Γιώργος Μιχαηλίδης
Μπορεί η Υεμένη να μαστίζεται εδώ και χρόνια από έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο αλλά αυτή την εβδομάδα ήταν το σχετικά ήσυχο γειτονικό Ομάν που γνώρισε τις μεγαλύτερες αναταραχές των τελευταίων ετών. Βίαιες διαδηλώσεις, με πρωταγωνίστρια τη νεολαία, σημειώθηκαν στην πόλη Σοχάρ που βλέπει τον Περσικό Κόλπο, για να επεκταθούν ως το νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας και την πόλη Σαλαλά.
Αιτία των κινητοποιήσεων, η ανεργία των νέων, ένα χρόνιο πρόβλημα του Ομάν που οξύνθηκε στη διάρκεια της πανδημίας. Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν με συγκεντρώσεις στα γραφεία ευρέσεως εργασίας, όπου οι διαδηλωτές απαίτησαν να δοθεί λύση στο πρόβλημα. Επεκτάθηκαν στους δρόμους της Σοχάρ, όπου σημειώθηκαν συγκρούσεις με την αστυνομία και μικροκαταστροφές περιουσιών. Όλη την περασμένη εβδομάδα σημειώνονταν μπλοκαρίσματα οδικών αρτηριών και μέσων μεταφοράς, ενώ στην κορύφωση των γεγονότων οι διαδηλωτές πολιόρκησαν το υπουργείο Εργασίας. Εκεί συνάντησαν μια μεγάλη οργανωμένη δύναμη των «ΜΑΤ», η οποία τους επιτέθηκε με δακρυγόνα ενώ προέβη και σε συλλήψεις.
Ο Σουλτάνος Χαϊτάμ, ηγέτης του Ομάν από τον Ιανουάριο του 2020 οπότε και διαδέχθηκε των επί πενήντα χρόνια Σουλτάνο Καμπούς, βιαστικά ανακοίνωσε το άνοιγμα νέων θέσεων εργασίας για τους νέους, ενώ διαφημίζει την τουριστική ανάπτυξη της χώρας ως τη λύση στο πρόβλημα της ανεργίας. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι εξαιρετικά δύσκολο η όποια άνοδος της τουριστικής κίνησης στο Ομάν να αντισταθμίσει την απώλεια εσόδων από τη σχετικά χαμηλή τιμή του πετρελαίου, η οποία ευθύνεται και για την οικονομική ύφεση στη χώρα. Υπολογίζεται ότι κατά το τελευταίο έτος, τα έσοδα του Ομάν από τις εξαγωγές πετρελαίου μειώθηκαν κατά 35%.
Η απάντηση του απολυταρχικού καθεστώτος σε αυτή την κρίση υπήρξε, αφενός, η παρέμβαση του κρατικού τομέα για να συγκρατήσει τμήματα του ιδιωτικού από την κατάρρευση λόγω πανδημίας και, αφετέρου, η λιτότητα και η προώθηση μιας πολιτικής με εθνικιστικά χαρακτηριστικά, που προβλέπει κίνητρα για την πρόσληψη ντόπιων κατοίκων του Ομάν. Σε μια χώρα, όμως, που το 40% του συνολικού πληθυσμού αποτελείται από ξένους υπηκόους, οι οποίοι εκτός από διοικητικές θέσεις σε εταιρείες, κυρίως αποτελούν φθηνά εργατικά χέρια για τον αγροτικό τομέα, την πετρελαϊκή βιομηχανία και τον κατασκευαστικό κλάδο, μια τέτοια πολιτική μπορεί να φέρει πραγματική έκρηξη.
Από ό,τι φαίνεται, ένας νέος γύρος συγκρούσεων και εξεγέρσεων εμφανίζεται.