Ιάσονας Μαρκάτος / ομιλία στην Πανελλαδική Συνάντηση της Πρωτοβουλίας για Σύγχρονο Κομμουνιστικό Πρόγραμμα και Κόμμα
Κάτι κινείται στους κόλπους της νεολαίας και όχι μόνο. Και ενώ η άνοδος της κινητικότητας των μαζών την τελευταία δεκαετία- τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο- αποτελεί γεγονός, με καθοριστική την συμβολή της νέας γενιάς σε μαχητικές κινητοποιήσεις, εξεγερσιακές καταστάσεις και συγκρούσεις, τα πολιτικά ερωτήματα τα οποία γεννιόνται σε αυτή τη νέα περίοδο κοινωνικών αναμετρήσεων παραμένουν αμείλικτα, όπως αμείλικτα εκκωφαντική παραμένει και η αδυναμία απάντησης σε αυτά από την πλευρά της πολιτικής πρωτοπορίας.
Πριν πάω όμως εκεί, θεωρώ έχει σημασία να σταθούμε στα αίτια που γεννούν αυτή την ριζοσπαστικοποίηση των νέων. Είναι άραγε ο νεολαιίστικος ρομαντισμός η πηγή της αυταπάρνησης; Ο πολλής ελεύθερος χρόνος, ή μήπως κάποια αστείρευτα ιδανικά, μια παιδική αθωότητα, αναλλοίωτη από την βάρβαρη πραγματικότητα που τροφοδοτούν την ορμή της; Προτού βιαστούμε να απαντήσουμε θα πρέπει να κοιτάξουμε τα στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας, ειδικά στην Ελλάδα. Με το 1/4 του ΑΕΠ της χώρας να βασίζεται στην τουριστική βιομηχανία, την εστίαση και τον επισιτισμό- κλάδους που καλείται να στελεχώσει στην συντριπτική πλειοψηφία η νεολαία, με την ανεργία στους νέους να αγγίζει το 38,2%- καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στην ΕΕ, και με τις πιο παραγωγικές ηλικίες να εντοπίζονται ανάμεσα στα 25 και τα 35, μάλλον μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν εσφαλμένη. Και αυτό διότι η πλειοψηφία της νεολαίας σήμερα δεν αποτελεί απλά δυνάμει αλλά και θέσει εργατική τάξη, και μάλιστα την εμπροσθοφυλακή της νέας εργατικής βάρδιας που βιώνει στο πετσί της την εκμετάλλευση. Κάθε άλλο λοιπόν, μιλάμε για μια γενιά που της φυλάκισαν τον ρομαντισμό, της κλέψανε το χρόνο, στοχοποίησαν τα ιδανικά της και δεν άφησαν χώρο στην αθωότητα. Για μια γενιά που ασφυκτιά στην κυριολεξία και ψάχνει τρόπο να αντιδράσει.
Μιλάμε όμως, συντρόφισσες και σύντροφοι, και για μια γενιά βουτηγμένη στις αντιφάσεις, αντιφάσεις που μια σύγχρονη κομμουνιστική οργάνωση οφείλει να τις μελετά και να τις υπερβαίνει: Δεν έχει βιώσει και άρα δεν κουβαλά τα βαρίδια της πτώσης του υπαρκτού, αλλά βιώνει τον απόηχο αυτού στο πρόσωπο του ΤΙΝΑ– της αποδοχής των υφιστάμενων κοινωνικών σχέσεων σαν κανονικότητα και μονόδρομο, είναι η πιο μορφωμένη γενιά αλλά και αντιμέτωπη με την αναβαθμισμένη ποιοτικά και ποσοτικά αλλοτρίωση και αποξένωση που γεννά ο ψηφιακός τεϋλορισμός, μια γενιά μεγαλωμένη στην κρίση– με ανώτερα ερωτήματα- που από τη μια αναζητά την προοπτική της αλλά από την άλλη δεν την βρίσκει. Δεν είναι να απορεί λοιπόν κανείς που αυτές οι αντιφάσεις διαπερνάνε οριζοντίως και καθέτως και την πολιτική της κρίση.
Στην εισήγηση αναφέρεται χαρακτηριστικά η ύπαρξη ενός πλειοψηφικού κομματιού της νεολαίας θετικά προσκείμενη στις ιδέες του σοσιαλισμού και ένα διόλου αμελητέο κομμάτι που αμφισβητεί ακόμα και τα ιερά τοτέμ του συστήματος, όπως αυτό της ατομικής ιδιοκτησίας. Η ερώτηση βέβαια είναι, πως γίνεται λοιπόν να εγκλωβίζεται σε πολιτικά σχέδια και να εμπνέεται από κόμματα που σε τελική ανάλυση- έστω και διακηρυκτικά δεν αρθρώνουν ΛΕΞΗ για αυτά τα ζητήματα; Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα μη πάμε μακριά σύντροφοι. Ας αφήσουμε τον Σάντερς, τον Μπαΐντεν και τον Κόρμπιν στην άκρη. Είναι το ίδιο παράδοξο που συναντήσαμε στον ΣΥΡΙΖΑ του 15, είναι το ίδιο παράδοξο που συναντάμε και σήμερα στο ΜέΡΑ25 που ποντάρει στη νεολαία. Πως γίνεται να συγκινεί άραγε ένα αρχηγοκεντρικό κόμμα του αρχιτέκτονα του ΝΑΙ, βαθιά τεχνοκρατικό, φιλοΕΕ, ένα κόμμα της “ρεαλιστικής ανυπακοής”, που κλίνει σε κάθε πτώση την υγιή επιχειρηματικότητα και την “Ευρώπη των λαών”, που δεν έχει τίποτα άλλο να υποσχεθεί πέρα από έναν παλιό καλό ΣΥΡΙΖΑ; Πως γίνεται ένα κόμμα που μίλησε για πανεπιστημιακό σώμα φύλαξης πριν τη Νέα Δημοκρατία, ένα κόμμα χωρίς κανέναν πολιτικό, οργανωτικό ή άλλο δεσμό με το φοιτητικό κίνημα να κάνει εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη και να γεμίζει τα γρασίδια του ΑΠΘ; Η απάντηση είναι ΕΜΕΙΣ και τα δικά μας προγραμματικά ελλείμματα. Γιατί η Αριστερά, η δική μας Αριστερά ηττήθηκε από το ρεφορμισμό διότι δεν κατάφερε να αναμετρηθεί ουσιαστικά με τα μεγάλα ερωτήματα. Διότι αφοσιώθηκε με αυταπάρνηση και ηρωισμό πράγματι στο κίνημα, αλλά δεν μπόρεσε να χτίσει πολιτικούς δεσμούς και βάσεις ώστε να μην καταλήξει δωρητής σώματος σε φιλοκυβερνητικά σχέδια. Αναλώθηκε στην καλύτερη περίπτωση σε έναν θολό αντικαπιταλισμό και σε μια ακόμη πιο θολή επίκληση στην επανάσταση, όταν η “αριστερή” πτέρυγα του αστικού διπολισμού παρείχε πρόγραμμα- κάλπικο μεν, βουτηγμένο στις αυταπάτες, ταξικά προσανατολισμένο στην άλλη μπάντα, αλλά πρόγραμμα. Απαντούσε δηλαδή στο πως, ποιος, γιατί και με τι στόχο. Μην μας εκπλήσσει λοιπόν και σήμερα το ΜέΡΑ 25 και το κάθε ΜέΡΑ 25: η αποτυχημένη συνταγή δεν παύει να είναι συνταγή, το ξαναζεσταμένο φαγητό δεν παύει να είναι φαγητό. Και όποιος πεινάσει, αν δεν υπάρχει εναλλακτική, θα φάει. Αυτή ακριβώς η συνειδητοποίηση είναι που κάνει ακόμα πιο εμφατική την ανάγκη της ανασυγκρότησης της πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα, πυρήνας της όποιας διαδικασίας αποτελεί και ο διάλογος για το σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα που κάνουμε σήμερα. Ενός προγράμματος δηλαδή που θα θέτει επί τάπητος το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας, φέρνοντας την επανάσταση στο σήμερα, και ενός κόμματος- ικανού να συσπειρώσει κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις σε αυτή την κατεύθυνση. Απαιτείται δηλαδή εκείνη η μεθοδολογία που θα καταφέρνει να μετατρέπει την κοινωνική πρωτοπορία που αναδεικνύεται μέσα από την ταξική πάλη (που για να την βρούμε δεν χρειάζεται να τρέξουμε στη Χιλή, τη Γαλλία, το Εκουαδόρ ή στις ΗΠΑ, θα την εντοπίσουμε στις κάτι δεκάδες χιλιάδες φοιτητών που κινητοποιήθηκαν όλο το τελευταίο διάστημα, στη λαοθάλασσα στη Ν. Σμύρνη και στους χιλιάδες εργαζόμενους απεργούς της 10 Ιούλη) σε πολιτική πρωτοπορία, με τους κομμουνιστές και το φορέα καρδιά και ψυχή αυτής της διαδικασίας.
Δεν νοείται δηλαδή επαναστατική διαδικασία χωρίς επαναστατικό υποκείμενο και επαναστατικό υποκείμενο χωρίς ανώτερη οργάνωση και πρόγραμμα δράσης στο σήμερα
Μήπως όμως σύντροφοι βιαζόμαστε με το κόμμα; Μήπως δεν είναι η εποχή των μαζικών κομμάτων; Μήπως έχουμε ήδη αργήσει θα πούνε κάποιοι; Είναι το χρονοδιάγραμμα για την ιδρυτική συνδιάσκεψη σε βάθος ενός έτους που μπαίνει εισηγητικά υλοποιήσιμο; Για να ξεφύγουμε από την κουβέντα της χρονικότητας θα πρέπει να αντιληφθούμε από που αντλεί πραγματικά καύσιμη ύλη ένα σύγχρονο επαναστατικό κόμμα. Δεν τροφοδοτείται απλά και μόνο από την ανάγκη υπέρβασης των πολιτικών μας ορίων -όσο και αν αυτό φυσικά αποτελεί προϋπόθεση- αλλά κυρίως από την ίδια την επικαιρότητα της επανάστασης. Δεν νοείται λοιπόν επανάσταση στο τώρα με κόμμα στο επέκεινα. Δεν νοείται δηλαδή επαναστατική διαδικασία χωρίς επαναστατικό υποκείμενο και επαναστατικό υποκείμενο χωρίς ανώτερη οργάνωση και πρόγραμμα δράσης στο σήμερα. Και φυσικά δεν νοείται ανώτερη οργάνωση και πρόγραμμα χωρίς διαδικασία κομμουνιστικού μετασχηματισμού, συσπείρωση δηλαδή δυνάμεων, οικοδόμηση διακριτού ρεύματος, ενιαία κριτήρια, στρατηγική παρέμβαση σε όλα τα βασικά επίδικα της ταξικής πάλης και στους χώρους που παρεμβαίνουμε με την αντίστοιχη ιεράρχηση, και τέλος σύντροφοι αντιπαράθεση με την αστική ιδεολογία αλλά και ιδεολογικοπολιτική θωράκιση απέναντι στα μικροαστικά της παρακλάδια ακόμη και μέσα στο κίνημα, ακόμα και αν αυτά συνοδεύονται με επαναστατικές κορώνες. Διότι, σύντροφοι, επειδή αναφέρθηκε κιόλας, η ύπαρξη της εργατικής τάξης- πόσο μάλλον η δυνατότητά της να συγκροτεί επαναστατικό υποκείμενο, δεν αμφισβητείται μόνο από τους αστούς στη ρητορική τους. Ας δούμε διάφορες μεταμοντέρνες αντιλήψεις πέρι πολυδιασπασμένου υποκειμένου που επιδρούν καθοριστικά και παραλυτικά στα ταυτοτικά κινήματα, αντιλήψεις που υιοθετούνται πλατιά από κομμάτια της αναρχίας και όχι μόνο και όπου έχουν επίδραση σε ένα πιο πρωτοπόρο αγωνιστικό δυναμικό καλλιεργώντας τον ατομικισμό και τον συντεχνιασμό, ρεύματα με τα οποία αντιπαρατεθήκαμε και φέτος στο ΦΚ.
Για να κλείνω, σύντροφοι και συντρόφισσες, θα ακουστεί κοινοτυπία αλλά η ώρα είναι τώρα και ο τόπος είναι εδώ. Για να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε έναν άλλο δρόμο θα πρέπει να είμαστε σε θέση να τον χαράξουμε, για να μπορέσουμε να νικήσουμε θα πρέπει να τολμήσουμε να δοκιμάσουμε και ας αποτύχουμε. Ακόμα και να μην είναι λοιπόν, όπως διατυμπανίζουν, η εποχή των μεγάλων κομμάτων, ειδικά για αυτό τον λόγο εμείς θα πρέπει να επιμείνουμε διπλά και τριπλά στην οικοδόμηση του κόμματος κομμουνιστικής απελευθέρωσης αλλά και μιας μαζικής οργάνωσης νεολαίας. Το χει ανάγκη η εποχή μας. Μια εποχή, στην οποία όλες οι ενδείξεις συνηγορούν όχι απλά στο ότι ο κομμουνισμός είναι η νιότη του κόσμου αλλά και ότι θα έρθει από αυτήν!