Γιώτα Ιωαννίδου
Υπάρχουν αυτοί που κοιτούν τον μαυρισμένο ορίζοντα, αναζητώντας ελπίδα σε ένα πευκάκι που έμεινε όρθιο και αυτοί που πάνω στα καμένα ξεδίπλωσαν ήδη τα σχέδια επενδύσεων της «πράσινης ανάπτυξης» και της μεγάλης πολιτικής εξαπάτησης.
Δυστυχώς από φωτιά και από θάνατο κι όχι από όνειρα γελαστά και πάθος καλοκαιρινών προσδοκιών… Στους καπνούς των καμένων αλλά και στην αγωνία των νέων πυρκαγιών, περισσεύει η πηγαία αλλά και προσφερόμενη από τα ΜΜΕ απελπισία σε τιμή ευκαιρίας. «Τίποτε δεν μπορεί να γίνει απέναντι σε γεγονότα μοιραία, πέρα από το πεδίο ευθύνης του κράτους, της κυβέρνησης και της δυνατότητας παρέμβασης των ανθρώπων», εκπέμπουν μόνιμα. Η καπιταλιστική αδηφαγία, η κρατική μηχανή που την υπηρετεί, οι ελλείψεις πυροσβεστών, μέσων, σχεδιασμού… είναι δευτερεύουσες πλευρές! Μένει μόνο ό,τι μπορεί να αθωώνει τους ιθύνοντες. Το μπαλάκι της ευθύνης περιφέρεται κυρίως ανάμεσα στον εμπρησμό, τα «φυσικά φαινόμενα» της κλιματικής αλλαγής, την ατομική ευθύνη.
Η άνιση μάχη ανάμεσα στους ανθρώπους και σε κάθε λογής ανθρωποειδές της εξουσίας συνεχίζεται. Από τη μια «αυτοί που παίρνουν λίγα και τα δίνουν όλα». Από την άλλη αυτοί που θεωρούν ιδιοκτησία τους τα πάντα για να μη δώσουν τίποτα. Πυροσβέστες και εθελοντές, γείτονες, ντελιβεράδες, συνάδελφοι με κομμένη την ανάσα προστρέχουν σε βοήθεια, ενώ υπουργοί, αρχηγοί κομμάτων, διοικητικά στελέχη και καναλάρχες αναζητούν πολιτική υπεραξία «δακρύζοντας» μπροστά στον τηλεοπτικό φακό.
Ερωτήματα και αγωνίες για τον άνθρωπο, τη φύση, την ανθρωπότητα αντιμετωπίζουν τις υπεκφυγές των υπεύθυνων, που δεν αναλαμβάνουν καμιά ευθύνη.
Υπάρχουν αυτοί που κοιτούν το μαυρισμένο ορίζοντα αναζητώντας ελπίδα σε ένα πευκάκι που έμεινε όρθιο και αυτοί που πάνω στα καμένα ξεδίπλωσαν ήδη τα σχέδια επενδύσεων της «πράσινης ανάπτυξης».
Κάποιοι θρηνούν για τα ζώα του μικρού τους σπιτιού και τα αποκαΐδια ενός λαχανόκηπου που γέμιζε το τραπέζι της ημέρας και κάποιοι κοιτάζουν τη γεμάτη πισίνα της ζωής τους και δε βλέπουν τη λειψυδρία εντός τους.
Πολλές εναπομείνασες ζωές, περισσότερων ανθρώπων και λιγότερων από τους Γκιώνηδες και τις αλεπούδες της Ανθούσας και τους μαυρόγυπες της Δαδιάς, ψάχνουν μια ρωγμή και μια ιδέα να ξεχειμωνιάσουν.
Απόκοσμες εικόνες καμένης φυσικής ομορφιάς βαραίνουν τις ζωές αυτών που δεν την εξόρισαν σε εικόνα ιλουστρασιόν, προσπέκτους τουριστικής βιομηχανίας. Οι δεύτεροι δεν κοιτούν καν γύρω τους. Είναι απασχολημένοι τώρα με το να κάνουν ταμείο. Ζημιές, κέρδη, επενδυτικές ευκαιρίες… Αδιάφορο αν το σύστημά τους κατάντησε ένας σάπιος ιστός κουρελιασμένης σημαίας. Στο όνομά της, οι πολεμικοί εξοπλισμοί γνωρίζουν ημέρες δόξας σε βάρος των δημόσιων αγαθών. Για να αποφευχθεί δήθεν μια καταστροφή που ήδη συντελείται εν καιρώ ειρήνης…
Η δύναμη της απελπισίας παραμερίζει τον φόβο. Επιτομή της μαύρης εικόνας της Ανθούσας, η αυτοκτονία ογδοντατετράχρονου που δεν άντεξε να βλέπει το σπίτι του να καίγεται για τρίτη φορά.
Όταν καμωνόμαστε ότι γνωρίζουμε τον ένοχο των κακοδαιμονιών μας αλλά δεν μπορούμε ούτε να σκεφτούμε το ενδεχόμενο να τον αμφισβητήσουμε στην πράξη, μήπως δεν είναι σαν μια διαρκής, καθημερινή αυτοκτονία σε δόσεις; Πάλι αυτό το μικρότερο κακό ταλανίζει τη σκέψη μας. Η κλίμακα του καλού έχει αφεθεί στα αζήτητα. Μπορεί οι προσδοκίες των ανθρώπων να κινούνται μόνο στην κλίμακα του κακού; Πόσο μπορεί να λογιστεί σαν κίνηση αυτή όταν τοποθετεί το τέρμα, τόσο μακριά, στο χαρτοφυλάκιο των ελπίδων του ουρανού;
«Είναι η ώρα και η στιγμή που δε σε σώζουνε τα ψέματα και την αλήθεια σου δεν την αντέχεις». Δεν σώζεται τίποτε λοιπόν; Το μόνο που μας μένει είναι να γίνουμε μικροί για να αντέξουμε σε ένα έτσι κι αλλιώς εχθρικό κόσμο; Να αναστείλουμε την ανθρώπινη ιδιότητά μας για να επιβιώσουμε όπως-όπως; «Το διάταγμα του φόβου ρυθμίζει την κυκλοφορία των αισθημάτων… Αλαλαγμούς ακούς και επιφωνήματα. Λείπει το ρήμα και το πρόσωπο»… Να ξεπεράσουμε το φόβο προς το δρόμο της ελευθερίας κι όχι της υποταγής. Ας πάψουμε να «αποστηθίζουμε τη διδακτέα ύλη του φόβου». Να υπομένουμε ότι μας θυμίζει ότι πνιγόμαστε και να διεκδικήσουμε τον καθαρό αέρα.
Το ζήτημα δεν είναι να μάθουμε να αντέχουμε στο σκοτάδι, αλλά να διεκδικήσουμε το φως της φύσης και της ανθρωπότητας. «Γιατί έτσι κι αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη. Ή κόκκινη από ζωή ή κόκκινη από θάνατο» (Βολφ Μπίρμαν). Εμείς οφείλουμε να φροντίσουμε για το πρώτο…
Στα εισαγωγικά εντός του κειμένου, στίχοι από την τελευταία ποιητική συλλογή Άλλο ήθελα να γράψω του δικού μας Κίμωνα Ρηγόπουλου.