Επιμέλεια: Βασίλης Μπρούμας
Σύμφωνα με τον Ευτύχη Μπιτσάκη, στον «αιώνα των επιστημών» οι πόλεμοι γίνονται πλέον με τη χρήση επιστημονικών επιτευγμάτων. Μπορεί η ευθύνη να ανήκει, σε τελευταία ανάλυση, στους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς, όμως υπάρχει και η ευθύνη των επιστημόνων, η οποία είναι έμμεση αλλά υπαρκτή.
Πριν λίγο καιρό πληροφορηθήκαμε ότι τέσσερα ελληνικά κέντρα έρευνας θα συμμετέχουν σε πρόγραμμα του ΝΑΤΟ. Τι καλό, αισιόδοξο κι ελπιδοφόρο μπορεί να υπόσχεται κάτι τέτοιο; Για μια ακόμη φορά, τίθεται το πρόβλημα του ρόλου και της ηθικής ευθύνης των επιστημόνων στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία.
Ο Ευτύχης Μπιτσάκης στο συνολικό έργο του, με συχνή αναφορά στα τραγικά ιστορικά γεγονότα του τέλους του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με τον βομβαρδισμό της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, και στα πιο σύγχρονα, με τους βομβαρδισμούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας και του Ιράκ, αλλά και με αφορμή τους κινδύνους από τις σύγχρονες εξελίξεις στην επιστήμη (πυρηνική φυσική, βιολογία, βιοτεχνολογία, χημεία, γενετική κ.λπ.), έχει πολλές φορές επισημάνει την ανάγκη κοινωνικού ελέγχου στις επιστημονικές έρευνες και την ανάπτυξη της συνείδησης ότι ζούμε σε έναν πεπερασμένο και εύθραυστο πλανήτη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Σήμερα κυριαρχεί ο πολεμικός καπιταλισμός, λέει ο Ευτύχης Μπιτσάκης, μέσα από το βιβλίο του Οι θύελλες της προόδου και μιλώντας εξ αφορμής αυτού. Η γη κατοικείται από ανθρώπινα όντα κατά βάση ξένα, αλλά και εχθρικά μεταξύ τους. Σήμερα: αποξένωση, αλλοτρίωση, πόλεμος όλων εναντίον όλων. Στον καπιταλισμό κυριαρχεί η γενικευμένη εμπορευματική παραγωγή. Εμπόρευμα: σήμα κατατεθέν του καπιταλισμού. Σήμα ανεξίτηλο στην αιματοβαμμένη σημαία του. Ο καπιταλισμός αναπτύχθηκε με τον ξεριζωμό των αγροτικών πληθυσμών, με τους αποικιοκρατικούς πολέμους, με τη σφαγή, την εξόντωση των ιθαγενών πληθυσμών και με τη λεηλασία του πλούτου τους. Με τους αδιάκοπους πολέμους και την αλληλοσφαγή των λαών της Ευρώπης, και, φυσικά, με την εκμετάλλευση του νεότερου προλεταριάτου.
Οι επιστήμονες-ερευνητές είναι όλο και λιγότερο ελεύθεροι απ’ ό,τι παλαιότερα, στην περίοδο που κυριαρχούσε η ατομική έρευνα. Η επιστήμη συνδέεται όλο και πιο οργανικά, όχι μόνο με τη βιομηχανική παραγωγή και με τους πολέμους, αλλά και με τη γεωργική παραγωγή, είτε προς το καλύτερο, είτε προς το χειρότερο. Δεν είναι μόνο οι εργάτες που αποξενώνονται από το προϊόν της εργασίας τους. Το προϊόν της επιστήμης, κατά κανόνα, αποξενώνεται από τον δημιουργό του. Αξιοποιείται προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο από το κράτος, τη βιομηχανία, τις επιχειρήσεις, ως εμπόρευμα. Ακραίες περιπτώσεις, η χρησιμοποίηση της πυρηνικής ενέργειας για τον πόλεμο, η καταστροφική για το μέλλον χρησιμοποίηση των γεωργικών φαρμάκων, οι πρόοδοι της γενετικής για την παραγωγή μεταλλαγμένων, της χημείας για δημιουργία ουσιών για πολεμική χρήση κ.λπ.
Στον «αιώνα των επιστημών», οι πόλεμοι γίνονται πλέον με τη χρήση επιστημονικών επιτευγμάτων (όπλα, μηχανήματα, χημικά, βιολογικά και πυρηνικά όπλα). Η ευθύνη ανήκει, σε τελευταία ανάλυση, στους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς. Η ευθύνη των επιστημόνων είναι έμμεση, αλλά υπαρκτή. Επιστήμονες όπως ο Αϊνστάιν, ο Ράσελ, ο Ζολιό Κιουρί, ο Μπέρναλ και πολλοί άλλοι, αγωνίστηκαν για την κατάργηση των πυρηνικών και για την ανθρωπιστική αξιοποίηση των δυνατοτήτων της επιστημονικής έρευνας. Ο μη κομμουνιστής Ράσελ είχε δηλώσει κάποτε ότι προτιμά να γίνει «κόκκινος», παρά να ψηθεί από κάποια πυρηνική βόμβα.
Το μεταπολεμικό κίνημα της ειρήνης ήταν ένα ευρύ, παγκόσμιο κίνημα, στο οποίο μετείχαν, εκτός από κομμουνιστές, ανθρωπιστές, ειρηνόφιλοι, θρησκευόμενοι, επιστήμονες, καλλιτέχνες και γενικότερα προοδευτικοί πολίτες. Όμως για το ευρύ κοινό, στο κίνημα αυτό τον βασικό ρόλο τον έπαιξαν οι αριστεροί και οι κομμουνιστές και επίσης το κίνημα αυτό υποστηρίχθηκε από τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Το κίνημα της ειρήνης δεν ήταν στενά πολιτικό. Όμως, γενικά, επικρατούσε μια διάχυτη αντίληψη ότι το πρόβλημα του τέλους του πολέμου και της κοινωνικής ευημερίας θα λυθεί μόνο στα πλαίσια της παγκόσμιας σοσιαλιστικής κοινότητας. Το κίνημα αυτό χαρακτηριζόταν από μια συνολική αισιοδοξία. Όπως γράφει ο γνωστός Γάλλος χριστιανοπερσοναλιστής, Ζαν Λακρουά, οι μαρξιστές χαρακτηρίζονται από μια έλλογη αισιοδοξία, αγωνιζόμενοι για μια κοινωνία, όπου ο άνθρωπος θα είναι προς άνθρωπο φίλος.
Με βάση τις σημερινές επιστήμες του ανθρώπου, δεν υπάρχει ανθρωπολογικό εμπόδιο για μια κοινωνία ειρήνης
Σήμερα, παρ’ όλα όσα, το κίνημα της ειρήνης περνά μια περίοδο παρακμής. Το σοσιαλιστικό στρατόπεδο έχει καταρρεύσει σχεδόν συνολικά. Οι προοπτικές για μια κοινωνία ειρήνης και αλληλεγγύης φαίνονται ουτοπικές. Γενικά, περνάμε μια περίοδο κυριαρχίας του πολεμικού καπιταλισμού. Όμως η μαρξιστική θεωρία μπορεί να εξηγήσει την πρακτική αποτυχία, με βάση τις αντικειμενικές συνθήκες, τις ανεπάρκειες και τις στρεβλώσεις της επαναστατικής πρωτοπορίας και μπορεί να θεμελιώσει την αισιοδοξία της. Κι ακόμα, με βάση τις σημερινές επιστήμες του ανθρώπου, δεν υπάρχει ανθρωπολογικό εμπόδιο για μια κοινωνία ειρήνης, κοινής προσπάθειας και αλληλεγγύης. Συνεπώς, η έλλογη αισιοδοξία των μαρξιστών, έχει επιστημονικό θεμέλιο.