Γιώργος Παυλόπουλος
ΚΚ, Οικολόγοι Πράσινοι και Σοσιαλιστές συνήψαν πολιτική συμφωνία με την Ανυπότακτη Γαλλία ενόψει των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου, με στόχο τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης που θα έχει πρωθυπουργό τον Ζαν-Λικ Μελανσόν.
Στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, το σύνθημα-δίλημμα που πρόβαλλε ο Ζαν-Λικ Μελανσόν ήταν το «εγώ ή Λεπέν». Η αλήθεια δε είναι ότι κατάφερε με αυτό να φτάσει μια ανάσα από την έκπληξη, συγκεντρώνοντας 22% και μένοντας εκτός του δεύτερου γύρου για μόλις 400.000 ψήφους ή 1,2%. Τώρα, ενόψει των βουλευτικών εκλογών της 12ης και 19ης Ιουνίου, το νέο δίλημμα που θέτει στους Γάλλους είναι το «εγώ ή ο Μακρόν». Ήδη, μάλιστα, δρέπει τους πρώτους καρπούς, καθώς το ΚΚ, οι Οικολόγοι Πράσινοι και οι Σοσιαλιστές (αν και με σοβαρές απώλειες οι τελευταίοι) αποφάσισαν να κατέβουν υπό την ηγεσία του στην επικείμενη αναμέτρηση. Με στόχο «να εμποδιστεί ο Μακρόν από το να συνεχίσει την άδικη και βίαιη πολιτική του», όπως αναφέρουν τα αρχικά συμφωνητικά που έχει συνάψει μαζί τους — τα οποία, επίσης, προβλέπουν ρητά ότι σε περίπτωση επικράτησης της «Νέας Οικολογικής και Κοινωνικής Λαϊκής Ένωσης» (NUPES), όπως ονομάζεται το νέο σχήμα, ο Μελανσόν θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός της Γαλλίας.
«Η ένωση της Αριστεράς επέστρεψε. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα προστίθεται στο ΚΚ Γαλλίας και τους Οικολόγους Πράσινους και όλοι στοιχίζονται πίσω από την Ανυπότακτη Γαλλία, υπό το ακρωνύμιο NUPES. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις που υπάρχουν ή υπήρξαν δεν μπορεί να αποτελεί σύμπτωση», έγραψε στο σκωπτικό μήνυμά της στο Twitter η Ναταλί Αρτό, υποψήφια στις προεδρικές εκλογές της Εργατικής Πάλης, η οποία δεν δέχθηκε καν να συμμετέχει στη συζήτηση με τον Μελανσόν — σε αντίθεση με το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (ΝΡΑ) και τον Φιλίπ Πουτού, που έμειναν στα… κρύα του λουτρού μετά τη συμφωνία με τους Σοσιαλιστές.
Δικαίως θα ρωτήσει κανείς: Μα πόσο ανάγκη είχε ο Μελανσόν το κόμμα του Ολάντ και της Ομπρί προκειμένου να αυξήσει τις ελπίδες του να ηγηθεί της νέας κυβέρνησης; Γιατί να εκτεθεί πολιτικά και να δώσει δικαιώματα στους επικριτές του από τη στιγμή που, σε ποσοτικό επίπεδο, το 1,75% που συγκέντρωσε στις προεδρικές η υποψήφιά τους, Αν Ινταλγκό, είναι σχεδόν αμελητέο;
Οι απαντήσεις δεν είναι δύσκολες, έστω και αν δεν αρέσουν σε ορισμένους. Με την απόφασή του, αφενός, διασφαλίζει μια πρώτης τάξης «συστατική επιστολή», από ένα κατεξοχήν συστημικό κόμμα, που θα τον βοηθήσει να γίνει αποδεκτός από την αστική τάξη και τους «νοικοκυραίους» και να εισέλθει πιο εύκολα στα σαλόνια της εξουσίας. Αφετέρου, του προσφέρεται ένα πολύ καλό πρόσχημα για να βάλει και άλλο «νερό στο κρασί του», αμβλύνοντας περαιτέρω τις πολιτικές του θέσεις, τόσο αυτές που αφορούν στο εσωτερικό της Γαλλίας όσο και εκείνες που έχουν να κάνουν με τις διεθνείς εξελίξεις και ισορροπίες. Με στόχο, όπως… αναβλύζει από κάθε φράση των συμφωνιών με τους εταίρους του, να οικοδομήσει ένα καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο στη Γαλλία, μια ΕΕ πιο δίκαιη για τους λαούς και ένα κόσμο χωρίς πολέμους όπως αυτόν που διεξάγει ο Πούτιν (το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ απουσιάζουν εκκωφαντικά από τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία).
Το νέο δίλημμα του Μελανσόν προς τους Γάλλους είναι το «εγώ ή Μακρόν» και οδηγεί σε συγκυβέρνηση με τον νυν πρόεδρο!
Όπως ξεκαθαρίζουν κορυφαία στελέχη της Ανυπότακτης Γαλλίας, η συμφωνία με τα παραπάνω κόμματα, συμπεριλαμβανομένων των Σοσιαλιστών, δεν έχει αμιγώς εκλογικό χαρακτήρα. Αντικατοπτρίζει μια στρατηγική και μακροπρόθεσμη πολιτική επιλογή της ηγεσίας του κόμματος και προσωπικά του Μελανσόν, η οποία, πρακτικά, έρχεται να «κουμπώσει» με τα κυβερνητικά σχήματα που έχουν γνωρίσει ήδη χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία. Αρκετά από αυτά, μάλιστα, δεν διστάζουν να προβάλλουν τη «σύμπτωση» της σύναψης αυτής της συμφωνίας με την επέτειο από τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου στις εκλογές που έγιναν στη Γαλλία στις 3 Μαΐου του 1936 — κάνοντας έτσι ένα παραλληλισμό που για αρκετούς αποτελεί ιεροσυλία, ενώ για άλλους προάγγελο ήττας.
Σε κάθε περίπτωση, το ενδεχόμενο μιας «συγκυβέρνησης» ανάμεσα στον Μακρόν και τον Μελανσόν, ως προέδρου και πρωθυπουργού αντιστοίχως, είναι πλέον ορατό, καθώς ο δεύτερος έχει σοβαρές ελπίδες να κερδίσει την πλειοψηφία των 577 βουλευτών, που εκλέγονται σε ισάριθμες μονοεδρικές περιφέρειες. Μόνο που το σύστημα της προεδρικής δημοκρατίας της Γαλλίας δίνει στον πρώτο πολλά ατού και οδηγεί τον δεύτερο στον δρόμο ενός νέου και σαφώς πιο αντιδραστικού ιστορικού συμβιβασμού.