Γιάννης Ελαφρός
Στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και ειδικά στην περίοδο των τρομερών αστικών αναδιαρθρώσεων για να υπερβεί το σύστημα την κρίση του η δημοκρατία, ακόμα και αστικές κατακτήσεις (όπως η προστασία του απορρήτου) έγιναν πολυτέλεια και κουρελόχαρτο για όλες τις κυβερνήσεις. Απαραίτητος πυλώνας μιας αποτελεσματικής αστυνόμευσης είναι η γενικευμένη παρακολούθηση της κοινωνίας.
Μαξίμου-γκέιτ και έκρηξη του κοινωνικού ζητήματος
Ο καυτός πολιτικά Αύγουστος έφερε στην επιφάνεια μια οξυμένη κρίση πολιτικής εκπροσώπησης στην Ελλάδα, καθώς η κυβέρνηση βρίσκεται σε αποδρομή (μάλλον παρατεταμένη και επώδυνη), ενώ δεν έχει αναδειχθεί ακόμα κάποια διάδοχη κυβερνητική «λύση». Η γενεσιουργός αιτία αυτής της κρίσης δεν είναι το Μαξίμου-γκέιτ, αλλά το οξύτατο κοινωνικό-ταξικό ζήτημα, η ραγδαία φτωχοποίηση στην οποία ξαναβυθίζονται οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα για δεύτερη φορά μέσα σε δέκα χρόνια. Ας μην υποτιμούμε όμως το ζήτημα της δημοκρατίας, που τελικά σχετίζεται άμεσα με την πολιτική και την εξουσία. Και γιατί η αντιλαϊκή επίθεση και η απότομη κοινωνική επιδείνωση οδηγούν την αστική τάξη στην ενίσχυση του κράτους του νόμου, του αστυνόμου και του κοριού. Αλλά και γιατί στην Ελλάδα πολλές φορές το κοινωνικό ζήτημα εκδηλώνεται ή και εκρήγνυται στο πεδίο των ελευθεριών, όπως έγινε με τον Δεκέμβρη του 2008.
Άρα απαιτείται συνολική πολιτική απάντηση, με στρατηγικά και ανατρεπτικά αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά και όχι απλά «οικονομικού» χαρακτήρα διεκδικήσεις ή «θεσμολαγνεία» και αναζήτηση μιας καθαρής αστικής δημοκρατίας, που έχει χάσει προ πολλού τον όποιο δημοκρατισμό της.
Πολύ περισσότερο συνειδητοποίηση πως βρισκόμαστε σε μια συγκλονιστική εποχή τρομακτικών αντιθέσεων και αστικών ανταγωνισμών, μιας πολύπλευρης καπιταλιστικής κρίσης (πόλεμος, οικονομία, περιβάλλον-κλίμα, πανδημία), που λιώνει τις κυβερνήσεις: Πρόντι, Τζόνσον, ψαλίδισμα Μακρόν, υποχώρηση Μπάιντεν. Όσοι προσπαθούν να διαβάσουν τις εξελίξεις αποκλειστικά μέσω του Μητσοτάκη πάσχουν από πολιτική μυωπία.
Η αριστερά των σύγχρονων κομμουνιστικών προγραμματικών απαντήσεων, της σκληρής αντικαπιταλιστικής πάλης για την ανατροπή και της ταξικής ανεξαρτησίας από όλους τους αστικούς πόλους, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο (ΗΠΑ-ΕΕ, Ρωσία-Κίνα) είναι εξαιρετικά αναγκαία σήμερα.
Πως και γιατί στήθηκε το χαφιεδοκράτος
Η αποκάλυψη της παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη, αλλά και του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, από την ΕΥΠ, έχουν θέσει την κυβέρνηση Μητσοτάκη σε πολιτικό βέρτιγκο, από το οποίο πολύ δύσκολα θα διαφύγει και θα αποφύγει την οδυνηρή πτώση. Η πολιτική ευθύνη για το Μαξίμου-γκέιτ, τόσο της κυβέρνησης και των μηχανισμών της συνολικά, όσο και του πρωθυπουργού συγκεκριμένα, είναι ξεκάθαρες και βαρύτατες. Κάθε προσπάθεια να τις αποσείσουν προσθέτει όχι μόνο γελοιότητα, αλλά και αποκαλύπτει με απύθμενο κυνισμό την ουσία της κυβερνητικής πολιτικής. Όταν για παράδειγμα η αστική αντιπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κλπ.) καταγγέλλει ως απαράδεκτη την παρακολούθηση του αρχηγού του τρίτου κόμματος (διεκδικητή τότε της προεδρίας) και εν γένει βουλευτών, η απάντηση του νέου διευθυντή της ΕΥΠ στην αρμόδια επιτροπή της βουλής, αλλά και του Κ. Μητσοτάκη στην ολομέλεια είναι πως «ουδείς εξαιρείται» των σύγχρονων δυνατοτήτων του χαφιεδοκράτους. Έξοχα! Για να μην υπάρχουν κι αυταπάτες…
Όσον αφορά τις υποκλοπές και τις ψηφιακές παρακολουθήσεις (η «νόμιμη επισύνδεση», τρομερή λεκτική εφεύρεση κι αυτή, στην τηλεφωνική γραμμή δεν αρκεί για να υπάρχει πλήρης καταγραφή με ήχο και εικόνα κάθε κίνησης, γι’ αυτό χρειάζεται ο συνδυασμός με λογισμικά τύπου Predator) υπάρχει μια πολύχρονη διαδρομή ανάπτυξης και νομιμοποίησής τους, με ιδιαίτερη ένταση στη δεκαετία του ΄90. Όλες οι κυβερνήσεις έχουν συνεργήσει για να περάσουμε σε αναβαθμισμένες πλέον μεθόδους ψηφιακού χαφιεδισμού, πέρα από τις χειροποίητες τύπου Γρυλάκη. Καθοδηγητικό ρόλο έπαιξε η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι αλλεπάλληλοι τρομονόμοι της, που ενσωματώνονταν πρόθυμα στο εθνικό δίκαιο, με τη διασταλτική έννοια του «υπόπτου», που βεβαίως ήταν κυρίως οι «συνήθεις ύποπτοι», δηλαδή οι αγωνιστές/στριες του κινήματος και της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Εξάλλου το είπε ανοικτά πρόσφατα ο βουλευτής της ΝΔ Θοδωρής Ρουσόπουλος: Είναι απαράδεκτο να παρακολουθείται «πολιτικό πρόσωπο που ανήκει κι αυτός και το κόμμα του στο δημοκρατικό τόξο και όχι εκτός»! Ε, όχι και τους «δικούς μας» ρε παιδιά, τους «άλλους», εντάξει…
Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε πως η μεγάλη αύξηση των υποκλοπών για «εθνικούς λόγους» έγινε μετά το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης το 2008-2009, τα μνημόνια και την ανάπτυξη των μαζικών αγώνων. Η αστική τάξη και το κράτος της πάντα ταυτίζει την «εθνική ασφάλεια» με τα συμφέροντά τους. Το 2005 οι επίσημα δηλωμένες παρακολουθήσεις ήταν 406 (άλλο πόσες γίνονταν στην πράξη), το 2009 (μετά τον Δεκέμβρη του ΄08) ανέβηκαν στις 2.531, 9.876 το 2013, 11.113 το 2018 και 15.475 το 2021! Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές στοιχειοθετημένες καταγγελίες (ή αποκαλύψεις) για παρακολουθήσεις με διάφορους τρόπους, όπως από το ΚΚΕ, την ΠΕΝΕΝ, δημοσιογράφους (π.χ. Σ. Μαλιχούδης), συλλογικότητες του κινήματος (π.χ. Ταξική Αντεπίθεση), αγωνιστές του φοιτητικού κι εργατικού κινήματος και των συλλογικοτήτων κατά των πλειστηριασμών κλπ.
Οι μηχανισμοί διογκώθηκαν και αναβαθμίστηκαν. Δεν είναι μόνο η ΕΥΠ. Το 2014 ιδρύθηκε κι από τότε έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερα η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών της Ελληνικής Αστυνομίας (ΔΙΔΑΠ), που «αποτελεί την Κεντρική Αρχή Πληροφοριών της Ελληνικής Αστυνομίας για την αντιμετώπιση κάθε μορφής εγκληματικότητας και ιδίως του Οργανωμένου Εγκλήματος και της Τρομοκρατίας» (από την ιστοσελίδα της ΕΛΑΣ). Επίσης, δρα η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας (ΔΑΕΕΒ), αλλά και το Τμήμα Προστασίας του Κράτους και του Δημοκρατικού Πολιτεύματος της Ασφάλειας, με ειδικό καταμερισμό για την αντικαπιταλιστική κι επαναστατική Αριστερά.
Λογικές για αποκατάσταση του «κράτους δικαίου» ή του θεσμικού ρόλου της ΕΥΠ και των παρακολουθήσεων οδηγούν σε ξέπλυμα και δικαιολόγηση των μηχανισμών ελέγχου και καταστολής
Στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και ειδικά στην περίοδο των συγκλονιστικών αντιλαϊκών και αντιδραστικών αστικών αναδιαρθρώσεων για να υπερβεί το σύστημα την κρίση του μετά το 2008-10 η καταστολή πήρε τρομερές διαστάσεις. Η δημοκρατία, ακόμα και αστικές κατακτήσεις (όπως η προστασία της ιδιωτικής ζωής και του απορρήτου) έγιναν πολυτέλεια και κουρελόχαρτο για όλες τις κυβερνήσεις διαχείρισης της επίθεσης, κεντροδεξιές ή κεντροαριστερές, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανόμενου. Απαραίτητος πυλώνας μιας αποτελεσματικής αστυνόμευσης είναι η γενικευμένη παρακολούθηση, ο γενικός χαφιεδισμός της κοινωνίας.
Γι’ αυτό δεν μπορεί να υποτιμηθεί από το κίνημα η αποκάλυψη του οργίου του χαφιεδοκράτους. Οι μαζικές υποκλοπές και η επιχείρηση καθαγιασμού, γενίκευσης και «νομιμοποίησής» τους (ενδεικτική η αναφορά τους ως «νόμιμες επισυνδέσεις») αποτελούν μέρος του συνολικού αντιδημοκρατικού κατασταλτικού παροξυσμού όχι μόνο της κυβέρνησης της ΝΔ, αλλά συνολική έκφραση του σύγχρονου αστικού ολοκληρωτισμού με κοινοβουλευτικό μανδύα. Πάνε μαζί με όσα βλέπουμε όλα τα τελευταία χρόνια, μέχρι και πρόσφατα: Απαγορεύσεις και κτύπημα διαδηλώσεων, συλλήψεις και ξυλοδαρμούς αγωνιστών/στριών, κτύπημα των απεργιών και των συνδικάτων (νόμος Χατζηδάκη), «πόλεμος» κατά προσφύγων και μεταναστών, αστυνομία στα πανεπιστήμια, πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα στους δήμους κλπ.
Η διόγκωση των μηχανισμών παρακολούθησης και το ανεξέλεγκτο της δράσης τους, οδηγεί σε πολλές γκρίζες και σκοτεινές διαδρομές, με διείσδυση και επισύνδεση με ισχυρότατες μυστικές υπηρεσίες (κυρίως των ΗΠΑ, της ΕΕ και του Ισραήλ), διακλάδωση με κομματικά και επιχειρηματικά συμφέροντα κλπ. Όλα αυτά, σε ένα περιβάλλον μεγάλης όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών και ενδοαστικών ανταγωνισμών όπως σήμερα, οδηγούν ορισμένες φορές στο να ξεχειλίσει ο βόθρος των χαφιέδικων πρακτικών.
Τα χαφιεδολύματα έσκασαν στα χέρια της κυβέρνησης και του Μητσοτάκη, έτσι κι αλλιώς υπεύθυνοι για τις πρόσφατες «επισυνδέσεις». Μα «είναι κάτι πιο βαθύ που τους λερώνει» ανεξίτηλα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται σε μια διαρκή πορεία φθοράς εδώ κι ενάμιση χρόνο. Η ραγδαία φτωχοποίηση, ειδικά λόγω της απογείωσης της ενέργειας και των καυσίμων, η δραματική αποτυχία στη διαχείριση της πανδημίας, η ανάδειξη ακόμα και της διαχειριστικής αποτυχίας των «αρίστων» (από τις φωτιές μέχρι τους χιονιάδες), η μεγάλη δυσφορία ειδικά της νεολαίας στην αστυνομοκρατία, πριόνιζαν την κυριαρχία της ΝΔ στο πολιτικό στερέωμα. Η κυβέρνηση κρατιόταν κυρίως λόγω της αμέριστης υποστήριξης του μεγαλύτερου μέρους του κεφαλαίου και των επιχειρηματικών κέντρων (που βλέπουν τα κέρδη τους να απογειώνονται σε βάρος του λαού), αλλά και των ΗΠΑ (που μετέτρεψαν την Ελλάδα σε επιθετικό προγεφύρωμα) και της ΕΕ, που έβλεπε μια κυβέρνηση νεοφιλελεύθερων Ταλιμπάν, ακροκεντρώων και ακροδεξιών να προωθούν με τον πιο ακραίο τρόπο τις αστικές αντι-μεταρρυθμίσεις.
Σήμερα αυτό αλλάζει. Η ΝΔ και ο Κ. Μητσοτάκης δεν πείθουν πως έχουν απόθεμα κύρους για να αντιμετωπίσει τον αναμενόμενο καυτό κοινωνικά χειμώνα, ενώ χάνουν και τη δυνατότητα για έναν ευρύτερο κυβερνητικό συνασπισμό, καθώς οι εξελίξεις οδηγούν το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ (θέλοντας και μη) μακριά τους.
Επιστροφή στη σταθερότητα ή ανατροπή;
Σε πολιτικό βέρτιγκο η ΝΔ, «κανονικότητα» κι επανασυγκρότηση του συστήματος υπόσχονται ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ
Η κυβέρνηση της ΝΔ βαδίζει προς το άδοξο τέλος της, σε πλήρη σύγχυση μεν, αλλά αποφασισμένη να διεκδικήσει ρόλο με τον μόνο τρόπο που ξέρει: Την πιο άγρια προώθηση των συμφερόντων του κεφαλαίου και την καταστολή του κινήματος (για να αποδείξει τη χρησιμότητά της), με μεγάλες δόσεις εθνικιστικής υστερίας και πολεμοκαπηλίας, ανακαλύπτοντας εσωτερικούς κινδύνους για την «εθνική ασφάλεια» από ενεργούμενα του Ερντογάν και του Πούτιν! Σε συνθήκες κρίσης οι «μοντέρνοι ηγέτες» τύπου Μητσοτάκη του μικρού, εμπνέονται από χωροφυλακίστικες πρακτικές της δεκαετίας του ΄50.
Στο επίσημο σκηνικό, η αντιπαράθεση μεταφέρεται στη διεκδίκηση της πολιτικής σταθερότητας. Πολιτική σταθερότητα θέλει ο Κ. Μητσοτάκης και γι’ αυτό δεν πρέπει να πειράξει κανείς την κυβέρνησή του. Για διασάλευση της πολιτικής σταθερότητας τον κατηγορούν οι Α. Τσίπρας και Ν. Ανδρουλάκης με όσα έκανε για τις υποκλοπές και γι’ αυτό ζητούν να ενισχυθούν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για να έρθει η κανονικότητα! Σταθερότητα ψάχνουν κύκλοι του συστήματος, συζητώντας για αλλαγή αρχηγών, κυβερνήσεις με ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κι ό,τι χρειαστεί, οικουμενικές-τεχνοκρατικές κλπ.
Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις, το ζητούμενο δεν είναι ο αντιμητσοτακικός αγώνας (ξεπλένοντας μάλιστα την υπόλοιπη Δεξιά και τη μνημονιακή εγκληματική συμμορία, όπως κάνουν σήμερα πολλοί στον ΣΥΡΙΖΑ), ούτε μόνο η πτώση της κυβέρνησης της ΝΔ. Συνθήματα και λογικές που επι-μένουν στο «Μητσοτάκη κάθαρμα» και «ο λαός δεν ξεχνά» κλείνουν τα μάτια σε αυτό που έρχεται και ρίχνουν νερό στο μύλο της ΣΥΡΙΖΑίικης εναλλαγής. Το ζητούμενο είναι να πέσει αυτή η επικίνδυνη κυβέρνηση από τα κάτω και από τα αριστερά, από μαχητικούς αγώνες και ένα πολιτικοποιημένο μαζικό κίνημα, που παλεύει για να αποκρουστεί και ανατραπεί συνολικά η αντιλαϊκή και αντιδραστική πολιτική κεφαλαίου, ΕΕ και ΝΑΤΟ, στην οποία συναινούν η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και οι εθνικιστές. Για να βαθύνει η κρίση του συστήματος, για κατακτήσεις και ρωγμές στην κυρίαρχη πολιτική, για να ανοίξει ο δρόμος για την επαναστατική ανατροπή, για την εργατική εξουσία-δημοκρατία.
Ανεξαρτησία και πάλη κατά της αστικής πολιτικής
Απέναντι στην αποκάλυψη των άθλιων αντιδημοκρατικών πρακτικών της ΕΥΠ και του βαθέως κράτους, η αστική αντιπολίτευση των ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ευρω-φιλελεύθερων και δεξιών αντιμητσοτακικών, μιλά για ανάγκη εκδημοκρατισμού, «κράτους δικαίου» και επιστροφή στις «θεσμικές εγγυήσεις» και στην «κανονικότητα». Η κανονικότητα που επικαλούνται βέβαια είναι αυτή των μαζικών παρακολουθήσεων των προηγούμενων ετών, που κανέναν τους δεν προβλημάτισε, όπως και του νομικού πλαισίου που έχτισε το Πανοπτικό του ψηφιακού κρατικού χαφιεδισμού, με διακομματική υποστήριξη. Άρα στην ουσία επιδιώκουν ξέπλυμα, αναβάθμιση και επανα-νομιμοποίηση της ΕΥΠ και των κρατικών μηχανισμών ελέγχου και καταστολής.
Καμία σύμπνοια δεν μπορεί να έχει το εργατικό κίνημα και η μαχόμενη Αριστερά με αυτή τη λογική. Όπως επίσης και με ηττημένες στο παρελθόν αντιλήψεις περί «εκδημοκρατισμού» του κράτους, που προβάλλονται και από δυνάμεις της Αριστεράς. Η ιστορία έχει δείξει πως το αστικό κράτος δεν εκδημοκρατίζεται, ίσα-ίσα στην εποχή μας είναι σε τροχιά βαθύτερης αντιδραστικής μετάλλαξης.
Το εργατικό κίνημα και η αντικαπιταλιστική Αριστερά πρέπει να επιδιώξουν την ισχυροποίησή τους μέσα στη ζωή σε ανειρήνευτη αντίθεση και πλήρη ανεξαρτησία με την αστική πολιτική σε όλες τις παραλλαγές της. Διεκδικήσεις για να καταργηθεί το νομικό πλαίσιο που επιτρέπει τις παρακολουθήσεις, για το κτύπημα και το ξήλωμα των χαφιέδικων μηχανισμών της ΕΥΠ και της ΕΛΑΣ, όπως και για την κατάργηση αντίστοιχα των μηχανισμών καταστολής (π.χ. ΜΑΤ, Δέλτα, ΟΠΠΙ) που στρέφονται κατά του αγωνιζόμενου λαού και νεολαίας επιδιώκουν να επιφέρουν πλήγματα στο αστικό κράτος, από τη σκοπιά της πάλης για την ανατροπή και κατάργησή του και όχι του καλλωπισμού του.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στις 3-4 Σεπτέμβρη 2022