Μπάμπης Συριόπουλος
▸ Ο σχεδιασμός ήττας της ΓΣΕΕ δεν ανασυγκροτεί το κίνημα
Η ΓΣΕΕ τελικά αποφάσισε απεργία για τις «επίμαχες διατάξεις» του νομοσχεδίου-οδοστρωτήρα για τα εργατικά δικαιώματα στις 10 Ιούνη. Είναι εμφανής η προσπάθειά της να κερδίσει χρόνο για την κυβέρνηση, να βάλει τρικλοποδιά στο εργατικό κίνημα, υπονομεύοντας την απεργία της 3ης Ιούνη που είχαν αποφασίσει εργατικά κέντρα, ομοσπονδίες, πρωτοβάθμια σωματεία, μεταξύ των οποίων το ΕΚΑ και η ΑΔΕΔΥ. Η δύναμη της ΓΣΕΕ είναι η επίδρασή της σε αγωνιζόμενες δυνάμεις του εργατικού κινήματος που στο όνομα της ενότητας ή της αποτελεσματικής απάντησης σύρονται στον σχεδιασμό της. Εκεί κρίνεται η τοποθέτηση κάθε πολιτικής και συνδικαλιστικής δύναμης και όχι στο πόσο καταγγέλλει διακηρυκτικά τον κυβερνητικό-εργοδοτικό συνδικαλισμό.
Η αστική τάξη και η ίδια η ΓΣΣΕ αυτό που επιδιώκουν είναι να είναι η τελευταία πάση θυσία στο τιμόνι, να μην αμφισβητείται στην πράξη ο σχεδιασμός της, οι σταθμοί και οι ημερομηνίες που βάζει στις κεντρικές πολιτικές μάχες του εργατικού κινήματος. Την πλειοψηφία των ΑΔΕΔΥ και ΕΚΑ ακολούθησαν και οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ που ακύρωσαν τελευταία στιγμή τις αποφάσεις δεκάδων συνδικάτων για απεργία στις 3 Ιούνη που οι ίδιοι είχαν προτείνει.
Οι εύκολες κριτικές πρέπει να αποφεύγονται, οι δυσκολίες στην οργάνωση της πάλης ενάντια στο νομοσχέδιο είναι υπαρκτές, εξάλλου ήταν υπαρκτές και πριν την κήρυξη της απεργίας για τις 3 Ιούνη, ωστόσο το ζήτημα είναι πώς στέκονται οι ταξικές δυνάμεις απέναντι σ’ αυτές τις δυσκολίες, πώς αντιμετωπίζουν τον σημερινό δυσμενή συσχετισμό, αν συμβάλλουν στην ανατροπή του ή στη διαιώνισή του. Με την αυτοπεποίθηση από την επιτυχία της απεργιακής 6ης Μάη, ήταν ευκαιρία για κλιμάκωση της ανυπακοής στη συνταγή ήττας της ΓΣΕΕ. Τελικά όμως επιλέχθηκε η ευθυγράμμιση με τον σχεδιασμό της τελευταίας, δίνοντας το μήνυμα ότι, παρά τις καταγγελίες, στο τέλος τής αφήνουν το τιμόνι. Οι δυνάμεις στο εργατικό κίνημα που ακολουθούν μια τέτοια τακτική αυτοπεριορίζονται στον ρόλο ομάδων πίεσης μέχρι να πάρει και για να πάρει πρωτοβουλίες η ΓΣΕΕ, ψαλιδίζοντας την αυτοπεποίθηση ολόκληρου του αγωνιστικού δυναμικού.
Η μάχη ενάντια στο νομοσχέδιο, στο κέντρο του κοινωνικού ζητήματος που είναι η εκμετάλλευση της εργασίας, έχει πολιτική σημασία που ξεπερνάει μια συνδικαλιστική μάχη. Αφορά πρώτα απ’ όλα την κομμουνιστική αριστερά που κρίνεται στην πράξη για το αν σηκώνει το γάντι που πετάει η αστική τάξη σε κρίσιμα ζητήματα. Το ΚΚΕ, μέσω του ΠΑΜΕ, επιβεβαιώνει τη λογική των αγώνων «χαμηλής έντασης», των κομματικών συγκεντρώσεων και της κατάθεσης νομοσχεδίων στη Βουλή, της επίκλησης της λαϊκής εξουσίας και του σοσιαλισμού –όταν ωριμάσουν οι συνθήκες– και της αποφυγής «τυχοδιωκτισμών». Τα συμπεράσματα όμως δεν βγαίνουν κυρίως από ιδεολογικά μαθήματα αλλά από πραγματικούς αγώνες.
Η επιλογή για ακύρωση της απεργίας της 3ης Ιούνη δεν ήταν μονόδρομος. Η ΠΕΝΕΝ με την απεργιακή της ανυπακοή, παρά τις αντίξοες συνθήκες, έδωσε τη μάχη δείχνοντας τι μπορεί να κάνουν οι εργαζόμενοι σε ένα σωματείο αν υπάρχει η απόφαση για σύγκρουση και μάλιστα σε έναν κεντρικής σημασίας κλάδο. Ας σκεφτούμε τι θα γινόταν και το μήνυμα που θα δινόταν αν στην απεργία συμμετείχαν και τα σωματεία που έχει την πλειοψηφία το ΠΑΜΕ.