Γιώργος Παυλόπουλος
▸ Ο «καλός» και ο «κακός» μαθητής ΗΠΑ και ΝΑΤΟ ετοιμάζονται για ραντεβού θανάτου. «Δεν μπλοφάρουμε», λέει ο Τσαβούσογλου
«Δεν υπάρχει πλέον το όνομα Μητσοτάκης στην ατζέντα μου. Δεν θα συμφωνήσω ποτέ να συναντηθώ μαζί του». Με αυτή τη δήλωση, ο Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται πως επέλεξε να κλείσει ερμητικά (τουλάχιστον για το ορατό μέλλον) την πόρτα της διπλωματίας σε ανώτατο επίπεδο ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία. Ανοίγοντας, παράλληλα, λίγο περισσότερο το παράθυρο που αποκαλύπτει τον σκοτεινό ορίζοντα ενός «θερμού επεισοδίου» ή, ακόμη χειρότερα, μιας ένοπλης σύρραξης ανάμεσα σε δύο γειτονικές χώρες και κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Την Τουρκία και την Ελλάδα που, η καθεμία με τον τρόπο της, είναι χωμένες «ως τον λαιμό» στους ενδοκαπιταλιστικούς και ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, όπως και τους πολέμους του κεφαλαίου που διεξάγονται στη γειτονιά μας, ενώ επιδίδονται και σε μια νέα κούρσα εξοπλισμών, εξυπηρετώντας τις γενικότερες και τις πιο «ειδικές» επιδιώξεις των αστικών τάξεων στις δύο πλευρές του Αιγαίου.
Για τον Έλληνα πρωθυπουργό και την κυβέρνηση της ΝΔ, βεβαίως, οι δηλώσεις του προέδρου της Τουρκίας αποτέλεσαν την ευκαιρία που αναζητούσαν προκειμένου να κάνουν ρελάνς τόσο απέναντι στη (θλιβερή) «αντιπολίτευση» του ΣΥΡΙΖΑ όσο και την Ακροδεξιά. Ο Μητσοτάκης υπερασπίζεται τα εθνικά δίκαια -λένε- και το απέδειξε με την ομιλία του στο Κογκρέσο των ΗΠΑ, η οποία εκνεύρισε την Άγκυρα και τον Ερντογάν, προκαλώντας την αντίδρασή τους. Στη συνέχεια τους διεμήνυσε «ως εδώ», τρίζοντάς τους τα δόντια μαζί με τους στρατηγούς, οι οποίοι εμφανίζονται έτοιμοι να αντιδράσουν δυναμικά στις τουρκικές «παραβιάσεις». «Τώρα, τι έχετε να πείτε;», γράφουν συντονισμένα τα κυβερνητικά «παπαγαλάκια» στα συστημικά ΜΜΕ, με το βλέμμα στραμμένο στις κάλπες.
Αυτός είναι, προφανώς, ένας τρόπος να ερμηνευθούν οι εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά. Στήνοντας παράλληλα, με συνευθύνη της Άγκυρας, ένα σκηνικό κρίσης στα σύνορα του Έβρου και το Αιγαίο, ανάλογο με εκείνο του 2020, όταν – όπως παραδέχθηκε ο Πάιατ– οι δύο χώρες έφτασαν μια ανάσα από τον πόλεμο και με πρωταγωνιστές τους… συνήθεις υπόπτους: Τα ερευνητικά σκάφη και τα γεωτρύπανα που ψάχνουν φυσικό αέριο, καθώς και τους «πρόσφυγες-εισβολείς», που χρησιμοποιούνται ως «εργαλεία» από τον Ερντογάν. Είναι, όμως, ένας τρόπος κοντόφθαλμος και επικίνδυνος.
Κοντόφθαλμος επειδή επιχειρεί να υποτάξει τις εξελίξεις στις εσωτερικές πολιτικές αντιπαραθέσεις και τις επιδιώξεις των κυβερνώντων — επαναλαμβάνοντας, κατ’ αναλογία, αυτό που οι τελευταίοι πέτυχαν ως αντιπολίτευση με την Συμφωνία των Πρεσπών. «Κλειδί» εδώ είναι η προσπάθειά τους να εμφανιστούν ως η μοναδική αξιόπιστη λύση, με διεθνή αναγνώριση και ισχυρή φωνή, απέναντι σε μια αξιωματική αντιπολίτευση η οποία προσπαθεί εναγωνίως και συνήθως όχι με επιτυχία να επιδοθεί σε πολιτικούς ακροβατισμούς: Να υποστηρίξει τον ακραίο φιλοαμερικανισμό και της ευρωλαγνεία της (λέμε «ναι» στις βάσεις και τα F-35, αλλά με καλύτερη διαπραγμάτευση…), βρίσκοντας ταυτόχρονα κάποια επιμέρους σημεία για να πλήξει την κυβέρνηση και προσωπικά τον Μητσοτάκη. Κάτι που, παρεμπιπτόντως, κάνει και η τουρκική αντιπολίτευση –και πιθανόν επόμενη κυβέρνηση– κατηγορώντας τον Ερντογάν ότι εμφανίζεται υποχωρητικός απέναντι στις προκλήσεις της Αθήνας!
Το αντιπολεμικό κίνημα, το σχέδιο καταστολής και η εμπειρία της… πανδημίας
Όσο για την εκτίμηση πως η λογική της κυβέρνησης είναι και εξαιρετικά επικίνδυνη, έχει να κάνει με τη διαπίστωση ότι ο Μητσοτάκης και η ΝΔ, όπως και η συστημική αντιπολίτευση, χάνουν τη μεγάλη εικόνα. Υποτιμούν τραγικά, με άλλα λόγια, τις συνθήκες που επικρατούν διεθνώς και μπορούν να οδηγήσουν σε απρόβλεπτες καταστάσεις με καταστροφικές συνέπειες για τους λαούς.
Εξάλλου, τα γεγονότα δεν εκτυλίσσονται πλέον με τον «συνήθη τρόπο» και οι αποφάσεις δεν ακολουθούν τα παραδοσιακά στερεότυπα, καθώς όλα δείχνουν πως έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο «αναθεωρητισμού» και ξεκαθαρίσματος δια της βίας ανοιχτών λογαριασμών — όπως αποδεικνύει και το «δεν μπλοφάρουμε» του Τσαβούσογλου αναφορικά με την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου. Πολύ περισσότερο όταν επιλέγει κανείς συνειδητά, όπως έκανε η Αθήνα, να «πατήσει τον κάλο» του αντιπάλου του, εμφανιζόμενος ως το καλό και υπάκουο παιδί στο… γραφείο του αφεντικού και το προτρέπει να τον τιμωρήσει αυστηρά επειδή είναι άτακτος, ελπίζοντας (μάταια φυσικά) να απομονωθεί ή να αποβληθεί!
Το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, η διάρκεια και η τροπή που έχει πάρει αναμφίβολα αναβαθμίζουν δραματικά αυτή την πλευρά, καθιστώντας πιο πιθανά τα «ατυχήματα» και τα «θερμά επεισόδια». Γεννώντας, ταυτόχρονα, νέες προκλήσεις και καθήκοντα για το –αναγκαίο όσο ποτέ– ταξικό, εργατικό και διεθνιστικό αντιπολεμικό κίνημα, που πρέπει να οργανωθεί αποτελεσματικά, να καταστεί απειλητικό για το σύστημα, την αστική τάξη και τις κυβερνήσεις της. Αλλά και να «χτυπήσει» αποφασιστικά και προληπτικά, χωρίς να περιμένει το «μοιραίο», καθώς τότε θα υπάρχει ο κίνδυνος να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις και να βρεθεί κυριολεκτικά στην παρανομία. Τα όσα συμβαίνουν σήμερα στις δύο άμεσα εμπόλεμες χώρες, την Ουκρανία και τη Ρωσία (αν και όχι μόνο), αποδεικνύουν το μέγεθος της απειλής. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, οι απηνείς διώξεις όσων διαφωνούν με τον πόλεμο, οι συλλήψεις αντιπάλων πολιτικών και οι αποφάσεις που θέτουν κόμματα της αντιπολίτευσης εκτός νόμου, τα συνοπτικά στρατοδικεία, οι διώξεις και φυλακίσεις ή ακόμη και οι εν ψυχρώ εκτελέσεις στρατιωτών που αρνούνται να πολεμήσουν και βεβαίως η σκληρή λογοκρισία στα ΜΜΕ συνθέτουν ένα φρικιαστικό σκηνικό. Η εμπειρία της πανδημίας και των lockdown μπορεί να αποδειχθεί εδώ εξαιρετικά πολύτιμη για το αστικό σύστημα εξουσίας και τους μηχανισμούς του…