Λίτσα Φρυδά
Μετά από τρεις τεράστιες διαδηλώσεις και πλήθος πρωτοβουλιών εργαζομένων και συνδικάτων που εξέφρασαν την απόρριψη του νομοσχεδίου της γαλλικής κυβέρνησης για την αλλαγή του συνταξιοδοτικού συστήματος της Γαλλίας (την επιμήκυνση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 χρόνια που είναι σήμερα στα 64 και την κατάργηση των αποκαλούμενων «ειδικών καθεστώτων»), τα συνδικάτα ανήγγειλαν ήδη την επόμενη κινητοποίησή τους (σήμερα Σάββατο 11 Φεβρουαρίου), η οποία αναμένεται να έχει παρόμοιο χαρακτήρα και ανάλογη μαζικότητα.
Σημειώνεται ότι μαζικότατες συγκεντρώσεις πραγματοποιήθηκαν το τελευταίο δεκαπενθήμερο σε ολόκληρη τη χώρα, ακόμη και σε πόλεις που δεν έχουν συνηθίσει σε διαδηλώσεις. Η τεράστια συμμετοχή, η αποφασιστικότητα και η διάρκειά τους αφενός έδωσε αυτοπεποίθηση στους εργαζόμενους, αφετέρου κατέπληξε την εκτελεστική εξουσία με τον φόβο να πλανάται μήπως οι τεράστιες κινητοποιήσεις οδηγήσουν σε αποκλεισμό της χώρας. Ο φόβος αυτός ενισχύεται από δηλώσεις συνδικαλιστικών στελεχών ότι προτίθενται να περάσουν σε μπλοκαρίσματα αν δεν εισακουστούν από την κυβέρνηση, αλλά και από όλες οι δημοσκοπήσεις που καταγράφουν ότι η πλειοψηφία του λαού θα κατανοούσε μια τέτοια επιλογή προκειμένου να μην περάσει η αντιδραστική μεταρρύθμιση. Κι αυτό, ενώ παράλληλα αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των Γάλλων θεωρούν ότι ο αποκλεισμός της χώρας είναι ο μόνος τρόπος για να υποχωρήσει ο Μακρόν.
Τα παραπάνω δεδομένα ενισχύουν την εκτίμηση πως η Γαλλία έχει εισέλθει σε μια περίοδο μεγάλης κοινωνικής σύγκρουσης. Όπως, επίσης, ότι αν τα συνδικάτα επιμείνουν σε ημέρες δράσης όπως αυτή της 19ης Ιανουαρίου, η κυβέρνηση θα περάσει τη μεταρρύθμισή της — αντιθέτως, αν προχωρήσουν σε αποκλεισμούς, θα της δημιουργήσουν σοβαρό πρόβλημα.
Η άρνηση της προέδρου της Εθνοσυνέλευσης να εξετάσει πρόταση δημοψηφίσματος επί του συνταξιοδοτικού, την οποία συνυπέγραψαν έξι πολιτικοί σχηματισμοί, δημιούργησε πολεμικό κλίμα, με την ίδια να αναγκάζεται να αναστείλει τη συνεδρίαση λόγω της αφόρητης πίεσης που δέχτηκε να την λάβει υπόψη της. Η γαλλική κυβέρνηση έχει, έτσι, απέναντί της δύο μέτωπα: του δρόμου και του κοινοβουλίου, όπου είναι μειοψηφία. Η απόρριψη που εκφράστηκε στον δρόμο φτάνει τώρα στην Εθνοσυνέλευση και το αίτημα της απόσυρσης της μεταρρύθμισης βρίσκει την ισχυρή υποστήριξη του συνόλου των βουλευτών της Αριστεράς, ενώ αναγκάζει και άλλες πτέρυγες να σκληρύνουν τις διεκδικήσεις τους.
Σε αυτό το φόντο, αβέβαιο παραμένει το τι τελικώς θα ψηφίσουν οι 61 βουλευτές του κόμματος της παραδοσιακής Δεξιάς, των Ρεπουμπλικάνων, ενώ είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεκαπέντε περίπου αντιτίθενται στο κείμενο, άλλοι δυο βουλευτές υπερψηφίζουν την πρόταση απόρριψης που παρουσίασε η εκπρόσωπος του Μελανσόν και τρεις θα απέχουν. Η δε τροπολογία της ηγεσίας των Ρεπουμπλικάνων βουλευτών είναι πολύ σαφής: Όσοι αρχίζουν να εργάζονται πριν από την ηλικία των 21 ετών πρέπει να μπορούν να αποχωρήσουν μόλις συμπληρώσουν την απαιτούμενη περίοδο εισφορών.
Η κυβέρνηση προσπάθησε να πείσει για τη μετριοπάθειά της, τονίζοντας τη «ρήτρα του παππού», όπως ονομάζεται η διάταξη που εξαιρεί από το μέτρο τους εργαζόμενους και τους δημόσιους υπαλλήλους οι οποίοι είναι σήμερα εν ενεργεία, με σκοπό να επηρεάσει τους νομοθέτες των Ρεπουμπλικάνων, την υποστήριξη των οποίων ο Μακρόν χρειάζεται για πάρει την πλειοψηφία.