Δημήτρης Τζιαντζής
▸ Κάλεσμα κομματικής συσπείρωσης από ΝΔ, με εκβιαστικά διλήμματα
Πριν από λίγες μέρες, στο πλαίσιο μιας άτυπης προεκλογικής περιοδείας στην Αθήνα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι «μυρίζουν εκλογές»,χωρίς ωστόσο να τις ορίσει. Με αυτό τον τρόπο στέλνει στον κομματικό μηχανισμό, τα επιχειρηματικά κέντρα και τους εσωκομματικούς «άσπονδους φίλους» μήνυμα συσπείρωσης και στοίχισης πίσω από τον ίδιο και τις επιλογές του. Ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, ερωτηθείς για το σενάριο πρόωρων εκλογών, ξεκίνησε από την κοινή διαπίστωση ότι «το 2023 είναι μια εκλογική χρονιά» και συνέχισε λέγοντας ότι «παραμένουμε πιστοί στο εκλογές στο τέλος της τετραετίας» ή τέλος πάντων… «κοντά στο τέλος της τετραετίας», αφήνοντας ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα.
Αυτό που η κυβέρνηση επιχειρεί να διασκεδάσει είναι η αίσθηση ότι σέρνεται σε εκλογές κλυδωνιζόμενη και πιεσμένη από τη λαϊκή οργή για το εκρηκτικό κοινωνικό μείγμα ακρίβειας, κατασχέσεων, ανεργίας και ανασφάλειας, κάτω από το βάρος των αποκαλύψεων για τα σκάνδαλα υποκλοπών και διαφθοράς. Αυτό που δείχνει να φρενάρει τον άμεσο εκλογικό αιφνιδιασμό είναι η ρευστότητα
του πολιτικού σκηνικού, η μεγάλη αβεβαιότητα που επικρατεί στις διαθέσεις του εκλογικού σώματος με τον φόβο και την παραίτηση να βρίσκονται σε διαρκή αναμέτρηση με την αγανάκτηση και τις τάσεις αντίστασης στην «κανονικότητα» που πάνε να μας επιβάλουν.
Επιπλέον, οι πρόσφατες εκλογές σε χώρες όπως οι ΗΠΑ έδειξαν ότι το κοινωνικό ζήτημα έχει αναβαθμισμένο βάρος στην επιλογή των ψηφοφόρων. Με αυτά τα δεδομένα, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι λυκοφιλίες που χτίζονται στο όνομα της πολιτικής επιβίωσης και της «υπέρ πάντων» μάχης για την αυτοδυναμία. Έτσι, στις 7 Δεκεμβρίου ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα παραστεί στην ομιλία του Αντώνη Σαμαρά στην εκδήλωση για την έναρξη λειτουργίας ιδρύματος που φέρει το όνομα του πρώην πρωθυπουργού. Πριν λίγες μέρες, οι δύο πρώην πρωθυπουργοί, Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς, δείπνησαν για δεύτερη φορά μαζί τους τελευταίους μήνες. Οι αντιθέσεις εντός της λεγόμενης κεντροδεξιάς και η ενόχληση πολλών στελεχών από το αυταρχικό «επιτελικό μοντέλο» διακυβέρνησης του Μαξίμου, το οποίο έχει αρχίσει να ξεχαρβαλώνεται, είναι υπαρκτές και εντεινόμενες. Ωστόσο, η πολιτική εμπειρία δείχνει πόσο λαθεμένο είναι να βασίζει κανείς σε αυτές την αντιπολιτευτική του τακτική, όπως κάνει σε μεγάλο βαθμό ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το ρευστό οικονομικό περιβάλλον και η «απρόβλεπτη» συμπεριφορά του εκλογικού σώματος φρενάρουν τον άμεσο αιφνιδιασμό
Η ΝΔ, σε αυτή την παρατεταμένη προεκλογική περίοδο, προωθεί μια σειρά εκβιαστικών διλημμάτων, επιχειρώντας να εκμεταλλευτεί την αγωνία του κόσμου, καλώντας τον να «σφίξει το ζωνάρι» και προτάσσοντας το χιλιοειπωμένο επιχείρημα ότι είναι ο μόνος που μπορεί να εξασφαλίσει τη σταθερότητα. Το αφήγημα Μητσοτάκη υπόσχεται ότι, μετά το τέλος των δύο διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων και της πολιτικής αβεβαιότητας, η Ελλάδα θα μετατραπεί σε «επενδυτικό παράδεισο». Σε αυτή τη λογική εντάσσεται και η κινδυνολογία με την οποία βομβαρδίζονται οι τηλεθεατές για την πιθανή προσπάθεια της Τουρκίας να αξιοποιήσει μια κατάσταση ακυβερνησίας.
Στην πραγματικότητα, ο δρόμος που θα ακολουθήσει η επόμενη κυβέρνηση είναι ναρκοθετημένος. Ο Γιάννης Στουρνάρας λέει πως «ο περιορισμός των κινδύνων θα εξαρτηθεί από τη συνέχιση μίας συνετής (βλ. αυστηρής) δημοσιονομικής πολιτικής και την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων». Σύμμαχος της κυβέρνησης παραμένει το δόγμα ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική». Η πολιτική συνειδητοποίηση που δεν θα εξαντλείται στο αίτημα για «αλλαγή φρουράς», παραμένει το μεγάλο ζητούμενο.