Γιώργος Παυλόπουλος
Ήταν αναμενόμενο, με βάση τις δημοσκοπήσεις, αλλά μετά τις εκλογές της Κυριακής είναι πλέον γεγονός. Η «αναβαπτισμένη» ακροδεξιά Τζόρτζια Μελόνι, πολιτική διάδοχος του ιταλικού νεοφασισμού, του Τζόρτζιο Αλικάντε και του Τζανφράνκο Φίνι, θα είναι – πλην μεγάλης έκπληξης – η επόμενη πρωθυπουργός της τρίτης μεγαλύτερης χώρας της ΕΕ.
Η ίδια, μάλιστα, έχει κάθε δικαίωμα να προβάλλει ως ατού το γεγονός ότι θα είναι η πρώτη εδώ και πολύ καιρό εκλεγμένη επικεφαλής κυβέρνησης, σε αντίθεση με τον πρώην διοικητή της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, αλλά και πολλούς ακόμη προκατόχους της. Έτσι, παρά το ότι η συμμετοχή σημείωσε αρνητικό ρεκόρ, κάτι που σημαίνει ότι πολλοί Ιταλοί επέλεξαν να εκφράσουν τη δυσαρέσκεια και τη διαμαρτυρία τους μη συμμετέχοντας στη διαδικασία, το πολιτικό μήνυμα είναι σαφές.
Η κορυφή του παγόβουνου
Η αλήθεια δε είναι ότι η περίπτωσή της κάθε άλλο παρά εξαίρεση αποτελεί στην Ευρώπη. Είναι, πολύ περισσότερο, η κορυφή ενός παγόβουνου που ολοένα μεγαλώνει και αποκτά απειλητικές διαστάσεις. Όχι τόσο για το αστικό σύστημα εξουσίας όσο για τους λαούς της Ευρώπης.
Άλλωστε, ουδείς μπορεί και πρέπει να προσπερνά το γεγονός ότι αυτός που της άνοιξε την πόρτα είναι ο νυν εταίρος της. Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ένας άνθρωπος, δηλαδή, που ανήκει στην ελίτ των Ιταλών και Ευρωπαίων καπιταλιστών και επιχείρησε – με αρκετή επιτυχία είναι αλήθεια – να ασκήσει απευθείας και χωρίς «διαμεσολαβητές» την πολιτική εξουσία. Ενώ παράλληλα, το κόμμα του, η Φόρτσα Ιτάλια, είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Επιπλέον, η Μελόνι έχει φροντίσει να διαμηνύσει σε όλους τους τόνους και προς όλες τις κατευθύνσεις ότι είναι «δημοσιονομικά υπεύθυνη» και δεν πρόκειται να ακολουθήσει τη λογική «δώστα όλα». Παράλληλα, έχει δώσει όρκους πίστης στην ΕΕ, το ΝΑΤΟ και το στρατόπεδο της «Δύσης», επιλέγοντας ξεκάθαρα πλευρά στον σκληρό και αδυσώπητο διεθνή ανταγωνισμό.
«Πρώτα η Ιταλία»
Σημαίνει αυτό, άραγε, ότι η εκλογή της δεν συνιστά κανενός είδους τομή σε σύγκριση με τις «κανονικές» κυβερνήσεις; Και ότι, κατά συνέπεια, δεν έχει καμία σημασία εάν στην προεδρία της Γαλλίας βρίσκεται η Λεπέν (που στον δεύτερο γύρο των πρόσφατων εκλογών έλαβε 41%) ή ο Μακρόν;
Κάθε άλλο. Μόνο που, σε αντίθεση με ό,τι ισχυρίζονται οι κονδυλοφόροι και αναλυτές, αυτό που στην πραγματικότητα άλλαξε και φέρνει την Ακροδεξιά στην εξουσία (ή κοντά της) είναι, κυρίως, η μετατόπιση του αστικού συστήματος προς τις δικές τους θέσεις και όχι το αντίστροφο. Η ακραία αντιδραστική πολιτική της ΕΕ και των κυβερνήσεων των «27» απέναντι στους πρόσφυγες και μετανάστες αποτελεί μια αδιάψευστη απόδειξη – αλλά όχι τη μοναδική.
Πέραν αυτού, το σύνθημα της Μελόνι «Πρώτα η Ιταλία» δεν αποτελεί εφεύρημά της. Είναι, πλέον, ένα από τα συνήθη μότο όλων των επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων, σε Δύση και Ανατολή. Του Τραμπ, του Μπάιντεν και του Μακρόν, της Τρας του Πούτιν, του Σι και του Μόντι. Είναι ένα σύνθημα που αποτυπώνει την ένταση των ανταγωνισμών ανάμεσα στις διάφορες μερίδες του κεφαλαίου και τα καπιταλιστικά εθνικά κράτη (ακόμη και εντός της ΕΕ), που σφραγίζουν μια ολόκληρη εποχή και οδηγούν σε τραγωδίες και πολέμους.
Ποιος άλλαξε, αλήθεια;
Ναι, θα ρωτήσει κανείς, αλλά η Ακροδεξιά δεν άλλαξε καθόλου για να καταφέρει να ανοίξει την πόρτα που οδηγεί στα σαλόνια της εξουσίας; Προφανώς και άλλαξε, καθώς η εποχή μας δεν είναι – παρά τις ομοιότητες – ίδια με εκείνη του Μεσοπολέμου, όταν μεσουράνησαν ο Μουσολίνι, ο Χίτλερ και ο Φράνκο.
Πέρα από όλα τα άλλα, ωστόσο, οφείλουμε να διαπιστώσουμε πως ειδικά η Μελόνι έκανε και κάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει πολύτιμο «μάθημα» για την ανύπαρκτη και θλιβερή Αριστερά της ευρωλαγνείας και του κυβερνητισμού: Ακολούθησε μια – φαινομενικά, έστω – ανεξάρτητη πορεία, προβάλλοντας με εμμονή τη γραμμή της και μένοντας εκτός της κυβέρνησης «εθνικής ενότητας». Έτσι, κατοχυρώθηκε στα μάτια και τις συνειδήσεις των Ιταλών – προσωρινά, έστω – ως μία αντισυστημική δύναμη, που έχει να προσφέρει μια πραγματικά εναλλακτική λύση.
Αλλά πού να το καταλάβουν αυτό κάποιοι;