Ιωάννα Καρδάρα
Γιώργος Κώνστας
Γιώργος Τσαντίκος
Παρατεταμένος «χειμώνας»
Η κυβέρνηση, τις τελευταίες εβδομάδες και ενόψει του ανοίγματος του τουρισμού, αποφάσισε να «χαλαρώσει» επιλεκτικά κάποια μέτρα προστασίας για την πανδημία με αποκλειστικό κριτήριο την επαναλειτουργία της αγοράς. Παρόλο που τα κρούσματα ήταν και παραμένουν σταθερά πάνω από 2.000 ημερησίως, με το επιχείρημα του μαζικού εμβολιασμού που όμως μέχρι τώρα «χωλαίνει», εγγυάται στους υποψήφιους πελάτες από όλον τον κόσμο ένα ασφαλές καλοκαίρι και covid free νησιά.
Ωστόσο για τους εργαζόμενους σε εστίαση και τουρισμό, οι οποίοι πέρασαν έναν πολύ δύσκολο χειμώνα, μάλλον πρόκειται να επαναληφθεί το ίδιο έργο. Με τις επιχειρήσεις των δύο κλάδων να λειτουργήσουν χωρίς σχεδόν κανέναν έλεγχο σε ότι αφορά την τήρηση υγειονομικών πρωτοκόλλων για την ασφάλεια εργαζομένων και πελατών αλλά και υπό άθλιες εργασιακές συνθήκες.
Πιο χαρακτηριστικά παράδειγμα δεν θα μπορούσε να υπάρξει από την Συλλογική Σύμβαση που έχει υπογράψει η Ομοσπονδία Ξενοδοχοϋπαλλήλων. Στην συγκεκριμένη σύμβαση, μεταξύ άλλων, προβλέπεται η περιβόητη… διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η δυνατότητα των εργοδοτών να απασχολούν τους εργαζόμενους κατά τις μέρες ανάπαυσής τους αλλά και η παράταση του ωραρίου κατά μία ώρα καθημερινά χωρίς πρόσθετη υπερωριακή αμοιβή. Και όλα αυτά σε ένα κλάδο όπου ήδη ισχύουν 14 σχεδόν διαφορετικές μορφές εργασίας με την απλήρωτη εργασία, την μερική απασχόληση και τις ευέλικτες σχέσεις εργασίας να αποτελούν κανόνα, με τις πλάτες των εκάστοτε κυβερνήσεων.
Η Λάντζα έχει επανειλημμένα παρέμβει τους τελευταίους μήνες, προκειμένου να ικανοποιηθούν μεταξύ άλλων αιτήματα όπως οι προσλήψεις και επαναπροσλήψεις για όλους τους εποχικούς με πλήρη δικαιώματα, να μην ισχύσουν οι όροι για κατάργηση συνεχόμενων ρεπό και το εργασιακό 10ωρο με «ευέλικτο» πρόγραμμα. Οι εργαζόμενοι στον επισιτισμό ειδικά, είναι εκείνοι που «απολαμβάνουν τα προνόμια» της κατάργησης του 8ώρου ήδη, χωρίς να υπάρχει φυσικά η κενή περιεχομένου και σφόδρα αντεργατική έννοια της «ισότιμης διαπραγμάτευσης με το αφεντικό».
Από τον πάγο του lockdown στη φωτιά του τουρισμού
Από τον Μάρτιο του 2020 μέχρι σήμερα, οι εργαζόμενοι στην εστίαση και τον τουρισμό υποχρεώθηκαν να ζουν μέσα στην αβεβαιότητα. Εδώ και πάνω από ένα χρόνο, η καθημερινότητά τους έχει αλλάξει ριζικά, η ζωή τους εξαρτάται από τις κυβερνητικές αποφάσεις και τα 534 ευρώ είναι για τους περισσότερους το μοναδικό μηνιαίο εισόδημα. Με το επίδομα αυτό, οι εργαζόμενοι στον κλάδο έπρεπε να τα βγάλουν πέρα και να διαμορφώσουν το παρόν και το μέλλον τους, με βάση τα μέτρα «ακορντεόν» που εφάρμοσε η κυβέρνηση.
«Νομίζαμε ότι μπήκαμε σε ένα κλάδο που θα έχουμε δουλειά έστω και με εξαντλητικές συνθήκες. Ήταν αδιαπραγμάτευτο ότι θα είναι πάντα ανοιχτά τα μαγαζιά, ότι δεν θα “κυνηγήσει” κανένας αυτή τη “βαριά βιομηχανία”, οπότε η πρώτη καραντίνα για εμάς ήταν ένα πρώτο σοκ», αναφέρει στο Πριν ο Γιάννης Σαλάπας, εργαζόμενος στην εστίαση (μάγειρας) και μέλος της Λάντζα.
Αρκετοί από τους εργαζόμενους, όταν κλήθηκαν να επιστρέψουν στις δουλειές τους μετά την πρώτη καραντίνα, έμειναν χωρίς δουλειά είτε γιατί το μαγαζί που δούλευαν είχε κλείσει είτε γιατί δεν τους χρειάζονταν. Έτσι, αναγκάστηκαν να ψάξουν κάτι καινούριο ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που αποφάσισαν να φύγουν στο εξωτερικό. Από τα μέσα του Μαΐου του 2020, η εργασιακή τους καθημερινότητα έμοιαζε να είχε επιστρέψει σε μια υποτυπώδη κανονικότητα η οποία όμως έλαβε τέλος τον Νοέμβριο. Ήταν τότε που ανακοινώθηκε το «λουκέτο» στην εστίαση, το οποίο αυτή τη φορά δεν κράτησε έναν ή δύο μήνες αλλά έξι ολόκληρους.
«Θυμάμαι όλοι οι συνάδελφοι να λένε “δεν γίνεται να συνεχιστεί αυτό το πράγμα, δεν μπορεί κανείς να προγραμματίσει τη ζωή του. Δεν μπορείς να πεις αν θα νοικιάσεις σπίτι ή όχι, αν θα αγοράσεις ένα μηχανάκι για να μπορείς να πηγαίνεις στη δουλειά σου. Δημιούργησε μία τρομερή αβεβαιότητα αυτή η κατάσταση», εξηγεί ο Γ. Σαλάπας.
«Πέρσι μας άνοιξαν χωρίς κανένα υγειονομικό πρωτόκολλο, χωρίς κάποια διαδικασία ελέγχου μετάδοσης στους χώρους εργασίας, ενώ δεν γινόταν κάποιος ουσιαστικός έλεγχος και στους τουρίστες. Από εκεί που είχαμε μηδενικά κρούσματα μετά από λίγο καιρό εκτοξεύτηκαν, κυρίως σε νησιά. Αρκετά μάλιστα αποκρύπτονταν από τις αρχές. Λίγο πολύ το ίδιο σύστημα πάει να εφαρμοστεί και τώρα, με το πρόσχημα ότι όλοι έχουν κάνει εμβόλιο ενώ έχουμε χιλιάδες κρούσματα κάθε μέρα. Αυτό που τους νοιάζει μόνο είναι να δουλέψει ο τουρισμός ανεξάρτητα από τις επιπτώσεις που θα έχει αυτό στον κόσμο του κλάδου και γενικότερα στην κοινωνία. Πολλά μαγαζιά δεν θα ανοίξουν και δεν επιβίωσαν από όλη αυτή τη διαδικασία, ωστόσο αυτό δεν έχει φανεί ακόμη», σημειώνει ο Γ. Σαλάπας. «Ξεκάθαρα μπαίνουμε σε δεύτερη μοίρα όπως και πέρσι, απλώς η διαφορά φέτος είναι ότι μάλλον είναι πιο επικίνδυνα για εμάς. Είναι μία μόνιμα αγχωτική κατάσταση», καταλήγει.
Στην Κρήτη, ωράρια-λάστιχο, ρεπό μόνο με τα «κιάλια» και μισθοί σύμφωνα με τις… αξιώσεις του εργοδότη ήταν και παραμένει η καθημερινότητα για τη μεγάλη πλειοψηφία ξενοδοχοϋπαλλήλων, των εργαζόμενων στην εστίαση και στα τουριστικά καταστήματα. Υπολογίζεται ότι σχεδόν 100.000 εργαζόμενοι στο νησί έχουν άμεση σχέση με τον τουρισμό. Μια από αυτές και η Γεωργία, η οποία τα τελευταία χρόνια εργάζεται σε τουριστικό κατάστημα στα Χανιά.
«Ήδη από την περυσινή σεζόν διαφάνηκαν οι αλλαγές που προωθούνται στα εργασιακά με μοχλό πίεσης την οικονομική κρίση εν μέσω πανδημίας. Τα ωράρια ξεχειλώθηκαν κατά το δοκούν και ανάλογα με την προσέλευση πελατών οι εργοδότες αποφάσιζαν να ξεπερνούν το 8ωρο ή να το πετσοκόβουν με την ανάλογη μείωση του μισθού. Γενικά, καθώς οι επιχειρήσεις δούλεψαν με το ελάχιστο προσωπικό, οι εργαζόμενοι γίναμε “λάστιχο”, χωρίς ρεπό ακόμα και όλη τη σεζόν», λέει η Γεωργία στο Πριν.
Αναφορικά με τις υγειονομικές συνθήκες τονίζει πως ακόμα και σε επιχειρήσεις που τηρούσαν στοιχειωδώς τα υγειονομικά μέτρα «τα πράγματα δεν ήταν εύκολα καθώς η εργασία μας απαιτεί πολλές φορές προσωπική επαφή με τον πελάτη. Παρόλα αυτά οι εργοδότες εκβίαζαν τους εργαζόμενους ή τους ενοχοποιούσαν για τυχόν κρούσμα στην επιχείρηση! Αυτά συνέβαιναν κι εκεί που δούλευα και αλλού. Οι απολαβές μας ήταν μικρότερες από ποτέ και οι εργοδότες απειλούσαν ότι θα πάρουν άλλους αν δεν ήμασταν ευχαριστημένοι».
Όσο για το χειμώνα οι εργαζόμενοι στον τουρισμό βίωσαν πρωτόγνωρες καταστάσεις. «Αργήσαμε να ξεκινήσουμε και όσοι δεν δουλεύαμε σε ξενοδοχεία δεν δικαιούμασταν να εγγραφούμε στην “Εργάνη”, ενώ πολλοί από μας δεν δικαιούνταν ούτε το βοήθημα από τον ΟΑΕΔ! Ο χειμώνας ήταν πολύ δύσκολος για όλους. Χωρίς καθόλου απόθεμα από το καλοκαίρι (μόνο δύο μήνες εργαστήκαμε) το ταμείο ανεργίας δεν φτάνει να καλύψει ούτε τις βασικές ανάγκες. Το χειρότερο όμως είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που τους ζητήθηκε να δώσουν πίσω τα χρήματα του ταμείου ή δεν τους εγκρίθηκε ποτέ. Σε μία χρονιά που οι εργοδότες προσέλαβαν όσο λιγότερο προσωπικό γινόταν, πολλές επιχειρήσεις έχασαν τα κριτήρια εποχικότητας με μοναδικό χαμένο τον εργαζόμενο που βρέθηκε να χρωστάει μεγάλα ποσά στον ΟΑΕΔ ή να μην του εγκρίνεται το βοήθημά του, το οποίο αποτελεί το μοναδικό εισόδημα για μας τους εποχικούς το χειμώνα», συμπληρώνει η Γεωργία.
Από την πλευρά τους, οι επιχειρηματίες του τουρισμού διαμαρτύρονται ότι… δεν βρίσκουν υπαλλήλους! «Οι εργοδότες πάντα παραπονιούνται ότι δεν βρίσκουν εργαζόμενους και η αλήθεια είναι ότι ειδικά στα νησιά που είναι όλοι γνωστοί δεν θέλει κανείς να δουλέψει κάπου όπου καταστρατηγούνται τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα. Αλλά κυρίως είναι μία καραμέλα που αναμασούν όταν οι ίδιοι δεν θέλουν να προσλάβουν παραπάνω προσωπικό, ζητώντας από όσους ήδη δουλεύουν χωρίς ρεπό και πέραν του 8ώρου, να κάνουν υπομονή μέχρι να βρουν κάποιον επιπλέον εργαζόμενο», απαντά και προσθέτει:
«Εγώ προσωπικά είμαι από τη γενιά των νέων πτυχιούχων που αναζητούν κυρίως εργασία στον αντικείμενο των σπουδών τους. Όμως με αυτές τις συνθήκες εργάζομαι στον τουρισμό αφού σε τουριστικά μέρη δεν υπάρχουν άλλες δουλειές. Οπότε, όπως και κάθε χρονιά, έτσι και φέτος θα αναζητήσω εργασία στον τουριστικό κλάδο, σε μία αμφίβολη χρονιά όπως και η προηγούμενη. Αφενός οι εργοδότες δεν ξέρουμε ποιους και πόσους θα προσλάβουν και άρα ανά πάσα στιγμή έχουμε το άγχος της επικείμενης ανεργίας και αφετέρου υπάρχει και το αντικειμενικό άγχος ενός ενδεχόμενου κλεισίματος αν ανέβουν τα επιδημιολογικά δεδομένα. Σε μία τέτοια περίπτωση οι περισσότεροι εργαζόμενοι στον τουριστικό κλάδο μένουν ξεκρέμαστοι αφού δεν εμπίπτουν σε εκείνες τις κατηγορίες που παίρνουν έστω και αυτά τα πενιχρά επιδόματα που δίνονται για να φαίνεται ότι η κυβέρνηση δίνει κάτι στους άνεργους».
Ταξιδεύοντας στην βορειοδυτική πλευρά της χώρας, συναντάμε κάποιες ιδιαιτερότητες στον τομέα του τουρισμού, που μείωσαν κάπως τις περσινές ζημιές. Ο λόγος είναι ότι έτσι και αλλιώς, ο συγκεκριμένος οικονομικός τομέας δεν είναι «πρώτης γραμμής» και η περιοχή είναι αναπτυσσόμενη τουριστικά. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες, ειδικά στα παράλια της Ηπείρου και στα νησιά (Κέρκυρα, Λευκάδα, ευρύτερο βόρειο Ιόνιο) είναι σε πολύ καλύτερη μοίρα από τα τουριστικά κάτεργα του Αιγαίου.
Ενόψει του ανοίγματος, με κάθε κόστος, οι επιχειρήσεις δουλεύουν ήδη με λιγότερο προσωπικό από το «προ πανδημίας» και με μόνιμη επωδό στα αιτήματα για να ελαφρώσουν οι βάρδιες και να δοθούν τα ρεπό ότι «δεν βγαίνουμε ακόμα, να δούμε πώς θα πάνε τα πράγματα». Το κυβερνητικό αφήγημα της υπεραισιοδοξίας και της «δεύτερης εξόδου», μετά την πρώτη αποτυχημένη πέρυσι, προσκρούει στην πραγματικότητα: Οι περισσότεροι εργαζόμενοι ετοιμάζονται για φουλ σεζόν χωρίς να έχουν κάνει καν την πρώτη δόση εμβολίου και βγαίνοντας από καθεστώς αναστολών, χωρίς να είναι σίγουρο ότι θα δουλέψουν στο σύνολό τους.
«Το άνοιγμα του τουρισμού βρίσκει τους εργαζόμενους του κλάδου εκτεθειμένους στον ιό χωρίς να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Η κυβέρνηση, η ΕΕ και το μεγάλο τουριστικό κεφάλαιο ζητούν την περαιτέρω συμπίεση των μισθών και την αύξηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Όλο αυτό το διάστημα, όπως και το επόμενο, οι εργαζόμενοι θα έρθουμε αντιμέτωποι με την αβεβαιότητα, τις απολύσεις τους μισθούς πείνας, τις απλήρωτες υπερωρίες, τα μη συνεχόμενη ρεπό και τις ελαστικές σχέσεις εργασίας», τονίζεις το Πριν η Αρετή Τάσση, εργαζόμενη στον επισιτισμό.
«Όλα αυτά σφραγίζονται με το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο που καταργεί το πενθήμερο 8ωρο, το οποίο το εργατικό κίνημα κέρδισε ενάμιση αιώνα πριν», προσθέτει.
Πολλά χαμόγελα στις επιχειρήσεις, «κανονικότητα» στην δουλειά
Δημήτρης Παπαντζίκος*
Σχεδόν δύο βδομάδες μετά την επαναλειτουργία της εστίασης και το επίσημο άνοιγμα του τουρισμού την Παρασκευή 14 Μαΐου, ήδη αυτές οι πρώτες μέρες μεταφράζονται σε χαμόγελα για τους επιχειρηματικούς κύκλους του κλάδου, όπως μας ενημερώνει και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων (ΠΟΕΣΕ). Παρόλο που το 20% των επιχειρήσεων παραμένει ακόμα κλειστό, είτε λόγω «οικονομικών» δυσκολιών είτε λόγω καθυστέρησης στο κομμάτι του εφοδιασμού.
Σε κάθε περίπτωση η πληρότητα, όπως αναφέρει ο ίδιος φορέας, ξεπέρασε το 60% και σε κάποιες περιοχές και το 90%, ανεξάρτητα από το μειωμένο ωράριο (κλείσιμο στις 11 μ.μ.) και με τα μαγαζιά χωρίς μουσική. Γεγονός που δείχνει την πραγματική ανάγκη του ανθρώπου, ως κοινωνικό ον, να βρεθεί και εκτός εργασίας και σπιτιού. Ασχέτως από την κυβερνητική προπαγάνδα που στο όνομα των δικών της πολιτικών επιλογών για τη μη στήριξη του ΕΣΥ, ξόρκιζε θεούς και δαίμονες για τις συναθροίσεις στις πλατείες αλλά δεν έλεγε κουβέντα για τον συγχρωτισμό στους μαζικούς χώρους δουλειάς και τις συγκοινωνίες.
Ο κόσμος που βγήκε έξω, εξυπηρετήθηκε από εργαζόμενους/ες που τον τελευταίο χρόνο είναι τουλάχιστον για πέντε μήνες σε αναστολή εργασίας. Σχεδόν μισό χρόνο, όλοι εμείς οι εργαζόμενοι του κλάδου, μάθαμε να ζούμε με την οικονομική βία των 534 ευρώ. Και τώρα, ενώ επιστρέφουμε θεωρητικά στη κανονικότητα τους (άνοιγμα και των μπαρ, πλήρης απελευθέρωση ωραρίου), το μέλλον εξακολουθεί να φαίνεται αβέβαιο. Πέρσι ανοίξαμε με λιγότερα από 100 κρούσματα ημερησίως και κλείσαμε τον Νοέμβριο για πέντε μήνες, με σταθερά πάνω από 2.000 κρούσματα. Αν η αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης είναι η ίδια με την περσινή και με το άνοιγμα του τουρισμού χωρίς κανένα μέτρο (στην εστίαση οι εργαζόμενοι έπρεπε να περιμένουμε δύο βδομάδες για να προμηθευτούμε self test), για πόσο καιρό μπορεί να μείνουμε κλειστά, με την ολοκλήρωση της τουριστικής περιόδου;
Και αν στο μεσοδιάστημα η κυβέρνηση περάσει το περιβόητο νομοσχέδιο Χατζηδάκη, από δω και πέρα στην εστίαση και τον τουρισμό με τις 14 διαφορετικές μορφές ελαστικής εργασίας, πόσες ώρες θα αναγκαστούμε να δουλέψουμε για πενταροδεκάρες;
Δεν χρειάζεται να κρυβόμαστε. Κυβέρνηση, τουριστικό κεφάλαιο και αστική τάξη έχουν ήδη κάνει τις πρώτες δικές τους. Είναι λοιπόν η ώρα για σοβαρές πρωτοβουλίες από πλευράς οργανωμένου λαού και πρωτοπορίας ώστε να μαζικοποιηθούν ξανά τα σωματεία, να ξαναγίνει η οργή μας δύναμη ανατροπής. Γιατί μπορεί να θέλουν να μας γυρίσουν στο 1886, εμείς όμως θέλουμε να ζήσουμε μια ζωή στο μπόι των ονείρων μας.
*μέλος της Αγωνιστικής Εργατικής Συσπείρωσης στον Επισιτισμό-Τουρισμό «Λάντζα»