Μιχάλης Ρίζος
▸ Οι όροι ενός αγωνιστικού ξεσηκωμού με ενιαία και αντικαπιταλιστικά πολιτικά χαρακτηριστικά
Εχουμε μπει σε αλλαγή φάσης. Ο λαϊκός παράγοντας φαίνεται να αφυπνίζεται, οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις πληθαίνουν και ευρύτερες μάζες εργαζομένων πλασάρονται στην αφετηρία μιας νέας αναμέτρησης με τους εκμεταλλευτές τους, πιο δύσκολης από τις πλατείες, μα ταυτόχρονα πιο ζωτικής και αναγκαίας. Η προσδοκία ενός επενδυτικού μπουμ από τα πανίσχυρα διεθνοποιημένα κεφάλαια που θα αφήναν «ένα κομμάτι ψωμί» στη χειμαζόμενη από τις πληγές των μνημονίων εργατική τάξη καταρρέει, μπροστά στις πολλαπλές κρίσεις (πόλεμοι, πανδημίες, περιβαλλοντική καταστροφή, προσφυγιά) που δημιουργεί η ίδια αυτή επενδυτική υπερανάπτυξη και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, με τη νέα φτώχεια και τους ανταγωνισμούς που συνεπάγεται. Η ζωή του εργαζόμενου μετατρέπεται σε σισύφειο βασανιστήριο, καθώς βγαίνει από το ένα μνημόνιο για να μπει σε άλλα δύο. Σε αυτά έρχεται να προστεθεί ο «σκληρός χειμώνας του ’42», όπως αποκαλούν χαιρέκακα οι Αδώνηδες, οι Μακρόν και όλες οι σύγχρονες Μαρίες Αντουανέτες το νέο αντεργατικό σφαγείο που προετοίμασαν οι κυβερνήσεις τους, μαζί με την ΕΕ, τα χρηματιστήρια ενέργειας, τους ιδιωτικούς κολοσσούς.
Για την αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική αριστερά, τις δυνάμεις της ταξικής χειραφέτησης, το θέμα βέβαια δεν είναι να περιμένει στη γωνία μια σύγκρουση που μοιάζει αναπόφευκτη. Αλλά να προετοιμάζει τους όρους ενός αγωνιστικού ξεσηκωμού με ενιαία και αντικαπιταλιστικά πολιτικά χαρακτηριστικά, που θα του δώσουν νικηφόρα προοπτική ώστε να μην χαρίζει την εξεγερτική του πνοή σε κάλπικες πολιτικές υποσχέσεις και αναμονές «αριστερών», προοδευτικών ή αντιμητσοτακικών κυβερνητικών λύσεων. Ποιοι είναι οι βασικοί δρόμοι συγκρότησης από σήμερα ενός τέτοιου ρεύματος ταξικής αντεπίθεσης;
– Η αναμέτρηση με τη λογική της «ανακούφισης», των επιδομάτων, των fuel pass και των voucher. Ο εργαζόμενος δεν είναι ζητιάνος, είναι ο παραγωγός του πλούτου. Η εργατική τάξη δεν είναι κατακερματισμένο άθροισμα «ευάλωτων ομάδων» και «ακραία φτωχών» που διεκδικεί ψίχουλα, αλλά η δύναμη που μπορεί να αλλάξει επαναστατικά τον κόσμο, να σπάσει τα δεσμά της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Η διαπραγμάτευση των όρων εξαθλίωσης μας δεν μπορεί να είναι πλέον το μέτρο των διεκδικήσεων και των αγώνων. Αυτή η αντίληψη υποταγής, που έφτασε στο απόγειο της με τον ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίζεται με τη ΝΔ, πρέπει να συντριβεί.
– Η συνεχής και στρατηγική στόχευση απέναντι στην εργοδοσία και τους βασικούς πυλώνες που τη συγκροτούν, οικονομικά και κοινωνικά. Δεν μπορεί να προσαρμόζεις τη διεκδίκηση πχ του μισθού ανεξάρτητα από τα κέρδη. Και να μιλάς για 750 ευρώ (ΝΔ), 800 ευρώ (ΣΥΡΙΖΑ), 825 ευρώ (ΠΑΜΕ) μεικτά για κατώτερο μισθό, όταν η κερδοφορία σχεδόν σε όλους τους κλάδους τρέχει με 200 και 300%. Για το κίνημα εργατικής χειραφέτησης ο μισθός ορίζεται ως προς τα κέρδη (βαθμός εκμετάλλευσης) και τις ανάγκες για αξιοβίωτη ζωή και όχι ως προς τον πληθωρισμό, τις δημοσιονομικές αντοχές, τις ανάγκες του προϋπολογισμού, το ύψος του προ της κρίσης και όλα αυτά που διατυμπανίζει η αστική πολιτική και ο υποταγμένος συνδικαλισμός. Ούτε μπορείς να μιλάς στα σοβαρά για μάχη κατά της ακρίβειας, ειδικά στο ρεύμα και τα καύσιμα, αν στα αιτήματα δεν προσθέτεις την εθνικοποίηση των ενεργειακών ομίλων με εργατικό έλεγχο, την κατάργηση του χρηματιστήριου ενέργειας και την ανατροπή των ιδιωτικοποιήσεων, δεν στοχεύεις δηλαδή στην ιδιοκτησία του κεφαλαίου.
– Η αναβαθμισμένη αντιπαράθεση με την πολεμική προετοιμασία του ελληνικού καπιταλισμού. Οι εξωφρενικές πολεμικές δαπάνες, η πλήρης ΝΑΤΟποίηση της χώρας, ο εντεινόμενος εθνικισμός και η συνεχής ανάδειξη από το σύστημα του «εξωτερικού κινδύνου», εν μέσω κλιμάκωσης της Ρωσοδυτικής σύρραξης, δεν μπορούν να αφήνουν αδιάφορο το μαχόμενο εργατικό κίνημα. Ο αγώνας για την αποτροπή του πολέμου, την ειρήνη, την απεμπλοκή της χώρας από τα ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα, η έξοδος από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, τώρα πρέπει να τεθούν πιο δυναμικά.
– Η μάχη απέναντι στο σύγχρονο αστικό κράτος. Το οποίο όχι μόνο έχει μετατραπεί σε… «κράτος πρόνοιας» για τους πλούσιους (δισεκατομμύρια κάθε χρόνο και πληθώρα νόμων και κινήτρων δίνονται για την ενίσχυση τους) αλλά και σε καθεστώς διαρκούς «έκτακτης ανάγκης» με ισχυροποίηση συνολικά του κατασταλτικού του μηχανισμού (αστυνομοκρατία, δικαστικός ολοκληρωτισμός, χαφιέδικοι μηχανισμοί, περιορισμός εκλογικού δικαιώματος, αντισυνδικαλιστική δράση, περιορισμός βασικών ελευθεριών). Η μεθοδική καλλιέργεια ενός περιβάλλοντος εξωγενών κινδύνων, απρόβλεπτων απειλών και ιδιότυπης κοινωνικής επιστράτευσης, όπου οι διαμαρτυρίες θα είναι ημιπαράνομες, οι εργαζόμενοι και η νεολαία στο, γύψο, δεν οφείλονται μόνο στον Μητσοτάκη ή τον Μπακογιάννη, αλλά είναι ανάγκη και στρατηγική επιλογή του συστήματος για να προωθήσει και θωρακίσει τις βίαιες αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις του.
Σταθερότητα της πολιτικής τους σημαίνει «αίμα και δάκρυα» για τον εργαζόμενο
– Πριν από όλα όμως η αντικαπιταλιστική αριστερά και οι ταξικές δυνάμεις του κινήματος πρέπει να σηκώσουν ξεκάθαρα το γάντι απέναντι στην κυβέρνηση και τις δυνάμεις της συναίνεσης. Απέναντι στην τρομοκρατία της σταθερότητας και της κυβερνησιμότητας. Σταθερότητα σημαίνει «αίμα και δάκρυα» για τον εργαζόμενο. Οι τοποθετήσεις στη ΔΕΘ ήταν χαρακτηριστικές. Μητσοτάκης και Τσίπρας υποσχέθηκαν το ίδιο ακριβώς ποσό 5,5 δισ. για ψίχουλα στο λαό (κοστολογημένο πάντα, sic), δηλ. 500 ευρώ στον κάθε εργαζόμενο και νεολαίο ή 1,5 ευρώ την ημέρα, αν και όταν δοθούν. Υποσχέθηκαν περισσότερο ΝΑΤΟ, Δύση, ΕΕ, ασφάλεια, στρατό και αστυνομία. Περισσότερα κίνητρα για ιδιωτικοποιήσεις και επενδύσεις. Από κοντά και ο Ανδρουλάκης. Ούτε συνεννοημένοι να ήταν. Η αναγκαία «αποσταθεροποιητική» παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα συμπυκνώνεται στο σύνθημα «ξεσηκωμός τώρα για την ανατροπή της κυβέρνησης, του μπλοκ της συναίνεσης, συνολικά της αντιλαϊκής πολιτικής, των συμφώνων και των νόμων της». Οποιαδήποτε ολιγωρία ή αναμονή εκλογικών λύσεων θα είναι καταστροφική. Το κίνημα πρέπει να επιβάλλει ανατροπή υπέρ του λαού και της νεολαίας, όχι κυβερνητική αλλαγή διαχειριστή ή καλύτερο κοινοβουλευτικό πλασάρισμα.
Με αυτούς τους άξονες πάμε να δώσουμε τις απεργιακές μάχες της επόμενης μέρας, τη γενική απεργία της 9 Νοέμβρη και όχι μόνο. Δεν αρκεί όμως μόνο η ζύμωση και ο ακολουθητισμός σε αγωνιστικό πρόγραμμα χαμηλών απαιτήσεων. Οι μαχόμενες δυνάμεις, τα σωματεία, οι επιτροπές αγώνα, οι αποφάσεις των συνελεύσεων πρέπει να ενοποιηθούν σε μια μεγάλη συσπείρωση-συνέλευση αγώνα, αντιπροσωπευτική των πιο ριζοσπαστικών δυνάμεων του μαζικού κινήματος. Με στόχο την αυτοτελή συγκρότηση και εμφάνιση ενός σχεδίου, σε περιεχόμενο και μορφή, νικηφόρου αγώνα ανεξάρτητο από τις όποιες συνδικαλιστικές ή πολιτικές πιέσεις και υποχωρήσεις των δυνάμεων της υποταγής και της συναίνεσης.