Ξεπερνά κάθε φαντασία η προσπάθεια της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας να ελέγξει τον Τύπο. Δεν της έφταναν οι Πετσωμένες ενισχύσεις, με τις οποίες καλόπιασε τα ενσωματωμένα ΜΜΕ. Θέλει να τα βάλει όλα «σε τάξη», διαμορφώνοντας συνθήκες πολιτικού νεκροταφείου και δημιουργώντας τους όρους για να βρίσκουν στόχο οι φονικές για την ελευθεροτυπία ρουκέτες των αγωγών που εξαπολύουν οι πολυεθνικές και τα μεγάλα συμφέροντα, με το μοντέλο των αγωγών τύπου SLAPP (Στρατηγικές αγωγές κατά της δημόσιας συμμετοχής).
Δευτέρα αργά το βράδυ, σε άσχετο νομοσχέδιο και χωρίς καμία διαβούλευση ούτε μέσα στη βουλή, ούτε με τις ενώσεις των δημοσιογράφων, η κυβέρνηση πέρασε τροπολογία που ορίζει, ούτε λίγο ούτε πολύ τα εξής:
Πρώτο, από 1η Απριλίου όλες οι εφημερίδες πρέπει να έχουν ανακοινωμένο Διευθυντή και Διευθυντή Σύνταξης, οι οποίοι μάλιστα πρέπει να είναι μέλη δημοσιογραφικής ένωσης (π.χ. ΕΣΗΕΑ). Αυτή η ρύθμιση ισχύει μόνο για τις εφημερίδες και όχι για άλλα ΜΜΕ, όπως τηλεοράσεις ή ραδιόφωνα, όπου οι μεγαλοϊδιοκτήτες μπορεί να έχουν διευθυντή όποιον θέλουν, από τον κολλητό τους μέχρι τον… κηπουρό τους.
Υποχρεούνται δηλαδή εφημερίδες που εκδίδουν πολιτικές οργανώσεις της Αριστεράς, άλλες συλλογικότητες, που μπορεί να μην απασχολούν επαγγελματίες δημοσιογράφους ή να στηρίζονται σε συλλογικές διαδικασίες (π.χ. συντακτική επιτροπή) να έχουν πλέον Διευθυντή, Διευθυντή Σύνταξης, οι οποίοι πρέπει να είναι και μέλη δημοσιογραφικών ενώσεων! Σε πολλές περιπτώσεις κάτι τέτοιο είναι απλά αδύνατο. Εάν δεν συμμορφωθούν θα δέχονται πρόστιμο 10.000 ευρώ, το οποίο θα επαναλαμβάνεται μέχρι να κλείσουν! Ιστορικά έντυπα της μαχόμενης «εκτός των τειχών» Αριστεράς οδηγούνται έτσι σε λουκέτο!
Προφανώς, η διάταξη αυτή πέρα από το να κλαδέψει τα «ζιζάνια» στο χώρο του Τύπου έχει σκοπό να ξεκαθαρίσει ποιοι είναι οι υπεύθυνοι που θα τρώνε στο κεφάλι τις τρομοκρατικές αγωγές, χωρίς πολλά-πολλά.
Δεύτερο, εάν η εφημερίδα εκδίδεται από ανώνυμη εταιρεία πρέπει να αναγράφεται ο εταίρος ή ο μέτοχος που κατέχει το 50% και πλέον των μετοχών, εάν υπάρχει τέτοιο πρόσωπο. Εάν δεν αναγράφεται πάλι 10.000 πρόστιμο. Μάλιστα, σε περίπτωση δικαίωσης αγωγής εναντίον του εντύπου το άτομο αυτό θα καταβάλλει το ποσό από την προσωπική του περιουσία και όχι από τα υπάρχοντα της Α.Ε. όπως ισχύει στις άλλες ανώνυμες εταιρείες, προφανώς για να καλύπτονται οι καπιταλιστές σε περίπτωση χρεοκοπίας. Πέρα από το γεγονός πως αυτή η ρύθμιση αφορά και πάλι μόνο τις εφημερίδες και όχι το σύνολο των ΜΜΕ, γεγονός που προξενεί εντύπωση, είναι αμφίβολη η όποια αποτελεσματικότητα της ρύθμισης, καθώς οι πραγματικά ισχυροί οικονομικοί παράγοντες κρύβονται πίσω από πολλαπλές εταιρείες, off shore και αχυρανθρώπους. Πάλι τα λιμά θα πιάσει η απόχη της ΝΔ.
Τρίτο, ποιος θα ελέγχει και θα επιβάλλει τα πρόστιμα στις εφημερίδες; Το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο! Οι άριστοι της ΝΔ πραγματικά ξεπερνούν κάθε πρόβλεψη για το βαθμό προχειρότητας, αλλά ταυτόχρονα και για την απόφαση να ξεμπερδεύουν με συνοπτικές διαδικασίες. Βάζουν το ΕΣΡ, που δεν έχει καμία σχέση με τα έντυπα μέσα να επιβάλλει πρόστιμα στις εφημερίδες! Το ΕΣΡ το οποίο έτσι κι αλλιώς δεν ανταποκρίνεται στα «καθήκοντά του» στα κανάλια και στα ραδιόφωνα, που προσβάλλουν συχνά το κοινό και τη διαδικασία της ενημέρωσης.
Τέταρτο, ποιος θα μαζεύει τα χρήματα από τα πρόστιμα, για να τα παραδώσει αργότερα στο δημόσιο; Το ιδιωτικό πρακτορείο «Άργος», ιδιοκτησίας του Ομίλου Μαρινάκη, μονοπώλιο στη διανομή του Τύπου! Εδώ πια η κυβερνητική αυθαιρεσία κτυπάει «κόκκινο».
Η τροπολογία πέρασε με τις ψήφους της ΝΔ, ενώ το ανεκδιήγητο ΚΙΝΑΛ ψήφισε… παρών. Από πολλές πλευρές τίθεται θέμα συνταγματικότητας της ρύθμισης.
Η κυβέρνηση για να δικαιολογήσει την απαράδεκτη αντιδημοκρατική ρύθμιση διαρρέει πως θέλει να αντιμετωπίσει όσους διαδίδουν ψευδείς ειδήσεις και προκαλούν «μακελειό» με τα κατακίτρινα πρωτοσέλιδά τους. Το να μιλάει βεβαίως η κυβέρνηση της ΝΔ για «διασπορά ψευδολογιών», όταν πρωταγωνιστεί στο άθλημα αυτό, μόνο γέλια μπορεί να προκαλεί. Επίσης, για ποια διαφάνεια στα ΜΜΕ να μιλήσουν οι υπερασπιστές των επιχειρηματικών συμφερόντων και της ασυδοσίας στα ΜΜΕ, όταν κάθε απόπειρα να βρεθούν οι «βασικοί μέτοχοι» των ΜΜΕ χάθηκε μέσα στο πολύπλοκο εταιρικό δίκαιο της ΕΕ, κάπου μεταξύ Κύπρου, Λουξεμβούργου και νησιών Καϊμάν, εκεί που ανθούν οι off shore εταιρείες; Τελικά, η διαφάνεια θα υλοποιηθεί μόνο κατά των εντύπων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς…
Όσο για το γαλαζιο-ροζ ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, αυτό έμεινε στο να εκφράσει την ανησυχία και τον προβληματισμό του… Η ανακοίνωση του ΔΣ της ΕΣΗΕΑ έχει ως εξής:
Ανησυχία της ΕΣΗΕΑ για την τροπολογία για τον Τύπο
«Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ εκφράζει τον έντονο προβληματισμό του για την επιλογή της Κυβέρνησης να αλλάξει, με τροπολογία της τελευταίας στιγμής, το νομοθετικό πλαίσιο της αστικής ευθύνης για δημοσιεύματα των εφημερίδων.
Ειδικότερα, οι συγκεκριμένες διατάξεις έρχονται στο κοινοβούλιο προς ψήφιση, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση, αν και μόλις πριν μια εβδομάδα το Δ.Σ της Ένωσής μας είχε συνάντηση με τον αρμόδιο υπουργό, χωρίς να μας ενημερώσει επισήμως ή έστω να κάνει κάποια νύξη για τις κυβερνητικές προθέσεις.
Η ΕΣΗΕΑ υπήρξε πάντα υπέρ της διαφάνειας σε ότι αφορά την ιδιοκτησία και την ευθύνη περιεχομένου στα ΜΜΕ ακόμη και με ονομαστικοποίηση των μετοχών και στηρίζει κάθε προσπάθεια σε αυτήν την κατεύθυνση. Η συγκεκριμένη ρύθμιση, ωστόσο, αντιμετωπίζει το θέμα αποσπασματικά και ανεπαρκώς. Ειδικά σε μια εποχή που το φαινόμενο της βιομηχανίας αγωγών, διεθνώς αποκαλούμενο ως SLAPPs, λαμβάνει και στην Ελλάδα ανησυχητικές διαστάσεις, η εν λόγω ρύθμιση θα μπορούσε να απειλήσει την βιωσιμότητα των ΜΜΕ, ειδικά των μικρότερων σε μέγεθος.
Το θέμα μάλιστα το θέσαμε στην τελευταία μας συνάντηση με τον αρμόδιο υπουργό και τον Γ.Γ Ενημέρωσης, ζητώντας η κυβέρνηση, στο πλαίσιο και της συζήτησης που διεξάγεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να λάβει μέτρα προς την κατεύθυνση της ανάσχεσης του φαινομένου.
Περαιτέρω, οι συνοδές διατάξεις που εμπλέκουν το ΕΣΡ στην διαδικασία συμμόρφωσης των υπόχρεων εκδοτικών επιχειρήσεων εγείρουν θέματα και ως προς την σκοπιμότητα και ως προς την συνταγματικότητα της συγκεκριμένης διάταξης, καθώς εμπλέκει το ΕΣΡ σε ένα πεδίο άσχετο με τα ραδιοτηλεοπτικά θέματα.
Κατά συνέπεια, ορθότερος είναι ο δρόμος της διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκομένους και όχι αιφνιδιαστικά νομοθετήματα της τελευταίας στιγμής».