Γιώργος Μουρμούρης
▸ Επί ενάμισι χρόνο κυβερνητικοί ανακοινώνουν το τέλος του κορονοϊού
«Ελάτε στην Ελλάδα. Φέρτε τους φίλους σας. Ενημερώστε ότι πλέον η χώρα είναι ανοιχτή. Μάθαμε το μάθημά μας από την αντιμετώπιση της πανδημίας». Με αυτά τα λόγια ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κήρυττε στις 13 Ιουνίου 2020 το τέλος της πανδημίας του κορονοϊού, με φόντο το μαγευτικό ηλιοβασίλεμα στην καλντέρα της Σαντορίνης. Εκείνη την ημέρα, ο ΕΟΔΥ ανακοίνωνε μόλις 4 νέα κρούσματα και 13 διασωληνωμένους. Συνολικά έως τότε, 183 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους από τον Sars-Cov-2.
Ενάμισι χρόνο μετά, στις αρχές του 2022, οι νεκροί ξεπερνούν τους 21.000. Την Τρίτη 11 Ιανουαρίου, ο ΕΟΔΥ ανακοίνωσε 80 νέους θανάτους, 640 διασωληνωμένους και 32.694 νέα κρούσματα, χωρίς να έχουν ακόμα ενσωματωθεί σε αυτά όλα τα θετικά κρούσματα των σχολείων.
Η διαφορά στους αριθμούς είναι τρομακτική, ωστόσο, υπάρχει ένα στοιχείο που συνδέει τον Ιούνιο του 2020 με τον Ιανουάριο του 2022: Ότι και τώρα όπως και τότε –και πολλές φορές ακόμη στο ενδιάμεσο– κυβερνητικά στελέχη σπεύδουν να προεξοφλήσουν το τέλος της πανδημίας.
«Σε 1-1,5 μήνα, η πανδημία θα έχει τελειώσει, ο τουρισμός θα πάει καταπληκτικά», ανακοίνωνε από τη συχνότητα του ΑΝΤ1 το πρωί της Δευτέρας 3 Ιανουαρίου ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης. Δεν πρόκειται για κάποια «γραφική» αποστροφή του πρώην στελέχους του ΛΑΟΣ, αλλά για επίσημη εκτίμηση που διαπνέει τον κρατικό προϋπολογισμό, ο οποίος προβλέπει μείωση των κονδυλίων για την Υγεία κατά 820 εκατ. ευρώ. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά: Τον Δεκέμβριο του 2020, η ΠΟΕΔΗΝ κατήγγειλε ότι ο προϋπολογισμός του 2021 προέβλεπε μειωμένες δαπάνες για την Υγεία, σε σχέση με το 2020. Το αποτέλεσμα φάνηκε τον Σεπτέμβριο του περασμένου έτους, όταν, εν μέσω πανδημίας, τα νοσοκομεία ξέμειναν από λεφτά!
Επιδιώκουν να εμπεδώσουν μία αίσθηση προσωρινότητας της κατάστασης «έκτακτης ανάγκης» για να δικαιολογήσουν τη μη ενίσχυση του ΕΣΥ
Τα διαδοχικά «σφυρίγματα» του τέλους της πανδημίας από το κυβερνητικό επιτελείο δεν αντανακλούν κάποιους μύχιους πόθους για απαλλαγή από τον υγειονομικό εφιάλτη, χωρίς βεβαίως αυτό να σημαίνει ότι, για τους δικούς τους λόγους, κράτη, κεφάλαιο και κυβερνήσεις δεν επιθυμούν τον τερματισμό της πανδημίας. Αυτό που επιδιώκουν, όμως, είναι να εμπεδώσουν μία αίσθηση προσωρινότητας της κατάστασης «εκτάκτου ανάγκης», ώστε να μην δικαιολογούνται μακροπρόθεσμες επενδύσεις στον τομέα της Υγείας και της Πρόνοιας. Με άλλα λόγια, αν επί δύο χρόνια –κατά τα κυβερνητικά στελέχη– η πανδημία τελειώνει «αύριο-μεθαύριο», δεν απαιτείται ούτε οργάνωση και στήριξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, ούτε ενίσχυση του ΕΣΥ σε προσωπικό και υλικοτεχνικές υποδομές, ούτε περισσότερες ΜΕΘ. Όπως κυνικά το έθεσε προ εβδομάδων ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος, «δεν υπάρχει και λόγος να δημιουργήσουμε ένα πολυτελές σύστημα υγείας, το οποίο μετά την πάροδο της πανδημίας θα εκλείψει ο λόγος να έχουμε πάρα πολλές ΜΕΘ».
Αποτέλεσμα του κυνισμού αυτού, πέραν των δεκάδων νεκρών καθημερινά είναι –εν μέσω επέλασης της μετάλλαξης «Όμικρον»– τα νοσοκομεία να βρίσκονται στο χείλος της κατάρρευσης, καθώς στους περίπου 6.000 υγειονομικούς που βρίσκονται σε αναστολή λόγω μη εμβολιασμού, προστέθηκαν 2.500 νοσούντες που βρίσκονται σε καραντίνα! Ενώ η κυβέρνηση να ετοιμάζεται για μία ακόμη φορά να ντύσει «στο χακί» ιδιώτες γιατρούς, στέλνοντάς τους φύλλα πορείας από Δευτέρα, για να μπαλώσουν όπως-όπως τις «μαύρες» τρύπες που η ίδια έχει δημιουργήσει στο ΕΣΥ.