Γεράσιμος Λιβιτσάνος
▸ Μεθοδεύσεις «θωράκισης» απέναντι σε αναταράξεις.
To άρθρο γράφτηκε πριν την κατάθεση πρότασης δυσπιστίας από τον ΣΥΡΙΖΑ κατά της κυβέρνησης την Τετάρτη.
Η τρέχουσα περίοδος είναι χρόνος «ξεδιπλώματος» προεκλογικού σχεδιασμού για τα δύο κόμματα που αποτελούν τους βασικούς πόλους του συστήματος. Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ σκοπεύουν να καθορίσουν πλήρως και με κλασσικές «συνταγές δικομματισμού» την πολιτική ατζέντα, ώστε σε αυτήν να κυριαρχεί το στοιχείο της σκανδαλολογίας, της αντιπαράθεσης «ηθικών όρων» και να μην υπάρχει χώρος για τα ζητήματα που σχετίζονται με τις λαϊκές ανάγκες και κυρίως τις λαϊκές διεκδικήσεις.
Η Νέα Δημοκρατία, στον προεκλογικό πολιτικό της λόγο καλείται να ενοποιήσει δύο αντιφατικά στοιχεία: Την προαναγγελία του ότι ουσιαστικά ποντάρει στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, που θα γίνει με το σύστημα «ενισχυμένης αναλογικής» το οποίο ψήφισε η ίδια, και την ανάγκη να διατηρήσει ψηλά τα ποσοστά της στην πρώτη κάλπη. Το κυβερνών κόμμα φοβάται τη χαλαρότητα της ψήφου στην πρώτη κάλπη, ωστόσο δεν μπορεί να διαμορφώσει ένα σενάριο «κυβερνητικής λύσης» από τις πρώτες εκλογές. Για τον λόγο αυτό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη φροντίσει να δώσει το σχετικό μήνυμα. Όπως είπε στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Πρώτο Θέμα: «Στη δεύτερη κάλπη, που είναι η κάλπη της ενισχυμένης αναλογικής, αν οι πολίτες μας δώσουν το ποσοστό το οποίο προσδοκώ, θα έχουμε τη δυνατότητα να κυβερνήσουμε μόνοι μας. Αν μας κατευθύνουν προς μια κυβέρνηση συνεργασίας, θα σεβαστούμε τη βούληση τους. Αλλά στη δεύτερη κάλπη. Το τονίζω. Αλλά η πρώτη κάλπη είναι κρίσιμη γιατί θα στείλει το μήνυμα ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα». Μάλιστα, τόνισε ότι «η πρώτη κάλπη είναι αυτή η οποία τελικά θα διαμορφώσει τις πολιτικές εξελίξεις, η δεύτερη πιστεύω ότι θα επικυρώσει το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης».
Η ΝΔ θα επιδιώξει με τον κύριο όγκο των δυνάμεων της να προσεγγίσει τον λεγόμενο «χώρο του κέντρου», με τις γνωστή ρητορεία περί «επιτυχημένης τετραετίας» παρά τις κρίσεις και τις υποσχέσεις για ανάπτυξη. Παράλληλα όμως θα προσπαθήσει να κρατήσει αλώβητη και τη δεξιά πλευρά της, στην οποία πιέζεται πολύ. Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται τόσο το «ελευθέρας» που έδωσε στα στελέχη της να παραβρεθούν στην κηδεία του Κ. Γκλύξμπουργκ όσο και η νομοθετική ρύθμιση που ετοιμάζει προκειμένου να μην μπορέσει να κατέλθει στις εκλογές το κόμμα του Κασιδιάρη. Τέλος, το κυβερνών κόμμα ποντάρει πολλά και στον χρόνο των εκλογών. Ανάλογα με το αν τελικά θα εκτιμήσει πως την συμφέρει η μεγάλη ή η μικρότερη συμμετοχή, όπως και με κριτήριο την «απόδοση» της διαμοίρασης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, θα αποφασιστεί αν οι εκλογές θα ξεκινήσουν Απρίλιο με ορίζοντα τα τέλη Μαΐου ή τον Μάιο με ορίζοντα τον Ιούλιο.
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρείται ήδη το ζήτημα των υποκλοπών να παραμείνει και ει δυνατόν να κυριαρχήσει στην προεκλογική ατζέντα. Όχι μόνον ως φθοροποιό στοιχείο της κυβέρνησης στο «κεντρώο» κοινό, αλλά και ως το δεδομένο που αποτρέπει την προοπτική κυβερνητικής συμμαχίας της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Στην αξιωματική αντιπολίτευση εκτιμούν ότι αν περιοριστεί η δυνατότητα της Νέας Δημοκρατίας να σχηματίσει κυβέρνηση περιορίζεται παράλληλα και η πολιτική δυναμική της. Επίσης, φαίνεται να εκτιμάται ότι ενισχύεται έτσι και το σενάριο μιας συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ μετά από προγραμματική συμφωνία. Αυτό δηλαδή που είναι και το βασικό σενάριο του ΣΥΡΙΖΑ.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (21.1.23)