Γιώτα Ιωαννίδου
Άγρια καταδίωξη και πυροβολισμός στο κεφάλι για 20 ευρώ; Ωχριά μπροστά τους η ιστορία του Γιάννη Αγιάννη και του διώκτη του Ιαβέρη. Δεν πρόκειται όμως για τη θανατηφόρα υπερβολή κάποιων ανεγκέφαλων οργάνων της τάξης! Είναι η… αντι-εγκληματική πολιτική.
Ολο και πληθαίνουν οι απόπειρες και τα δολοφονημένα παιδιά που βαραίνουν τις ημέρες που θυμόμαστε και τις ημέρες που θα έρθουν. Δεκαεξάρηδες, έφηβοι, μικροί πατεράδες ή γερασμένοι απότομα γιοι και κόρες, δέχονται τις σφαίρες της αστικής εξουσίας. Μιχάλης, Αλέξης, Νίκος ή Κώστας, Ελένη και Ειρήνη, όποιο κι αν είναι το όνομά τους, η νεολαία βρίσκεται στο οπτικό πεδίο ενός αστυνομικού κράτους που τη σημαδεύει ανελέητα από τα πρώτα της βήματα στη ζωή. Το ερώτημα σε αυτό το καθεστώς ομηρίας δεν είναι αν κάποτε, κάποιος θα δολοφονηθεί και βιολογικά αλλά το πότε αυτό θα συμβεί. Κι όταν μάλιστα αυτός προέρχεται από κοινωνικές κατηγορίες εν δυνάμει αποδιοπομπαίων τράγων, πρόσφυγες, μετανάστες, Ρομά, αλλόθρησκους, διαφορετικού χρώματος, φύλου ή αλλοεθνείς, το «πότε» συνοδεύεται από μια αβάσταχτα πυκνή συχνότητα.
Μια καταδίωξη τύπου CSI για έναν δεκαεξάχρονο κλέφτη είκοσι ευρώ και ο πυροβολισμός του στο κεφάλι, κάνει την ιστορία του Γιάννη Αγιάννη και του διώκτη του Ιαβέρη να ωχριά. Δεν πρόκειται όμως για τη θανατηφόρα υπερβολή κάποιων ανεγκέφαλων οργάνων της τάξης (!), που παρεξήγησαν τις εντολές τους από το Υπουργείο «Προστασίας του πολίτη»(!). Είναι η κυβερνητική πολιτική της δήθεν πάταξης της εγκληματικότητας, η αντίληψη περί ανθρώπων ενός κατώτερου θεού που η ζωή τους μετράει λιγότερο στην αγορά υπολήψεων, που οπλίζει το χέρι των επίλεκτων σωμάτων αστυνομικών ράμπο.
Ο Κώστας πυροβολήθηκε από αστυνομικό, παραμονή της 6ης Δεκέμβρη, που πριν 14 χρόνια δολοφονήθηκε ο Αλέξης, ένα χρόνο μετά τις έντεκα σφαίρες που έκοψαν το νήμα της ζωής του Νίκου, τριανταεπτά χρόνια μετά τη δολοφονία, με σφαίρα στο κεφάλι, του Μιχάλη, 24 χρόνια από τη δολοφονία του Μάρκο στη Θεσσαλονίκη, σέρβου μαθητή σε εκδρομή, που αστυνομικός τον «πέρασε για κλέφτη». Δυστυχώς όσο πίσω κι να κινηθεί κανείς στο χρόνο και όσο μπροστά να φανταστεί, νέες ημερομηνίες και ονόματα θα προστίθενται δίπλα στις αθωωτικές δικαστικές αποφάσεις για τους αστυνομικούς-εκτελεστές. Δικαιοσύνη ταξικά άδικη, ανορθόγραφη, ταιριαστή ενός καπιταλιστικού συστήματος που την ορίζει για να του παρέχει τεκμήρια αθωότητας στα πολλαπλά του εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα.
Όσοι κλέβουν βενζίνη είκοσι ευρώ πρέπει να πυροβολούνται, ενώ όσοι κλέβουν διακόσια εκατομμύρια να εξυμνούνται για το επιχειρηματικό τους δαιμόνιο
Οι νόμοι αυτών που φτιάχνουν τους νόμους, δικαιώνουν την κατάφωρη αδικία ενάντια σε κάθε φτωχοδιάβολο που θα τους παραβεί. Το σύστημα γεννά τη φτώχεια και την παραβατικότητα που την ίδια στιγμή απαγορεύει. Οι φτωχοί είναι πιο ήσυχοι «αν νιώθουν ότι φταίνε» και πιο ανίσχυροι όταν στρέφονται ενάντια στους φτωχότερους αφήνοντας άθικτα τα προνόμια των ισχυρών. Όσοι κλέβουν βενζίνη είκοσι ευρώ πρέπει να πυροβολούνται ως παράδειγμα για την πάταξη της εγκληματικότητας, ενώ όσοι κλέβουν διακόσια εκατομμύρια να εξυμνούνται για το επιχειρηματικό τους δαιμόνιο. Οι οικογένειες των πρώτων έχουν προβλήματα διαπαιδαγώγησης, ενώ των δεύτερων προβάλλονται ως κοινωνικά πρότυπα προς μίμηση.
Δεν πρόκειται για έλλειψη εκπαίδευσης των οργάνων της τάξης, για «ανεκπαίδευτους σερίφηδες» που δεν ξέρουν πότε να σηκώνουν το όπλο τους. Ίσα – ίσα η κρατική εκπαίδευση γι αυτό τους έχει προετοιμάσει. Για να θεωρούν εχθρούς τη νεολαία και το λαό. Η καθημερινή «πρακτική τους άσκηση» είναι το ξυλοκόπημα των διαδηλωτών και όσων αντιστέκονται, διεκδικούν ή θυμούνται. Βρίσκονται στην υπηρεσία φύλαξης των συμφερόντων των μεγάλων αφεντικών και την εκδίωξη ή τον αφανισμό νεαρών ζωών, που όσο μεγαλώνουν τα κέρδη των προηγούμενων αυτές περισσεύουν. Γι αυτό εξ άλλου η κυβέρνηση τους επιδοτεί επιπλέον, μέρες γιορτινές που έρχονται…
Το σύστημα γεννά εκτός από τη φτώχεια στις τσέπες και τη φτώχεια του μυαλού, των αισθήσεων, των προσδοκιών. Η μια υπηρετεί την άλλη και οι δύο την κυριαρχία του. Θέλει να κρατά τους δεκαεξάρηδες καθηλωμένους στη γη των συμφερόντων του, όταν είναι στην ηλικία που πρέπει να μάθουν να πετάνε. Είτε ορθογραφημένη είτε ανορθόγραφη, η υποταγή τους πρέπει να είναι ολοκληρωτική. Η μοίρα τους είναι ή να πέφτουν από πανεπιστημιακές αίθουσες που δεν τους χωράνε όμως φρουρούνται από αστυνομία ή να σκοτώνονται από σχολεία που καταρρέουν ή από σφαίρες ή να ζουν μια ζωή ανέραστη, χωρίς μόρφωση που να γεννά προσδοκίες και όνειρα.
Η παραβατικότητα για όλα τα παιδιά είναι η «κανονικότητα» της αυθόρμητης διεκδίκησης του χώρου τους μέσα σε μια κοινωνία που τα συνθλίβει. Δεν είναι κανονικότητα το να πεθαίνει ένα παιδί. Πολύ περισσότερο «το ταξίδι του από την κούνια στον τάφο να το διακόπτει η πείνα ή οι σφαίρες» (Γκαλεάνο).