εξάλλου ο ΣΥΡΙΖΑ εκτιμά ότι το αποτέλεσμα θα κριθεί από τη δυνατότητά του να αποσπάσει ψηφοφόρους από την αποχή και την απογοήτευση που έφερε η χλιαρή και συναινετική αντιπολίτευσή του. Παράλληλα, με αυτό το δίλημμα, στους προοδευτικούς εταίρους και το «τείχος της δημοκρατίας» χωράει σχεδόν όλο το αστικό πολιτικό σκηνικό, από το ΠΑΣΟΚ και τους λεγόμενους καραμανλικούς της ΝΔ, μέχρι τον Ε. Βενιζέλο, που είχε καταγραφεί σαν αντιπρόεδρος στις κυβερνήσεις των δυο πρώτων μνημονίων πριν ο ΣΥΡΙΖΑ θυμηθεί ότι είναι συνταγματολόγος
Επιπλέον, καθώς το εκρηκτικό κοινωνικό ζήτημα περνάει σε δεύτερη μοίρα, ο ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγει τις σαφείς δεσμεύσεις. Ο Α. Τσίπρας δίνοντας έναν προγραμματικό τόνο στην ομιλία του στο Περιστέρι, έδωσε μια σειρά υποσχέσεων, χωρίς να ξεκαθαρίζει τις προϋποθέσεις υλοποίησης, με αναφορές στην Ελλάδα που παράγει, από την «υγιή επιχειρηματικότητα» μέχρι τους εργαζόμενους, με κέντρο την περίφημη όσο και ασαφή σαν περιεχόμενο μεσαία τάξη. Μίλησε για κρατικοποίηση της ΔΕΗ για να μπει τέλος στην αισχροκέρδεια, αλλά σε προηγούμενες τοποθετήσεις αυτό παρουσιάστηκε σαν πλειοψηφικό πακέτο μετοχών για το κράτος και όχι επιχείρηση με δημόσιο χαρακτήρα, χωρίς μάλιστα κατάργηση όλου του πλαισίου που κάνει το ρεύμα είδος πολυτελείας, όπως είναι οι ιδιωτικοί πάροχοι, το χρηματιστήριο ενέργειας που θεσμοθέτησε ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ και οι σχετικές ρυθμίσεις της ΕΕ. Μίλησε για «13η σύνταξη» (αλλά όχι και 14η) με τη μορφή του 2019, δηλαδή σαν επίδομα που αντιστοιχεί σε κλιμακούμενο ποσοστό της σύνταξης, που ξεκινά από το 100% για όσους έπαιρναν κάτω από 500 ευρώ μεικτά και φτάνει στο 30%.
Δεν αναφέρθηκε στην κατάργηση των βασικών νόμων της ΝΔ, όπως τον αντεργατικό νόμο Χατζηδάκη, τους νόμους Κεραμέως στην εκπαίδευση ή του Χρυσοχοΐδη ενάντια στις διαδηλώσεις. Το κυριότερο ίσως είναι ότι υπερασπίστηκε τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και το ασφαλιστικό Κατρούγκαλου που έχει καθηλώσει το επίπεδο ζωής και το εισόδημα των συνταξιούχων σε οριακό επίπεδο. Απέδωσε μάλιστα σε αυτή την περίοδο την οικονομική σταθερότητα που αναγνώρισε στη θητεία της ΝΔ, όταν το πρόβλημα είναι ακριβώς οι κοινωνικές προϋποθέσεις και συνέπειες αυτής της «σταθερότητας». Η υπόσχεση του Α. Τσίπρα, «θα σκίσουμε τις μαύρες σελίδες της αδικίας και του αυταρχισμού», ακούστηκε σαν το σκίσιμο των μνημονίων που έταξε πριν το 2015.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (4.2.23)