Δημήτρης Τζιαντζής
Σαν επεισόδιο από τη Ζώνη του Λυκόφωτος μοιάζει η εφιαλτική και καταστροφική διετία διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας που συμπληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα. Η κυβερνητική εκπρόσωπος Αριστοτελία Πελώνη προχώρησε τη Δευτέρα σε έναν μίνι απολογισμό, στον οποίο επιχείρησε να βαπτίσει το μαύρο άσπρο, επαίροντας για την ψήφιση των 193 νόμων που ψήφισε η κυβέρνηση με πανδημία και lockdown — τους περισσότερους εν μέσω απαγόρευσης κυκλοφορίας και συναθροίσεων. Το μεγαλύτερο μέρος των νομοσχεδίων αυτών, 113 στον αριθμό, ψηφίστηκε, άλλωστε, μέσα στο 2020, στην κορύφωση των περιοριστικών μέτρων και του πανικού στην κοινωνία. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση πανηγυρίζει που κατάφερε να ψηφίσει όλα αυτά στα «μουλωχτά» με τους πολίτες κλεισμένους και τη βουλή άδεια. Η κυβέρνηση βαπτίζει «προοδευτικές, θεσμικές και αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις» διχαστικά νομοσχέδια που περιορίζουν τις δημοκρατικές και πολιτικές ελευθερίες και απειλούν την κοινωνική συνοχή όπως η εισαγωγή αστυνομίας στα ΑΕΙ, τον περιορισμό των διαδηλώσεων και της συνδικαλιστικής δράσης, τη νέα αλλαγή του πτωχευτικού και την απελευθέρωση των πλειστηριασμών, η θεσμική κατοχύρωση της απελευθέρωσης του ωραρίου κλπ. Είναι ενδεικτικό ότι αρκετά από αυτά τα μέτρα έχουν μείνει μέχρι τώρα στα «χαρτιά» καθώς η εφαρμογή τους αποδείχτηκε πιο δύσκολη και με μεγαλύτερο κοινωνικό κόστος από την ψήφισή τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση δεν περιμένει την κατάλληλη για αυτά συγκυρία για να τα «βγάλει από τη ναφθαλίνη».
Επιπλέον η Α. Πελώνη ισχυρίστηκε με πολύ επιλεκτικό τρόπο ότι «σε αυτή τη διετία η ΝΔ τήρησε τις προεκλογικές της δεσμεύσεις» προσπερνώντας όλα όσα σαρώθηκαν με πρόσχημα την πανδημία, μεταξύ άλλων τις υποσχέσεις για αύξηση κατώτερου μισθού στα 730 ευρώ, τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% μέχρι το 2022, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την οριστική κατάργηση της «εισφοράς αλληλεγγύης» κλπ. Τα ίδια ακριβώς επανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας την Πέμπτη το βράδυ στο συνέδριο του περιοδικού Economist στην Αθήνα. Ο πρωθυπουργός είπε ότι αντλεί την αισιοδοξία του για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας από τις συνέπειες των διαρθρωτικών αλλαγών που συντελέστηκαν μέσα στην πανδημία, όπως το ψηφιακό κράτος, η τηλεργασία, το νέο εργασιακό πλαίσιο, αλλά και η διάλυση μύθων και στερεοτύπων για την Ελλάδα την καθιστούν ελκυστικό προορισμό για επενδύσεις. Με άλλα λόγια η κυβέρνηση βλέπει σε ένα βαθμό την πανδημία ως «μάνα εξ ουρανού». Μπορεί να μην κατάφερε να εφαρμόσει το σύνολο της νεοφιλελεύθερης της ατζέντας ωστόσο κέρδισε πολιτικό χρόνο και έχτισε κοινωνικές συμμαχίες κατεδαφίζοντας κεκτημένα και κατακτήσεις δεκαετιών. Επιπλέον οι πόροι από το ταμείο Ανάκαμψης η μερίδα του λέοντος των οποίων πηγαίνει στο μεγάλο κεφάλαιο, ενισχύουν ακόμα περισσότερο πρόσκαιρα τη θέση της κάτι που ενισχύει και τα σενάρια για «εκλογικό αιφνιδιασμό» πριν γίνουν ακόμα αισθητές οι οικονομικές συνέπειες της κατάργησης των επιδομάτων της πανδημίας και των νέων λουκέτων που έρχονται.
Και ενώ η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η «κοινωνία έμεινε όρθια» χάρη στις –ανεπαρκείς– επιδοτήσεις και αποζημιώσεις που δόθηκαν λόγω της πανδημίας και του τσουνάμι αναστολών εργασίας, οι πραγματικοί αριθμοί την διαψεύδουν. Σχεδόν 900.000 εγγεγραμμένοι άνεργοι στον ΟΑΕΔ (από το 1.1 εκατομμύριο) δεν έλαβαν την παραμικρή ενίσχυση.