Παναγιώτης Ξοπλίδης
Οι τριπλές εκλογές στη Σερβία ανέδειξαν απόλυτα κυρίαρχο τον Αλεξάνταρ Βούτσιτς, που εδραιώνει πλέον ένα προσωποπαγές καθεστώς με ιδιότυπα χαρακτηριστικά. Συνδυάζει τον αυταρχισμό, την νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική και μια ευέλικτη, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική — στοιχεία που δεν αποτελούν όμως μια «σερβική εξαίρεση» πλέον, αλλά ίσως ένα νέο μοντέλο στο γεωπολιτικό σκηνικό που ανασχηματίζεται. Αν και ελάχιστα συμπαθής στα δυτικά ΜΜΕ, λόγω της σταθερής αντιΝΑΤΟϊκής θέσης και της φιλικής προς Κίνα-Ρωσία στάσης του, η νίκη του Βούτσιτς αναγνωρίστηκε ως «σύμφωνη με τις επιθυμίες του σερβικού λαού».
Ο Βούτσιτς επανεξελέγη πρόεδρος με ποσοστό 60%, καθώς η αντιπολίτευση (που είχε επιλέξει την αποχή στις προηγούμενες) κατέβηκε σε τρία μέτωπα: Το ακροδεξιό-πατριωτικό, τους ευρωπαϊστές και τους οικολόγους. Στη δεύτερη θέση με μόλις 18% αναδείχθηκε ο υποψήφιος των ευρωπαϊστών Ζντράβκο Πόνος, πρώην στρατηγός, σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια του φιλοδυτικού στρατοπέδου να αναδείξει και την «πατριωτική» στάση του.
Στις βουλευτικές εκλογές το Προοδευτικό Κόμμα (SNS) έλαβε 44%. Έχασε την απόλυτη πλειοψηφία, αλλά εξασφαλίζει άνετα την συνέχιση της διακυβέρνησης, έχοντας δεδομένη την συνεργασία με τους Σοσιαλιστές, κόμματος του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Για πρώτη φορά, επίσης, μπήκε στη βουλή με ένα ποσοστό κοντά στο 5% ένα οικολογικό-αριστερό κόμμα, το Μοράμο, που αναδείχθηκε μέσα από το μεγάλο κίνημα ενάντια στις εξορύξεις λιθίου από την πολυεθνική Ρίο Τίντο. Εμφανίζεται έτσι μια σχετικά ισχυρή κινηματική δύναμη, που δηλώνει ταυτόχρονα φιλοευρωπαϊκή, σε σύνδεση με τους Πράσινους και το Ευρωπαϊκό Κόμμα της Αριστεράς. Το κόμμα του Βούτσιτς κέρδισε καθαρά και στο Βελιγράδι, όπου η αντιπολίτευση είχε τις περισσότερες ελπίδες ανατροπής.
Κατά την προεκλογική περίοδο το SNS πρόβαλε την οικονομική ανάπτυξη, την ανοικοδόμηση, τα δημόσια έργα, την αύξηση των ξένων επενδύσεων, ως συνέπεια και της πολύπλευρης εξωτερικής πολιτικής. Η πόρτα των διαπραγματεύσεων για ένταξη στην ΕΕ παραμένει ανοιχτή, αλλά η Σερβία δηλώνει ότι θα συνεχίσει να είναι η μοναδική πλέον χώρα της νότιας-ανατολικής Ευρώπης εκτός ΝΑΤΟ (μαζί με Βοσνία και Κόσοβο που είναι όμως ντε φάκτο νατοϊκά προτεκτοράτα). Παράλληλα, εμφανίζεται ως ο βασικός πυλώνας στην ευρωπαϊκή ήπειρο του σύγχρονου κινεζικού «Δρόμου του Μεταξιού». Υλοποιεί δε ένα πλήθος έργων με κεφάλαια από Κίνα, ΗΑΕ, Κορέα και χώρες της ΕΕ. Όσο για τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, πήραν τα εύσημα του ΔΝΤ ως «ένα από τα πιο επιτυχημένα προγράμματα στην ιστορία», με ιδιωτικοποιήσεις, δημοσιονομική λιτότητα και κατάργηση εργατικών δικαιωμάτων.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία λίγο επηρέασε το αποτέλεσμα. Ακόμα και η φιλοδυτική αντιπολίτευση δήλωσε ότι δεν πρόκειται να ζητήσει ένταξη στο ΝΑΤΟ, καθώς οι αναμνήσεις από τους πολέμους διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και τις νατοϊκές επεμβάσεις είναι ανοιχτή πληγή για τον λαό. Τα ακροδεξιά κόμματα υποστήριξαν ανοιχτά την ρωσική εισβολή, ενώ και οι Σοσιαλιστές δεσμεύτηκαν ότι ποτέ δεν θα υπερψηφίσουν κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Τι δείχνει η σαρωτική επικράτηση του «συνεχιστή του Μιλόσεβιτς» στις τριπλές εκλογές
Το καθεστώς Βούτσιτς συνδυάζει, έτσι, τη δυναμική πολλών –φαινομενικά αντίρροπων– τάσεων. Εμφανίζεται ως συνεχιστής της εποχής Μιλόσεβιτς (ήταν υπουργός του), αλλά αναγνωρίζει τα εγκλήματα εκείνης της περιόδου. Προέρχεται από την ακροδεξιά (ήταν ηγετικό στέλεχος της νεολαίας του παλιού Ριζοσπαστικού Κόμματός), αλλά την μετασχηματίζει σε ένα θεσμικό κόμμα, ταυτόχρονα πατριωτικό και νεωτερικό. Η πρωθυπουργός Άνα Μπρνάμπιτς είναι σήμερα «η πρώτη λεσβία πρωθυπουργός των Βαλκανίων», έχοντας παιδί με τη σύντροφο της, σε μια χώρα όπου οι παρελάσεις του Pride γίνονται στόχος φασιστικών επιθέσεων και ο γάμος ομόφυλων ζευγαριών είναι εκτός νόμου. Τα «δικαιώματα» είναι ατομική υπόθεση και όχι συλλογική κατάκτηση στη Σερβία του Βούτσιτς, ο οποίος, παρά την παραφιλολογία των δυτικών ΜΜΕ, δεν μοιάζει αναχρονιστικός και απομονωμένος.
Το πρότυπο διακυβέρνησης ταιριάζει απόλυτα στις ανάγκες του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού — νεοφιλελεύθερο, αυταρχικό, ατομικιστικό. Ταυτόχρονα, είναι ίσως προάγγελος μιας νέας πολυπολικής εποχής, αν και η στρατηγική θέση της Σερβίας μπορεί εύκολα να την οδηγήσει σε νέους πολέμους.