Γιώργος Μουρμούρης
▸ Το αίσχος που βιώσαμε το 2020 με το μαύρο «έπος του Έβρου», μεταφέρθηκε στα σύνορα Πολωνίας και Λευκορωσίας
Η φράση «εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού» κατέκλυσε τα ελληνικά ΜΜΕ στις αρχές Μαρτίου του 2020. Ήταν τότε που η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με την υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ δια στόματος Αλέξη Τσίπρα και των υπολοίπων κομμάτων της αστικής αντιπολίτευσης, παρέταξε την αστυνομία, τον στρατό και την εθνοφυλακή στην ελληνοτουρκική μεθόριο, για την αντιμετώπιση ενός «ξαφνικού» κύματος προσφύγων προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενός κύματος που προκάλεσε η δήλωση του Τούρκου προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν, ότι οι δυνάμεις της χώρας του δεν θα απέτρεπαν πλέον την προσπάθεια προσφύγων και μεταναστών να περάσουν στο έδαφος της ΕΕ και να ζητήσουν άσυλο, διαμαρτυρόμενος κατ’ αυτόν τον τρόπο για αθέτηση –όπως ισχυρίστηκε– των δεσμεύσεων προς τη χώρα του, στο πλαίσιο της αντιπροσφυγικής συμφωνίας που είχαν υπογράψει Βρυξέλλες και Άγκυρα το 2016.
Εκείνο τον «μαύρο» Μάρτη «αι ημέτεραι δυνάμεις» άνοιγαν πυρ προς ανατολάς, σε μια προσπάθεια εκφοβισμού των ανθρώπων που ενδεχομένως προσπαθούσαν να διασχίσουν τα σύνορα. «Η άσκηση θα περιλαμβάνει βολές ευθυτενούς τροχιάς με πολυβόλα, τυφέκια και πιστόλια με πραγματικά πυρά, σε όλη την παρέβρια περιοχή του Έβρου, όλο το 24ωρο», ανέφερε τότε η ανακοίνωση του Δ’ Σώματος Στρατού. Την ίδια στιγμή, συμμορίες αφιονισμένων «εθελοντών» ξεχύνονταν σε κυνήγι προσφύγων και μεταναστών. Οι εικόνες γονατισμένων ανθρώπων μπροστά σε ένοπλους μασκοφόρους ξυπνούσαν μνήμες από τις πιο μαύρες σελίδες της πρόσφατης βαλκανικής ιστορίας. Αυτό ήταν το «έπος του Έβρου»: Μια εφιαλτική πολεμική κινητοποίηση απέναντι σε άοπλους. Μια επιχείρηση που, σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, άφησε πίσω της δύο επιβεβαιω-
μένους νεκρούς από ελληνικά πυρά.
Το δόγμα της αποτροπής και των βίαιων επαναπροωθήσεων αποτελεί πλέον κανόνα στην ΕΕ
Σχεδόν δύο χρόνια μετά, η ιστορία επαναλαμβάνεται στα σύνορα Πολωνίας-Λευκορωσίας. Χιλιάδες πρόσφυγες παρέμειναν επί πολλές μέρες εγκλωβισμένοι στη συνοριακή ζώνη των δύο χωρών, πιεζόμενοι –σύμφωνα με δημοσιεύματα– από τις δυνάμεις ασφαλείας τόσο της Βαρσοβίας όσο και του Μινσκ. Η ακροδεξιά πολωνική κυβέρνηση έγραψε το δικό της «έπος», παρατάσσοντας 15.000-20.000 στρατιώτες απέναντι σε εξαθλιωμένους πρόσφυγες. Η πολεμική επιχείρηση φαίνεται, μάλιστα, να έχει αποδοχή: Στις 11 Νοεμβρίου, ημέρα της Ανεξαρτησίας, χιλιάδες ακροδεξιοί διαδήλωσαν στη Βαρσοβία σε μια κινητοποίηση βγαλμένη από τις πιο σκοτεινές περιόδους του ευρωπαϊκού Μεσοπολέμου. «Αυτή η πορεία είναι μοναδική, δεν μοιάζει με καμία άλλη […]. Σήμερα δεχόμαστε επίθεση στα πολωνικά σύνορα», δήλωσε ο επικεφαλής της πορείας, με τους συγκεντρωμένους, υπό φασιστικά συνθήματα –σύμφωνα με τον δήμαρχο της πόλης– να εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους στους «υπερασπιστές των συνόρων της Πολωνίας». Οι τρομακτικές εικόνες από τη Βαρσοβία αποτελούν ίσως και τη μόνη ηχηρή διαφοροποίηση σε σχέση με την Ελλάδα: Στις 5 Μαρτίου του 2020, μεσούντος του «πολέμου» στον Έβρο, την Αθήνα είχε δονήσει μια ογκώδης διαδήλωση αλληλεγγύης σε πρόσφυγες και μετανάστες και καταδίκης των εγκλημάτων της ελληνικής κυβέρνησης.
Το μαύρο «έπος του Έβρου» προσέφερε, από κοινού με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά, το νομιμοποιητικό πλαίσιο για την απροσχημάτιστη πλέον στήριξη της ΕΕ στην πολεμική αντιμετώπιση προσφύγων και μεταναστών. Είναι ενδεικτικό ότι το 2020, ο μόνος ηγέτης χώρας της ΕΕ που είχε στηρίξει στο σύνολό της την ελληνική επιχείρηση στα σύνορα και είχε ενσωματώσει τη ρητορική της ελληνικής κυβέρνησης, χωρίς κανένα ανθρωπιστικό «καμουφλάζ», ήταν ο ακροδεξιός Αυστριακός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς. Δύο χρόνια μετά, σχεδόν το σύνολο του ευρωπαϊκού πολιτικού φάσματος δηλώνει στήριξη στην πολεμική επιχείρηση της Βαρσοβίας, με την οποία, μέχρι πριν λίγες εβδομάδες, οι Βρυξέλλες βρίσκονταν «στα μαχαίρια», κατηγορώντας την για (υπαρκτή) παραβίαση των κανόνων του «κράτους δικαίου».
Η Ελλάδα προσέφερε και πάλι το… φως της, αλλά και τις «λέξεις-κλειδιά»: Η «υβριδική απειλή από τον Ερντογάν» μετατράπηκε σε «υβριδική απειλή του Λουκασένκο με τη στήριξη του Πούτιν». Έτσι, η Ευρώπη δεν εμφανίζεται να στρέφει τα όπλα της κατά εξαθλιωμένων αιτούντων άσυλο, σε μια τρανταχτή αντίθεση με την εικόνα που κατασκευάζει, αλλά να προασπίζεται τα ιδανικά της ελευθερίας και της δημοκρατίας απέναντι σε «δικτατορίες» και «αυταρχικά καθεστώτα».
Την ελληνική αυ-
τή «προσφορά» σπεύδει να υπενθυμίσει σε κάθε ευκαιρία ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Ο πρόεδρος Λουκασένκο αντλεί έμπνευση από μία στρατηγική που έχει ήδη δοκιμαστεί. […] Η Ευρώπη δεν πρέπει να υποχωρήσει και θα πρέπει να πει “αρκετά”», ανέφερε σε άρθρο του στις 15 Νοεμβρίου στη γαλλική Le Figaro o Έλληνας πρωθυπουργός. Βεβαίως, η ελληνική κυβέρνηση δεν αρκείται σε κάποια… ηθική ικανοποίηση από την υιοθέτηση από το σύνολο της ΕΕ του δόγματος «πρώτα χτυπάμε, μετά ρωτάμε». Αντιθέτως, μετατρέπει την αναγνώριση αυτή σε ολοένα πιο εντατική, ολοένα πιο απροκάλυπτη επιχείρηση «στεγανοποίησης» των συνόρων, με όλη τη βαρβαρότητα που η επιχείρηση αυτή συνεπάγεται: Επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο. Ξυλοδαρμοί, εξευτελισμοί και άλλες επαναπροωθήσεις στον Έβρο, όπου πλέον υπάρχουν από φράχτης χιλιομέτρων μέχρι «κανόνια ήχου». Εφιαλτικές φυλακές στα νησιά, για όσους καταφέρουν να υποβάλουν αίτημα ασύλου. Αλλά και διαρκή ταλαιπωρία και εξευτελισμούς για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες. Είναι το διαβόητο δόγμα της «αποτροπής», που εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις, από την εποχή του «κάντε τους τον βίο αβίωτο».
Οι προσφυγικές ροές «εργαλειοποιούνται». Αλλά από όλους, με πρώτους αυτούς που προβάλλουν τη βαρβαρότητα απέναντι στους εξαθλιωμένους ως (ευρωπαϊκή) αυτοπεποίθηση, διεκδικώντας αναγνώριση ως «πορτιέρης» και «μπράβος» του «ευρωπαϊκού τρόπου ζωής». Στο τέλος, αυτό που μένει, αν αναλύσει κανείς αυτή την πολυφορεμένη εσχάτως λέξη, είναι τα αγκαθωτά συρματοπλέγματα της Ευρώπης-φρούριο.