Κυριάκος Νασόπουλος
Είδος πολυτελείας
Ως χρονιά ολικής επαναφοράς για τον ελληνικό τουρισμό έχει χαρακτηριστεί το 2022 από κυβέρνηση και επιχειρηματίες του κλάδου, καθώς, σύμφωνα με τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις, θα ξεπεράσει σε επίπεδο αφίξεων αλλά και εισπράξεων το προ κορονοϊού 2019. Δηλαδή, τη χρονιά ρεκόρ για το τουριστικό κεφάλαιο, όταν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι εισπράξεις έφτασαν τα 18,18 δισ. ευρώ και οι συνολικές αφίξεις –μαζί με την κρουαζιέρα– τα 34 εκατομμύρια. Για «ξεκίνημα ενός νέου και συναρπαστικού κεφαλαίου για τον ελληνικό τουρισμό», έκανε λόγο και ο Κυριάκος Μητσοτάκη,ς μιλώντας προ ημερών στην 30η τακτική Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).
Την ίδια στιγμή όμως, οι έστω και ολιγοήμερες καλοκαιρινές διακοπές για χιλιάδες λαϊκές οικογένειες, συνταξιούχους αλλά και σημαντική μερίδα της νεολαίας φαντάζουν –ειδικά φέτος– όνειρο θερινής νυκτός. Έξοδα μετακίνησης, διατροφής και διαμονής δημιουργούν ένα «εκρηκτικό» και… απλησίαστο μείγμα. Τα 800 ευρώ με τα οποία αμείβεται ένας στους δύο μισθωτούς μόλις και μετά βίας καλύπτουν το κόστος των πανάκριβων ακτοπλοϊκών εισιτηρίων για μία τετραμελή οικογένεια σε νησί των Κυκλάδων ή στην Κρήτη. Στην πραγματικότητα, όμως, έχουν εξανεμιστεί από τις πρώτες μέρες του μήνα λόγω της τρομερής ακρίβειας σε ρεύμα, καύσιμα και βασικά αγαθά, αλλά και του τεράστιου πληθωρισμού, που σύμφωνα με την Eurostat έφτασε στο 12% από 10,5% τον Μάιο.
Κάπως έτσι, λοιπόν, φτάνουμε στα συμπεράσματα της πρόσφατης έρευνας του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ), σύμφωνα με τα οποία η ακρίβεια έχει ψαλιδίσει κατά 17% το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών. Οπότε, φαντάζει απολύτως λογικό το 48% να δηλώνει ότι φέτος το καλοκαίρι δεν θα κάνει καθόλου διακοπές, το 22% ότι θα κάνει αλλά πιο περιορισμένα και μόλις το 13% ότι θα κάνει όπως κάθε χρόνο.
Απρόσιτα νησιά και διακοπές
Στην Ελλάδα, οι καλοκαιρινές διακοπές είναι σε μεγάλο ποσοστό συνυφασμένες με ταξίδι σε νησί. Συνήθως ακτοπλοϊκό, καθώς τα αεροπορικά εισιτήρια, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι «τσουχτερά». Όχι ότι τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια ήταν φθηνά –σε σχέση και με τις υπηρεσίες που προσφέρουν– αλλά ειδικά φέτος έχουν πάρει «φωτιά». Μόλις την περασμένη Παρασκευή 1η Ιουλίου οι εφοπλιστές, με τις «πλάτες» πάντοτε του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ανακοίνωσαν νέες αυξήσεις στα εισιτήρια για δρομολόγια από και προς το λιμάνι του Πειραιά, οι οποίες φτάνουν το 8%. Επρόκειτο για την τρίτη αύξηση για φέτος και την τέταρτη από τον περασμένο Αύγουστο. Μέσα στο 2022, η πρώτη αύξηση (10%-12%) έγινε τον Απρίλιο, ενώ η δεύτερη έγινε στις 15 Ιουνίου και κυμαινόταν από 5% έως 10%. Συνολικά, οι τιμές στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια έχουν αυξηθεί από πέρυσι σχεδόν κατά 30%, ενώ υπάρχουν προορισμοί με αυξήσεις που φτάνουν το 40%-50%.
Ενδεικτικά, το ταξίδι για την Πάρο, στην οικονομική θέση, τον περσινό Αύγουστο κόστιζε 41 ευρώ, ενώ πλέον κοστίζει 50 ευρώ (αύξηση 21,95%), για την Ικαρία από 39,50, πλέον είναι στα 58,50 ευρώ (48,10%), για Σάμο (πάντα κατάστρωμα) από 49 πήγε 74 ευρώ (51,02%), για Ρόδο από 68,5 ευρώ στα 91 (αύξηση 32,84%). Σύμφωνα με τα ναυτεργατικά σωματεία που πραγματοποίησαν τη Δευτέρα (4/7) παράσταση διαμαρτυρίας στο υπουργείο, μια τετραμελής οικογένεια –χωρίς αυτοκίνητο– χρειάζεται να δαπανήσει 728 ευρώ για ένα ταξίδι στη Ρόδο, για τη Σάμο 565 ευρώ, για την Ικαρία 468 ευρώ και για τη Λέσβο 456 ευρώ.
Οι τιμές στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια έχουν αυξηθεί από πέρυσι σχεδόν κατά 30%, ενώ υπάρχουν προορισμοί με αυξήσεις που φτάνουν στο 40%-50%. Για Σάμο, το εισιτήριο στο κατάστρωμα κοστίζει πλέον 74 από 49 ευρώ (αύξηση 51,02%).
«Το πρόβλημα της ακρίβειας είναι συνολικό πρόβλημα, δεν είναι τόσο της ακτοπλοΐας ή μόνο της ακτοπλοΐας», ψέλλισε ο αρμόδιος υπουργός Γιάννης Πλακιωτάκης, χωρίς να αποκλείσει και νέα αύξηση των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων μέσα στο καλοκαίρι. Οι εφοπλιστές, για να δικαιολογήσουν τις απανωτές αυξήσεις, ισχυρίζονται ότι η αύξηση στην τιμή των ναυτιλιακών καυσίμων έχει εκτοξεύσει το λειτουργικό κόστος ενός πλοίου της ακτοπλοΐας. Αυτή είναι όμως η δική τους «αλήθεια», καθώς δεν σταματούν να εισπράττουν συνεχώς κρατικές επιδοτήσεις, να απολαμβάνουν την απαλλαγή από τη φορολογία του πετρελαίου και να αυξάνουν τα κέρδη τους.
Για ακόμη μια φορά, όμως, η επιλογή κυβέρνησης και εφοπλιστικού κεφαλαίου είναι τις ανατιμήσεις και την ακρίβεια να τις πληρώσουν ο λαός και οι εργαζόμενοι. Παρότι οι «πληγέντες» εφοπλιστές δεν σταματούν να μετράνε κέρδη. Πιο συγκεκριμένα, το 2021 η Attica Group (έχει συγχωνευθεί με την Blue Star) αύξησε τα κέρδη της στα 41,96 εκατ. από 40,39 εκατ. ευρώ το 2020 (αύξηση 4%), η ΑΝΕΚ κατέγραψε αύξηση κερδών κατά 15%, στα 17 εκατ. έναντι 14,8 εκατ. ευρώ, ενώ η Grimaldi Group (έχει συγχωνευθεί με τις Μινωικές Γραμμές) έχει τζίρο που ξεπερνά τα 3 δισ. ευρώ.
Ήδη, από την αρχή του έτους, οι εφοπλιστές έχουν πάρει 85 εκατ. ευρώ ως στήριξη, ενώ και για τη νέα δρομολογιακή περίοδο (2022) έχουν εξασφαλισμένα άλλα 138 εκατ. ευρώ για την επιδότηση των «άγονων γραμμών». Αντίστοιχο κονδύλι για τις «άγονες γραμμές» είχαν εισπράξει και το 2021, ενώ το ίδιο έχει προϋπολογιστεί τόσο για το 2023 και το 2024. Παράλληλα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι την περίοδο της πανδημίας εισέπραξαν πάνω από 90 εκατ. ευρώ, στα πλαίσια των μέτρων στήριξης για τις επιχειρήσεις που… επλήγησαν.
Οι ίδιοι που «τσεπώνουν» κάθε χρόνο εκατομμύρια ευρώ κρατικού χρήματος, κλιμακώνουν την επίθεση στα δικαιώματα των ναυτεργατών (μείωση μισθών, υπονόμευση ΣΣΕ, μείωση οργανικών συνθέσεων), μειώνουν συνεχώς τα δρομολόγια, ενώ διαθέτουν και έναν γερασμένο στόλο πλοίων. Συγκεκριμένα, το 67% του στόλου είναι άνω των 22 ετών, ενώ το 1/4 των πλοίων είναι άνω των 30 ετών. Γι’ αυτό και το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ετοιμάζει νέο «πακέτο» από το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ και το πρόγραμμα «Νέαρχος» για την ανανέωση… του ακτοπλοϊκού στόλου. Πού ακριβώς θα κάτσει η «μπίλια» δεν γνωρίσουμε, πάντως οι εφοπλιστές ζητούν γύρω στα 3 δισ. ευρώ.
Στα έξοδα μετακίνησης προς τον τουριστικό προορισμό –καθώς και στην παραμονή σε αυτόν– θα πρέπει βέβαια να συνυπολογίσουμε και τη βενζίνη που θα κάψει το οικογενειακό αυτοκίνητο ή το μεταφορικό μέσο της παρέας. Σε σχέση με τον περσινό Ιούνιο οι αυξήσεις στις τιμές της βενζίνης κυμαίνονται ήδη γύρω στο 45% (από 1,65 ευρώ το λίτρο η αμόλυβδη τον Ιούνιο του 2021, στα 2,4 φέτος). Η άλλη «ανοιχτή πληγή» των φετινών διακοπών είναι το απλησίαστο κόστος διαμονής. Άλλωστε, ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας, Αλέξανδρος Βασιλικός, ήταν ξεκάθαρος: «Δεν μπορούμε να τιμολογούμε με βάση την εθνικότητα».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Μάιο, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή στην κατηγορία «Ξενοδοχεία-Πανδοχεία-Μοτέλ» αυξήθηκε κατά 22,2% σε σύγκριση με πέρσι, ενώ οι ίδιοι οι επιχειρηματίες του τουριστικού-ξενοδοχειακού κλάδου εκτιμούν ότι οι τιμές σε όλη τη χώρα είναι κατά μέσον όρο 30% ακριβότερες σε σχέση με το 2019. Για παράδειγμα, όπως αναφέρει το Ινστιτούτο Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), η μέση τιμή ανά διανυκτέρευση σε τετράστερο ξενοδοχείο της Περιφέρειας Νότιου Αιγαίου τον Αύγουστο του 2019 ήταν 248 ευρώ, ενώ φέτος μια ενδεικτική τιμή διανυκτέρευσης σε τετράστερο ξενοδοχείο της Ρόδου ξεκινά από τα 320-330 ευρώ (αύξηση 30%) και φτάνει μέχρι και τα 500 ευρώ.
Ίδια εικόνα και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Στην Πελοπόννησο, την ίδια περίοδο, μία διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο τριών αστέρων κόστιζε κατά μέσο όρο 93 ευρώ, ενώ σήμερα μια καλή τιμή για αντίστοιχο ξενοδοχείο στη Μεσσηνία είναι στα 140 ευρώ (+50,53%). Λίγο καλύτερη είναι η κατάσταση στα νησιά του Ιονίου. Για παράδειγμα, η διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο τριών αστέρων στη Λευκάδα τον Αύγουστο ξεκινά από 100-120 ευρώ, όταν ο μέσος όρος για το 2019 ήταν 113 ευρώ. Ακόμα χειρότερες είναι οι εκτιμήσεις της ισπανικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας Mabrian, σύμφωνα με τις οποίες οι τιμές των ελληνικών ξενοδοχείων έχουν εκτοξευθεί σε σχέση με το 2019. Συγκριμένα, στα πεντάστερα η αύξηση είναι 110%, στα τετράστερα 63% και στα ξενοδοχεία τριών αστέρων 19%.
Τέλος, ακόμα πιο ακριβή «πολυτέλεια» το φετινό καλοκαίρι είναι η απόλαυση της ταβέρνας, της εξόδου για ένα ποτό ή ενός παγωτού, με την ΕΛΣΤΑΤ να κάνει λόγο για αύξηση 4,1% στην κατηγορία «Εστιατόρια-Καφέ-Ζαχαροπλαστεία» (οι αυξήσεις στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερες).
Μπορεί η ονομασία που έχει δώσει το υπουργείο Τουρισμού στο πρόγραμμα επιδότησης για τη διαμονή σε καταλύματα μέσω voucher σε πολίτες με εισοδηματικά κριτήρια να είναι «Τουρισμός για Όλους», ωστόσο οι ανθρώπινες και αξιοπρεπείς διακοπές φέτος θα είναι για ακόμη λιγότερους, έως ελάχιστους…
Δημόσιος φορέας ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών με βάση τις ανάγκες του λαού και των νησιωτών
Νίκος Μανάβης*
Οι ακτοπλοϊκές συνδέσεις στα νησιά του Αιγαίου είναι πανάκριβες, τα πλοία κινούνται με χαμηλές ταχύτητες, οι μεγάλες ακτοπλοϊκές εταιρείες είναι υπερχρεωμένες στις τράπεζες και δεν υπάρχει προοπτική να πληρωθούν τα χρέη τους. Το ακτοπλοϊκό δίκτυο είναι σχεδιασμένο με τρόπο που εξυπηρετεί μόνο τις ακτοπλοϊκές εταιρείες, η ακτοπλοϊκή σύνδεση μεταξύ των νησιών είναι ανεπαρκέστατη και σε πολλές περιπτώσεις ανύπαρκτη. Όλα δείχνουν πως ο προσεχής χειμώνας θα είναι πολύ χειρότερος από ό,τι έως τώρα έχουν ζήσει οι νησιώτες. Περικοπές και συγχωνεύσεις δρομολογίων μαζί με νέες αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων θα είναι τα βασικά χαρακτηριστικά των όσων ήδη σχεδιάζονται. Κι ενώ συμβαίνουν αυτά, οι κρατικές επιδοτήσεις για τις ακτοπλοϊκές γραμμές κάθε χρόνο αυξάνονται. Η προοπτική κατασκευής νέων πλοίων για την αντικατάσταση των παλαιότερων μετατίθεται στο απώτερο μέλλον, ενώ είναι σαφές πως όποιες επενδύσεις γίνουν από τις ακτοπλοϊκές εταιρείες θα χρηματοδοτηθούν από το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης.
Όλα τα παραπάνω συναποτελούν την παταγώδη αποτυχία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου ανάπτυξης στον ακτοπλοϊκό κλάδο, το οποίο υπηρετήθηκε με πάθος από όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων 30 ετών. Το χρηματιστηριακό πάρτι με τις μετοχές των ακτοπλοϊκών εταιρειών έληξε πολύ γρήγορα και τώρα το μόνο που έχει μείνει είναι τεράστια χρέη και μετοχές χωρίς καμία αξία. Παράλληλα, όλα αυτά, αναδεικνύουν και την ανάγκη ενός δημόσιου συστήματος ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών, που θα σχεδιαστεί με βάση τις ανάγκες των κατοίκων των νησιών και των ναυτικών. Η ακτοπλοΐα είναι κλάδος στρατηγικής σημασίας για την κοινωνική και οικονομική ζωή των νησιών, γι’ αυτό και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ελέγχεται από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να λειτουργεί ως μια κερδοσκοπική οικονομική δραστηριότητα.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, αναδεικνύεται η ανάγκη δημιουργίας ενός δημόσιου φορέα ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών, στον έλεγχο του οποίου θα περάσει όλος ο ακτοπλοϊκός στόλος της χώρας, με απαλλοτρίωση και χωρίς αποζημίωση στους εφοπλιστές. Αυτός ο φορέας οφείλει να σχεδιάσει ένα νέο δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών που θα καλύπτει τις ανάγκες νησιωτών και θα υπηρετείται από σύγχρονα πλοία, σχεδιασμένα για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει κάθε ακτοπλοϊκή γραμμή. Η δημιουργία του δημόσιου φορέα ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών είναι ζήτημα αγώνα των νησιωτών μαζί με τους ναυτεργάτες, αυτών που βιώνουν τα σημερινά προβλήματα της ακτοπλοΐας είναι και μπορούν να δώσουν τις λύσεις που απαιτεί η εποχή.
*περιφερειακός σύμβουλος Βορείου Αιγαίου