Μετά το Μαύρο πάτωμα, ένα μυθιστόρημα με πολιτικές αιχμές και φόντο ένα συνεργείο αυτοκινήτων στα δυτικά προάστια, ο Γιώργος Κοζανιτάς μας παραδίδει το Εμείς που χάσαμε το όνομά μας (Εκδόσεις Φιλύρα) ένα δυστοπικό μυθιστόρημα από το μέλλον που ίσως μας περιμένει.
Χωρίς να προσδιορίζει τον μελλοντικό χρόνο στον οποίο διαδραματίζονται τα γεγονότα, αλλά ούτε και τον τόπο, ο συγγραφέας πλάθει ένα μυθιστόρημα άχρονο και άτοπο, στο οποίο η κοινωνία χωρίζεται σε τρεις μεγάλες τάξεις. Την άρχουσα τάξη αποτελούν οι «Μεσίτες», οι οποίοι και ηγούνται του νέου καθεστώτος της «Ανασυγκρότησης», στο οποίο κάνουν τα πάντα για να διατηρήσουν την εξουσία τους, ενώ όργανα των μεσιτών είναι η περίπολος των Υπνοβατών και πληρωμένοι δολοφόνοι. Τη μεσαία τάξη αποτελούν όσοι δέχονται παθητικά τη μοίρα τους και έχουν μετατραπεί σε σκιές, ανθρώπους χωρίς ζωή, που ζουν στα ερειπωμένα από τους βομβαρδισμούς σπίτια και τις υπόγειες στοές κάτω από την πόλη, βουτηγμένοι στο προσωπικό τους τέλμα και τα ναρκωτικά. Την τρίτη τάξη αποτελούν οι επαναστάτες της «Αλληλεγγύης», ενός κινήματος αντίστασης που συντονίζει τις ενέργειές του προκειμένου να ανατρέψει το υπάρχον καθεστώς, ενώ η Ηλέκτρα, ένα νεαρό κορίτσι με σκοτεινή ιστορία, καταφτάνει στην πόλη για να πυροδοτήσει την εξέγερση, έχοντας στο πλευρό της τον νεαρό Έντιαν.
Ο λόγος του μυθιστορήματος είναι λιτός, χωρίς καλολογικά στοιχεία και περιττά επίθετα, ενώ οι πειστικοί διάλογοι κάνουν το μυθιστόρημα να ρέει, πράγμα στο οποίο συμβάλλει τα μέγιστα και η πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή, το δυνατότερο ίσως σημείο του βιβλίου.