Γιώργος Μουρμούρης
Χωρίς κεραμίδι στην Αθήνα
Ατενίζοντας την Αθήνα από κάποιο ψηλό σημείο της πόλης, το μάτι χάνεται στη θάλασσα από μπετόν που απλώνεται από τους πρόποδες της Πάρνηθας ως το παραλιακό μέτωπο και από το όρος Αιγάλεω ως τον Υμηττό. Δεκάδες χιλιάδες διαμερίσματα, μπαλκόνια, ταράτσες και τέντες, κεραίες τηλεοράσεως και ηλιακοί θερμοσίφωνες, μικρά ανοίγματα πρασίνου, αδιόρατες «τρύπες» για τις πλατείες και μικρές σχισμές ακόμα και για τις μεγαλύτερες λεωφόρους. Τέσσερις δεκαετίες πριν, στις αρχές του 1980, η εικόνα αυτή ελάχιστα μόνο θα διέφερε. Οι δεκαετίες της εντατικής (αν)οικοδόμησης της πόλης είχαν παρέλθει. Η Αθήνα είχε λάβει ήδη τον χαρακτήρα της μεγάλης, άναρχης μεσογειακής πόλης, δια της ιδιότυπης «θρησκείας» των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών: της αντιπαροχής. Ευχή και κατάρα, η αντιπαροχή έλυσε εν πολλοίς το ζήτημα της στέγασης χωρίς άμεσο κρατικό σχεδιασμό και παρέμβαση, δημιουργώντας ταυτόχρονα μια νέα τάξη μικροϊδιοκτητών, καθώς παρήγε αξία από το πουθενά.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, με νέα ορμή από τα φθηνά στεγαστικά δάνεια και υποβοηθούμενη από τα έργα υποδομής για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, η κατοικία βγήκε από το Λεκανοπέδιο και ξεχύθηκε στα Μεσόγεια. Μέσα σε λίγα χρόνια, επαρχιακοί οικισμοί μετατράπηκαν σε προέκταση της πρωτεύουσας, με γρήγορη πρόσβαση στο κέντρο μέσω του μετρό και της Αττικής Οδού. Και μετά ήρθε η κρίση. Η οικοδομική δραστηριότητα κατέρρευσε, τα ενοίκια υποχώρησαν. Επιβλήθηκε βαριά φορολογία στα ακίνητα. Σε δεκάδες χιλιάδες σπίτια η θέρμανση έμεινε κλειστή για χρόνια. Οι φθορές δεν αποκαθίσταντο και ανακαινίσεις δεν γίνονταν. Ο αριθμός των αστέγων εκτοξεύτηκε, ενώ σταδιακά διαμερίσματα άρχισαν να περνούν μαζικά σε τράπεζες και funds μέσω πλειστηριασμών. Η καπιταλιστική ανάκαμψη σημαδεύτηκε από καθηλωμένους μισθούς και απότομη αύξηση στις τιμές ακινήτων και ενοικίων. Φτάνοντας κάπως έτσι στα τέλη του 2022 να αναρωτιόμαστε: Πώς γίνεται, ζώντας σε μια θάλασσα από μπετόν, να μιλάμε για στεγαστική κρίση;
Τράπεζες και funds κρατούν χιλιάδες διαμερίσματα εκτός αγοράς για να μην πέσουν οι τιμές
Στην Ελλάδα σχεδόν επτά στους δέκα νέους ηλικίας 18 έως 34 ετών ζουν με τους γονείς τους. Σύμφωνα με έκθεση της Eurostat που δημοσιεύτηκε τον Αύγουστο του 2021, το ποσοστό αυτό κατατάσσει τη χώρα στην έκτη θέση ανάμεσα σε 35 ευρωπαϊκά κράτη, πίσω από την Κροατία, τη Σλοβακία, την Ιταλία, τη Μάλτα, την Πορτογαλία, τη Βουλγαρία και την Ισπανία. Ο αριθμός των νέων ηλικίας 25 έως 34 ετών που ζουν με τους γονείς τους εκτοξεύτηκε κατά τη δεκαετία της κρίσης, καθώς από 50,6% το 2010 άγγιξε το 62,2% το 2020. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα για την κατοικία του ινστιτούτου «Eteron», το ποσοστό νέων με ιδιόκτητη κατοικία στην Ελλάδα μειώθηκε θεαματικά από το 2005 έως το 2018, κατά τουλάχιστον δέκα ποσοστιαίες μονάδες.
Η δυσκολία πρόσβασης στην κατοικία δεν αφορά βεβαίως μόνο τους νέους. Η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της χώρας, ντόπιοι και μετανάστες, δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στο κόστος στέγασης. Τα σχετικά στοιχεία της Eurostat είναι αποκαλυπτικά. Ο δείκτης ποσοστού επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης –ο οποίος καταγράφει το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριό όπου το συνολικό κόστος στέγασης απορροφά πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος– κατατάσσει την Ελλάδα στην πρώτη θέση με διαφορά από όλα τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ. Συγκεκριμένα, το 32,4% του αστικού και το 22% του αγροτικού πληθυσμού στη χώρα ζει σε νοικοκυριά όπου το συνολικό κόστος στέγασης αντιπροσωπεύει πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος. Ενδεικτικό της έκτασης του προβλήματος είναι το γεγονός ότι στον ίδιο πίνακα δεύτερη, μετά την Ελλάδα, ακολουθεί η Δανία, βρισκόμενη ωστόσο πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα.
Πρόκειται για ένα ζήτημα βαθιά ταξικό, όπως, πέρα από την εμπειρία, επιβεβαιώνουν και τα πλέον επίσημα στοιχεία. Σύμφωνα ξανά με τη Eurostat, οι πιο φτωχοί είναι αυτοί που δαπανούν μεγαλύτερο αναλογικά ποσοστό από το (περιορισμένο) εισόδημά τους για να καλύψουν το κόστος πρόσβασης σε στέγη. Συγκεκριμένα, τα άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας στην Ελλάδα δαπανούν το εξωφρενικό 60%(!) του διαθέσιμου εισοδήματός τους για να καλύψουν τα έξοδα στέγασης. Είναι ακριβώς αυτή η εξωφρενική επιβάρυνση των πιο φτωχών από τους φτωχούς που ωθεί το Πριν να ανοίξει, από τη σκοπιά των συμφερόντων των «από τα κάτω» και με αντικαπιταλιστική λογική, έναν διάλογο για το σύγχρονο ζήτημα της κατοικίας. Για αρχή, παρουσιάζοντας ορισμένες από τις βασικές πτυχές που κάνουν νέους-ες, εργαζόμενους-ες, μετανάστες-τριες και λαϊκά στρώματα να ζουν και να δουλεύουν ως επί το πλείστον απλώς για να καλύψουν τα έξοδα αναπαραγωγής της εργατικής τους δύναμης.
«Χαλασμένα ασανσέρ και τοίχοι από χαρτί», «ρευματοκλοπές, υποτροπές, λογαριασμοί»,«μεροκάματα του τρόμου, εξώσεις, πλειστηριασμοί», «κανένας ασφαλής μέσα στις πολυκατοικίες».
Μερικοί από τους στίχους του ΛΕΞ στις «Πολυκατοικίες» (2018). Τομή με νυστέρι στις πόλεις μας
Ένας από τους κύριους λόγους που οι τιμές των ενοικίων ωθούνται διαρκώς προς τα πάνω είναι ο εξαιρετικά υψηλός αριθμός των ακινήτων που παραμένουν κλειστά και δεν διατίθενται προς ενοικίαση. Σύμφωνα με στοιχεία της ΑΑΔΕ, που επικαλέστηκε σε ομιλία του στις 25 Οκτωβρίου 2022 ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος, ο αριθμός των κενών ακινήτων πανελλαδικώς εκτιμάται σε περίπου 750.000. «Τα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων δεκάδες χιλιάδες σπίτια έμειναν κλειστά και ασυντήρητα», λέει στο Πριν ο Κώστας Βουρεκάς, αρχιτέκτων- πολεοδόμος, μέλος της Αριστερής Κίνησης Εργαζομένων Αρχιτεκτόνων (ΑΚΕΑ), «αυτό σημαίνει ότι σήμερα υπάρχει ένα κτιριακό απόθεμα που βρίσκεται σε κακή κατάσταση και δεν μπορεί να ενοικιαστεί, ενώ για τη συντήρησή του απαιτούνται σημαντικά κεφάλαια».
Τον Φεβρουάριο του 2018, ο επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Νίκος Τριανταφυλλόπουλος, σε άρθρο του στον ιστότοπο του οργανισμού «διαΝΕΟσις», υπολόγιζε ότι πάνω από το 85% των κτιρίων στο κέντρο της Αθήνας χρήζουν παρεμβάσεων αποκατάστασης, εκσυγχρονισμού και βελτίωσης της λειτουργικότητας και της ενεργειακής τους απόδοσης. Την περίοδο εκείνη, μάλιστα, πολύ πριν την εκρηκτική άνοδο του πληθωρισμού δηλαδή, το μέσο κόστος αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού του 70% περίπου των κτιρίων του κέντρου της Αθήνας υπολογιζόταν σε πάνω από 400 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Άλλωστε, η χρόνια εγκατάλειψη έχει ως αποτέλεσμα ολόκληρες πολυκατοικίες να βρίσκονται σε άθλια κατάσταση, γεγονός που αποτελεί αντικίνητρο για την ανακαίνιση διαμερισμάτων, αφού συχνά, λόγω διαφωνίας ή αδιαφορίας των υπολοίπων ιδιοκτητών, δεν παρέχονται χρήματα για να ανακαινιστούν και να συντηρηθούν οι κοινόχρηστοι χώροι (ασανσέρ, κλιμακοστάσια κ.λπ). «Πολλά ακόμη διαμερίσματα έχουν κολλήσει σε γραφειοκρατικές διαδικασίες», λέει ακόμα στο Πριν ο Κώστας Βουρεκάς. «Η επιβολή του ΕΝΦΙΑ, και μάλιστα σε μια περίοδο πτώσης των μισθών και εκτεταμένης φτωχοποίησης, είχε ως αποτέλεσμα πολλοί κληρονόμοι να προχωρήσουν σε αποποίηση κληρονομιάς. Έτσι, τα διαμερίσματα αυτά έμειναν κλειστά — ειδικά σε περιπτώσεις που οι κληρονόμοι ήταν πολλοί και δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους για την τύχη του ακινήτου».
Στο μεταξύ, τα τελευταία χρόνια, με τη σταδιακή απελευθέρωση των πλειστηριασμών, δεκάδες χιλιάδες διαμερίσματα πέρασαν στα χέρια τραπεζών και funds. Τα σπίτια αυτά, πέραν του πόνου που προκλήθηκε στους παλιούς τους ιδιοκτήτες στις περιπτώσεις που επρόκειτο για λαϊκά νοικοκυριά, παραμένουν εν πολλοίς κλειστά είτε λόγω νομικών και πολεοδομικών εκκρεμοτήτων (τακτοποίηση αυθαιρέτων κ.λπ.) είτε επειδή τα επιχειρηματικά σχήματα στα οποία έχουν περιέλθει τα διοχετεύουν στην αγορά «με το σταγονόμετρο», ώστε να κρατηθούν ψηλά οι τιμές. Είναι ενδεικτικό ότι, όπως ανέφερε στις 5 Απριλίου 2022 ο οικονομικός ενημερωτικός ιστότοπος «Powergame», τα επόμενα χρόνια αναμένεται ότι τράπεζες και funds θα «ρίξουν» σταδιακά στην αγορά 150.000 διαμερίσματα που θα προκύψουν από τη διαδικασία «εκκαθάρισης των κόκκινων στεγαστικών δανείων». Πέραν του «τσουνάμι» πλειστηριασμών που προδιαγράφεται, περιγράφεται παράλληλα μεθόδευση, ώστε να μην πέσουν οι τιμές λόγω αυξημένης προσφοράς. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στο ίδιο δημοσίευμα, σχεδιάζεται «η διάθεση “πακέτων” ακινήτων, αποτελούμενων από 5.000-10.000 διαμερίσματα, σε τακτά χρονικά διαστήματα» και εφόσον έχουν απορροφηθεί τα ακίνητα του προηγούμενου «πακέτου». Η μαζική «αλλαγή χεριών» ακινήτων, μέσω πλειστηριασμών, από μικροϊδιοκτήτες προς τράπεζες και funds, αποτελεί λοιπόν άλλον έναν λόγο για τον οποίο οι τιμές των ενοικίων παραμένουν υψηλές.
«Ανοιχτές αγκάλες» για Airbnb και Golden Visa, εξώσεις σε πρόσφυγες
Η εξάπλωση της βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων σε τουρίστες μέσω πλατφορμών όπως η Airbnb αποτελεί μία ακόμα –και ίσως την πιο πολυσυζητημένη– αιτία για τη διαρκή άνοδο των ενοικίων, καθώς τα τελευταία χρόνια όλο και μεγαλύτερος αριθμός διαμερισμάτων αποσύρεται από τη μακροχρόνια μίσθωση υπέρ των γρήγορων και μεγαλύτερων κερδών που εξασφαλίζει η ολιγοήμερη διαμονή τουριστών. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών-Αττικής και Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ), που παρουσιάστηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2022, στην Αθήνα τον Ιούλιο του 2015 υπήρχαν μόλις 2.116 καταλύματα που διατίθεντο μέσω πλατφορμών τύπου Airbnb. Τον Σεπτέμβριο του 2022 ο αριθμός τους είχε εκτιναχθεί στα 12.165, καταγράφοντας αύξηση 475%! Εσχάτως, μετά την «έκρηξη» της τηλεργασίας λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, αναπτύσσονται ραγδαία και οι λεγόμενες «μεσοπρόθεσμες μισθώσεις». Πρόκειται για διαμερίσματα που απευθύνονται στους περίφημους «ψηφιακούς νομάδες», εργαζόμενους δηλαδή από χώρες του εξωτερικού που για κάποιο διάστημα επιλέγουν την Ελλάδα ως τόπο εγκατάστασης. Στις αρχές του 2022 η Αθήνα παρουσιαζόταν από το εξειδικευμένο site nomadlist.com ως ένας από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους κόμβους απομακρυσμένης εργασίας, ενώ για την προσέλκυση «digital nomads» έχουν θεσπιστεί ήδη κίνητρα και διευκολύνσεις.
Τρομακτική πίεση στις τιμές των ακινήτων όμως ασκείται και από το διαβόητο πρόγραμμα της «Golden Visa», που προβλέπει χορήγηση άδειας παραμονής στην Ελλάδα και δικαίωμα μετακίνησης στις χώρες της ζώνης Σένγκεν σε όποιον επενδυτή τρίτης χώρας αγοράσει ακίνητο αξίας άνω των 250.000 ευρώ. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Alpha Bank, μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2022 οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) σε ακίνητα ανήλθαν σε 788,4 εκατ. ευρώ, ενώ αθροιστικά από την έναρξη του προγράμματος το 2013 έως και σήμερα, οι ΑΞΕ σε ακίνητα ανήλθαν συνολικά σε 6,576 δισ. ευρώ!
Στο μεταξύ, την ίδια στιγμή που χορηγούνται σωρηδόν έγγραφα παραμονής και μετακίνησης σε βαθύπλουτους υπηκόους τρίτων χωρών, με αντάλλαγμα επενδύσεις που αυξάνουν τις τιμές των ακινήτων, οι πρόσφυγες και μετανάστες υποδεικνύονται ως τα εξιλαστήρια θύματα προς τους ντόπιους φτωχούς, που βλέπουν τη στέγη να γίνεται ακριβό, ακόμα και άπιαστο, όνειρο. Το πρόγραμμα «Κάλυψη», που προωθείται στο πλαίσιο των κίβδηλων κυβερνητικών παρεμβάσεων για τη στέγαση, αποσκοπεί στη μίσθωση διαμερισμάτων στα οποία ως τώρα διέμεναν πρόσφυγες μέσω του προγράμματος ESTIA σε ευάλωτους νέους και νέα ζευγάρια. Ήδη τις μέρες αυτές, 4.305 πρόσφυγες εκδιώκονται κακήν κακώς από τα σπίτια τους και μεταφέρονται σε κέντρα κράτησης. Η σαρωτική επέλαση του κεφαλαίου στην πόλη καλλιεργεί τον εμφύλιο των φτωχών.
Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ στις 23-12-2022