Αντώνης Δραγανίγος
Οι αστικές κυβερνήσεις εδώ και 40 χρόνια αποσπούν ολόκληρους τομείς από την κρατική ιδιοκτησία και τους παραδίδουν στους ιδιώτες καπιταλιστές με ολέθρια για τους λαούς αποτελέσματα. Δεν ενδιαφέρει το εργατικό κίνημα και την Αριστερά το εάν η ιδιοκτησία είναι ιδιωτική/εταιρική ή κρατική, αφού το κράτος είναι αστικό; Πώς συνδέεται η πάλη για εθνικοποιήσεις με την επανάσταση και την εργατική εξουσία;
«Άμεσοι στόχοι» ρήξης ή ανακούφισης;
Το ζήτημα της σύνδεσης τακτικής-στρατηγικής έχει αποδειχθεί ότι κρίνει την επαναστατική «πολιτική». Καρδιά της επαναστατικής τακτικής είναι το πολιτικό πρόγραμμα. Δύο είναι οι κύριες γραμμές που συγκρούονται. Από τη μια, η γραμμή που προτάσσει εκείνους τους πολιτικούς στόχους που έρχονται σε ρήξη με τις κεντρικές επιλογές του συστήματος σε σύνδεση με το ζήτημα της εξουσίας της εργατικής τάξης. Μέσα από την πάλη γι’ αυτούς τους στόχους οι λαϊκές μάζες τείνουν να υπερβούν τα όρια του συστήματος , να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη της επαναστατικής αλλαγής και να προετοιμαστούν για αυτή.
Απο την άλλη η λογική που περιορίζεται κατά βάση σε στόχους «άμεσης βελτίωσης» της ζωής των λαϊκών στρωμάτων, μέσα στα όρια της σημερινής κατάστασης. Η λογική αυτή προβάλλεται με δύο μορφές. Η κυρίαρχη διεθνώς είναι η άμεσα ρεφορμιστική, που αναπτύσσεται στο όνομα του «αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων» και του ρεαλισμού κι αποτελεί τη βάση των «αριστερών κυβερνήσεων» στο πλαίσιο του συστήματος και των κάθε είδους διαχειριστικών λογικών.
Η άλλη μορφή προβάλλεται από το ΚΚΕ. Σύμφωνα με αυτήν, οι ευρύτεροι πολιτικοί στόχοι ρήξης με την κυρίαρχη πολιτική (έξοδος από την ΕΕ, διαγραφή του χρέους, εθνικοποιήσεις κ.λπ.) έχουν νόημα μόνο μετά την «λαϊκή εξουσία». Όταν προτάσσονται μέσα στον καπιταλισμό οδηγούν στην «διαχείριση». Έτσι δια της φυγής στη «στρατηγική» το μοναδικό αντικείμενο ειναι οι άμεσοι βελτιωτικοί στόχοι στο σήμερα, μαζί με προπαγάνδα για τον σοσιαλισμό. Έτσι όμως δεν διαμορφώνονται συνειδήσεις για επανάσταση και εργατική εξουσία, αλλά αναπαράγεται εκσυγχρονισμένος ο οικονομισμός της περιόδου του Τι να κάνουμε.
Αστική γραμμή και επαναστατική στάση
Από τις αρχές της δεκαετίας του ‘80, με πρωτοπόρους τους Ρέιγκαν και Θάτσερ, η στρατηγική της αστικής τάξης είναι η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, του νερού, των τηλεπικοινωνιών, των δημόσιων χώρων, των λιμανιών, των μεταφορών, της εκπαίδευσης, της υγείας, των πάντων! Αυτή τη στρατηγική ακολουθούν με ευλαβικό τρόπο όλες οι αστικές κυβερνήσεις, νεοφιλελεύθερες και σοσιαλδημοκρατικές, ίσως με διαφορετικούς ρυθμούς και μέσα, αλλά στον ίδιο δρόμο. Όπου υλοποιήθηκαν οι ιδιωτικοποιήσεις και ολόκληροι κοινωνικοί τομείς εντάχθηκαν στην άμεση σφαίρα της καπιταλιστικής κερδοφορίας, τα αποτελέσματα για την εργατική τάξη και τον λαό είναι εφιαλτικά. Βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας την ενεργειακή φτώχια που μαστίζει τον λαό λόγω της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, της δημιουργίας ιδιωτικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων και της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ.
Κι ενώ η στρατηγική της αστικής τάξης είναι να πάρει από το κράτος «της» άμεσα στα δικά της βρόμικα χέρια όλα τα κοινωνικά αγαθά και να τα εντάξει στην σφαίρα της κερδοφορίας της, με τραγικά αποτελέσματα για τον λαό, σημαντικά κόμματα της αριστεράς, όπως το ΚΚΕ, επιμένουν, με ακατανόητη εμμονή, να κινούνται στην λογική «τι κρατικό – τι ιδιωτικό», αφού όλα είναι μορφές καπιταλιστικής ιδιοκτησίας!
«Η πραγματικότητα είναι ότι στον καπιταλισμό, γράφει ο Λ. Αναστασόπουλος («Ρ» 8-9/10), δεν υπάρχει κάποια “δημόσια ιδιοκτησία” και κάποια κρατική παρέμβαση “κοινής ωφέλειας” ταξικά ουδέτερη. Όσα ανήκουν στο αστικό κράτος σήμερα (απο εκτάσεις γης, κρατικό σύστημα υγείας και παιδείας) και σε όποιο ποσοστό και αν είναι αυτή η συμμετοχή του κράτους, δεν παύει να υποτάσσονται σε ένα και μοναδικό σκοπό. Στο πως θα διαιωνίζεται η εξουσία της αστικής τάξης, στο πως θα προωθούνται οι στρατηγικοί της στόχοι, στο πως θα αυξάνεται η κερδοφορία των ομίλων και θα διευκολύνεται το διαρκές ξεζούμισμα των εργαζόμενων». Δεν έχει λοιπόν σημασία κατά τον αρθρογράφο αν η υγεία και η παιδεία είναι κρατική ή ιδιωτική, σε κάθε περίπτωση το κεφάλαιο εξυπηρετούν… Δεν είναι αυτό υπόκλιση στην αστική πολιτική;
Το ότι το σημερινό κράτος είναι «κράτος της αστικής τάξης» το ξέρουμε πολύ καλά όπως και ότι η πολιτική του εντάσσεται στη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου και την εξασφάλιση των κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών όρων της κυριαρχίας του επίσης. Ωστόσο επειδή η εκμετάλλευση των τομέων της κοινωνίας μέχρι την ιδιωτικοποίησή τους είναι έμμεση και όχι άμεση για το κεφάλαιο, επειδή πλευρές των συμφερόντων των λαϊκών στρωμάτων που επιβάλλονται σαν αποτέλεσμα των ταξικών τους αγώνων ενσωματώνονται σαν δευτερεύουσα πλευρά στην πολιτική του κράτους, προκειμένου αυτό να εμφανίζεται σαν εκπρόσωπος του «συνολικού κοινωνικού συμφέροντος», επειδή υπόκεινται στους περιορισμούς του «πολιτικού κόστους» που έχει η εκάστοτε κυβέρνηση, οι δυνάμεις του συστήματος έχουν λυσσάξει, να ιδιωτικοποιήσουν τα πάντα, να τα δώσουν στο κεφάλαιο μετατρέποντάς τα σε πεδίο της άμεσης κερδοφορίας του.
Με άλλα λόγια, η ύπαρξη τομέων της κοινωνίας και της παραγωγής που είναι έξω από την άμεση σφαίρα της κερδοφορίας του ιδιωτικού κεφαλαίου, αποτελεί ιστορική κατάκτηση της εργατικής τάξης και του λαού που οι δυνάμεις του συστήματος κάνουν ό,τι μπορούν για να την πάρουν πίσω.
Μας φαίνεται λίγο δύσκολο το ΚΚΕ να μην μπορεί να διακρίνει ανάμεσα στη «διάσωση» τομέων της καπιταλιστικής παραγωγής που καταρρέουν λόγω της κρίσης, με πρωτοβουλία των αστικών κυβερνήσεων, προκειμένου εν συνεχεία να αποδοθούν «καθαροί» πίσω στους ιδιώτες, από τις εθνικοποιήσεις που επιβάλλει το εργατικό και λαϊκό κίνημα με τους αγώνες του και μπορούν να ενταχθούν δυνητικά στο πλαίσιο μιας αντικαπιταλιστικής στρατηγικής. Η «κρατικοποίηση» των τραπεζών την περίοδο των μνημονίων μέσω του ΤΑΙΠΕΔ ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Όταν όμως ο Αλιέντε τόλμησε να εθνικοποιήσει τα μεταλλεία χαλκού στη Χιλή ήταν μια ενέργεια τόσο «αδιάφορη» για τις αμερικάνικες πολυεθνικές ώστε να επιλέξουν να βυθίσουν μια ολόκληρη χώρα στον φασιστικό τρόμο του Πινοσέτ για να τα ξαναπάρουν πίσω.
Η ύπαρξη τομέων της κοινωνίας και της παραγωγής που είναι έξω από την άμεση σφαίρα της κερδοφορίας του ιδιωτικού κεφαλαίου αποτελεί ιστορική κατάκτηση της εργατικής τάξης και του λαού
Η αστική τάξη κατανοεί τον διακαή πόθο του λαού για δημόσια αγαθά. Οι άνθρωποι θέλουν δωρεάν παιδεία, υγεία, καλές και φτηνές μεταφορές, καθαρό και φτηνό ρεύμα και νερό. Για το λόγο αυτό, στα λόγια δεν αρνείται την ανάγκη για δημόσια αγαθά, «αποσπά» όμως την παροχή τους από το κράτος. Έτσι στα κείμενα της ΕΕ, αλλά και στις ομιλίες και των πιο ακραιφνών νεοφιλελεύθερων περισσεύουν οι αναφορές στα δημόσια αγαθά… με την υπόμνηση όμως ότι «δημόσια αγαθά» δεν σημαίνει και «κρατικά» – παρεχόμενα από το κράτος, αλλά από την αγορά. Κι έτσι μπαίνουν στους πιο χρυσοφόρους κοινωνικούς τομείς οι ιδιώτες, αποκτώντας γρήγορα μονοπωλιακή θέση με τραγικά, τελικά, αποτελέσματα όπως στο ρεύμα ή στις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες.
Το ΚΚΕ από την μια όπως είδαμε «καταχεριάζει» το ΝΑΡ με ευφάνταστες και κάπως βαρύγδουπες κριτικές ότι είναι με το «κράτος της αστικής τάξης», και από την άλλη προσπαθεί να πείσει ότι είναι πρωτοπόρο στην μάχη κατά των ιδιωτικοποιήσεων. Το ΚΚΕ, γράφει ο Λ. Αναστασόπουλος, «πρωτοστατεί στον αγώνα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις». Γιατί όμως να παλεύει κανείς ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις αν είναι αδιάφορο το αν η ιδιοκτησία είναι κρατική ή ιδιωτική, αφού σε κάθε περίπτωση εξυπηρετούνται τα αστικά συμφέροντα; Και αν πάει μια κυβέρνηση να ιδιωτικοποιήσει την ΕΥΔΑΠ τότε είναι επαναστατικό να παλεύεις ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της, αλλά αντεπαναστατικό να ζητάς να ξαναγίνει κρατική ιδιοκτησία αν ιδιωτικοποιηθεί;
Η μόνη απάντηση είναι ο ηθελημένος περιορισμός του ΚΚΕ τελικά σε (αναγκαίες φυσικά) διεκδικήσεις «ανάσχεσης της επίθεσης», μέσα στα όρια της σημερινής κατάστασης. Γι αυτό το ΝΑΡ είχε χαρακτηρίσει την πολιτική του (κάνοντας κριτική στις Θέσεις του Συνεδρίου του) σαν «αμυντικό οικονομισμό», με κομμουνιστική φρασεολογία, αλλά πλήρη διάσταση τακτικής και στρατηγικής.
Γράφεται στο ίδιο άρθρο: «Σε αυτό το έδαφος, (της πάλης κατά των ιδιωτικοποιήσεων) το ΚΚΕ οργανώνει την πάλη όχι από την σκοπιά υπεράσπισης του αστικού κράτους, αλλά αναδεικνύοντας την ανάγκη σύγκρουσης με το αστικό κράτος και την ανωτερότητα του σοσιαλισμού, της κοινωνικοποιημένης ιδιοκτησίας, της εργατικής εξουσίας». Η αναφορά στην κομμουνιστική στρατηγική λειτουργεί σαν άλλοθι και φυγή στο… βαθύ μέλλον και όχι σαν μια ζωντανή σύνδεση του σήμερα με το αύριο.
«Δημόσια» αγαθά με κέντρο την αγορά
Αστικές και ρεφορμιστικές παρεμβάσεις για την αποκρατικοποίηση των υπηρεσιών
Κάθε πρόταση που αποκόπτει το ζήτημα της «παροχής των δημόσιων αγαθών» από την κρατική ιδιοκτησία, μέσα στις συνθήκες της απελευθερωμένης αγοράς και της ΕΕ ρίχνει νερό στον δικό τους μύλο. Για παράδειγμα το ΜέΡΑ25, μιλώντας για την εκπαίδευση και την υγεία («7+1 τομές»), ανοίγει μέτωπο στον «κρατισμό»(!) και με το περιτύλιγμα της «κοινωνικοποίησης» αφήνει έξω την υπεράσπιση της κρατικής ιδιοκτησίας από την είσοδο των ιδιωτών («ούτε κρατισμός-κομματισμός, ούτε ιδιωτικοποίηση… σχεδιασμός και έλεγχος της δημόσιας παιδείας, υγείας και ενημέρωσης στα χέρια Συμβουλίων Κληρωτών & Εκλεγμένων Πολιτών και η διοίκησή τους στα χέρια των εργαζόμενων σε αυτά»).
Έτσι οι αντιλήψεις που συγκρούονται γύρω απ’ το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων στον καπιταλισμό θα μπορούσαν να εκφραστούν ως εξής. Ο ακραιφνής φιλελεύθερος θα πει: «Το κράτος δεν είναι για επιχειρηματική δράση-όλα στην αγορά» (και όποιος ζήσει). Ο «κοινωνικός φιλελευθερισμός» λέει: «Σίγουρα όλα στην αγορά, αλλά επειδή χρειαζόμαστε και “κοινωνικά αγαθά” θα τα εντάξουμε στον ανταγωνισμό και με κάποιες κρατικές επιδοτήσεις (ως υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος, που λέει και η ΕΕ) θα εξασφαλίσουμε και την προσιτότητα και σίγουρα την κερδοφορία των επιχειρήσεων». Ο σημερινός ρεφορμισμός απ’ την άλλη είναι υπέρ της «ρύθμισης της αγοράς» (πχ. ΜέΡΑ25, ΛΑΕ κλπ). Δεν μπορούμε, λένε, να βάλουμε θέμα «κατάργησης της αγοράς», αυτό είναι «στρατηγικό ζήτημα», αφορά το μακρινό μέλλον… τώρα το θέμα είναι να μπει ένας «φραγμός», ένα έστω μικρό ανάχωμα. Για αυτό, στην ενέργεια ζητάνε επανεθνικοποίηση της ΔΕΗ (ή και απλά δημόσιο έλεγχο) ώστε να «ρυθμιστεί η αγορά», να μπουν κανόνες στον Μυτιληναίο και τον Βαρδινογιάννη και να «ανακουφιστεί ο λαός»… Αν ο ρεφορμισμός δεν ήταν γεμάτος αυταπάτες, τότε δεν θα ήταν αυτός που είναι!
Το ΝΑΡ και η πάλη για εθνικοποιήσεις και επανάσταση
Το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, παλεύει «για να είναι αποκλειστικά δημόσια αγαθά η υγεία, η εκπαίδευση, η ενέργεια, η έρευνα και άλλοι ζωτικοί τομείς. Ενάντια στους νόμους της αγοράς, στην ιδιωτικοποίηση και στην αναδιάρθρωση των τομέων αυτών με επιχειρηματικά κριτήρια. Με αποφασιστική ενίσχυση του ΕΣΥ, εθνικοποίηση των ιδιωτικών νοσοκομείων, των φαρμακευτικών εταιρειών. Με δημόσια δωρεάν παιδεία για όλους, χωρίς ταξικούς φραγμούς, ώστε η εκπαίδευση και η επιστήμη να εξυπηρετούν τις ανάγκες του λαού και της νεολαίας και όχι τα κέρδη του κεφαλαίου. Εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση όλων των εταιρειών που ‘’διασώζονται’’ με κρατικό χρήμα, των τραπεζών… και των μεγάλων επιχειρήσεων. Λειτουργία τους με εργατικό-κοινωνικό έλεγχο, προς όφελος των αναγκών του κόσμου της δουλειάς. Παλεύουμε ενάντια στην κυριαρχία της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και των νόμων της αγοράς, για τον περιορισμό τους, με στόχο την κατάργησή τους», όπως γράφει στην Πολιτική του Πρόταση.
Στις κρατικές εταιρείες και τομείς της κοινωνίας (εκπαίδευση-υγεία-συγκοινωνίες κ.α.) που δρούμε, παλεύουμε ώστε με την λειτουργία τους να εξυπηρετούν τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων, αντιπαλεύουμε την εμπορευματική, «ανταγωνιστική» τους λειτουργία, τις αντιδραστικές κρατικο-καπιταλιστικές σχέσεις που εξυπηρετούν, δείχνοντας ότι το σημερινό κρατικό, δεν είναι το κρατικό που εμείς θέλουμε, ότι παλεύουμε από την σκοπιά του αύριο, της επαναστατικής αλλαγής, της συντριβής του αστικού κράτους, του ριζικού μετασχηματισμού κοινωνικών λειτουργιών που ασκούνται από τις υπηρεσίες του.
Αυτός είναι ο δρόμος για να παρεμβαίνουμε σήμερα στους λαϊκούς αγώνες ανοίγοντας δρόμους για την αλλαγή των συσχετισμών, για την συγκέντρωση δυνάμεων, για την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας.