Κείμενο βασισμένο σε συνέντευξη του συμπρόεδρου του Σοσιαλιστικού Κινήματος του Καζακστάν Αϊνούρ Κουρμάνοφ για τις κινητοποιήσεις στο Καζακστάν
(Επιμέλεια-μετάφραση Παναγιώτης Ξοπλίδης για το Πριν από την αγγλική μετάφραση του LeftEast)
Το Καζακστάν είναι μια από τις μεγαλύτερες μετασοβιετικές χώρες, δεύτερη μετά τη Ρωσική Ομοσπονδία στο πολιτικό και οικονομικό μπλοκ που χτίστηκε μετά τη σοβιετική κατάρρευση. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο επειδή ο Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ ήταν ένας από τους αρχιτέκτονες της CIS (Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών, ΚΑΚ). Το καζακικό μοντέλο της ομαλής μετατροπής της πρώην κομματικής και σοβιετικής νομεκλατούρας σε καπιταλιστική ολιγαρχία με «ασιατικό πρόσωπο» θεωρήθηκε από πολλούς ως πρότυπο. Πράγματι, αυτό το μοντέλο είχε επιφανειακά ελκυστικά χαρακτηριστικά όχι μόνο για τις κυρίαρχες ελίτ σε άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, αλλά και για τον μέσο πολίτη: υψηλό οικονομικό επίπεδο, παρουσία επίσημων μορφών δημοκρατίας και λίγους περιορισμούς στη δυτική κουλτούρα. Τα μεγάλα αποθέματα φυσικών πόρων, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου, και το βιομηχανικό δυναμικό που κληρονομήθηκε από τη σοσιαλιστική περίοδο αποδείχθηκαν ένα καλό σημείο ανάπτυξης για το νέο κράτος. Ταυτόχρονα, η επίσημη προπαγάνδα της Ρωσικής Ομοσπονδίας και των καναλιών της ΚΑΚ πρόβαλλε το Καζακστάν ως παράδειγμα διατήρησης των «παραδόσεων της ένωσης», τιμώντας τη μνήμη του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, την απουσία εθνικισμού κ.λπ.
Μαζικές διαδηλώσεις ξέσπασαν αμέσως μετά τις διακοπές της Πρωτοχρονιάς, στις 2 Ιανουαρίου. Αφορμή για τις διαμαρτυρίες ήταν η άνοδος της τιμής του υγραερίου για τα αυτοκίνητα, από 60 τένγκε (το τοπικό νόμισμα) σε 120 τένγκε το λίτρο. Οι πρώτες μη εγκεκριμένες διαδηλώσεις ξεκίνησαν στα δυτικά του Καζακστάν, στην περιοχή Μανγκιστάου, την καρδιά των μεγάλων πετρελαιοπαραγωγικών επιχειρήσεων. Εδώ βρίσκεται το διαβόητο Ζαναοζέν, όπου πριν από δέκα χρόνια κατεστάλη βάναυσα μια απεργία εργαζομένων: 15 απεργοί σκοτώθηκαν και εκατοντάδες τραυματίστηκαν τότε.
Την επόμενη μέρα –3 Ιανουαρίου– οι διαδηλωτές στην επαρχία Μανγκιστάου πρόσθεσαν νέα κοινωνικά και πολιτικά σημεία στα αρχικά τους αιτήματα: μείωση των τιμών των τροφίμων, λήψη μέτρων κατά της ανεργίας, λύση στο έλλειμμα πόσιμου νερού, παραίτηση κυβέρνησης και τοπικών αρχών. Την ημέρα αυτή, οι διαδηλωτές άρχισαν επίσης να συγκεντρώνονται στις πλατείες και στους δρόμους του Αλμάτι (της μεγαλύτερης πόλης της χώρας), της πρωτεύουσας Νουρσουλτάν (πήρε το όνομα του πρώην προέδρου ενώ είναι ακόμα εν ζωή) και άλλων πόλεων. Σε πολλά σημεία, οι δρόμοι ήταν αποκλεισμένοι και οι διαδηλωτές δεν διαλύθηκαν ούτε τη νύχτα.
Την Τρίτη 4 Ιανουαρίου, οι διαδηλωτές συγκρούστηκαν με την αστυνομία. Στο Αλμάτι, οι δυνάμεις ασφαλείας χρησιμοποίησαν χειροβομβίδες κρότου-λάμψης για να διαλύσουν τους διαδηλωτές. Με τη σειρά τους, οι διαδηλωτές ανέτρεψαν αυτοκίνητα της αστυνομίας. Το βράδυ της ίδιας μέρας, το διαδίκτυο και τα κοινωνικά δίκτυα σταμάτησαν να λειτουργούν.
Οι αρχές του Καζακστάν προσπάθησαν να εξηγήσουν την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου με το γεγονός ότι η τιμή του καθορίζεται πλέον με ηλεκτρονική υποβολή προσφορών. Όπως λένε, «η αγορά αποφάσισε». Η διοίκηση της Περιφέρειας Μανγκιστάου δήλωσε ότι όλα ήταν στα πλαίσια της σύγχρονης οικονομίας της αγοράς και ότι η προηγούμενη τιμή δεν θα επέστρεφε.
Όμως, στις 4 Ιανουαρίου, υπό την πίεση των διαδηλωτών, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να μειώσει την τιμή του φυσικού αερίου στην περιοχή Μανγκιστάου στα 50 τένγκε ανά λίτρο. Ο πρόεδρος του Καζακστάν Τοκάγιεφ είπε ότι τα υπόλοιπα αιτήματα του πληθυσμού θα εξεταστούν χωριστά. Και στη συνέχεια, στις 5 Ιανουαρίου, το Υπουργικό Συμβούλιο απολύθηκε. Ο διευθυντής του εργοστασίου επεξεργασίας αερίου στο Ζαναοζέν συνελήφθη.
Περιοχή απόλυτης φτώχειας
Ο συμπρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κινήματος του Καζακστάν Αϊνούρ Κουρμάνοφ περιέγραψε την κατάσταση με τους ακόλουθους όρους:
«Οι εργάτες του Ζαναοζέν ήταν οι πρώτοι που ξεσηκώθηκαν. Η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου ήταν μόνο το έναυσμα για τις λαϊκές διαμαρτυρίες. Άλλωστε, το βουνό των κοινωνικών προβλημάτων συσσωρεύεται εδώ και χρόνια. Το περασμένο φθινόπωρο, το Καζακστάν επλήγη από ένα κύμα πληθωρισμού. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τα προϊόντα εισάγονται στην περιοχή Μανγκιστάου και εκεί ήταν πάντα 2-3 φορές ακριβότερα. Αλλά σε ένα κύμα ανόδου των τιμών στα τέλη του 2021, το κόστος των τροφίμων αυξήθηκε ακόμη περισσότερο. Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας ότι η το Δυτικό Καζακστάν είναι μια περιοχή με υψηλή ανεργία. Κατά τη διάρκεια των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων, οι περισσότερες από τις επιχειρήσεις εκεί έκλεισαν. Ο μόνος τομέας που εξακολουθεί να λειτουργεί εδώ είναι η παραγωγή πετρελαίου. Αλλά ως επί το πλείστον ανήκει σε ξένα κεφάλαια. Έως και το 70% του πετρελαίου του Καζακστάν εξάγεται στις δυτικές αγορές, ενώ τα περισσότερα από τα κέρδη πηγαίνουν επίσης σε ξένους ιδιοκτήτες.
Δεν υπάρχει ουσιαστικά καμία επένδυση για την ανάπτυξη της περιοχής: είναι μια περιοχή πλήρους φτώχειας. Και πέρυσι αυτές οι επιχειρήσεις άρχισαν να υποβάλλονται σε μεταρρυθμίσεις μεγάλης κλίμακας. Οι θέσεις εργασίας κόπηκαν, οι εργαζόμενοι άρχισαν να χάνουν τους μισθούς τους και τα μπόνους, ενώ πολλές επιχειρήσεις έχουν μετατραπεί σε εταιρείες παροχής υπηρεσιών. Όταν στην περιοχή Ατιράου η εταιρεία Tengiz Oil απέλυσε 40 χιλιάδες εργαζόμενους ταυτόχρονα, έγινε το πραγματικό σοκ για ολόκληρο το Δυτικό Καζακστάν. Το κράτος δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει τέτοιες μαζικές απολύσεις. Και πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι ένας εργάτης πετρελαίου συντηρεί 5-10 μέλη της οικογένειας. Η απόλυση ενός εργάτη αυτομάτως καταδικάζει όλη την οικογένεια στην πείνα. Δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας εδώ εκτός από τον κλάδο του πετρελαίου και τους τομείς που εξυπηρετούν τις ανάγκες του.
Το Καζακστάν έχει χτίσει στην πραγματικότητα ένα μοντέλο καπιταλισμού πρώτων υλών. Ο πληθυσμός υποφέρει από όλο και πιο πολλά κοινωνικά προβλήματα, ενώ υπάρχει μια τεράστια κοινωνική ανισότητα. Η «μεσαία τάξη» έχει καταστραφεί, ο πραγματικός τομέας της οικονομίας καταστρέφεται. Η άνιση κατανομή του εθνικού προϊόντος έχει σημαντικό στοιχείο διαφθοράς. Οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις έχουν σχεδόν εξαλείψει το δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας. Και πιθανότατα, οι ιδιοκτήτες των πολυεθνικών εταιρειών υπολόγισαν ότι 5 εκατομμύρια άνθρωποι είναι «αρκετοί» για την εξυπηρέτηση των αγωγών. το σύνολο των 18 εκατομμυρίων του πληθυσμού του Καζακστάν είναι πάρα πολύ. Και γι’ αυτό η εξέγερση αυτή είναι αντιαποικιακή από πολλές απόψεις. Οι αιτίες των σημερινών διαδηλώσεων έχουν τις ρίζες τους στη λειτουργία του καπιταλισμού: η τιμή του υγροποιημένου αερίου αυξήθηκε πραγματικά στις ηλεκτρονικές συναλλαγές. Υπήρχε μια συνωμοσία μονοπωλίων που επωφελήθηκαν από την εξαγωγή φυσικού αερίου στο εξωτερικό, δημιουργώντας έλλειψή του και αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου στην εγχώρια αγορά. Οι ίδιοι λοιπόν προκάλεσαν τις ταραχές. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η σημερινή κοινωνική έκρηξη στρέφεται ενάντια στην όλη πολιτική των καπιταλιστικών μεταρρυθμίσεων που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία 30 χρόνια και στα καταστροφικά αποτελέσματά τους».
Παραδόσεις του εργατικού αγώνα – Αυθόρμητη απεργία
Η μορφή διαμαρτυρίας αρχικά ήταν μια κλασική «προλεταριακή» απεργία. Το βράδυ της 3ης προς την 4η Ιανουαρίου ξεκίνησε μια άγρια απεργία στις επιχειρήσεις Tengiz Oil. Σύντομα η απεργία εξαπλώθηκε και στις γειτονικές περιοχές. Σήμερα, το απεργιακό κίνημα έχει δύο κύρια σημεία εστίασης – το Ζαναοζέν και το Ακτάου.
Όπως γράφουν κάποιοι συνωμοσιολόγοι, η αναταραχή στο Καζακστάν προετοιμάστηκε προσεκτικά στη Δύση, όπως αποδεικνύεται από την καλή οργάνωση και συντονισμό των διαδηλωτών. Σύμφωνα με τον Κουρμάνοφ:
«Δεν πρόκειται για Μαϊντάν, αν και πολλοί πολιτικοί αναλυτές προσπαθούν να το παρουσιάσουν με αυτόν τον τρόπο. Από πού προήλθε μια τέτοια καταπληκτική αυτοοργάνωση; Αυτή είναι η εμπειρία και η παράδοση των εργαζομένων. Οι απεργίες συγκλονίζουν την περιοχή Μανγκιστάου από το 2008 και το απεργιακό κίνημα ξεκίνησε τη δεκαετία του 2000. Ακόμη και χωρίς καμία συμβολή από το Κομμουνιστικό Κόμμα ή άλλες αριστερές οργανώσεις, υπήρχαν συνεχείς απαιτήσεις για εθνικοποίηση των πετρελαϊκών εταιρειών. Οι εργάτες απλώς είδαν με τα μάτια τους σε τι οδηγούσε η ιδιωτικοποίηση και η ξένη καπιταλιστική εξαγορά. Κατά τη διάρκεια αυτών των προηγούμενων διαδηλώσεων, απέκτησαν τεράστια εμπειρία στον αγώνα και την αλληλεγγύη. Η ίδια η ζωή στην έρημο έκανε τους ανθρώπους να μένουν μαζί. Σε αυτό το πλαίσιο η εργατική τάξη και ο υπόλοιπος πληθυσμός ενώθηκαν. Οι διαμαρτυρίες των εργαζομένων στο Ζαναοζέν και στο Ακτάου έδωσαν στη συνέχεια τον τόνο σε άλλες περιοχές της χώρας. Οι παραδοσιακές γιούρτες οι σκηνές, που άρχισαν να στήνουν οι διαδηλωτές στις κεντρικές πλατείες των πόλεων, δεν ελήφθησαν καθόλου από την εμπειρία του «Euromaidan»: στάθηκαν στην περιοχή Μανγκιστάου κατά τη διάρκεια των τοπικών απεργιών πέρυσι. Ο ίδιος ο λαός έφερε νερό και φαγητό στους διαδηλωτές.
Στο Καζακστάν σήμερα δεν υπάρχει νόμιμη αντιπολίτευση, ολόκληρο το πολιτικό πεδίο έχει εκκαθαριστεί. Το Κομμουνιστικό Κόμμα του Καζακστάν ήταν το τελευταίο που εκκαθαρίστηκε το 2015. Έμειναν μόνο 7 φιλοκυβερνητικά κόμματα. Αλλά υπάρχουν πολλές ΜΚΟ που εργάζονται στη χώρα, οι οποίες συνεργάζονται ενεργά με τις αρχές για την προώθηση μιας φιλοδυτικής ατζέντας. Αγαπημένα τους θέματα: ο λιμός της δεκαετίας του 1930, η αποκατάσταση συμμετεχόντων του κινήματος συνεργατών των Ναζί στον Β’ Παγκοσμίο Πολέμο κ.λπ. Οι ΜΚΟ εργάζονται επίσης για την ανάπτυξη του εθνικιστικού κινήματος, το οποίο στο Καζακστάν είναι εντελώς φιλοκυβερνητικό. Οι εθνικιστές πραγματοποιούν συγκεντρώσεις κατά της Κίνας και της Ρωσίας, οι οποίες τυγχάνουν κυρώσεων από τις αρχές».
Σύμφωνα με τον συνομιλητή μας, οι ισλαμιστές που φέρονται πίσω από τα πρόσφατα γεγονότα είναι επίσης εξαιρετικά αδύναμοι και ανεπαρκώς οργανωμένοι στο Καζακστάν. Όπως μας διαβεβαίωσε, στην πραγματικότητα, το σύγχρονο Καζακστάν έχει δεσμευτεί να οικοδομήσει ένα μονοεθνικό κράτος και ο εθνικισμός είναι η επίσημη ιδεολογία του. Όλες οι αναφορές για το «φιλοσοβιετικό» Καζακστάν από το κανάλι Mir TV είναι μύθος:
«Το 2017, ένα μνημείο ανεγέρθηκε στην Kyzyl-Orda προς τιμή του Μουσταφά Τσοκάι, του εμπνευστή της λεγεώνας του Τουρκεστάν της Βέρμαχτ. Σήμερα, το κράτος αναθεωρεί ριζικά την ιστορία. Η διαδικασία έχει ενταθεί ιδιαίτερα μετά την επίσκεψη του Ναζαρμπάγιεφ στις ΗΠΑ πριν από μερικά χρόνια. Το παντουρκικό κίνημα επίσης δραστηριοποιείται ολοένα και περισσότερο. Πιο πρόσφατα, με πρωτοβουλία του Ναζαρμπάγιεφ, ιδρύθηκε η Ένωση Τουρκικών Κρατών στην Κωνσταντινούπολη στις 12 Νοεμβρίου 2021. Η ελίτ του Καζακστάν διατηρεί τα κύρια περιουσιακά της στοιχεία στη Δύση. Γι’ αυτό τα ιμπεριαλιστικά κράτη δεν ενδιαφέρονται απολύτως για την πτώση του παρόντος καθεστώτος, είναι ήδη εντελώς με το μέρος τους».
Αλλά ίσως δεν είναι όλα τόσο ξεκάθαρα με τις γεωπολιτικές προτεραιότητες του Καζακστάν; Φαίνεται ότι η ηγεσία της έχει την ίδια τάση να ασκεί πολύπλευρη πολιτική, ελιγμούς μεταξύ Ρωσίας, Δύσης, Κίνας και Τουρκίας. Αλλά μια προϋπόθεση ταιριάζει σε όλους τους ξένους εταίρους εδώ – η τοπική νομοθεσία επιτρέπει στις ξένες εταιρείες να εξάγουν τα κέρδη από τη χώρα. Ωστόσο, εάν είναι δυνατόν, κανένας από τους παγκόσμιους παίκτες δεν θα σταματήσει να αλλάζει την κυβέρνηση σε μια ακόμη πιο υπάκουη. Και, φυσικά, η φιλελεύθερη αντιπολίτευση θα προσπαθήσει να εδραιώσει και ήδη καθιερώνει τον έλεγχό της στο μαζικό κίνημα διαμαρτυρίας.
«Η παραίτηση του Ναζαρμπάγιεφ από τη θέση του προέδρου για να ηγηθεί του Συμβουλίου Ασφαλείας υποκινήθηκε από την επιθυμία να δημιουργήσει μια επίφαση δημοκρατίας, αρεστής και στη Δύση. Στην πραγματικότητα, διατηρεί τον πλήρη έλεγχο σε όλους τους κλάδους της εξουσίας και αύξησε μόνο τη δύναμή του ενώ ταυτόχρονα αποφεύγει εντελώς την ευθύνη. Ο Πρόεδρος Τοκάγιεφ είναι μια διακοσμητική φιγούρα, ένα πιόνι μέσα στην άρχουσα οικογένεια. Αναμφίβολα, οι τρέχουσες διαμαρτυρίες μπορούν να οδηγήσουν κάποιες φατρίες να επιχειρήσουν πραξικόπημα στο παλάτι ή παρόμοιες ενέργειες. Δεν μπορείτε να αναγάγετε τα πάντα σε θεωρίες συνωμοσίας. Δεν πρέπει να εξιδανικεύσετε ούτε το τρέχον κίνημα διαμαρτυρίας. Ναι, είναι ένα κοινωνικό κίνημα βάσης, με πρωτοποριακό ρόλο για τους εργαζόμενους, που υποστηρίζεται από ανέργους και άλλες κοινωνικές ομάδες. Αλλά υπάρχουν πολύ διαφορετικές δυνάμεις που εργάζονται σε αυτό, ειδικά καθώς οι εργαζόμενοι δεν έχουν δικό τους κόμμα, ταξικά συνδικάτα, ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα που να ανταποκρίνεται πλήρως στα συμφέροντά τους. Οι υπάρχουσες αριστερές οργανώσεις στο Καζακστάν είναι μικρές και δεν μπορούν να επηρεάσουν σοβαρά την εξέλιξη των γεγονότων. Ολιγαρχικές και εξωτερικές δυνάμεις θα προσπαθήσουν να οικειοποιηθούν και (ή) τουλάχιστον να χρησιμοποιήσουν αυτό το κίνημα για δικούς τους σκοπούς. Αν κερδίσει, θα ξεκινήσει η αναδιανομή της ιδιοκτησίας και η ανοιχτή αντιπαράθεση μεταξύ διαφόρων ομάδων της αστικής τάξης, ένας «πόλεμος όλων εναντίον όλων». Όμως, σε κάθε περίπτωση, οι εργαζόμενοι θα μπορέσουν να κερδίσουν ορισμένες ελευθερίες και να αποκτήσουν νέες ευκαιρίες, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας δικών τους κομμάτων και ανεξάρτητων συνδικαλιστικών οργανώσεων, που θα διευκολύνουν τον αγώνα τους για τα δικαιώματά τους στο μέλλον».
ΥΓ. Μετά τη δημοσίευση του άρθρου, έγινε γνωστό ότι στο Αλμάτι και σε ορισμένες άλλες πόλεις γίνονται σφοδρές συγκρούσεις, οι διαδηλωτές έχουν καταλάβει πολλά βασικά κτίρια υποδομής στο Αλμάτι και σε άλλες πόλεις. Υπό την πίεση των διαδηλώσεων, ο Πρόεδρος Τοκάγιεφ έκανε άνευ προηγουμένου κοινωνικές παραχωρήσεις – υποσχέθηκε κρατική ρύθμιση για το φυσικό αέριο, τη βενζίνη και τα κοινωνικά σημαντικά αγαθά, ένα μορατόριουμ για την αύξηση των λογαριασμών κοινής ωφελείας, επιδοτούμενα ενοίκια για στέγαση για τους φτωχούς και τη δημιουργία δημόσιου ταμείου για τη στήριξη της υγειονομική περίθαλψης. Οι διαδηλωτές ζήτησαν επίσης επιστροφή στο Σύνταγμα του 1993 και μια κυβέρνηση που θα αποτελείται από άτομα εκτός συστήματος. Και εξακολουθούν να ζητούν χαμηλότερες τιμές των τροφίμων και μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 58-60, υψηλότερους μισθούς, συντάξεις, επιδόματα παιδιών κ.λπ.
Οι φιλελεύθεροι ακτιβιστές της αντιπολίτευσης έσπευσαν να δηλώσουν ότι είναι αυτοί που συντονίζουν το κίνημα.
Μέχρι το βράδυ της 5ης Ιανουαρίου, αναφέρθηκε ότι ο Ναζαρμπάγιεφ δεν ήταν πλέον πρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλέιας. Ο Πρόεδρος Τοκάγιεφ πήρε τη θέση του και δήλωσε την πρόθεσή του να ενεργήσει «όσο το δυνατόν πιο σκληρά». Ταυτόχρονα, υποσχέθηκε ότι σύντομα θα πραγματοποιηθούν «συνεπείς πολιτικές μεταρρυθμίσεις».
Αργότερα εκείνη την ημέρα ο Τακάγιεφ κάλεσε σε μια επιχείρηση «διατήρησης της ειρήνης» (στην πραγματικότητα, αστυνόμευσης) των χωρών του Οργανισμού Συλλογικής Ασφάλειας (Ρωσία, Λευκορωσία, Αρμενία, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν και Κιργιστάν) για να καταστείλουν τις διαδηλώσεις, κάτι που οι διαδηλωτές στο Καζακστάν χαρακτηρίζουν απόπειρα εξωτερικής παρέμβασης. Μέχρι το πρωί της 6ης Ιανουαρίου, το συμβούλιο του Οργανισμού Συλλογικής Ασφάλειας είχε εγκρίνει το αίτημα και υπάρχουν ήδη αναφορές για ρωσικά στρατεύματα στο Καζακστάν.