Άννα Μπαχτή
Συγκλονιστική απεργία και διαδηλώσεις σε πολλές πόλεις, μεγάλη συμμετοχή της νέας γενιάς, στα σκουπίδια η κυβερνητική πολιτική της αντιδραστικής αναδιάρθρωσης
Η απεργία των εκπαιδευτικών τη Δευτέρα 11 Οκτωβρίου ήταν ένας μεγαλειώδης σταθμός στον αγώνα του εκπαιδευτικού κινήματος και του ευρύτερου λαϊκού κινήματος. Χιλιάδες σχολεία έκλεισαν απεργιακά. Τα ποσοστά συμμετοχής έφτασαν το 85%-90%, με ακόμα και τα χαμηλότερα ποσοστά να ξεπερνούν το 50%. Τα απεργιακά συλλαλητήρια των χιλιάδων απεργών διαδηλωτών έμοιαζαν με φουσκωμένα ποτάμια που πλημμύρισαν τα κέντρα των πόλεων. Ενδεικτικά 10.000 διαδηλωτές στο Εφετείο της Αθήνας, 3.000 στη Θεσσαλονίκη, πάνω από 1.000 διαδηλωτές στα Χανιά, 3.000 στο Ηράκλειο με συμβολική κατάληψη στην Περιφερειακή Διεύθυνση, δείχνουν τα μεγέθη των απεργιακών συγκεντρώσεων. Στάλθηκε ηχηρό μήνυμα αποφασιστικότητας και νίκης, αλλά και οργής του κόσμου απέναντι στο σύνολο της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής της κυβέρνησης με αιχμή τη μάχη ενάντια στην αξιολόγηση, τον αντεργατικό και απεργοκτόνο νόμο Χατζηδάκη και την «ανεξάρτητη δικαιοσύνη». Ιδιαίτερα ελπιδοφόρο ήταν το γεγονός της μαζικής συμμετοχής στην απεργία και τις διαδηλώσεις της νέας γενιάς των νεοδιόριστων και των ελαστικά εργαζόμενων εκπαιδευτικών.
Στις σημαντικές στιγμές αυτής της μέρας ήταν οι κοινές διαδηλώσεις εκπαιδευτικών, μαθητών, φοιτητών και γονέων. Συγκλονιστική ήταν η στιγμή στο Σύνταγμα με την πορεία των εκπαιδευτικών να συναντιέται με τους χιλιάδες συγκεντρωμένους νέους, μαθητές και φοιτητές, που περίμεναν τους δασκάλους τους μετά τη δική τους πορεία από τα Προπύλαια στη Βουλή. Η συνάντηση αυτή αναδεικνύει τον κρίσιμο ρόλο που παίζουν οι χιλιάδες εκπαιδευτικοί και σε ένα χώρο που τους επιτρέπει να επικοινωνούν και να ακουμπούν πιο άμεσα στην αγωνία της κοινωνίας και κυρίως του εύφλεκτου κοινωνικού κομματιού της νεολαίας για το δικαίωμα στη μόρφωση, τη δουλειά και την ελευθερία. Αναδεικνύει επίσης, την αναγκαιότητα συγκρότησης πανεκπαιδευτικού μετώπου αγώνα που θα βάλει φραγμό και θα ανοίξει τον δρόμο της ανατροπής των αντιδραστικών, καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων κυβέρνησης, ΕΕ, ΟΟΣΑ κεφαλαίου. Γι’ αυτό η κυβέρνηση με τον ακραίο αυταρχισμό και την καταστολή, αλλά και με την προπαγανδιστική εκστρατεία συκοφάντησης των εκπαιδευτικών στον κόσμο της εργασίας ως «βολεμένους» και «τεμπέληδες» επεδίωξε να τους λοιδορήσει και να κάμψει τον αγώνα τους.
Η απεργία και τα συλλαλητήρια της Δευτέρας δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία». Η σφοδρότητα της επίθεσης της κυβέρνησης, από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησης της, προκειμένου να ξηλώσει ό,τι έχει απομείνει όρθιο από τις κατακτήσεις του εκπαιδευτικού και εργατικού κινήματος στη δημόσια εκπαίδευση αποτελεί το έδαφος πάνω στο οποίο ωρίμασε η αναμέτρηση του εκπαιδευτικού κινήματος με την κυβέρνηση. Με ταξικό κυνισμό και αλαζονεία πατώντας σε όλες τις αντιδραστικές αστικές αναδιαρθρώσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων ΝΔ, ΚΙΝΑΛ, ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επεδίωξε με ένα νομοθετικό καταιγισμό να προωθήσει τον σχεδιασμό του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και των εκπροσώπων του στη δημόσια παιδεία. Στόχος είναι η δημιουργία του νέου μοντέλου εργαζόμενου φθηνού, ευέλικτου, μισοκαταρτισμένου, με δεξιότητες μιας χρήσης μακριά από τη στέρεη γνώση, χωρίς απαιτήσεις για αξιοπρεπή ζωή, μισθό και δικαιώματα.
Αυτή η πολιτική απαιτεί ένα σχολείο επιχειρηματικό, ιδιωτικοποιημένο, κατηγοριοποιημένο, ανταγωνιστικό. Η εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση είναι εργαλείο για την επιβολή του. Οι εκπαιδευτικοί θα απωλέσουν τον παιδαγωγικό τους ρόλο, θα πρέπει να είναι υπάκουοι, ανταγωνιστικοί, αποτελεσματικοί στην επιβολή της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής προκειμένου να επιβιώσουν. Τα εργασιακά συνδικαλιστικά και δημοκρατικά δικαιώματα δεν χωρούν σε αυτή την εκπαίδευση, όπως κατέστησε σαφές η κυβέρνηση. Επιπλέον, αυτή την επίθεση η ΝΔ την φέρνει μετά από δύο χρόνια πανδημίας με σχολεία σε τηλεκπαίδευση, όπου οι καταστροφικές μορφωτικές και ψυχοκοινωνικές συνέπειες στα παιδιά είναι εμφανείς στα σχολεία. Ήδη, ο τρόπος που άνοιξαν τα σχολεία φέτος εν μέσω τέταρτου κύματος πανδημίας αναδεικνύει την πλήρη εγκατάλειψη της δημόσιας εκπαίδευσης.
Οι αναμετρήσεις του προηγούμενου διαστήματος, με το 95% αποχή από τις τηλε-εκλογές και το 90% συμμετοχής στην απεργία-αποχή την περασμένη άνοιξη, καθώς και η συμμετοχή στις ευρύτερες κινητοποιήσεις του εργατικού κινήματος την περίοδο της πανδημίας αποτέλεσαν μεγάλες παρακαταθήκες που προετοίμασαν τη φετινή σύγκρουση και ακύρωσαν στην πράξη την εφαρμογή της αξιολόγησης.
Kλιμάκωση των κινητοποιήσεων ενάντια στα σχέδια εκτόνωσης
Οι απεργίες αποφασίζονται από τους εργαζόμενους και όχι από τα δικαστήρια
Η συμμετοχή στην απεργία και τα συλλαλητήρια στέλνουν μήνυμα ότι ο αγώνας πρέπει να συνεχιστεί και να κλιμακωθεί, κόντρα στην δικαστική απόφαση. Οι συμβολικές λογικές «από τα μέσα ακύρωσης της αξιολόγησης» ή «έντιμης ήττας» και «εξαγωγής συμπερασμάτων», όχι μόνο δεν απαντούν στο ερώτημα πώς θα νικήσουν οι αγώνες, αλλά οδηγούν στον αφοπλισμό και τον παροπλισμό του κινήματος, καλλιεργούν την λογική της αναποτελεσματικότητας και την αναμονή κυβερνητικής εναλλαγής.
Οι Παρεμβάσεις έχουν καταθέσει πρόταση προς τις Ομοσπονδίες και τις γενικές συνελεύσεις των σωματείων να στηρίξουν αποφασιστικά τη συνέχιση της απεργίας-αποχής και με επαναπροκήρυξή της μετά τη δικαστική απόφαση. Πρότειναν 24ωρη απεργία στις 15 Οκτώβρη με πανελλαδική κινητοποίηση στην Αθήνα και με 48ωρη κλιμάκωση 20-21 Οκτώβρη, με στόχο να συναντηθούν με την απεργία των υγειονομικών. Η λογική αυτής της πρότασης απευθύνεται προς όλα τα σωματεία της εκπαίδευσης για να πάρουν πάνω τους με κοινό συντονισμό την υλοποίηση των αποφάσεων, εφόσον οι πλειοψηφίες των Ομοσπονδιών αρνούνται την συνέχιση της απεργίας-αποχής και κάθε λογική απεργιακής κλιμάκωσης με πλειοψηφία ΔΑΚΕ, ΠΕΚ/ΔΗΣΥ, ΣΥΝΕΚ/ΕΡΑ-ΑΕΚΕ.
Οι Παρεμβάσεις ΔΕ καταγγέλλουν τις ΣΥΝΕΚ, πως ενώ εμφανίζονταν ως υπερασπιστές της απεργίας αποχής, τώρα υπαναχωρούν και προτείνουν το σταμάτημα της απεργίας με το επιχείρημα ότι «κρίθηκε παράνομη» από τα δικαστήρια. Συντάσσονται με τη ΔΑΚΕ και ΠΕΚ που έδρασαν ευθύς εξαρχής ως απεργοσπάστες. Με τη στάση τους αυτή προσφέρουν τις πιο πολύτιμες υπηρεσίες στην κυβέρνηση και το ΥΠΑΙΘ, σε μια περίοδο μάλιστα που ο αγώνας βρίσκεται σε εξέλιξη. Καλλιεργούν το κλίμα της ήττας και την αναμονή της κυβερνητικής εναλλαγής. Θέλουν στα πλαίσια αυτά να καθαρίσουν το τοπίο από αγώνες που θα αμφισβητήσουν με όρους νίκης την κυρίαρχη αστική πολιτική, έτσι ώστε μια πιθανή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει την ίδια πολιτική χωρίς να κινδυνεύει από επικίνδυνους πολιτικά αγώνες του εργατικού κινήματος.
Ήδη μέσα στα σχολεία μαζί με τον προβληματισμό για την απόφαση του δικαστηρίου υπάρχει η διάθεση του κόσμου της εκπαίδευσης να συνεχίσει την απεργία-αποχή και να οργανώσει τα επόμενα βήματα για να ανατρέψει στην πράξη την πολιτική της κυβέρνησης. Η στάση αυτή αντανακλάται στις γενικές συνελεύσεις των ΕΛΜΕ και των ΣΕΠΕ με τα σωματεία να παίρνουν αποφάσεις υπέρ της συνέχισης της απεργίας-αποχής και της απεργιακής κλιμάκωσης.
Ο απεργοκτόνος νόμος Χατζηδάκη καταργείται με απεργίες
Οι εκπαιδευτικοί χρειάζονται αγωνιστική συμπόρευση, όχι λόγια
Απέναντι στην απεργία-αποχή των εκπαιδευτικών που αγκαλιάστηκε από το 95% των εκπαιδευτικών το υπουργείο Παιδείας και η κυβέρνηση της ΝΔ επιστράτευσε όλο το νομικό και δικαστικό οπλοστάσιο και εφάρμοσε για πρώτη φορά καταλυτικά το νόμο Χατζηδάκη για να ακυρώσει σταματήσει αυτό τον αγώνα, αποκαλύπτοντας σε όλο του το μεγαλείο γιατί ψηφίστηκε και πως θα χρησιμοποιηθεί. Μην μπορώντας να σπάσει το αγωνιστικό μέτωπο των εκπαιδευτικών και αφού είδε τις απειλές για πειθαρχικές διώξεις να πέφτουν στο κενό και να κονιορτοποιούνται μπροστά στην αυξανόμενη συμμετοχή στην απεργία-αποχή των εκπαιδευτικών (ακόμα κι εκεί που στην αρχή υπήρχε δισταγμός και φόβος) κατέφυγε στα δικαστήρια για να βγάλει την απεργία-αποχή παράνομη. Οι διαδοχικές δικαστικές αποφάσεις, πρωτόδικα και στο εφετείο, τόσο απέναντι στις ΟΛΜΕ, ΔΟΕ, ΟΙΕΛΕ, ΠΟΣΕΠΕΑ όσο και στην ΑΔΕΔΥ, που ήρθαν να ικανοποιήσουν τις κυβερνητικές επιθυμίες, αποκαλύπτουν ότι οι προϋποθέσεις του νόμου Χατζηδάκη για να κηρυχτεί μια απεργία παράνομη είναι τέτοιες που τις βγάζουν όλες… εκτός νόμου!
Χαρακτηριστικότερη όλων η απόφαση που κηρύσσει την απεργία της ΑΔΕΔΥ καταχρηστική γιατί ζητάει την αλλαγή και κατάργηση νόμου. Αυτό είναι αρκετό για να την χαρακτηρίσει πολιτική και να την απαγορεύσει! Η απόφαση αυτή αποτελεί μνημείο αντιδημοκρατικής εκτροπής, καθώς απαγορεύει στο συνδικαλιστικό κίνημα την απεργία και τη διεκδίκηση δια παντός, εφόσον από εδώ και πέρα κάθε διεκδίκηση απέναντι σε οποιοδήποτε ψηφισμένο μέτρο μπορεί να θεωρείται απαγορευμένη πολιτική απεργία.
Επιπλέον, στις πρωτόδικες αποφάσεις χαρακτηρίστηκαν οι απεργίες παράνομες γιατί δεν όρισαν προσωπικό ασφαλείας και δεν προσέφυγαν στον κοινωνικό διάλογο μέσω του ΟΜΕΔ που μόνο ως ανέκδοτο ακούγεται, όταν η κυβέρνηση αρνείται οποιονδήποτε διάλογο με τους εκπαιδευτικούς.
Η αντιμετώπιση των αντεργατικών και αντιδημοκρατικών διατάξεων του νόμου Χατζηδάκη, όπως αποκαλύπτονται τώρα στο χώρο της εκπαίδευσης, δεν είναι μόνο υπόθεση των εκπαιδευτικών. Όλες οι δυνάμεις που διακηρύσσουν ότι ο νόμος Χατζηδάκη «θα μείνει στα χαρτιά» οφείλουν να απαντήσουν απεργιακά πανεργατικά για να σπάσει στην πράξη στην πρώτη απόπειρα εφαρμογής του. Η απάντηση του εργατικού κινήματος πρέπει να δοθεί τώρα μαζί με το εκπαιδευτικό κίνημα. Η απεργιακή συνάντηση και άλλων κλάδων όπως η Υγεία που απεργεί στις 21/10 και κάθε ταξικού συνδικάτου είναι ο δρόμος και όχι «το χτύπημα των εκπαιδευτικών στην πλάτη» από μακριά και η οργάνωση απογευματινών συλλαλητηρίων μετά από ένα μήνα.
Ο αγώνας για την κατάργηση του νόμου Χατζηδάκη πρέπει να ξεδιπλωθεί τώρα και με απειθαρχία-επαναπροκήρυξη της απεργίας-αποχής και με απεργιακό αγώνα από κοινού με τον αγώνα για ζωή με δικαιώματα σε παιδεία, υγεία, αξιοπρεπή εργασία και ελευθερίες.