Μαριάννα Τζιαντζή
Η αποστήθιση ποιημάτων είναι μια επένδυση που ποτέ δεν χάνει την αξία της και μας ανταμείβει στις πιο απρόσμενες στιγμές.
Πριν λίγους μήνες, με αφορμή τα 50 χρόνια από το θάνατο του Γιώργου Σεφέρη, αναλογίστηκα το πόσο εύκολα μπορεί κανείς να αποστηθίσει τα ποιήματά του (όχι όλα, αλλά πολλά) παρά την απουσία ομοιοκαταληξίας. Ο εσωτερικός ρυθμός τους μας οδηγεί, oι λέξεις κυλούν σαν νεράκι όπως κυλά και το περιεχόμενο που εμείς ανακαλύπτουμε στο ποίημα. Το ίδιο ισχύει και για άλλους ποιητές, όπως τον Καβάφη ή τον Καρυωτάκη ή για το δημοτικό τραγούδι.
Όλοι συμφωνούμε ότι η αποστήθιση χρονολογιών και ονομάτων ηγεμόνων και στρατηγών δεν έχει σχέση με τη δημιουργική μάθηση, όμως εδώ μιλάμε για ποιήματα που γίνονται δικά μας όπως ποτέ δεν έγιναν, π.χ., οι δυναστείες των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Η αποστήθιση ποιημάτων είναι μια επένδυση που ποτέ δεν χάνει την αξία της και μας ανταμείβει στις πιο απρόσμενες στιγμές.
Σε μια συνέντευξη που έδωσε το 2011, ο κριτικός λογοτεχνίας και φιλόσοφος Τζορτζ Στάινερ ευχαριστεί τους μεγάλους νεκρούς ποιητές τους οποίους είχε αποστηθίσει στα νιάτα του: «Κανείς δεν μπορεί να μας αφαιρέσει αυτό που έχουμε μάθει απέξω. Ούτε η λογοκρισία, ούτε η πολιτική αστυνομία, ούτε το κιτς που μας περικυκλώνει. Το να αποστηθίζεις σημαίνει να εισέρχεσαι μέσα στο ίδιο το έργο… Τα κείμενα βαδίζουν πλάι μας».
Οι στίχοι του Κωστή Παλαμά, του Μπρεχτ, του Βάρναλη βάδιζαν, φτερούγιζαν πλάι μας, όταν τους απήγγειλε ο αξέχαστος σύντροφος Χρήστος Μπίστης σε κάποιο γλέντι. Χωρίς μικρόφωνο. Κουβέντες, τσουγκρίσματα ποτηριών, όλα σιγούσαν και όλοι ακούγαμε με ευλάβεια ξέροντας πως «κάτι αλήθεια συμβαίνει εδώ».
Η μελοποιημένη ποίηση πάντα βοηθούσε στην αποστήθιση, όμως δεν είναι ο μόνος δρόμος. Υπάρχουν κι άλλοι, που όμως δεν επιβάλλονται. Τους επιλέγουμε, και συχνά η αποστήθιση παύει να είναι καταναγκασμός και γίνεται συνάντηση, συμπόρευση. Και μερικές φορές, αυτή η συνάντηση μας βοηθά να επιβεβαιώσουμε την πολιορκημένη ανθρωπιά μας, όπως έξοχα περιγράφει ο Πρίμο Λέβι στο Αν αυτό ήταν ο άνθρωπος. Νεαρός κρατούμενος στο Άουσβιτς, απήγγειλλε στίχους από την Κόλαση του Δάντη, έστω λειψούς, όποια αποσπάσματα θυμόταν από ό,τι είχε διδαχτεί στο λύκειο. Αυτοί οι στίχοι ήταν η ολιγόλεπτη επαναφορά του στην «προ Άουσβιτς» ζωή.
Στις ελληνικές φυλακές και στην εξορία, πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι δεν έμαθαν μόνο ξένες γλώσσες, λογιστικά και σκάκι, αλλά και τη μεγάλη ποίηση είτε διαβάζοντας από ένα αντίτυπο που κυκλοφορούσε χέρι είτε ακούγοντάς την από άλλους — μια πρόσκαιρη ανάσα ελευθερίας. Ασφαλώς δεν χρειάζεται να μας φυλακίσουν για να αναγνωρίσουμε την αξία των στίχων που μάθαμε απ’ έξω. Όμως και σήμερα, στην εκτός στρατοπέδου ζωή μας, δεν μας καταπιέζει, δεν μας στραπατσάρει, δεν μας καθηλώνει η ανάγκη και η αγωνία της επιβίωσης; Είναι πολλά αυτά που μας κάνουν να ξεχνάμε ότι είμαστε άνθρωποι.
«Κανείς δεν μπορεί να μας αφαιρέσει αυτό που έχουμε μάθει απʹ έξω. Ούτε η λογοκρισία, ούτε η πολιτική αστυνομία, ούτε το κιτς που μας περικυκλώνει»
Είναι τεράστια η ικανότητα αποστήθισης του ανθρώπου. Μικρά παιδιά και έφηβοι ξέρουν απ’ έξω εκατοντάδες ονόματα ηρώων από κόμικς, μάρκες προϊόντων ή αυτοκινήτων. Δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς πολλά γράμματα για να αποστηθίζει στίχους. Μπορεί και να μην ξέρει καν να διαβάζει. Υπήρξαν άνθρωποι που μπορούσαν να απαγγείλουν (ή και να τραγουδήσουν) εκατοντάδες στίχους από δημοτικά τραγούδια ή παραλογές ή τον Ερωτόκριτο, όπως σήμερα πολλοί νέοι ξέρουν απ’ έξω εκατοντάδες στίχους τραγουδιών της ραπ ή του χιπ χοπ. Δεν ξέρω ποιος και πώς χαράζει τη διαχωριστική γραμμή που καθιστά ένα στιχουργικό προϊόν ποίηση προορισμένη ν’ αντέξει στον χρόνο, όμως η ουσία είναι ότι η αποστήθιση είναι μια προσιτή διαδικασία. Όχι όμως για τους βαριά εθισμένους στο γκουγκλάρισμα και στα σόσιαλ μίντια. Εδώ έχουμε έναν καταιγισμό πληροφοριών, ιδεών, σχολίων… τίποτα ή σχεδόν τίποτα δεν μένει μετά την απομάκρυνση από την οθόνη.
Σήμερα η ίδια η ευκολία πρόσβασης στα κείμενα ή τους στίχους μοιάζει να καταργεί την ανάγκη να μάθουμε κάτι απ’ έξω. Το Ίντερνετ καταγράφει και αποστηθίζει για λογαριασμό μας. Ποιος ο λόγος να αποστηθίσουμε, π.χ., τον «Τελευταίο σταθμό» του Σεφέρη, όταν με λίγα κλικ εμφανίζεται ατόφιος στην οθόνη μας; Ενίοτε και σχολιασμένος από διαπρεπείς φιλολόγους. Υπάρχει όμως κι ένας άλλος αποτρεπτικός παράγοντας. Ποιος ο λόγος να μάθουμε απ’ έξω κάποιους στίχους, όταν δεν υπάρχει ένας άνθρωπος για να τους μοιραστούμε; Για ψώνια θα μας περάσουν, αν σε μια τηλεδιάσκεψη, αντί να σταθούμε στο δοσμένο θέμα, απαγγείλουμε κάποιους στίχους από τους Ελεύθερους πολιορκημένους.
Σήμερα, στην εποχή του δικαιολογημένου αλλά και του άνωθεν καλλιεργημένου φόβου, έχουμε ανάγκη την ποίηση όχι για να ξεχάσουμε την πραγματικότητα, αλλά για να την αντικρίσουμε πιο θαρραλέα, ακόμα και πιο συλλογικά.