Αιμιλία Καραλή
Ίσως δεν είναι αρκετή πλέον μόνο η διεκδίκηση των «τριών οκτώ». Είναι ανάγκη να ξανασκεφτούμε διαφορετικά την έννοια του χρόνου από εκείνη του κερματισμού της σε χρόνο ανάπαυσης, εργασίας και πραγμάτωσης των επιθυμιών μας. Χρειάζεται να κατακτήσουμε μια συνολική απελευθερωτική αντίληψη του χρόνου.
To 1878 ακούστηκε για πρώτη φορά το Τραγούδι των τριών οκτώ σε στίχους του τυπογράφου Ι. Κ. Μπλάντσαρντ και μουσική του ιερωμένου Τζ. Τζόουνς. Το τραγούδι ξεκινούσε ως εξής: «Θέλουμε ν’ αλλάξουμε τα πράγματα/ βαρεθήκαμε πια να δουλεύουμε άσκοπα,/ να σκεφτόμαστε μόνο την επιβίωση/ χωρίς λίγη ώρα για να σκεφτούμε./ Θέλουμε να νιώσουμε τον ήλιο, να μυρίσουμε τα λουλούδια/ Αυτό είναι θέλημα Θεού, είμαστε σίγουροι/ Θέλουμε τις οκτώ ώρες./ Κι ενώνουμε τις δυνάμεις μας/ από τα ναυπηγεία, τα μαγαζιά, τα εργοστάσια: Οκτώ ώρες δουλειά, οκτώ ώρες ανάπαυση, οκτώ ώρες για ό,τι επιθυμούμε.» Ήταν το τραγούδι που τραγουδούσαν οι εργάτες την Πρωτομαγιά του 1886 στο Σικάγο διεκδικώντας την εργασιακή, την ανθρώπινή τους αξιοπρέπεια.
Τα αιματηρά γεγονότα που ακολούθησαν οδήγησαν αργότερα στην θεσμοθέτηση της Εργατικής Πρωτομαγιάς σε όλον τον κόσμο πλην του Σικάγο και συνολικά των ΗΠΑ. Εκεί γιορτάζουν την «Ημέρα της εργασίας» στις 5 του Σεπτέμβρη για να μην ανακαλούνται στη μνήμη των Αμερικανών τα γεγονότα της ματωμένης Πρωτομαγιάς του 1886 και κυρίως η σύνδεσή της με κομμουνιστικές και αναρχικές ιδέες.
Σφραγίστηκε και άλλες, πολλές φορές, με αίμα η εργατική Πρωτομαγιά σε όλον τον κόσμο και βέβαια στην πατρίδα μας. Πολύ περισσότερες όμως είναι οι φορές που έγινε προσπάθεια να σβηστεί από την συλλογική μνήμη και συνείδηση η σχέση της με την διεκδίκηση των εργασιακών δικαιωμάτων. Η μέρα «υποτάχτηκε» συνολικά στην άνθιση της φύσης τον Μάιο και στους όποιους έρωτες γεννάει. «Δρέψατε πάλιν, ερασταί ευδαίμονες, ναρκίσσους/ Eις του Mαΐου τους φαιδρούς κ’ ευώδεις παραδείσους», έγραφε ο Αχιλλέας Παράσχος σε σχετικό ποίημά του. Δεν είναι εξάλλου η πρώτη φορά που οι δραστηριότητες του ανθρώπου, τα συναισθήματα και οι πράξεις του παρουσιάζονται ασύμβατα το ένα με το άλλο, ακόμη και εχθρικά μεταξύ τους.
Η πραγματικότητα όμως φαίνεται να έχει ξεπεράσει ακόμη και αυτούς τους διαχωρισμούς. «Ο χρόνος είναι χρήμα» τόνιζε ο Μπ. Φράνκλιν το 1784 στις «Συμβουλές σε ένα νέο έμπορο» και σήμερα όσοι εμπορεύονται τις ζωές μας το ακολουθούν κατά γράμμα και φαίνεται πως έχουν πείσει την πλειονότητα όσων εργάζονται -γιατί οι άνεργοι είναι μια άλλη τρομακτική ιστορία- γι’ αυτό. Δεν είναι μόνο η κατάργηση του οκτάωρου στην πράξη. Είναι η μετατροπή του μεγαλύτερου μέρους της ζωής μας σε ένα εργοτάξιο. Είναι και το ζηλευτό ξεπέρασμα των στρατοπέδων συγκέντρωσης στα οποία οι κρατούμενοι δεν δούλευαν την Κυριακή, όπως μας βεβαιώνει ο Χόρχε Σεμπρούν στο μυθιστόρημά του «Τι ωραία Κυριακή!». Ήταν η φράση των κρατουμένων στο Μπούχενβαλντ όταν ξημέρωνε η Κυριακή και μπορούσαν να ξαποστάσουν.
Δεν είναι όμως μόνο η σωματική εξόντωση γιατί ο στόχος είναι βαθύτερος. Πόσο επίκαιρος είναι ο Μαρξ του 1844: «Όσο λιγότερο τρως, πίνεις κι αγοράζεις βιβλία. Όσο λιγότερο πας στο θέατρο, στον χορό, στην ταβέρνα. Όσο λιγότερο σκέφτεσαι, ερωτεύεσαι, φιλοσοφείς, τραγουδάς, ζωγραφίζεις, ασκείσαι κλπ., τόσο περισσότερο αποταμιεύεις την αλλοτριωμένη σου ουσία. Όσο λιγότερο υπάρχεις, όσο λιγότερο εκφράζεις τη ζωή σου, τόσο μεγαλώνει η αλλοτριωμένη σου ζωή, τόσο περισσότερο μεγαλώνει το αποταμίευμα της αποξενωμένης σου ύπαρξης. […] Έχεις μονάχα όσα σου χρειάζονται για να ζήσεις και ζεις μονάχα για να τα έχεις. Γίνεσαι μονάχα μια αν-αίσθητη και χωρίς βαθιές ανάγκες ύπαρξη».
Ο δημιουργικός χρόνος όμως είναι το πραγματικό μέτρο του πλούτου μιας κοινωνίας
Ο δημιουργικός χρόνος όμως είναι το πραγματικό μέτρο του πλούτου μιας κοινωνίας. Και ίσως δεν είναι αρκετή πλέον μόνο η διεκδίκηση των «τριών οκτώ». Είναι ανάγκη να ξανασκεφτούμε διαφορετικά την έννοια του χρόνου από εκείνη του κερματισμού της σε χρόνο ανάπαυσης, εργασίας και πραγμάτωσης των επιθυμιών μας, κατά τον παραδοσιακό διαχωρισμό. Χρειάζεται να κατακτήσουμε ως έννοια και να διεκδικήσουμε πλέον μιαν συνολική απελευθερωτική αντίληψη του χρόνου, αυτήν του ενιαίου χρόνου της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Του χρόνου εκείνου που θα μας οδηγεί να χαιρόμαστε την εργασία μας με τον ίδιο τρόπο που χαιρόμαστε ένα ηλιοβασίλεμα, μυρίζουμε ένα λουλούδι, γελάμε με ένα ανέκδοτο, θαυμάζουμε έναν πίνακα. Έναν χρόνο που ό,τι θεωρείται από τους πολλούς σήμερα αδύνατο το κάνει δυνατό και δίνει ζωή στα όνειρα για την ελευθερία ως όρο ζωής των ανθρώπων.