Γιώργος Μιχαηλίδης
Οι εκλογές στη Βραζιλία είναι ένα παγκόσμιο γεγονός καθώς δε μιλάμε μόνο για την πέμπτη σε έκταση και έκτη σε πληθυσμό χώρα του κόσμου αλλά και για την όγδοη μεγαλύτερη οικονομία και ταυτόχρονα την πρώτη μη-αφρικανική χώρα όσον αφορά τους δείκτες οικονομικής ανισότητας σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Στη Βραζιλία, το φτωχότερο 50% κατέχει μόλις το 10% του πλούτου της χώρας ενώ το πλουσιότερο 1% το 26,6% (στο πλουσιότερο 10% ανήκει μάλιστα το 58,5% του πλούτου της Βραζιλίας). Είναι εύκολο να αντιληφθούμε ότι η κυβερνητική εξουσία σε μια τέτοια χώρα μπορεί να επηρεάσει το πολιτικό γίγνεσθαι στη Λατινική Αμερική αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο, ιδιαίτερα στην τωρινή συγκυρία που η Βραζιλία καθίσταται ένας σημαντικότατος παίκτης στο ζήτημα της παγκόσμιας επισιτιστικής επάρκειας. Έχοντας αυξήσει τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις της, με την καταστροφή του δάσους του Αμαζονίου, η Βραζιλία έχει καταφέρει να γίνει ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός τροφίμων στον κόσμο.
Το αποτέλεσμα των εκλογών στη Βραζιλία υπήρξε αδιαμφισβήτητα μια μεγάλη νίκη για τον Λούλα, ο οποίος είχε αποφυλακιστεί το Νοέμβριο του 2019, αφού είχε εκτίσει ενάμιση χρόνο στη φυλακή καταδικασμένος για οικονομικά σκάνδαλα και απάτες. Μεγάλη αλλά ταυτόχρονα πύρρειος καθώς αμφότεροι οι υποψήφιοι κατέγραψαν ρεκόρ ψήφων, με τον Μπολσονάρου και τις σύμμαχες σε αυτόν δυνάμεις να υπερισχύουν στις ταυτόχρονες εκλογές για τις Περιφέρειες και το Κογκρέσο, με τους «Μπολσοναριστές» να κερδίζουν και την σημαντική περιφέρεια του Σάο Πάολο. Η οριακή νίκη Λούλα φάνηκε και στο γεγονός ότι ο Μπολσονάρου άργησε χαρακτηριστικά να παραδεχτεί την ήττα του δηλώνοντας καθυστερημένα και κάπως απρόθυμα ότι πρόκειται να σεβαστεί το Σύνταγμα ενώ ταυτόχρονα οπαδοί του και οδηγοί φορτηγών είχαν στήσει εκατοντάδες μπλόκα ανά την χώρα, μη αποδεχόμενοι το εκλογικό αποτέλεσμα. Μάλιστα, οι πρώτες συγκρούσεις ανάμεσα στους οπαδούς των δύο προέδρων έχουν ήδη σημειωθεί στα εν λόγω μπλόκα που φαίνεται βέβαια να αποσύρονται. Πιο συγκεκριμένα, κινήματα βάσης και ριζοσπάστες οπαδοί ομάδων, όπως της Κορίνθιανς, ανέλαβαν να εκκαθαρίσουν διάφορα μπλόκα, με τον Λούλα να παίρνει αποστάσεις δηλώνοντας πως αυτό είναι δουλειά της αστυνομίας.
Όλα δείχνουν ότι η τρίτη θητεία του Λούλα θα είναι αρκετά διαφορετική από τις προηγούμενες. Ο Μπολσονάρου έχασε από την οικονομία, αφού το ΑΕΠ της Βραζιλίας μετά από μια πραγματική εκτίναξη στην περίοδο Λούλα-Ρούσεφ, λίμναζε τα τελευταία χρόνια και ο πληθωρισμός ολοκλήρωσε την καταστροφή. Ωστόσο, παρά τις αντιδραστικές, αντι-οικολογικές και ρατσιστικές πολιτικές του, ο Μπολσονάρου έχει καταφέρει να ριζώσει βαθιά σε φτωχά και μικροαστικά στρώματα. Αυτό αποδεικνύουν οι πολύ καλές του εκλογικές επιδόσεις στις μεσαίου μεγέθους πόλεις αλλά και στις περισσότερες πολιτείες που υπέστησαν αποψίλωση δασών. Ο Μπολσονάρου κέρδισε 3 στις 4 πράγμα που αποδεικνύει πως αν και η αποψίλωση δασών και οι ανεξέλεγκτες εξορύξεις αποτελούν οικολογικά εγκλήματα με παγκόσμιο αντίκτυπο, σημαντικό μέρος των φτωχών τοπικών πληθυσμών τους βλέπουν ως ευκαιρία να ξεφύγουν από τη φτώχεια, κερδίζοντας ένα μεροκάματο ή λίγες καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Από την άλλη πλευρά οι επιδόσεις του Λούλα ανάμεσα στον μαύρο πληθυσμό και τις κοινότητες των ιθαγενών δείχνουν τα όρια του ρατσιστικού, λευκού λαϊκισμού του Μπολσονάρου σε μια χώρα όπως η Βραζιλία. Στο ιδεολογικό επίπεδο επίσης, ήταν ο Λούλα που τραβήχτηκε προς την πλευρά του Μπολσονάρου και όχι το ανάποδο. Με τον τελευταίο να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εκκλησίες (και ειδικά στους Ευαγγελιστές, οι οποίοι αποτελούν ανερχόμενη δύναμη στην πιο θρησκευόμενη κοινωνία της Λατινικής Αμερικής), ο Λούλα προέβη σε αντιφατικές δηλώσεις περί του δικαιώματος στην έκτρωση, υποστηρίζοντάς το ως δικαίωμα αλλά σπεύδοντας να δηλώσει ότι προσωπικά αντιτίθεται καθώς είναι υπερασπιστής της ζωής. Όμως αν και στο επίπεδο του σεβασμού των ατομικών δικαιωμάτων πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι ο Λούλα θα ακολουθήσει μια προοδευτικότερη πολιτική είναι το οικονομικό πεδίο αυτό που θα κρίνει το μέλλον.
Οι ήδη μετριοπαθείς προγραμματικές δηλώσεις του Λούλα για ενίσχυση των φτωχών στρωμάτων προϋποθέτουν μία ανάκαμψη των ρυθμών ανάπτυξης της βραζιλιάνικης οικονομίας ώστε να ακολουθηθεί μία πολιτική λιγότερο άδικης κατανομής των κερδών, όμοια με αυτή που ακολούθησε ο Λούλα στις πρώτες δύο θητείες του, ειδάλλως η όποια αναδιανομή σημαίνει πολιτική ρήξης με το μεγάλο κεφάλαιο, την οποία ο Λούλα θα είναι μάλλον απίθανο να ακολουθήσει. Όλη του η προεκλογική καμπάνια αλλά και οι δηλώσεις του μετά τη νίκη έχουν ως κέντρο την εθνική ενότητα και μια υπερκομματική και πέραν των ιδεολογιών ενότητα για τη δημοκρατία και την ανάπτυξη. Με άλλα λόγια ο Λούλα έρχεται ως ένας ηγέτης που θα τερματίσει τις ακραίες, «τραμπικές» πλευρές του Μπολσονάρου προς όφελος μιας νέας σταθερότητας και διεθνούς αξιοπιστίας. Καθόλου τυχαία υπογράμμισε πως η Βραζιλία πρέπει να γίνει ξανά πόλος έλξης για άμεσες ξένες επενδύσεις. Φυσικά η κοινωνική βάση των υποστηρικτών του Λούλα του ασκεί πίεση για φιλολαϊκές, αντιρατσιστικές και οικολογικές πολιτικές όμως ταυτόχρονα είναι ο ηγέτης που προτίμησε σημαντική μερίδα του Βραζιλιάνικου και διεθνούς κεφαλαίου. Η ισορροπία μεταξύ των δύο και η κοινωνική ειρήνη θα ευνοήσει τους τελευταίους και φυσικά τον ιδεολογικά μη-ηττημένο Μπολσονάρου.