Παναγιώτης Ξοπλίδης
Η Λατινική Αμερική βρίσκεται ξανά σε μια περίοδο ριζοσπαστικοποίησης με την εμφάνιση μεγάλων (και νικηφόρων) κοινωνικών κινημάτων σε Χιλή, Εκουαδόρ, Κολομβία αλλά και με μια σειρά εκλογικών επιτυχιών αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων που ανέκοψαν την παλινόρθωση ακραίων συντηρητικών κυβερνήσεων σε πολλές χώρες. Πριν από δύο μόλις χρόνια, ο Πινιέρα έμοιαζε πανίσχυρος στη Χιλή, ο Μάκρι είχε επαναφέρει το ΔΝΤ στην Αργεντινή, ο ακροδεξιός Μπολσονάρου θριάμβευε στη Βραζιλία, ενώ στη Βολιβία ο Μοράλες ανατρέπονταν από ένα στρατιωτικό πραξικόπημα που θύμιζε τις πιο σκοτεινές μέρες της ηπείρου. Μια εικοσαετία ηγεμονίας σοσιαλδημοκρατικών ή και πιο ριζοσπαστικών κυβερνήσεων, φαίνονταν πως ολοκλήρωνε τον κύκλο της. Ωστόσο, οι κοινωνικές ανισότητες, αν και είχαν περιοριστεί σε κάποιες χώρες, παρέμειναν ενεργές και η εμφάνιση της πανδημίας τις επανέφερε στο προσκήνιο πιο οξυμένες. Η πολιτική ιστορία της περιοχής με την ακραία πόλωση λειτουργεί πάντα ως εργαστήριο που εκφράζεται με κοινωνικές εκρήξεις και πολιτικούς πειραματισμούς.
Η Λατινική Αμερική είναι όμως και μια ήπειρoς που απαιτεί συνολική θεώρηση, χωρίς επιφανειακές και εύκολες αναλύσεις. Η ανάγνωση με βάση τα παραδοσιακά ιστορικά ρεύματα είναι μάλλον ανεδαφική — πολύ περισσότερο καθώς ο νεοφιλελεύθερος πρόεδρος που προσπάθησε να φέρει το ΔΝΤ στο Εκουαδόρ και ο ακροδεξιός ηγέτης της αμερικανόδουλης αντιπολίτευσης στη Βενεζουέλα ονομάζονται Λένιν Μορένο και Στάλιν Γκονζάλεζ αντίστοιχα! Την ίδια στιγμή, μια ανάλυση με βάση κάποια σύγχρονα μεταμαρξιστικά εργαλεία θα κατέγραφε στην πρόσφατη εκλογική μάχη στο Περού τη σύγκρουση μιας γυναίκας μετανάστριας, μέλους μιας μικρής εθνικής μειονότητας, με έναν άνδρα της εθνοτικής πλειοψηφίας που έχει θέσεις ακραία συντηρητικές στο έμφυλο ζήτημα.
Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής σφύζουν και οι εξελίξεις σε αυτή τη γωνιά του πλανήτη ξεφεύγουν από τα όρια των πολιτικών αναλύσεων που μένουν σε σχήματα, χωρίς να βαθαίνουν στα υπόγεια ρεύματα αναζήτησης απαντήσεων στα σκληρά ερωτήματα της εποχής.
Από τη Χιλή μέχρι την Κολομβία και το Περού, την Αργεντινή και τη Βραζιλία το κίνημα είναι εδώ
Η διαφαινόμενη, αν και οριακή, επικράτηση του Πέδρο Καστίγιο στο Περού ήταν ίσως η πιο αναπάντεχη εξέλιξη. Μέχρι και τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, ο συνδικαλιστής δάσκαλος –ο οποίος είχε πρωταγωνιστήσει σε μια συγκλονιστική απεργία εκπαιδευτικών το 2017– ήταν άγνωστος. Το κόμμα του, το Ελεύθερο Περού, εμφανίζονταν πιστό στον μαρξισμό-λενινισμό προβάλλοντας στόχους αναδιανομής του πλούτου υπέρ των ιθαγενών αγροτών που αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας –αν και πλήρως περιθωριοποιημένοι– σε βάρος του πολυεθνικού και εγχώριου κεφαλαίου του ανεπτυγμένου εξορυκτικού τομέα. Την ίδια στιγμή, οι θέσεις του σε ζητήματα όπως οι εκτρώσεις και οι γάμοι ομοφύλων είναι συντηρητικές, εκφράζοντας παραδοσιακές «αξίες» του αγροτικού Περού που βλέπει εχθρικά τη «διεφθαρμένη» Λίμα. Η δε επικράτησή του ήρθε αφού έδειξε προθέσεις πραγματισμού, δηλώνοντας πως δεν θα αμφισβητήσει σχέσεις ιδιοκτησίας και θα κυβερνήσει ενωτικά.
Σημειώνεται ότι η λατινοαμερικάνικη Αριστερά στήριζε την υποψηφιότητα της Βερόνικα Μεντόζα, που εξέφραζε πιο προοδευτικές θέσεις σε ζητήματα δικαιωμάτων αλλά δεν κατάφερε να αναπτύξει δυναμική σε μια χώρα που οι ταξικές αντιθέσεις είναι πιο ακραίες από ποτέ. Έτσι, σε ένα κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό, αντίπαλος του Καστίγιο αναδείχθηκε η ακροδεξιά Κέικο Φουχιμόρι, κόρη του φυλακισμένου για διαφθορά πρώην προέδρου Αλμπέρτο Φουχιμόρι, που εφάρμοσε στη θητεία του ένα από τα σκληρότερα προγράμματα λιτότητας του ΔΝΤ με συνταγματική εκτροπή, πολιτικές δολοφονίες και βίαιη εξάρθρωση του μαοϊκού αντάρτικου Φωτεινό Μονοπάτι. Η Φουχιμόρι έχει διχαστική παρουσία, μη αρεστή ακόμη και σε μεγάλο τμήμα του αστικού μπλοκ. Στις προηγούμενες εκλογές είχε χάσει και πάλι οριακά έχοντας συνασπιστεί εναντίον της κεντρώοι, φιλελεύθεροι, αριστεροί και μετριοπαθείς δεξιοί.
Στη γειτονική Κολομβία βρίσκεται σε εξέλιξη η μεγαλύτερη κοινωνική αναταραχή από το 1948, όταν το αιματοβαμμένο Μπογκοτάσο (bogotazo) προκάλεσε ένα παρατεταμένο εμφύλιο χαμηλής έντασης και τη συμφωνία των δύο μεγάλων κομμάτων για ένα σταθερό δικομματικό σύστημα που λειτούργησε για δεκαετίες, απορροφώντας την πολιτική πόλωση με ακλόνητη συμμαχία προς τις ΗΠΑ. Ο ακροδεξιός πρόεδρος, Ιβάν Ντούκε, έδειχνε παντοδύναμος μέχρι την ημέρα που αποφάσισε να επιβάλει σκληρά φορολογικά μέτρα, ενώ η χώρα γνώριζε τις δραματικές συνέπειες της πανδημίας. Η γενική απεργία και η γενικευμένη λαϊκή οργή ανάγκασαν τον Ντούκε σε απόσυρση των μέτρων, ωστόσο οι διαδηλώσεις και οι οδομαχίες συνεχίζονται μέχρι σήμερα με έντονη την παρουσία φοιτητών, εκπαιδευτικών και υγειονομικών που διεκδικούν πλέον δημόσια παιδεία και υγεία. Ο Ντούκε έχει κηρύξει πόλεμο προς τον λαό της χώρας με δεκάδες νεκρούς και αγνοούμενους, ενώ στο πολιτικό σκηνικό το ρεύμα της αμφισβήτησης θα προσπαθήσει να εκφράσει ένα νέο μέτωπο που συγκρότησαν ο σοσιαλδημοκρατικός Εναλλακτικός Δημοκρατικός Πόλος με μικρότερες αριστερές οργανώσεις, με στόχο να σπάσει η αδιάλειπτη κυριαρχία της Δεξιάς στις κοινοβουλευτικές εκλογές του Μαρτίου του 2022.
Πιο ισχυρό είναι το ρεύμα της αλλαγής στη Χιλή μετά την παλλαϊκή εξέγερση του Δεκεμβρίου του 2019 που άνοιξε τον δρόμο σε σειρά πολιτικών διεργασιών. Στις εκλογές για τη Συντακτική Συνέλευση που θα διαμορφώσει το νέο Σύνταγμα, ανατρέποντας το ισχύον της εποχής Πινοσέτ, θριάμβευσαν με συντριπτικά ποσοστά αριστεροί και ανεξάρτητοι υποψήφιοι που εκπροσωπούν κοινωνικές συλλογικότητες. Την ίδια μέρα, στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές η Αριστερά επικράτησε με εμβληματική τη νίκη στο Σαντιάγκο της Ιρασί Άσλερ, μορφής του φοιτητικού κινήματος και στελέχους του Κομμουνιστικού Κόμματος. Παράλληλα, στις δημοσκοπήσεις ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου προηγείται ο υποψήφιος του ΚΚ, Ντανιέλ Χάουδε.
Το κόμμα άλλαξε την εκλογική του τακτική μετά την εξέγερση. Για δυο δεκαετίες συμμετείχε σε εκλογικό μέτωπο με τους Σοσιαλιστές, στηρίζοντας προεδρίες όπως της Μισέλ Μπασελέτ, που δεν τόλμησαν να αμφισβητήσουν το χουντικό Σύνταγμα, παρά τους μεγάλους αγώνες για τη δημόσια εκπαίδευση και το ασφαλιστικό σύστημα. Στις επερχόμενες εκλογές προχωρά σε συμμαχία με το Ευρύ Μέτωπο που συσπειρώνει συλλογικότητες βάσης από κοινωνικά κινήματα, χωρίς να προσδιορίζεται ως αριστερό. Πυροδότης όλων αυτών των εξελίξεων ήταν φυσικά η λαϊκή εξέγερση που έφτασε στο σημείο να αμφισβητήσει συνολικά το υπάρχον πολιτικό και οικονομικό καθεστώς.
Σταθερότερη είναι η κατάσταση στο Μεξικό, όπου ο πρόεδρος Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ ενίσχυσε τη θέση του μετά από τη νίκη του κόμματος του στις εκλογές για το Κογκρέσο και τις περιφέρειες. Ο Ομπραδόρ αμφισβήτησε το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, μια «τέλεια δικτατορία», εφαρμόζοντας ένα μετριοπαθές φιλολαϊκό πρόγραμμα, χωρίς όμως να διαταράξει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ ακόμα και για το ζήτημα της μετανάστευσης. Η νίκη του ήταν μικρότερη από την αναμενόμενη και το φιλόδοξο σχέδιο του για συνταγματικές αλλαγές είναι πλέον πιο δύσκολο να εφαρμοστεί.
Η επάνοδος της «ροζ παλίρροιας» είχε ήδη σαρώσει την Αργεντινή με την εκλογή του περονιστή Αλμπέρτο Φερνάντες και τη Βολιβία με τον θρίαμβο του Λουίς Άρσε, διαδόχου του Μοράλες, ενώ στη Βραζιλία η κυριαρχία του Μπολσονάρου οδεύει προς το τέλος της. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι διαδηλώνουν με κεντρικό σύνθημα «Fora Bolsonaro» (Έξω ο Μπολσονάρου), ενώ η απαλλαγή του πρώην προέδρου Λούλα από τις κατηγορίες για διαφθορά, τον επανέφερε στο πολιτικό προσκήνιο, με προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές του 2022. Όμως, τόσο το κόμμα του Μπολσονάρου όσο και το Κόμμα Εργατών του Λούλα γνώρισαν οδυνηρές ήττες στις τοπικές εκλογές, όπου τα ιστορικά κεντρώα και κεντροδεξιά κόμματα αναστήθηκαν, δείχνοντας ότι η λαϊκή δυσαρέσκεια μπορεί να διοχετευτεί και σε πιο καθεστωτικές οδούς.
Η πολιτική δυναμική της παλίρροιας πάντα θα εξαρτάται από το μέγεθος των κοινωνικών λαϊκών κινημάτων που προηγούνται. Το Καρακάσο (Caracazo) των χιλιάδων νεκρών ενάντια στο ΔΝΤ δημιούργησε τις συνθήκες για το πρόγραμμα του Τσάβεζ, το Argentinazo ήταν αυτό που έκανε δυνατή την αντίσταση μιας ανεπτυγμένης καπιταλιστικής χώρας προς τα αρπαχτικά του ΔΝΤ. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η διακυβέρνηση των προοδευτικών δυνάμεων συνοδεύονταν και από μια περίοδο ταχύρρυθμης ανάπτυξης μιας οικονομίας που παραμένει καπιταλιστική. Όμως, οι συμβιβασμοί με τμήματα των τοπικών αστικών τάξεων είναι επώδυνοι και γεννούν τις προϋποθέσεις για πιο ριζοσπαστικές ρήξεις καθώς το κοινωνικό ζήτημα δημιουργεί εκρηκτικές καταστάσεις.
Η άλλη πλευρά των εξελίξεων: Οι οδυνηρές ήττες
Το ρεύμα της νέας ροζ παλίρροιας δεν έχει την ασταμάτητη ροή της πρώτης φάσης του. Η πιο οδυνηρή ήττα ήταν αυτή στο Εκουαδόρ, όπου επικράτησε ο τραπεζίτης Γκιγιέρμο Λάσο σε βάρος του Αντρές Αραούς, υποψήφιου του κορεϊσμού (του προοδευτικού πόλου του πρώην προέδρου Ραφαέλ Κορέα). Η εκλογική μάχη στο Εκουαδόρ είχε πάρει κεντρική θέση στη συζήτηση της διεθνούς Αριστεράς όπως εκφράζεται από τις δυνάμεις του Φόρουμ του Σάο Πάολο και την Προοδευτική Συμμαχία, σε αντίθεση με το Περού. Η νίκη της Δεξιάς ήρθε, μάλιστα, αφού είχε προηγηθεί εξέγερση ενάντια στην εφαρμογή μέτρων λιτότητας με πρωταγωνιστή το ιθαγενικό κίνημα. Εκφραστής του όμως, όπως και των οικολογικών κινημάτων, εμφανίστηκε το αμφιλεγόμενο κόμμα Πατσακουτίκ, ενώ ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη ήταν η άνοδος του παραδοσιακού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Δημοκρατικής Αριστεράς με σημαντική απήχηση στη νεολαία των αστικών κέντρων.
Η επιλογή αμφότερων για λευκή ψήφο ή αποχή στον δεύτερο γύρο ανέτρεψε το προβάδισμα του Αραούς, ευνοώντας τη Δεξιά. Το μετεκλογικό σκηνικό εμφανίζει μια πρωτοφανή ηρεμία σε μια χώρα όπου έχει παράδοση εσωτερικών πραξικοπημάτων εντός των κομμάτων, αστάθειας και ανατροπών εκλεγμένων προέδρων. Δεν σημειώθηκαν ούτε καταγγελίες για νοθεία ούτε πανηγυρισμοί και συγκρούσεις στους δρόμους με τους υποψήφιους να αλληλοσυγχαίρονται, στέλνοντας μήνυμα εθνικής ενότητας σε μια χώρα που έμοιαζε να βρίσκεται στα πρόθυρα κοινωνικής έκρηξης ως αποτέλεσμα της βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης…
Σχεδόν αναπάντεχη ήταν και η ήττα του Ευρέος Μετώπου στις προεδρικές εκλογές στην Ουρουγουάη. Η νίκη του δεξιού Λουίς Λακάγιε έδωσε τέλος στην πολυετή κυριαρχία της κεντροαριστεράς, η οποία διασφάλισε πολιτική σταθερότητα και οικονομική ανάπτυξη με συνθήκες κοινωνικής ειρήνης. Το λαχάνιασμα των προοδευτικών κυβερνήσεων στις χώρες που έχουν πάρει χαρακτηριστικά καθεστώτος είναι φανερό και στη Βενεζουέλα. Ο μπολιβαριανός μετασχηματισμός μοιάζει να έχει ξεμείνει από καύσιμα λόγω και της εξάρτησης του από την πετρελαϊκή οικονομία. Η τεράστια αποχή στις περσινές βουλευτικές εκλογές αποκάλυψε την έλλειψη ενεργητικής λαϊκής στράτευσης παρά την ιμπεριαλιστική απειλή, ενώ η στροφή της κυβέρνησης Μαδούρο προς νεοφιλελεύθερες επιλογές αποτυπώνεται στην πρόσφατη απόφαση για δημιουργία Ειδικών Οικονομικών Ζωνών για την προσέλκυση διεθνών και ιδιωτών επενδυτών. Βιομήχανοι πετρελαίου και μεγαλοξενοδόχοι έσπευσαν να προτείνουν ΕΟΖ στις περιοχές τους, ενώ στη Βουλή ο μόνος που αντέδρασε ήταν ο βουλευτής του ΚΚ, που εξελέγη σπάζοντας τη συμμαχία με τον Πατριωτικό Πόλο του Μαδούρο που ρίχνει συνεχώς γέφυρες προς τη δεξιά αντιπολίτευση.
Παρόμοια είναι η κατάσταση και στη Νικαράγουα, όπου το καθεστώς του Ντανιέλ Ορτέγκα διολισθαίνει προς τον θρησκευτικό συντηρητισμό και ο αντιαμερικανισμός ανοίγει πόρτες απλά για επενδύσεις του κινεζικού κεφαλαίου.