Μάκης Γεωργιάδης
Χιλιάδες μετανάστες, ανάμεσά τους πολλά ανήλικα και ασυνόδευτα παιδιά, στοιβάζονται σε άθλιες συνθήκες στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό. Την ίδια στιγμή, πληθαίνουν επικίνδυνα οι δολοφονικές επιθέσεις ενόπλων.
Σκληρή δοκιμασία για την κυβέρνηση των ΗΠΑ αναμένεται να αποτελέσει και μάλιστα σύντομα, η εκρηκτική κατάσταση στα σύνορα με το Μεξικό. Οι διαρκώς αυξανόμενες ροές αναμένεται να διαμορφώσουν το μεγαλύτερο κύμα μετανάστευσης από τις χώρες της κεντρικής Αμερικής την τελευταία εικοσαετία. Ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί αποφεύγουν να κάνουν λόγο για «μεταναστευτική κρίση», μιλούν όμως για «πρόκληση». Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ανέθεσε απευθείας την περασμένη Τετάρτη τη διαχείριση της υπόθεσης στην αντιπρόεδρο Καμάλα Χάρις, επιφορτίζοντας την έτσι για πρώτη φορά με συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Το ζήτημα είναι πλέον στην πρώτη γραμμή της εσωτερικής αντιπαράθεσης, καθώς παρά την απομάκρυνση του Τραμπ από το Λευκό Οίκο, η εσωτερική κρίση σοβεί και τα συντηρητικά αντανακλαστικά μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας μάλλον διευρύνονται παρά υποχωρούν.
Για το εσωτερικό των ΗΠΑ οι εξελίξεις στο μεταναστευτικό ζήτημα, αλλά και η διαχείριση της πανδημίας σε συνδυασμό με την απόπειρα οικονομικής ανάκαμψης είναι κρίσιμης και κεφαλαιώδους σημασίας. Ο Μπάιντεν για την ώρα προσπαθεί να κερδίσει χρόνο, γι’ αυτό κάλεσε χωρίς περιστροφές τους μετανάστες να μην ξεκινήσουν καν την προσπάθεια προσέγγισης, ενώ τα σύνορα με το Μεξικό επισήμως παραμένουν κλειστά. Παράλληλα αποστολή της Χάρις είναι να έρθει σε διπλωματικές επαφές με τις κυβερνήσεις της Νικαράγουα, του Ελ Σαλβαδόρ και της Ονδούρα, από όπου προέρχονται και οι περισσότεροι μετανάστες, για όσο διάστημα ο Λευκός Οίκος θα εκπονεί ένα σχέδιο άμεσων ενισχύσεων προς τις χώρες της Κεντρικής Αμερικής το οποίο αρχικά υπολογίζεται στα τέσσερα δισ. δολάρια
Στο μεταξύ, ο Τραμπ οξύνει τη ρητορική και τους τόνους κατηγορώντας τον Μπάιντεν ότι μέσα σε λίγες ημέρες μετέτρεψε «έναν εθνικό θρίαμβο σε εθνική καταστροφή» και οι Ρεπουμπλικανοί ασφαλώς υπερθεματίζουν στη συνέχιση μιας «αποτελεσματικής πολιτικής μηδενικής ανοχής στους μετανάστες» την οποία χάραξε ο πρόεδρός τους με σύμβολο το Τείχος του Αίσχους στα σύνορα με το Μεξικό, το οποίο ωστόσο έμεινε ημιτελές. Τα ασυνόδευτα παιδιά είναι η πλέον ευάλωτη ομάδα που φτάνει ως τα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού στον ποταμό Ρίο Γκράντε. Φτάνουν εκεί αφού έχουν γλιτώσει από την ανέχεια, τις συμμορίες, το λαθρεμπόριο και τις τεράστιες φυσικές καταστροφές οι οποίες έπληξαν την Κεντρική Αμερική την περασμένη χρονιά. Τελικά καταλήγουν να στεγάζονται σε άθλιες υπαίθριες κατασκευές που μοιάζουν με γκέτο, όπου σήμερα βρίσκονται πάνω από 5.200 ανήλικοι σε συνθήκες εξαθλίωσης, όταν η ίδια η νομοθεσία των ΗΠΑ απαγορεύει να παραμένουν σε τέτοιους χώρους παραπάνω από 72 ώρες.
Υπάρχει όμως και μια δεύτερη πρόκληση για τον Μπάιντεν, που προκύπτει από το γεγονός ότι μέσα τις τελευταίες δεκαπέντε ημέρες, σημειώθηκαν δύο φονικά με δράστες ενόπλους φέροντες βαρύ οπλισμό. Το πιο πρόσφατο στην πόλη Μπόλντερ του Κολοράντο, όπου ένας 21χρονος άνοιξε πυρ σε σούπερ μάρκετ και σκότωσε δέκα ανθρώπους. Το άλλο περιστατικό είχε σημειωθεί λίγες ημέρες πριν στην Ατλάντα της Τζόρτζια, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οκτώ άνθρωποι μεταξύ των οποίων έξι γυναίκες ασιατικής καταγωγής.
Από νωρίς στα δύσκολα ο πρόεδρος των ΗΠΑ, τη στιγμή που ο Τραμπ αντεπιτίθεται
Ταυτόχρονα, τα στοιχεία δείχνουν δραματική αύξηση στις δολοφονίες και στις ανθρωποκτονίες από πυροβόλα όπλα το 2020 έναντι του 2019 κατά 25 – 30%, αλλά οι επίσημες καταγραφές δεν θα είναι διαθέσιμες πριν το φθινόπωρο. Σε απόλυτο αριθμό αυτά τα ποσοστά μεταφράζονται σε επιπλέον 4 -5.000 ανθρώπους οι οποίοι δολοφονήθηκαν, ενώ σημαντικό ποσοστό αφορά φυλετική ή διαφυλετική βία με «πρωταθλήτριες» τις πόλεις της Φιλαδέλφεια, του Σικάγο, του Σεντ Λιούις και του Όκλαντ ενώ σημαντική αύξηση παρουσίασαν οι αριθμοί των ανθρωποκτονιών σε Ομάχα, Νέα Υόρκη, Νέα Ορλεάνη και σε άλλες μεγάλες, μεσαίες και μικρές πόλεις. Σε μια χώρα όπου η κουλτούρα της οπλοφορίας είναι ευρέως διαδεδομένη και η βία ξεχειλίζει από παντού, τα λόγια και οι υποσχέσεις του νεοεκλεγέντος Μπάιντεν για νομοθετικές πρωτοβουλίες περιορισμού της κατοχής και χρήσης όπλων ώστε να σταματήσει η «επιδημία» μαζικών δολοφονιών, μάλλον μοιάζουν ευχολόγια.
Άλλωστε, διαχρονικά οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ κάνουν μπίζνες ανά τον κόσμο, πουλώντας όπλα μαζικής εξόντωσης. Πως να πείσουν τους πολίτες τους ώστε και οι ίδιοι να μην κάνουν, στο μέτρο που τους αναλογεί, μπίζνες με τα όπλα;