Χρίστος Κρανάκης
▸ Η παρατεταμένη οικονομική και πολιτική κρίση ευνοεί το φαινόμενο
Φάκελος: Ιταλικές εκλογές
Οχι. Η πρωτιά της Μελόνι στις ιταλικές εκλογές δεν συνιστά παράδοξο για τα πολιτικά δεδομένα της σύγχρονης Ευρώπης. Αν μη τι άλλο, έρχεται να «κουμπώσει» σε ένα παζλ ακροδεξιών επιτυχιών σε πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ. Αναζητώντας, λοιπόν, το «γιατί;», δεν νοείται να κοιτάμε κάθε φορά μόνο το «δέντρο» και να χάνουμε το «δάσος». Εάν η επικράτηση της Μελόνι εδράζεται αποκλειστικά στα ιδιαίτερα ιστορικά χαρακτηριστικά της Ιταλίας, τότε ποιος ο συνδετικός κρίκος με την επικράτηση της συμμαχίας Δεξιάς-ακροδεξιάς στη Σουηδία ή τα τεράστια ποσοστά της Λεπέν στη Γαλλία;
Η βαθιά οικονομική κρίση που από χρόνια ταρακουνάει την Ευρώπη αποτελεί αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για να εξηγήσει το φαινόμενο. Άλλωστε, ο φασισμός για να καρποφορήσει, πέρα από τη φτώχεια, πρέπει να εκμεταλλευτεί και τις κατάλληλες πολιτικές προϋποθέσεις. Κάποιες από αυτές τις πολιτικές προϋποθέσεις ανά τα χρόνια συγκρότησε σε μεγάλο βαθμό –ηθελημένα ή μη– η ΕΕ και η τροχιά παρατεταμένης σήψης στην οποία βρίσκεται.
Πρώτον, ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός που εφάρμοσε η ΕΕ ως «αντίδοτο» της καπιταλιστικής κρίσης του ‘08 έστρωσε το οικονομικό και κοινωνικό υπόστρωμα ανόδου φασιστικών κινημάτων και αντιλήψεων. Οι πολιτικές της σκληρής λιτότητας και το σκληρό «μπρα ντε φερ» μεταξύ Βορρά και Νότου για το ποιος θα πληρώσει τη «νύφη» έσπειραν την ανασφάλεια και τον ανταγωνισμό μεταξύ των Ευρωπαίων. Ακόμα, η ολοένα και πιο σκληρή κεντρική εποπτεία πάνω από τα κράτη καλλιέργησε στους λαούς ένα αίσθημα ανημπόριας και ταυτόχρονης οργής απέναντι στους «γραφειοκράτες των Βρυξελλών», το οποίο και εκμεταλλεύτηκε η ακροδεξιά. Ενδεικτικά της επίδρασης της οικονομικής κρίσης και την αντιμετώπισή της από τους μηχανισμούς της ΕΕ, είναι τα εκλογικά «ξεπετάγματα» (κυρίαρχα στο Νότο) φασιστικών μορφωμάτων εκείνα τα χρόνια.
Δεύτερον, η «συνεργατική» σχέση μεταξύ ΕΕ και ακροδεξιάς έπαιξε και αυτή καταλυτικό ρόλο. Από τη μία, τα κόμματα της ευρωπαϊκής Δεξιάς υιοθετούν τα τελευταία χρόνια μια ολοένα και πιο ακροδεξιά ατζέντα παλεύοντας επί ματαίω να ανακτήσουν το εκλογικό έδαφος που έχασαν στα «δεξιά» τους. Συνεπώς, και εν όψει των κρισιακών φαινομένων που είχε να αντιμετωπίσει, η ΕΕ σαν οντότητα εκπλήρωσε τον ιστορικό της ρόλο και ολοκλήρωσε την αντιδραστική της στροφή υλοποιώντας ολοένα και πιο ακροδεξιά μέτρα σε ζητήματα μετανάστευσης, στρατικοποίησης κράτους/αστυνομίας και καταστολής. Από την άλλη, τα περισσότερα ακροδεξιά μορφώματα «αμβλύνουν» τις απόψεις τους σε μια σειρά θεμάτων, κυρίαρχα οικονομικού χαρακτήρα, ώστε να μεταμορφωθούν σε «υπεύθυνες» πολιτικές δυνάμεις έτοιμες να (συγ-)κυβερνήσουν. Χαρακτηριστικές είναι οι οπορτουνίστικες δεσμεύσεις υποταγής της Μελόνι σε ΕΕ και ΝΑΤΟ το τελευταίο διάστημα, περίοδο που «ξαφνικά» αποκήρυξε κάθε ευρω-σκεπτικστική δήλωσή της.
Τρίτον, η ΕΕ και οι κυβερνήσεις της προσέφεραν στην ακροδεξιά κάτι για το οποίο πάλευε ανεπιτυχώς εδώ και χρόνια, την αποδυνάμωση του λαϊκού παράγοντα. Από την ενορχήστρωση της ανιστόρητης θεωρίας των «δύο άκρων», μέχρι τη σκλήρυνση του ποινικού κώδικα για απεργίες και διαδηλώσεις, ήταν η ΕΕ και οι «κεντρώες» και «μετριοπαθείς» κυβερνήσεις της που στήθηκαν στην πρώτη γραμμή του πολέμου κατά της Αριστεράς και των κινημάτων. Ακόμα, οι πρόσφατες επιλογές της ΕΕ σε γεωστρατηγικό επίπεδο αποτελούν ίσως το πλέον ενδεικτικό παράδειγμα για το πώς η ακροδεξιά νομιμοποιείται εντός του σημερινού πολιτικού σκηνικού. Η στήριξη στον ναζιστικό «Δεξιό Τομέα» στην Ουκρανία το ’14 και τώρα η πλήρης αποδοχή της κυβέρνησης Ζελένσκι δείχνουν πως η ΕΕ δεν διστάζει να «αγκαλιάσει» τον φασισμό, όταν αυτός εξυπηρετεί τα συμφέροντά της.
Τέλος, η κρίση που ταλανίζει την ευρωπαϊκή ήπειρο στο επίπεδο της οικονομίας έχει μεταφερθεί για τα καλά και σε αυτό της πολιτικής. Η όξυνση των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών μεταφράστηκε σε άνοδο των εθνοπροστατευτικών-εθνικιστικών κινημάτων, επιφέροντας σοβαρά πλήγματα στην πολιτική συνοχή της ΕΕ και στο γεωστρατηγικό εκτόπισμά της. Ταυτόχρονα, η έκρηξη της λαϊκής δυσφορίας προς τις Βρυξέλλες και η μετατόπιση της κοινωνικής συνείδησης από το δόγμα της «Ευρώπης των Λαών», πλέον αποτελούν ταυτοτικά χαρακτηριστικά μέρους των Ευρωπαίων, που δεν αναμένεται να αλλάξουν εύκολα. Αυτές τις κρισιακές συνθήκες είναι που εκμεταλλεύονται τα κάθε λογής ευρωπαϊκά εθνικοπροστατευτικά μορφώματα που καταγράφουν εκλογικές επιτυχίες.
Η Μελόνι ως καταλύτης
Η εκλογή της Μελόνι όμως, δεν μπορεί να αναγνωστεί απλά σαν μια προσθήκη στο ψηφιδωτό των αντιδραστικών κυβερνήσεων στην Ευρώπη. Αντίθετα, είναι επικίνδυνη όχι μόνο για τον ιταλικό εργαζόμενο λαό και τους μετανάστες που περνάνε στη χώρα αλλά και για το σύνολο της ευρωπαϊκής επικράτειας, καθώς αποτελεί πιθανό έναυσμα για συγκρότηση ακροδεξιών (συγ-)κυβερνήσεων στην «καρδιά» της Ευρώπης. Συγκεκριμένα, η πρώτη επικράτηση (ανοιχτά) ακροδεξιού υποψηφίου στον πλέον κλειστό πυρήνα της ΕΕ και συγκεκριμένα στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομίας της, ενδέχεται να ανοίξει ένα νέο κύκλο ενίσχυσης της ακροδεξιάς σε κεντρικές χώρες της Ευρώπης, όπου είχε πολυετή παρουσία, αλλά το ενδεχόμενο κυβέρνησης έμοιαζε απίθανο. Πλέον, οι ιταλικές εκλογές «έσπασαν τα ταμπού» και ο δρόμος προς την κυβέρνηση ανοίγει για τη Λεπέν στη Γαλλία, το Vox στην Ισπανία, το Chega στην Πορτογαλία και τα αντίστοιχα μορφώματα στις Κάτω Χώρες.