Παναγιώτης Ξοπλίδης
Η πιθανή νίκη του Λούλα θα είναι μέρος του δεύτερου κύματος της «ροζ παλίρροιας», ενός κύματος χωρίς ορμή πια, που περισσότερο προσπαθεί
να οριοθετηθεί από την κοινωνική δυσαρέσκεια και οργή, κηρύσσοντας μια αδύνατη τελικά ταξική συμφιλίωση
Ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία έληξε με νίκη του Λούλα ντα Σίλβα, ηγέτη του Κόμματος Εργαζομένων (PT), που έλαβε 48% των ψήφων έναντι 43% του σημερινού προέδρου Ζαΐχ Μπολσονάρου. Καθώς κανένας από τους δύο δεν ξεπέρασε το 50%, ο νικητής θα κριθεί σε δεύτερο γύρο, στις 30 Οκτώβρη.
Αν και η κυβέρνηση Μπολσονάρου χαρακτηρίστηκε από αύξηση της κοινωνικής ανισότητας, καταστολή κάθε διαμαρτυρίας, επίθεση στο φεμινιστικό και οικολογικό κίνημα και καταστροφική διαχείριση της πανδημίας (με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς), ο μπολσοναρισμός κέρδισε σε πολλές πολιτείες, μεταξύ αυτών του Σάο Πάολο και του Ρίο ντε Τζανέιρο. Συνολικά σημείωσε πολύ μεγαλύτερα ποσοστά από αυτά που του έδιναν οι δημοσκοπήσεις, μερικές από τις οποίες προέβλεπαν τον Λούλα νικητή από τον πρώτο γύρο. Ο Μπολσονάρου, κατά την προεκλογική του εκστρατεία, έλαβε μέτρα όπως η μείωση της τιμής των καυσίμων και η εισαγωγή κάποιων κοινωνικών προγραμμάτων, ενσωματώνοντας ένα ευρύ μέτωπο ακροδεξιών και αντιδραστικών δυνάμεων. Δήλωνε ότι θα αγνοήσει το αποτέλεσμα των εκλογών αν χάσει, καταγγέλλοντας νοθεία, με ρητορική που θυμίζει αυτήν του Τραμπ. Οι απειλές του είναι σοβαρές, καθώς έχει τη στήριξη των Ενόπλων Δυνάμεων, με περισσότερους από 7.000 στρατιωτικούς (εν ενεργεία και απόστρατους) διορισμένους σε κρατικές και πολιτειακές κυβερνητικές θέσεις, ενώ ταυτόχρονα καλεί τον πληθυσμό να εξοπλιστεί όπως στις ΗΠΑ.
Από την πλευρά του, ο Λούλα αντιστάθμισε την ήττα στις μεγάλες πολιτείες με μια σαρωτική νίκη στα βορειοανατολικά, στην πιο φτωχή περιοχή της χώρας. Κέρδισε ακόμα σε πολλές εργατικές συνοικίες, αν και στα ιστορικά προπύργια του PT στο Σάο Πάολο η διαφορά ήταν πολύ μικρή και όχι αρκετή για να ανατρέψει τη συνολική ήττα του στην πολιτεία. Ο Λούλα διεξήγαγε την πιo φιλική προς τις αγορές προεκλογική εκστρατεία από όλες όσες έχει δώσει στην πολύχρονη πολιτική του πορεία. Διόρισε υποψήφιο αντιπρόεδρο τον δεξιό πρώην κυβερνήτη του Σάο Πάολο Ζεράλντο Αλκμίν, ο οποίος είχε στηρίξει την πραξικοπηματική κυβέρνηση του Μισέλ Τέμερ μετά την καθαίρεση της διαδόχου του Λούλα, της Ντίλμα Ρούσεφ. Τον στήριξε δε και ο Ενρίκε Μεϊρέγιες, ο νεοφιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Τέμερ, εμπνευστής του αντεργατικού πακέτου λιτότητας, καθώς φημολογείται ότι θα αναλάβει και πάλι το ίδιο πόστο, αν κερδίσει ο Λούλα. Σαφή προτίμηση προς το πρόσωπό του έχουν δείξει επίσης το Επιμελητήριο Βιομηχανικών Επιχειρηματιών (FIESP) και η Ομοσπονδία Τραπεζών (Febraban), με την κυνική παραδοχή ότι ο Λούλα ίσως συγκρατήσει τις μάζες μπροστά στην επιδείνωση της κοινωνικής κατάστασης.
Ο Λούλα έδωσε διαπιστευτήρια και προς τις ΗΠΑ, ταυτίζοντας το μέτωπο ενάντια στον μπολσοναρισμό με τον αντιτραμπισμό. Ο Μπάιντεν υποστήριξε διακριτικά τον Λούλα, ο οποίος είχε συνάντηση με επιτετραμμένο της Αμερικανικής Πρεσβείας μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές. Είχε επίσης δημόσιες συναντήσεις με πρέσβεις άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (Γερμανία, Γαλλία, Ιαπωνία κ.ά.) δηλώνοντας την ευθυγράμμισή του μαζί τους εναντίον της Βενεζουέλας και της Νικαράγουας. Παρότι η αστική τάξη της Βραζιλίας έχει στρατηγική επιλογή τη συμμετοχή στη συμμαχία των BRICS, μια πιθανή προεδρία Λούλα θα διατηρεί ανοιχτό δίαυλο και με τη Δύση.
Διαπιστευτήρια προς το κεφάλαιο και τις ΗΠΑ από τον πρώην ηγέτη του εργατικού κινήματος
Ο άξονας της εκστρατείας του Μετώπου Ελπίδας και μεγάλου μέρους της Αριστεράς εντός της συμμαχίας ήταν η υπεράσπιση της δημοκρατίας ενάντια στον αυταρχισμό. Παραμερίστηκαν, έτσι, όλα τα αιτήματα των εργαζομένων, όπως η κατάργηση της αντιδραστικής συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης. Ο Λούλα δήλωσε ότι δεν θα καταργήσει την αντεργατική εργασιακή μεταρρύθμιση που ψήφισε ο Τέμερ και επέβαλε ο Μπολσονάρου, καθώς πλέον αυτοπροσδιορίζεται ως «μετριοπαθής σοσιαλιστής» και «υπερασπιστής της ιδιωτικής ιδιοκτησίας». Όσον αφορά το παρελθόν του στο κίνημα Εργατών Χωρίς Γη (MST), που προχωρά σε καταλήψεις γης των γαιοκτημόνων, δήλωσε ότι έχει ωριμάσει και η κυβέρνηση θα εκδιώξει όσους καταλαμβάνουν ιδιοκτησίες.
Σχεδόν το σύνολο της Αριστεράς ενσωματώθηκε στο «δημοκρατικό μέτωπο». Το PSOL, η μεγαλύτερη οργάνωση που είχε αποχωρήσει από το ΡΤ, επανήλθε άνευ όρων. Η απειλή του φασισμού χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει τη συνθηκολόγησή του, ενώ εκφράζει και φιλοΝΑΤΟϊκή θέση στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία. Η πιθανή νίκη του Λούλα θα είναι μέρος του δεύτερου κύματος της «ροζ παλίρροιας», ενός κύματος χωρίς ορμή πια, που περισσότερο προσπαθεί να οριοθετηθεί από την κοινωνική δυσαρέσκεια και οργή, κηρύσσοντας μια αδύνατη τελικά ταξική συμφιλίωση
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (8.10.22)