Γιώργος Μουρμούρης
▸ Η δυναμική των αποκαλύψεων δεν αρκεί: Απαιτείται μαχητική παρέμβαση του κινήματος για να μην επιστρέψει η «ομερτά»
Την Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020 χιλιάδες αστυνομικοί όλων των σωμάτων είχαν κατακλύσει το κέντρο της Αθήνας, προς εφαρμογή της χουντικής εμπνεύσεως απαγόρευσης συναθροίσεων άνω των τριών ατόμων. Το Πολυτεχνείο εκείνο σημαδεύτηκε από πρωτοφανή καταστολή, συλλήψεις και ξυλοδαρμούς στο κέντρο της Αθήνας και τον Κολωνό.
Τις ίδιες ημέρες, στις 16 και 17 Νοέμβρη του 2020, η Intellexa, η εταιρεία που εμπορευόταν το Predator, προχωρούσε –όπως αποκάλυψε την προηγούμενη εβδομάδα το Inside Story– στις πρώτες προσλήψεις τεχνικών, καθώς εγκαθίστατο επισήμως στην Αθήνα. Το κατασκοπευτικό λογισμικό «έτρεχε» ήδη από κυβερνητικές εγκαταστάσεις στην Αγία Παρασκευή, έχοντας κοστίσει στην ελληνική κυβέρνηση εφτά εκατομμύρια ευρώ, όπως αποκάλυψε ο ίδιος ερευνητικός ιστότοπος, με τη σύμβαση για την προμήθειά του να «κρύβεται» μέσα σε άλλη σύμβαση της ΕΥΠ.
Η απόσταση των λίγων χιλιομέτρων από το κέντρο της Αθήνας θα ήταν, μετά βεβαιότητος, αρκετή ώστε ο αχός των χειροβομβίδων κρότου λάμψης που εκτοξεύονταν «βροχή» στην Πανεπιστημίου να μη φτάνει ως τα γραφεία της Intellexa. Ουδείς γνωρίζει αν στα στελέχη της εταιρείας προκάλεσαν κάποια ενόχληση οι κλειστοί δρόμοι στο κέντρο, ή αν έστειλαν SMS στο 13033 για να μετακινηθούν, συμμορφούμενοι με το δυστοπικό σύστημα κοινωνικού ελέγχου της ίδιας κυβέρνησης την οποίαν βοηθούσαν να υφάνει έναν ιστό συνεχούς ροής πληροφορίας από τα μεταμορφωμένα σε κατασκοπευτικές μηχανές κινητά τηλέφωνα προς το πανίσχυρο πρωθυπουργικό γραφείο, το κέντρο του «επιτελικού κράτους».
Αυτό που γνωρίζουμε μετά βεβαιότητος όμως σήμερα, που ο «πύργος» του Μαξίμου τραντάζεται συθέμελα, είναι ότι το δίκτυο των παρακολουθήσεων ήταν απαραίτητο συμπλήρωμα, συνεκτικός ιστός και πανίσχυρο εργαλείο στα χέρια μιας δράκας αυτόκλητων «βίαιων εκσυγχρονιστών», που δημιούργησαν για τους εαυτούς τους την εικόνα του «πεφωτισμένου δεσπότη» όσο υπογείως μετέρχονταν πρακτικές υποκόσμου βγαλμένου από ταινία του Οικονομίδη, για να διασφαλίσουν ισχύ και πλούτο για τους ίδιους, τον επιχειρηματικό κύκλο της αρεσκείας τους και, ευρύτερα, για την παρασιτική κάστα του «επιχειρείν».
Το σκάνδαλο των υποκλοπών θυμίζει τα «καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα», του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Όχι μόνο επειδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εκλεχθείς εν μέσω της «μπλε παλίρροιας» που έφερε η εμπέδωση του ΤΙΝΑ από τον ΣΥΡΙΖΑ, κυβέρνησε επί τρία χρόνια ως επικεφαλής ενός προσωποπαγούς συστήματος εξουσίας, οι καλοπληρωμένοι «ψάλτες» του οποίου συχνά των αποθέωναν ως Μωυσή, Μεσσία και μέγα μεταρρυθμιστή. Αλλά και επειδή γύρω από αυτόν τον μύθο εξυφάνθηκε μια νέα κανονικότητα που αγκάλιασε ολόκληρο το αστικό πολιτικό σύστημα.
Η εικόνα του «ισχυρού ηγέτη» που δεν παραιτείται ούτε κλονίζεται από ξυλοδαρμούς και βασανιστήρια, από νεκρούς πρόσφυγες και διεθνή κατακραυγή για τα pushbacks, από τους χιλιάδες νεκρούς της πανδημίας, τα εκατοντάδες χιλιάδες καμένα στρέμματα του 2021, το επιχειρηματικό πάρτι και την ισοπέδωση των εργαζομένων, έγινε άλλοθι και για μια αστική αντιπολίτευση που αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στο «θα λογαριαστούμε μετά» και στην κρυφή χαρά για το ότι ο γαλάζιος «οδοστρωτήρας» ήταν τόσο επιθετικός, ώστε ένα ενδεχόμενο «προοδευτικό» διάλειμμα να προσφέρει «ικανοποίηση» ακόμα και με τα ελάχιστα.
Το σκάνδαλο των υποκλοπών κραύγασε ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός». Όχι επειδή είναι σημαντικότερο από τους νεκρούς της πανδημίας, τους πνιγμένους πρόσφυγες ή τις δεκάδες χιλιάδες «νόμιμες επισυνδέσεις» της ΕΥΠ. Αλλά επειδή εισήγαγε το στοιχείο του απρόβλεπτου στην καρδιά του συστήματος εξουσίας, δημιουργώντας φυγόκεντρες τάσεις, αναγκάζοντας «παίκτες»-κλειδιά να αναζητήσουν εναλλακτικές στρατηγικές και «βαρόνους» να επαναδιαπραγματευτούν μαχητικά την αφοσίωση που παρέχουν με αντάλλαγμα την κατά προτεραιότητα εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Σαν ξαφνικά να τραβήχτηκε ένα πέπλο, αποκαλύπτοντας τις ρασπουτινικές μηχανορραφίες με τις οποίες διατηρούνται οι ισορροπίες στο εσωτερικό όχι μόνο του Μαξίμου ή της κυβέρνησης, αλλά συνολικά στα σπλάχνα του αστικού συστήματος εξουσίας, στους «δίδυμους πύργους» του κράτους και του κεφαλαίου.
Το δίκτυο παρακολουθήσεων ήταν απαραίτητο συμπλήρωμα στα χέρια των «βίαιων εκσυγχρονιστών»
Η «μεγάλη αναταραχή» βεβαίως πόρρω απέχει από το να σημαίνει από μόνη της μια «υπέροχη κατάσταση» για εργαζόμενους-ες, νέους-ες, μετανάστες-τριες και λαϊκά στρώματα. Γιατί και οι πιο έντονοι κυματισμοί που δημιουργεί μια πέτρα όταν πέφτει σε στάσιμα νερά, γρήγορα ατονούν ώσπου επέρχεται μια νέα ακινησία, το ίδιο νεκρική με την προηγούμενη. Δεν «θα πέσουν μόνοι τους» oύτε θα τους ρίξουν οι βαρόνοι, οι επιχειρηματικές φράξιες, τα αντιτιθέμενα δίκτυα συμφερόντων εντός του βαθέως κράτους, τα αποκαλυπτικά δημοσιεύματα. Ακόμα και η αδιαμφισβήτητη δυναμική που έχει αποκτήσει η υπόθεση, που χτυπά διαρκώς σαν μπάλα του Φλίπερ διαφορετικά υποσυστήματα εξουσίας, ενεργοποιώντας ξανά και ξανά αποσταθεροποιητικές τάσεις, αργά η γρήγορα θα ατονίσουν.
Ο δρόμος προς την επαναφορά στην «κανονικότητα» της ομερτά, άλλωστε, διαγράφεται ήδη: Το νομοσχέδιο για τις «επισυνδέσεις» ετοιμάζεται να παράσχει κάλυψη de jure στο οργουελικό σκηνικό που ισχύει de facto. Ο Νίκος Ανδρουλάκης ρίχνει τους τόνους και δηλώνει έτοιμος να συνεργαστεί μετεκλογικά (και) με τη Νέα Δημοκρατία. δημοσιεύματα μιλούν για «ειρήνη» στον πόλεμο που ξέσπασε εσχάτως στο εσωτερικό του κυβερνητικού-επιχειρηματικού συστήματος εξουσίας.
Τώρα, περισσότερο από ποτέ, χρειάζεται η καταλυτική παρέμβαση του κινήματος και της μαχόμενης Αριστεράς για να δώσουν την αποφασιστική ώθηση που χρειάζεται, ώστε το κλυδωνιζόμενο κατασκεύασμά τους να καταρρεύσει σαν πύργος από τραπουλόχαρτα. Τώρα που οι «πάνω» τρώγονται μεταξύ τους και οι «κάτω», ολοένα και περισσότερο, δεν μπορούν και δεν θέλουν να ζήσουν όπως ζουν. Τώρα, με την πνοή του Νοέμβρη.