Γιώργος Παυλόπουλος
Σε κρίσιμη φάση η καπιταλιστική ολοκλήρωση
Οι αλλεπάλληλες κρίσεις έχουν οδηγήσει σε ανάσχεση και αναθεώρηση τη διαδικασία που ξεκίνησε πριν από 65 χρόνια. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως η ΕΕ βρίσκεται κοντά στο τέλος και τη διάλυσή της. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, δεν μπορεί να υποτιμώνται οι μεγάλες αλλαγές που γίνονται και θα γίνουν στη δομή και τον τρόπο λειτουργίας της.
Τα μεγάλα προβλήματα κάτω από το χαλί
Στη σύνοδο κορυφής που θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Πέμπτη, 15 Δεκεμβρίου, όλα τα θέματα που περιλαμβάνει η ατζέντα είναι θεωρητικά «καυτά». Στην πράξη, όμως, οι «27» ετοιμάζονται για μια σχετικά χαλαρή συζήτηση, πριν την εορταστική περίοδο, καθώς είναι ξεκάθαρο πως δεν προτίθενται να λάβουν κάποια σοβαρή απόφαση. Κι αυτό διότι οι (πολλές) εκκρεμότητες μοιάζουν να έχουν μπει κάτω από το χαλί, έστω και προσωρινά, με τη συνήθη μέθοδο.
Το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο τέθηκε σε εφαρμογή αφού όλοι είχαν κάνει τις… καβάντζες τους και είχαν εξαιρεθεί όσοι το εισάγουν μέσω αγωγών. Επίσης, το πλαφόν στην τιμή του ορίστηκε στο επίπεδο όπου πρακτικά ήδη βρίσκεται στις διεθνείς αγορές, στα 60 δολάρια ανά βαρέλι, μετά από απαίτηση των εφοπλιστών (κυρίως Ελλάδας, Μάλτας και Κύπρου), που θα συνεχίσουν έτσι να το μεταφέρουν προς τις υπόλοιπες χώρες οι οποίες συνεχίζουν να το αγοράζουν. Όσο για το φυσικό αέριο, δεν γίνεται καν λόγος περί εμπάργκο, ενώ η συζήτηση για το πλαφόν έχει μείνει στην προκλητική πρόταση της Κομισιόν, η οποία είναι υψηλότερη από την τιμή που πρακτικά ισχύει!
Την ίδια στιγμή, οι «27» έχουν ουσιαστικά αποδεχθεί ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι μια υπόθεση την οποία χειρίζονται και κατευθύνουν πρακτικά άλλοι, δηλαδή οι ΗΠΑ, με τους ίδιους να ακολουθούν σε ρόλο κομπάρσου και χορηγού όπλων, χωρίς να μπορούν να επιδράσουν καθοριστικά στις εξελίξεις. Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι Αμερικανοί ετοιμάζονται να τους δώσουν άλλη μια… σφαλιάρα, με ένα γενναίο πακέτο επιδότησης του δικού τους κεφαλαίου, τη στιγμή που το αντίστοιχο ευρωπαϊκό ψάχνει – αλλά δεν βρίσκει ακόμη – τη στήριξη που θα ήθελε από την ΕΕ στο σύνολό της
Tο «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι» γίνεται ολοένα πιο αφιλόξενο και εχθρικό για τους λαούς
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν βρίσκεται, ασφαλώς, στα καλύτερά της. Το αντίθετο, μάλιστα. Το πιο φιλόδοξο εγχείρημα καπιταλιστικής ολοκλήρωσης που έχει δρομολογηθεί ποτέ, κυριολεκτικά μέσα από τις στάχτες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αποκαλύπτει πλέον καθαρά τα όριά του, τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του, αφού έχει ήδη διαγράψει μια πορεία άνω των 65 ετών. Κι όλα αυτά, στο φόντο του πολέμου στην Ουκρανία, ο οποίος μοιάζει να το ξεγυμνώνει και να ανοίγει βίαια μια νέα σελίδα στην ιστορία του.
Είναι πέρα από κάθε αμφιβολία, εξάλλου, ότι ο μεγάλος χαμένος από αυτόν τον πόλεμο ανάμεσα στους μεγάλους «παίκτες» διεθνώς είναι η ΕΕ και μαζί η πιο ισχυρή της δύναμη, η Γερμανία. Δεν είναι τυχαίο. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις που εκδηλώθηκαν στη διάρκεια των τελευταίων 15 ετών – χρηματοπιστωτική, προσφυγική, Brexit, πανδημία – είχαν έτσι κι αλλιώς βαθύνει τις ρωγμές, με συνέπεια το ευρωπαϊκό κεφάλαιο να χάνει διαρκώς πόντους στον αδυσώπητο ανταγωνισμό, απέναντι τόσο στην Κίνα όσο και τις Ηνωμένες Πολιτείες, με τις οποίες θεωρητικά ανήκει στο ίδιο στρατόπεδο. Και ο πόλεμος, όπως συμβαίνει συνήθως, ήρθε να επιταχύνει τις εξελίξεις που είχαν ούτως ή άλλως δρομολογηθεί.
Ειδικά όσον αφορά στις ΗΠΑ, οι διμερείς σχέσεις ετοιμάζονται να περάσουν μια (ακόμη) πολύ σοβαρή δοκιμασία. Αφορμή αποτελεί το πακέτο των 400 περίπου δισ. δολαρίων που θέτει σε εφαρμογή από τις αρχές του 2023 η κυβέρνηση Μπάιντεν, ακολουθώντας πιστά το δόγμα του «Πρώτα η Αμερική» των προκατόχων του, Μπαράκ Ομπάμα και Ντόναλντ Τραμπ. Ο κίνδυνος εκτιμάται πως είναι τόσο μεγάλος ώστε οι εκπρόσωποι και οι φορείς αρκετών κορυφαίων ευρωπαϊκών επιχειρηματικών ομίλων έχουν σπεύσει να προειδοποιήσουν τις Βρυξέλλες και τις εθνικές κυβερνήσεις πως εάν δεν αναλάβουν δράση και δεν προχωρήσουν σε ανάλογες παροχές, τότε θα σκεφτούν σοβαρά να μετακομίσουν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού!
Όσο πιο έντονος και σκληρός γίνεται ο ανταγωνισμός του κεφαλαίου εντός και εκτός ΕΕ τόσο πιο αντιδραστική θα γίνεται αυτή για τους λαούς της Ευρώπης
Τα παραπάνω, φυσικά, δεν σημαίνουν ότι τελειώνουν τα «ψωμιά» της ΕΕ ή, πολύ περισσότερο, ότι βρίσκεται στα πρόθυρα της διάλυσής της. Αυτό που ουσιαστικά συμβαίνει και, πιθανότατα, θα κλιμακωθεί τα επόμενα χρόνια, είναι ότι θα αλλάξει η δομή της και οι όροι με τους οποίους παίζεται το παιχνίδι σε επίπεδο κορυφής, δηλαδή ανάμεσα στα κράτη-μέλη και τις ομάδες που συγκροτούν. Η ολοκλήρωση θα συνεχίσει μεν να αποτελεί ανάγκη και αντικειμενική τάση για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο – όπως συμβαίνει με την καπιταλιστική διεθνοποίηση σε πλανητικό επίπεδο – όμως οι όροι της πλέον θα είναι σαφώς διαφορετικοί. Όσο για το μοντέλο της ενωμένης και ομοσπονδιακής Ευρώπης, θα απομακρυνθεί στα βάθη του ορίζοντα, για τα πολλά επόμενα χρόνια, αν όχι δεκαετίες.
Η συνέπεια του πολέμου και των κρίσεων που προηγήθηκαν, με άλλα λόγια, είναι να αναθεωρηθεί ριζικά η διαδικασία που είχε δρομολογηθεί. Στη θέση της «ενωμένης Ευρώπης» ενισχύονται τα διάφορα μπλοκ χωρών με παρόμοια συμφέροντα, είτε ad hoc είτε σε πιο μόνιμη βάση, ενώ είναι βέβαιο ότι θα ενισχυθεί το φαινόμενο της «ανισόμετρης ανάπτυξης», καθώς οι πλουσιότερες χώρες – όπως η Γερμανία και οι σύμμαχοί της στον Βορρά – θα αρνούνται ολοένα πιο ανοιχτά τη μεταφορά κεφαλαίων προς τις φτωχότερες, λειτουργώντας πρωτίστως εθνικά και δευτερευόντως ευρωπαϊκά. Κάτι που αποδεικνύει και το βέτο του Βερολίνου στη δημιουργία νέων μηχανισμών παρόμοιων με το Ταμείο Ανάκαμψης, που θα χρηματοδοτούνται μέσω των αποκαλούμενων ευρωομολόγων, είτε για την ενίσχυση των επιχειρήσεων είτε για την «πράσινη μετάβαση».
Πρόκειται, επί της ουσίας, για ένα «έργο» που ανεβαίνει στην Ευρώπη και το σενάριό του είναι παρόμοιο με όσα συμβαίνουν σε διεθνές επίπεδο, όπου οι παγκόσμιες κρίσεις και προκλήσεις (όπως η Covid-19 και η υπερθέρμανση του πλανήτη) δεν φέρνουν τους «παίκτες» πιο κοντά αλλά παροξύνουν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Ταιριάζει γάντι, επίσης, με την κατάσταση εντός του στρατοπέδου της Δύσης, στο οποίο όχι απλώς δεν έχει επιτευχθεί ενότητα, αλλά οι ρωγμές πολλαπλασιάζονται και βαθαίνουν – την ίδια στιγμή με την ενίσχυση της (επίπλαστης, σε μεγάλο βαθμό) ενότητας απέναντι στην απειλή της Κίνας και της Ρωσίας.
Σε καμία περίπτωση, πάντως, δεν πρέπει να δημιουργηθεί η παραμικρή παρανόηση αναφορικά με κάτι που έχει ζωτική σημασία για τους πληβείους της Ευρώπης. Για το γεγονός, δηλαδή, ότι το «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι» θα γίνεται ολοένα πιο στενάχωρο, αφιλόξενο και εχθρικό συνολικά για τους λαούς και την κοινωνική πλειοψηφία – έστω και αν κάποιοι συνεχίζουν να ζουν στο σαλόνι (ή έτσι νομίζουν, βυθισμένοι στις αυταπάτες τους, τις μνήμες άλλων εποχών ή τον αγνωστικισμό τους) και άλλοι είναι εγκλωβισμένοι στο… δωμάτιο υπηρεσίας.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι όσο η κρίση της ΕΕ βαθαίνει και ο διεθνής ανταγωνισμός την απειλεί τόσο περισσότερο θα επιχειρεί να πάρει ζωή και δύναμη τρώγοντας τις σάρκες του κόσμου της δουλειάς, της νεολαίας και των συνταξιούχων. Το Σύμφωνο Σταθερότητας – παρά την αναστολή της ισχύος του τα δύο τελευταία χρόνια και την επικείμενη αναθεώρησή του – οι ολοένα πιο σκληροί όροι που επιβάλλονται για τη χορήγηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, η δαμόκλειος σπάθη της ΕΚΤ που ελέγχει ασφυκτικά την αγορά χρήματος αποδεικνύουν ότι, στην πράξη, στην Ευρώπη έχει επιβληθεί και ισχύει ένα αέναο μνημόνιο. Παράλληλα, η κήρυξη πολέμου κατά των μεταναστών και των προσφύγων, η ασύλληπτη ενίσχυση των μηχανισμών καταστολής και παρακολούθησης, η έξαρση του αντικομμουνισμού και πολλά ακόμη φέρνουν στην επιφάνεια το πιο αποκρουστικό πρόσωπο της ΕΕ του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του.
Πρέπει δε να θεωρείται βέβαιο ότι, καθώς η ΕΕ χάνει ή διαβλέπει την απειλή να χάσει έδαφος σε μεγάλες αγορές και διαπιστώνει ότι αρχίζει να μειονεκτεί έναντι των ανταγωνιστών της σε πολλά μέτωπα, θα γίνεται πιο σκληρή και αδυσώπητη. Θα βαθαίνει την εκμετάλλευση στο εσωτερικό της και θα επιχειρεί, με κάθε τρόπο, να διαμορφώσει το πολιτικό, θεσμικό και ιδεολογικό πλαίσιο που θα επιτρέπει να αυξηθεί το ποσοστό της αποσπώμενης απόλυτης και σχετικής υπεραξίας για το κεφάλαιο, ώστε να αναπληρώνονται οι απώλειες, να διατηρείται σε ικανοποιητικά επίπεδα το μέσο ποσοστό κέρδους και η ανταγωνιστικότητα διεθνώς. Και φυσικά, ως η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, οι δημοκρατικές ελευθερίες θα συρρικνώνονται συστηματικά, καθώς είναι ασύμβατες με το δυστοπικό μέλλον το οποίο επιφυλάσσεται για τους λαούς της Ευρώπης.
Επειδή δε το κεφάλαιο, οι αστικές τάξεις και οι κυβερνήσεις γνωρίζουν ότι όλα αυτά είναι πιο εύκολο, από πολλές απόψεις, να επιτευχθούν εντός της ΕΕ και με τη βοήθειά της, η επιλογή να επιβιώσει και, σε ορισμένες εκδοχές της, να αναβαθμιστεί είναι απολύτως συνειδητή. Οι καταπιεστές χρειάζονται την ΕΕ, οι λαοί όχι!
Η χρήσιμη και «σοβαρή» ευρωπαϊκή Ακροδεξιά
Πώς και γιατί αποκτά πρωταγωνιστικό ρόλο στη σημερινή ΕΕ
Η τροπή που έχουν πάρει οι εξελίξεις στην ΕΕ εξαιτίας των πολλών παράλληλων κρίσεων, η ένταση των ανταγωνισμών εντός της και ο επανακαθορισμός των ισορροπιών ανάμεσα στους ισχυρούς και τα διάφορα μπλοκ χωρών δημιουργεί εύφορο έδαφος για την εκσυγχρονισμένη και «σοβαρή» ευρωπαϊκή Ακροδεξιά, η οποία έχει τη δυνατότητα πλέον να διαδραματίσει ρόλο πρωταγωνιστή και όχι κομπάρσου. Η ανάληψη της διακυβέρνησης στην Ιταλία από την Τζόρτζια Μελόνι αποτελεί, έτσι, περισσότερο ένα παράθυρο στο μέλλον του πολιτικού σκηνικού παρά την εξαίρεση, όπως αρκετοί θέλουν και επιχειρούν να την παρουσιάσουν.
Πράγματι, μια προσεκτικά ματιά στα προγράμματα των κομμάτων που ανήκουν στον συγκεκριμένο χώρο – από τα Αδέλφια της Ιταλίας και την Λεπέν μέχρι τον Ορμπάν και το κυβερνόν PiS στην Πολωνία – θα οδηγήσει σχετικά εύκολα στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν τρία κυρίως στοιχεία που συγκροτούν τον καμβά πάνω στον οποίο οικοδομούν την παρέμβασή τους. Το πρώτο είναι η δυναμική εκπροσώπηση των συμφερόντων και επιδιώξεων του «εθνικού» κεφαλαίου, ακόμη και σε σύγκρουση με το διευθυντήριο της ΕΕ, εφόσον κριθεί αναγκαίο. Το δεύτερο έχει να κάνει με τη δημιουργία της Ευρώπης-φρουρίου απέναντι σε πρόσφυγες και μετανάστες, που ακουμπά στις αντιλήψεις μεγάλου μέρους των κοινωνιών, αλλά και στα «φίλτρα» που έχουν ανάγκη οι επιχειρήσεις, διασφαλίζοντας μόνο το απαραίτητο εργατικό δυναμικό.
Όσο για το τρίτο, αφορά στην περαιτέρω ενίσχυση της πλευράς των αστικών κρατών που σχετίζεται με την καταστολή, υπηρετώντας ένα σκοπό ο οποίος αποτελεί αντικειμενική ανάγκη και τάση για το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του, ενόψει των μεγάλων κοινωνικών αναμετρήσεων που γνωρίζουν ότι έρχονται. Γι’ αυτό – όπως και για τα προηγούμενα – η Ακροδεξιά αποτελεί σήμερα ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο.
Η αναγκαία απάντηση: Στα τυφλά ή με σχέδιο;
Απέναντι στο «μαύρο» τοπίο που μοιάζει να διαμορφώνεται στην Ευρώπη, με την αντιδραστική στροφή της ΕΕ και των εθνικών κυβερνήσεων σε όλα τα επίπεδα, οι επιλογές που έχουν απομείνει για τους «κάτω» δεν είναι πολλές. Η παραδοσιακή ευρωπαϊκή Αριστερά, ακόμη και κομμουνιστικής αναφοράς, έχει προ πολλού βυθιστεί στην κινούμενη άμμο του κυβερνητισμού, υποκλινόμενη παράλληλα στο… μεγαλείο της ΕΕ. Σε ελάχιστες δε περιπτώσεις – όπως στην Ελλάδα – έχει ουσιαστικά αποξενώσει τον καθημερινό αγώνα από τον στρατηγικό και ιστορικά αναγκαίο στόχο της ρήξης, της αποδέσμευσης και της επαναστατικής ανατροπής.
Ανάλογη είναι και η κατάντια των παραδοσιακών συνδικάτων, που από οργανωτές του συλλογικού αγώνα των εργαζομένων έχουν μετατραπεί σε ιμάντα εκτόνωσης της οργής τους. Υπονομεύοντας με κάθε τρόπο τη συγκρότηση ενός καθολικού μετώπου που θα αποτελέσει το αντίπαλο δέος στο κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του, με αποτέλεσμα να μετατρέπονται αντικειμενικά σε συμμάχους τους.
Σε αυτό το φόντο, η υπόθεση της συγκρότησης και παρέμβασης ενός νέου – με όλη τη σημασία της λέξης – εργατικού κινήματος, που θα συνοδεύεται από τα δικά του όργανα και διαδικασίες και θα είναι σε θέση να δρα έξω από τους υπάρχοντες μηχανισμούς και ανταγωνιστικά προς αυτούς όταν απαιτείται, αποκτά χαρακτήρα ζωής και θανάτου. Κατ’ ανάλογο τρόπο, η ύπαρξη μιας ανεξάρτητης, χειραφετημένης, αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς, που θα θέλει και θα προσπαθεί διαρκώς να το πάει αλλιώς και μέχρι το τέλος, ανοίγοντας το δικό της παράθυρο σε ένα διαφορετικό μέλλον που θα χτίσουν ελεύθεροι ανθρώπους και παραγωγοί, είναι η μοναδική ελπιδοφόρα απάντηση στο σάπιο αστικό πολιτικό σύστημα και τις αριστερές παραφυάδες του.