Βασίλης Μηνακάκης
▸Διάλυση οικοσυστημάτων, βιομηχανική κτηνοτροφία και ζωονόσοι
Παρά τις «φιλότιμες» προσπάθειες των ΗΠΑ να αποδείξουν ότι ο κορονοϊός που προκάλεσε την πανδημία της covid-19 είναι κινεζικός, ότι πρόκειται για έναν «kung-flu» που δημιουργήθηκε στο εργαστήριο Ιολογίας της Ουχάν απ’ όπου ξέφυγε (ή αφέθηκε;), λίγοι πίστεψαν αυτόν τον ισχυρισμό. Όχι γιατί εξαφανίστηκαν οι θεωρίες συνωμοσίας (τουναντίον, άνθησαν εν μέσω πανδημίας) ή γιατί τέτοια «λάθη» δεν γίνονται (και γίνονται και οι περισσότερες διαφυγές παθογόνων έχουν γίνει από αντίστοιχα εργαστήρια των ΗΠΑ). Ούτε επίσης γιατί καμιά από τις ερευνητικές ομάδες που συνέστησε ο ΠΟΥ δεν επιβεβαίωσε κάτι τέτοιο.
Δεν έγινε πιστευτός κυρίως για έναν άλλο λόγο. Επειδή συνειδητοποιήθηκε ευρύτερα αυτό που ήταν γνωστό εδώ και χρόνια στους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» (βιολόγους, ιολόγους, περιβαλλοντολόγους, επιδημιολόγους κ.λπ.): Ότι μια σειρά παρεμβάσεις του ανθρώπου –για την ακρίβεια, των καπιταλιστικών σχέσεων και των φορέων τους– στο περιβάλλον είχαν ως συνέπεια την αύξηση των ζωονόσων, των λοιμωδών μεταδοτικών νοσημάτων τα οποία οφείλονται σε ιούς βακτήρια, παράσιτα ή μύκητες που μεταπήδησαν από τα ζώα στους ανθρώπους.
Δέκα χρόνια πριν, ο David Quammen έγραφε στο Spillover – Από τα ζώα στον άνθρωπο η επόμενη πανδημία; (Πατάκης, 2021): «Ζούμε σε πάρα πολύ πυκνοκατοικημένες πόλεις. Έχουμε εισδύσει και συνεχίζουμε να εισδύουμε στα τελευταία μεγάλα δάση και άλλα άγρια οικοσυστήματα του πλανήτη, διαταράσσοντας τις φυσικές δομές και τις οικολογικές κοινότητες αυτών των τόπων. Κόψαμε δρόμο από το Κονγκό∙ διασχίσαμε τον Αμαζόνιο∙ περάσαμε μέσα από το Βόρνεο. […] Πολλαπλασιάζουμε τα ζώα μας καθώς πολλαπλασιαζόμαστε οι ίδιοι, στήνοντας τεράστιες εργοστασιακές μονάδες με χιλιάδες βοοειδή, χοίρους, κοτόπουλα, πάπιες, πρόβατα και κατσίκια […] στριμώχνουμε τα ζώα σε κοτέτσια και μάντρες, το ένα επάνω στο άλλο, σε συνθήκες που επιτρέπουν στα οικόσιτα και ημι-οικόσιτα ζώα να αποκτήσουν μολυσματικά παθογόνα από εξωτερικές πηγές (όπως οι νυχτερίδες που κουρνιάζουν πάνω από χοίρους), να μοιράζονται αυτές τις λοιμώξεις μεταξύ τους και άφθονες ευκαιρίες στα παθογόνα να μεταλλάσσονται, και μερικές από τις καινούριες μορφές τους είναι ικανές να μολύνουν ανθρώπους, αγελάδες ή πάπιες. Χορηγούμε σε πολλά από αυτά τα ζώα μεγάλες δόσεις αντιβιοτικών και άλλων φαρμάκων, όχι για να τα θεραπεύσουμε, αλλά για να τα παχαίνουμε, διατηρώντας την υγεία τους όσο χρειάζεται για να συνεχίζεται το κερδοφόρο εμπόριο κρέατος» (σσ. 765-766).
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν την πρόβλεψη του Quammen περί αύξησης των ζωονόσων: Το 60% των γνωστών και το 75% των νέων μολυσματικών ασθενειών μπορούν να μεταπηδήσουν από τα ζώα στον άνθρωπο. Κάθε χρόνο αναδύονται περίπου 3-4 νέες ζωονόσοι, ενώ σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα επιστημόνων του Χάρβαρντ (Φεβρουάριος 2022), 3,3 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από ιογενείς ζωονόσους. Ενάμιση χρόνο πριν (Οκτώβριος 2020), ομάδα ειδικών του ΟΗΕ για τη βιοποικιλότητα προειδοποιούσε ότι οι πανδημίες «θα εμφανίζονται πιο συχνά, θα εξαπλώνονται πιο γρήγορα, θα σκοτώνουν περισσότερους ανθρώπους».
«Πρέπει να εκτιμήσουμε τις εξάρσεις των νέων ζωονόσων, καθώς και την επανεμφάνιση και την εξάπλωση των παλιών», έγραφε ο Quammen, «ως μέρος ενός ευρύτερου μοτίβου και να καταλάβουμε ότι η ανθρωπότητα είναι υπεύθυνη για τη δημιουργία του εν λόγω μοτίβου. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτό οφείλεται σε πράγματα που κάνουμε∙ δεν είναι πράγματα που μας συμβαίνουν» (σ. 764).
Ποια είναι αυτά τα «πράγματα που κάνουμε»; Στο χωρίο που προηγήθηκε, ο ίδιος απαριθμεί τα περισσότερα. Σε ανάλογο συμπέρασμα κατέληξαν το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών και το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Ερευνών για την Κτηνοτροφία, που αναγνώρισαν επτά τάσεις ως υπεύθυνες για τις ζωονόσους: αυξανόμενη ζήτηση για ζωικές πρωτεΐνες, εξόρυξη φυσικών πόρων και αστικοποίηση, εντατική και μη βιώσιμη γεωργία, εκμετάλλευση της άγριας ζωής, αυξημένα ταξίδια και μεταφορές, αλλαγές στον εφοδιασμό τροφίμων, κλιματική αλλαγή. Η κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με τους ερευνητές του Χάρβαρντ, αλλοιώνει τους βιότοπους και ωθεί τα ζώα που διαβιούν στη στεριά ή τη θάλασσα να μετακινηθούν σε νέα μέρη, δημιουργώντας ευκαιρίες για παθογόνους οργανισμούς να εισέλθουν σε νέους ξενιστές. Η δε αποψίλωση των δασών, ιδιαίτερα στις τροπικές περιοχές, φέρνει τους ανθρώπους σε επαφή με ζώα καθώς εισέρχονται στα δάση για να τα καθαρίσουν με στόχο τη γεωργία ή υλοτομία, την κατασκευή δρόμων ή την εξόρυξη από ορυχεία, διευκολύνοντας την επαφή μεταξύ ανθρώπων και ζώων που φέρουν ιούς.
«Δεν υπάρχει “φυσικός κόσμος”· υπάρχει μόνο ο κόσμος. Η ανθρωπότητα είναι μέρος αυτού του κόσμου, όπως και ο επόμενος φονικός ιός που δεν έχουμε εντοπίσει ακόμα»
«Να ποιο είναι το θετικό με τις ζωονόσους», σημειώνει ο Quammen: «μας θυμίζουν ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε αδιαχώριστοι από τον φυσικό κόσμο. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει “φυσικός κόσμος”· υπάρχει μόνο ο κόσμος. Η ανθρωπότητα είναι μέρος αυτού του κόσμου […] όπως και ο επόμενος φονικός ιός – που δεν έχουμε εντοπίσει ακόμα» (σ. 769). Αν κάπου υστερούν οι προαναφερθείσες αναλύσεις είναι ότι, αναφερόμενες στους παράγοντες που πολλαπλασιάζουν τις ζωονόσους, χρησιμοποιούν πρώτο πληθυντικό πρόσωπο («εμείς οι άνθρωπο») ή την αόριστη έκφραση «ανθρωπότητα». Ωστόσο, πίσω ή κάτω από όλους αυτούς τους παράγοντες –που σωστά αναδεικνύουν– βρίσκεται μια κοινή μήτρα: οι καπιταλιστικές σχέσεις, η ελεγχόμενη από πολυεθνικές γεωργία, η εμπορευματοποίηση-καταλήστευση της φύσης. Αν αυτή δεν αντιμετωπιστεί, η αξία των επισημάνσεών τους περιστέλλεται — κυρίως όμως περιστέλλεται η δυνατότητα αντιμετώπισης των παραγόντων που τροφοδοτούν τις ζωονόσους. Μόνο η σύγκρουση ή/και ανατροπή αυτής της κοινής μήτρας μπορεί να αλλάξει και τους παράγοντες που εντοπίζουν και μόνο τότε μπορεί να γίνει πράξη η «πρωτογενής πρόληψη πανδημίας» για την οποία μιλούν –πολύ σωστά– οι ερευνητές του Χάρβαρντ. Μόνο μια τέτοια οπτική μπορεί να ερμηνεύσει γιατί δεν προωθούνται οι δράσεις «πρωτογενούς πρόληψης πανδημίας», αν και το ετήσιο κόστος τους είναι περίπου 20 δισ. δολ. — συντριπτικά μικρότερο από εκείνο που προέκυψε από την πανδημία της Covid-19.
Όπως και να έχει, πάντως, δύσκολα μπορεί να διαφωνήσει κανείς με το συμπέρασμά τους: «Αν η Covid-19 μας δίδαξε κάτι, είναι ότι τα τεστ, οι θεραπείες και τα εμβόλια μπορούν να αποτρέψουν τους θανάτους, αλλά δεν σταματούν την εξάπλωση των ιών στον κόσμο ούτε μπορούν να αποτρέψουν την εμφάνιση νέων παθογόνων. Προοπτικά, δεν μπορούμε να βασιζόμαστε μόνο σε στρατηγικές που θα μας προστατεύουν, αφότου ο νέος ιός έχει μεταπηδήσει από το ζώο στον άνθρωπο».