Παναγιώτης Μαυροειδής
Το ιδιαίτερο στοιχείο της ιστορικής στιγμής είναι ότι ο καπιταλιστικός κόσμος πολώνεται σε ένα θανάσιμο ανταγωνισμό, δύο βασικών πόλων, γύρω από τους οποίους με αστάθεια, ταλαντεύσεις και παλινωδίες ωθούνται να στοιχηθούν όλα τα κράτη. Οι αιτίες είναι οικονομικές, αλλά σε τέτοιες εποχές η πολιτική αποκτά ένα (σχετικό πάντα) προβάδισμα.
Προς έναν φονικό πολεμικό διπολισμό;
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το κυρίαρχο αφήγημα ήταν πως πλέον η ανθρωπότητα θα έμπαινε σε μια ασυννέφιαστη πορεία παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, χωρίς ανταγωνιστικά μπλοκ. Ο μοναδικός «κανόνας» θα ήταν η διαρκής επέκταση της καπιταλιστικής αγοράς. Όμως αυτά τα δύο δεν πάνε μαζί: Στο πλαίσιο του καπιταλισμού, ενώ αναπτύσσεται ως «νόμος» η διεθνική δράση του κεφαλαίου (διεθνοποίηση), είναι αδύνατο να υπάρξει παγκοσμιοποίηση, με την έννοια της ισορροπίας σε πλανητική κλίμακα σε ένα σύστημα σταθερών και ισότιμων οικονομικών και πολιτικών σχέσεων μεταξύ διαφορετικών κρατών.
Αντίθετα, η καπιταλιστική διεθνοποίηση είναι συνυφασμένη με τον αδυσώπητο ανταγωνισμό, εντός πάντα ενός πλαισίου κυρίαρχης θέσης ενός ηγεμονικού κέντρου. Το τελευταίο, επιβάλει με οικονομική, πολιτική και στρατιωτική βία τους όρους του ανταγωνισμού. Αυτός ο ηγεμόνας, στο πλαίσιο πάντα ενός ευρύτερου καπιταλιστικού πλέγματος πολιτικο-στρατιωτικών οργανισμών (πχ ΝΑΤΟ) και ανάπτυξης των πολυεθνικών εταιρειών, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν και είναι οι ΗΠΑ.
Μέσα σε αυτή τη συνθήκη, ο συσχετισμός μεταβάλλεται διαρκώς, αλλά όταν φτάνουμε σε ένα σημείο όπου απειλείται η θέση του ηγεμόνα (ΗΠΑ/ΝΑΤΟ), διαμορφώνονται δυναμικές που οδηγούν σε κρίση ιστορικής διάστασης. Αν και αυτό το ιστορικό σημείο ορίζεται από την εξέλιξη βαθύτερων οικονομικών διεργασιών, τελικά η πολιτική παίρνει προβάδισμα, ενώ ο ανοιχτός πόλεμος γίνεται συχνά η συμπυκνωμένη μορφή της. Πιθανότατα είμαστε σε μια τέτοια ιστορική στιγμή. Η κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία με το δόγμα της Δύσης «ελευθερία ή απολυταρχισμός» και τον πακτωλό όπλων στο καθεστώς Ζελένσκι, μαζί και η προσάρτηση των κατεχόμενων εδαφών στη Ρωσία και η επιστράτευση που ανακοίνωσε ο Πούτιν, μάς φέρνουν πιο κοντά σε πολεμική επέκταση, ακόμη και πυρηνική.
Καπιταλιστική κρίση, τριγμοί ηγεμονίας
Υπόβαθρο της πολυδιάστατης κρίσης στο πλέγμα των καπιταλιστικών οικονομιών και στο σύστημα των σχέσεων που διαμορφώνει ο συσχετισμός μεταξύ των καπιταλιστικών κέντρων, αποτελεί η οικονομία. Υπάρχει διαρκής πτώση της καπιταλιστικής Δύσης (ΗΠΑ, ΕΕ), μετατόπιση της παραγωγής σε Ανατολή και Νότο. Αναδύονται ισχυρές οικονομίες, κάτι που συμπυκνώνεται στην ενίσχυση και διεύρυνση των BRICS, της Συνεργασίας της Σαγκάης, τη δημιουργία ή τροποποίηση του ρόλου άλλων περιφερειακών συνεργασιών (πχ Ινδοκίνα, Λατινική Αμερική). Η Ρωσία, δεν βρίσκεται στην ελεεινή θέση της εποχής Γιέλτσιν, αλλά έχει διαμορφώσει ισχυρότερη αστική τάξη δεμένη με το κράτος. Το κυρίαρχο στοιχείο ωστόσο είναι η ορμητική οικονομική άνοδος της οικονομίας της Κίνας και η τάση να κατακτήσει σύντομα τα πρωτεία με όρους και ονομαστικού ΑΕΠ.
Υπάρχουν χώρες που βρίσκονται σε υφεσιακή τροχιά, ωστόσο το σίγουρο είναι ότι η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία βρίσκεται σε μια τελματώδη στασιμότητα στηριζόμενη περισσότερο από ποτέ σε πήλινα πόδια, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη διόγκωση των εξωτερικών και εσωτερικών χρεών και τις συνεχείς παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών. Η τάση πτώσης των κερδών για το 2022 και 2023, οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και η άνοδος του πληθωρισμού, διαμορφώνουν το έδαφος για μια βαθιά κρίση.
Η ορμή με την οποία βγήκε στο προσκήνιο το 2021 η ενεργειακή κρίση και ο παροξυσμός της μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ακόμη και σε χώρες που δε σχετίζονται με τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, προδίδει ασταθείς ισορροπίες. Όλες οι αντιθέσεις του καπιταλισμού, συμπυκνώνονται σε απρόβλεπτες καταστάσεις για τις συνθήκες ζωής και την ίδια την επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων με πρώτο θέμα την ακρίβεια. Τα τρομακτικά προβλήματα επιβίωσης, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και οι καταλυτικές συνέπειες του πολέμου, σφραγίζουν την περίοδο και βρίσκονται στη βάση της σοβούσας πολιτικής κρίσης των αστικών πολιτικών συστημάτων.
Οι ΗΠΑ επισπεύδουν πολεμικές αναμετρήσεις ή πιέσεις σε μια προσπάθεια να διακόψουν την τάση απώλειας της «ιδιοκτησίας» του κόσμου και να αναδιοργανώσουν συμμαχίες εντός του ΝΑΤΟ. Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, μακράν από το να αποτελούν απλή «τιμωρία» για την εισβολή στην Ουκρανία, συνιστούν ένα μεγάλο οικονομικό πόλεμο σε βάρος της Ρωσίας και στον ορίζοντα κατά της Κίνας. Η αναμέτρηση για το θέμα της Ταϊβάν έχει οικονομική, στρατηγική διάσταση, καθώς με αυτήν μπαίνει «στο κάδρο» του κακού η Κίνα. Έχει τη σημασία του ότι το 75% των ημιαγωγών παράγεται στο νησί της Ταϊβάν.
Στην «απέναντι» πλευρά αναδύεται ένας ετερόμορφος πόλος κρατών και οικονομιών (Κίνα, Ρωσία, BRICS κ.λπ.) εκτός του κύκλου της ΕΕ και της Βόρειας Αμερικής. Σηκώνει τη σημαία της «πολυπολικότητας». Αυτό που καθορίζει τη δυναμική στο εσωτερικό αυτού του μπλοκ, είναι η άνοδος νέων καπιταλιστικών κέντρων που ζητούν το «μερίδιό» τους, στηριζόμενα στα δικά τους πλεονεκτήματα.
Στο πλαίσιο αυτό ένα σχήμα που βλέπει τον καπιταλιστικό κόσμο ως ένα πεδίο όπου απλά όλοι ανταγωνίζονται όλους, συνεισφέρει ίσως στο να καταδεικνύει την κοινή εκμεταλλευτική βάση όλων των καπιταλιστικών κέντρων και κρατών, χάνει όμως ουσιώδεις πλευρές των εξελίξεων. Το ιδιαίτερο στοιχείο της ιστορικής στιγμής είναι ότι ο καπιταλιστικός κόσμος πολώνεται σε ένα θανάσιμο ανταγωνισμό, δύο βασικών πόλων, γύρω από τους οποίους με αστάθεια, ταλαντεύσεις και παλινωδίες ωθούνται να στοιχηθούν όλα τα κράτη. Η πολιτική, αποκτά προβάδισμα (πάντα σχετικό), έναντι και αυτών των οικονομικών συμφερόντων, ακόμη και πανίσχυρων καπιταλιστικών κρατών όπως η Γερμανία, που δεν αρέσκονται ποτέ ιστορικά να ακολουθούν άλλους ή και μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών. Παρόμοιες διπολικές πολώσεις είχαμε μόνο πριν τους δύο μεγάλους παγκόσμιους πολέμους.
Οι λαοί δεν χρειάζονται επικυρίαρχους. Το ζητούμενο σήμερα είναι η συγκρότηση του «στρατοπέδου» που θα μιλήσει για «ψωμί, δουλειά, δημοκρατία, ειρήνη, διεθνή αλληλεγγύη των εργατών και των λαών» και θα αντιπαρατεθεί στη θυσία για καπιταλιστικά κέρδη.
Πριν από όλα είναι οι ΗΠΑ που βιάζονται και εκβιάζουν τις εξελίξεις για την διαμόρφωση αυτών των μπλοκ. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που συνεχίζεται με όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή των δυνάμεων του ΝΑΤΟ (και της Ελλάδας) και υπαρκτό τον κίνδυνο γενικότερης ανάφλεξης, παρόξυνε αυτή την αντιπαράθεση, την συμπύκνωσε εμφατικά, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν η αφετηρία της. Παρότι η Ρωσία άναψε το φυτίλι, τα σχετικά εκρηκτικά είχαν στηθεί από ΗΠΑ και άλλους (με συνεισφορά και της υποχείριας κυβέρνησης Ζελένσκι), όχι απλά από το 2014, αλλά σταδιακά από το 1991. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί ένα πεδίο του ευρύτερου πολέμου μεταξύ των καπιταλιστικών κέντρων με ισχυρό διακύβευμα τους ενεργειακούς και άλλους πόρους της ανατολικής Ουκρανίας, αλλά και την ενέργεια στην Ευρώπη γενικά. Μαζί με την επίδειξη ισχύος αποτελεί εργαλείο συγκρότησης συμμαχιών. Η Ρωσία επενδύει στην εκδήλωση κοινωνικής αναταραχής στη Δύση αξιοποιώντας το όπλο της ενέργειας. Η Κίνα, η οποία θα «προτιμούσε» να μείνει αδιατάρακτη η τάση οικονομικής ανόδου της χωρίς τους κινδύνους στους οποίους θέτει στις εφοδιαστικές αλυσίδες της ο πόλεμος στην Ουκρανία, κρατάει προσεκτική στάση, ωστόσο οι εξελίξεις, μαζί και η αμερικανική πρωτοβουλία στο θέμα της Ταϊβάν, την ωθούν σε μια επίσπευση της βαθύτερης συμμαχίας με τη Ρωσία σε οικονομικό και στρατιωτικό πεδίο.
Οι λαοί όμως δεν χρειάζονται επικυρίαρχους. Το ζητούμενο σήμερα είναι η συγκρότηση του «στρατοπέδου» που θα μιλήσει για «ψωμί, δουλειά, δημοκρατία, ειρήνη, διεθνή αλληλεγγύη των εργατών και των λαών» και θα αντιπαρατεθεί στη θυσία για καπιταλιστικά κέρδη, τις πολεμικές δαπάνες, την εθνικιστική τύφλωση και φανατισμό, τη μετατροπή των νέων σε κρέας για τα κανόνια του πολέμου.
Σε αυτές τις συνθήκες, το κρίσιμο καθήκον για την αντικαπιταλιστική κομμουνιστική αριστερά είναι να συμβάλλει στην ενίσχυση ρεύματος πολιτικής ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική και τα καπιταλιστικά μπλοκ.
Ειδικότερα στην Ελλάδα, αυτό δεν κρίνεται στη γενικόλογη δίδυμη καταδίκη, αλλά στην ανάπτυξη πολιτικής και κινηματικής δράσης ώστε το λαϊκό κίνημα να μπορεί να ακυρώσει τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο, καθώς και την αξιοποίησή του ελληνικού εδάφους μέσω του ΝΑΤΟ, που μας καθιστά στόχο της Ρωσίας.
Επομένως, το ζητούμενο είναι η μάχη για έξοδο από το ΝΑΤΟ, έξοδο της Ελλάδας από τον πόλεμο και απομάκρυνση των βάσεων, αλλά και η ανάδειξη σε πρώτη γραμμή της ανάγκης εξόδου από ΕΕ, καθώς αυτή έχει επιλέξει να γίνει συμπολεμιστής και πελάτης των ΗΠΑ, καταδικάζοντας τους λαούς στην ενεργειακή και γενικότερη φτώχεια. Στην ειδικότερη και πιο άμεση πλευρά του πολεμικού κινδύνου, Λυδία Λίθο για την αριστερά είναι η στάση απέναντι στον (άδικο και αντιδραστικό και από τις δύο πλευρές) ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό, με θέσεις ακύρωσης των εξοπλιστικών προγραμμάτων, εξόδου της Ελλάδας από συμμαχίες πολέμου, ματαίωσης των τυχοδιωκτικών σχεδίων για εξορύξεις στις διεθνείς θάλασσες (ΑΟΖ) στο όνομα των «κυριαρχικών δικαιωμάτων».
Με τους λαούς ή με το «δίκιο» των αστικών τάξεων;
Η απάντηση στην τυραννική ηγεμονία των ΗΠΑ δεν είναι η Ρωσία ή η Κίνα, αλλά η επαναστατική απειλή
Η πολεμική αναμέτρηση στην Ουκρανία δεν έχει σχέση με κάποιας μορφής δίκαιο, επαναστατικό, εργατικό ή εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο. Η Ρωσία δεν είναι έναντι των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ μια αδύναμη χώρα-θύμα του ιμπεριαλισμού, όπως το Ιράκ ή η Γιουγκοσλαβία. Αντίθετα είναι μια πυρηνική υπερδύναμη, με τους δικούς της επιθετικούς σχεδιασμούς, ισχυρές συμμαχίες και φιλοδοξίες, η οποία μάλιστα αναπτύσσει, για να δικαιολογήσει τον κατακτητικό της πόλεμο, ακραία σοβινιστική, μιλιταριστική ρητορική με το δόγμα του «ενιαίου Ρωσικού κόσμου». Η απάντηση στην τυραννική ηγεμονία των ΗΠΑ δεν είναι η Ρωσία ή η Κίνα, αλλά η επαναστατική απειλή από την αντιπολεμική αντιϊμπεριαλιστική δράση που πρέπει να αναπτυχθεί. Η Ουκρανία, την επαύριον της ρωσικής εισβολής, είναι περισσότερο από ποτέ γαλβανισμένη ακραία εθνικιστικά, ΝΑΤΟϊκά πρόθυμη χωρίς όρους και στρατιωτικοποιημένη.
Οι κομμουνιστές οφείλουν να είναι ρητά κατά των ιμπεριαλιστικών πολέμων, αρνούμενοι τη λογική του «δίκιου» με όρους εμπόλεμων ισχυρών καπιταλιστικών κρατών. Η πολιτική ουράς ρευμάτων του εργατικού σοσιαλιστικού κινήματος πίσω από τις πολεμικές ιαχές των αστικών κυβερνήσεων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο όνομα του «δίκιου» της χώρας τους και του «άδικου» της αντίπαλης, διέλυσε την επαναστατική σοσιαλδημοκρατία. Ταυτόχρονα όμως η ανάδυση του διεθνιστικού κομμουνιστικού ρεύματος, οδήγησε στη νικηφόρα εργατική Ρωσική Επανάσταση, αλλά και γενικά στην άνοδο και πολιτική ανεξαρτησία του εργατικού κινήματος. Ακόμη και στο μακελειό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όπου η ΕΣΣΔ βρέθηκε στον ένα πόλο ενός πολέμου, που είχε από τη μεριά των λαών αντιφασιστικό χαρακτήρα, η αγνόηση του συνολικού χαρακτήρα του και κυρίως του ρόλου των αστικών τάξεων των «σύμμαχων» χωρών, οδήγησε σε ήττες του κομμουνιστικού κινήματος.
Οι κομμουνιστές πρωτοστατούν στον αγώνα για την ειρήνη, αλλά δεν περιορίζονται σε ένα άσφαιρο ειρηνισμό. Συνδέουν την αντιπολεμική δράση με την αντικαπιταλιστική πάλη, την ανατροπή των αστικών κυβερνήσεων και τη διεθνιστική κομμουνιστική στρατηγική.
Κομμουνισμός: Χειραφέτηση, ειρήνη και δημοκρατία
Κατά την «Ειρηνευτική Συνδιάσκεψη» (1919) μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η αντιπροσωπεία της ηττημένης Ουγγαρίας ζητούσε έλεος από τους νικητές, εκλιπαρώντας να μην αφοπλιστεί πλήρως, αλλά να διατηρήσει τουλάχιστον τα πυροβόλα της. Το βασικό επιχείρημα ήταν η βραχύβια εργατική σοσιαλιστική επανάσταση στη χώρα την ίδια χρονιά. Το αίτημα αντιμετωπίστηκε θετικά. Το παράδειγμα είναι αρκετό για να καταδείξει τι ένοχα ενώνει τις αστικές τάξεις του ενός ή του άλλου μπλοκ και τι θανάσιμα τους χωρίζει από τις ανάγκες των εργατών σε όλες τις χώρες.
Αυτό δεν αφορά μόνο τον στρατιωτικό πόλεμο ως μορφή πολιτικής. Ο γερμανός καγκελάριος Σολτς, δήλωσε πρόσφατα ότι το δίλημμα είναι «απολυταρχία ή δημοκρατία». Υποτίθεται ότι η συλλογική Δύση της διορισμένων Λαγκάρντ του ΔΝΤ, Φον ντερ Λάιεν της ΕΕ και Στόλτενμπεργκ του ΝΑΤΟ με τις δεκάδες εισβολές και βομβαρδισμούς όπου γης, μαζί και η ΕΚΤ και όλοι οι μηχανισμοί της ΕΕ που αποφασίζουν δικτατορικά να επιβάλλουν αντεργατικές πολιτικές, πολεμικές δαπάνες σε όλες τις χώρες και να πνίγουν τους πρόσφυγες στη Μεσόγειο, εκπροσωπούν τη …δημοκρατία. Στην «αντίπερα» όχθη η δήλωση αντιμετωπίστηκε από ρωσικά και κινεζικά κρατικά μέσα, μάλλον με ικανοποίηση αντιγυρίζοντας: «Και ποια προβλήματα αλήθεια έχει λύσει η δημοκρατία σας και σε τι χρησιμεύει;».
Οι εργαζόμενοι όμως, μαζί με την απόρριψη των πολέμων του κεφαλαίου και της υποκρισίας της αστικής δημοκρατίας, δεν απεμπολούν δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες. Αντίθετα μάχονται για την ολοκλήρωσή τους με κατάργηση εκμετάλλευσης και καταπίεσης κάθε μορφής ολοκληρωτικού καπιταλισμού, νεοφιλελεύθερης, «ασιατικού τύπου» ή άλλου, σε ένα διεθνιστικό κομμουνιστικό πλαίσιο.