Αντώνης Δραγανίγος
Μαζικός μαχητικός αγώνας, συσπείρωση των αντικαπιταλιστικών δυνάμεων, νέα κομμουνιστική ελπίδα
Τα σοβαρά γεγονότα των τελευταίων ημερών σηματοδοτούν οπωσδήποτε μια καμπή στις πολιτικές εξελίξεις. Η μεγαλειώδης λαϊκή απάντηση στην αστυνομική βία με την κινητοποίηση στη Ν Σμύρνη, οι δύο πολύ μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις της Πέμπτης 11 Μαρτίου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, η αντοχή και το βάθος του φοιτητικού κινήματος που δεν το βάζει κάτω, οι πυκνές κινητοποιήσεις για να μην υπάρξει ο «πρώτος νεκρός απεργός πείνας» την Ελλάδα και οι πολύ μαζικές διαδηλώσεις σε δεκάδες γειτονιές το Σαββατοκύριακο 13-14 Μαρτίου, το επιβεβαιώνουν.
Συγκλονίζει και ξεσηκώνει την νεολαία, τα λαϊκά στρώματα, η κατασταλτική επιδρομή, η ολοκληρωτική προπαγάνδα, η καθολική επιβολή κυβερνητικής κρατικής αστικής ισοπέδωσης της ζωής μας. Ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους εργαζόμενους, αλλά πρώτα από όλα την κυβέρνηση και την νεολαία, έχει ήδη χαραχθεί ένα βαθύ ρήγμα.
Από την απειθαρχία στις μαζικές κινητοποιήσεις
Για ένα χρόνο, μέσα σε συνθήκες πανδημίας και απαγορεύσεων, κινητοποιήθηκαν μικρές οργανωμένες πρωτοπορίες. Από το Πολυτεχνείο και μετά οι κινητοποιήσεις πήραν πιο μαζικά χαρακτηριστικά χωρίς να γίνουν πραγματικές μαζικές λαϊκές κινητοποιήσεις. Στην αρχή της καινούργιας χρονιάς, με αφορμή τον υπεραντιδραστικό νόμο «Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη» ξεπήδησε ένα μαζικό φοιτητικό κίνημα. Τις τελευταίες εβδομάδες βρισκόμαστε μπροστά στην ανάπτυξη μιας μαζικής νεολαιίστικης και λαϊκής αντίδρασης και διαμαρτυρίας στον δρόμο. Η στάση του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ όλον αυτόν τον χρόνο κόντρα στη λογική του «θα λογαριαστούμε μετά» (μαζί και με άλλες μαχόμενες δυνάμεις φυσικά), η μάχη να σπάσουν οι απαγορεύσεις, η λογική της απειθαρχίας με όρους μαζικού κινήματος, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να μείνει ζωντανή η φλόγα της αντίστασης και σήμερα να επεκτείνεται..
Χωρίς να έχει ξεπεραστεί ο φόβος της πανδημίας, η κυριαρχία της ΝΔ και η απογοήτευση από την εξευτελιστική, απόλυτα συναινετική «αντιπολίτευση» του ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ, τμήματα της κοινωνίας κινούνται μαζικά. Το αν αυτή η αυξημένη λαϊκή κινητικότητα θα μεταφραστεί σε ένα κύμα εργατικών λαϊκών αγώνων ή αν θα μείνει στα όρια των αγώνων της νεολαίας και του «δημοκρατικού ζητήματος» θα κριθεί. Αποτελεί ένα στοίχημα για όλους. Αλλά αυτό δεν αναιρεί την διαπίστωση της «αλλαγής κλίματος».
Σημαντικά τμήματα της νεολαίας και του λαού «νοιώθουν» όλο και πιο καθαρά πως η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την πανδημία ως πρόσχημα, με στόχο να συντρίψει κάθε αντίσταση, όχι μόνο για το «παρελθόν» αλλά πάνω απ’ όλα προκαταβολικά, για το μέλλον, γι αυτά που θέλει να φέρει. Να επιβάλλει τη «σιδερένια φτέρνα» γιατί «τα χειρότερα είναι μπροστά». Νοιώθουν ότι βαδίζουμε σε μια ποιοτικά νέα κατάσταση, σε μια ανώτερη σύγκρουση.
Νέα κατάσταση, παλιές απαντήσεις;
Και δεν έχουν άδικο. Γιατί αν και ο πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων που είχε διαμορφωθεί δεν έχει αλλάξει στα βασικά του σημεία, η κυβέρνηση φθείρεται σημαντικά και η κατάσταση από πολλές πλευρές πλησιάζει σε ορισμένα όρια.
Όρια στην διαχείριση των «πάνω». Πρώτα απ όλα η κυβέρνηση καταγράφει μια κραυγαλέα πλέον αποτυχία στην διαχείριση της πανδημίας. Η έκρηξη των κρουσμάτων μέσα σε συνθήκες «σκληρού lockdown» ιδιαίτερα στην Αττική, που συγκεντρώνεται η πλειοψηφία της εργατικής τάξης, το επιβεβαιώνει. Η οικονομική διαχείριση της κρίσης και της πανδημίας φαίνεται ότι επίσης φτάνει σε κάποιο όριο. Τα αποθέματα στερεύουν, η οικονομία έχει βυθιστεί σε βαθιά ύφεση, τα νούμερα δεν «βγαίνουν», ενώ οι «ευρωπαίοι» διαμηνύουν ότι η περίοδος της «χαλαρότητας» θα διαρκέσει έως το τέλος του 2021, ενώ μετά θα πρέπει «τα νούμερα να μαζευτούν». Το «Ταμείο Ανάκαμψης» θα συνοδευτεί με «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» και (επιπλέον) επιτήρηση.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες φαίνεται να ξεπερνιέται η πλήρης αμηχανία και να ζεσταίνονται τα «πολιτικά σχέδια», οι φιλοδοξίες και οι προοπτικές της «επόμενης μέρας». Ξαναμπαίνουν πολιτικά ερωτήματα, ανοίγουν ζητήματα. Είναι δυνατόν να ανατραπεί η πολιτική της ΝΔ; Πως είναι δυνατόν να γίνει αυτό; Και τι θα έρθει στην θέση της;
Η πρώτη πολιτική απάντηση που έρχεται στο μυαλό αρκετού κόσμου είναι η αναζήτηση μιας «δημοκρατικής διεξόδου». Ζούμε καταστάσεις «εκτροπής», μόνιμης «κατάστασης εξαίρεσης». «Δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε», χρειάζεται πολιτική απάντηση και αυτή η απάντηση είναι η συμμαχία και η κυβέρνηση των «δημοκρατικών δυνάμεων» (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ, ίσως και με ΜέΡΑ25) απαντούν οι συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις.
Αυτές οι εκτιμήσεις απηχούν πλευρές της πραγματικότητας σε μια περίοδο που η ριζική αλλαγή του κοινωνικού οικονομικού πλαισίου (πρώτα απ όλα στην παραγωγή, στο δικαίωμα στον αγώνα και στην απεργία), η «χουντικού χαρακτήρα» προσπάθεια απαγόρευσης των διαδηλώσεων, η οικοδόμηση ενός υπερτροφικού βαθιά αντιδραστικού κατασταλτικού μηχανισμού και ο ολοκληρωτικός έλεγχος των καλοταϊσμένων ΜΜΕ και του διαδικτύου συνιστούν μια νέα ποιοτικά κατάσταση βαρβαρότητας στο πεδίο των λαϊκών ελευθεριών και των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Σε αυτή την «κατάσταση εξαίρεσης», λένε, έχει στόχο να απαντήσει η πρόταση για το «δημοκρατικό μέτωπο».
Νέο καθεστώς εκμετάλλευσης, πανδημία και «καθεστώς εξαίρεσης»
Μόνο που αυτή η κατάσταση, δεν είναι ούτε τόσο καινούργια για την χώρα μας, ούτε ελληνική πρωτοτυπία. Αφορά την προηγούμενη περίοδο (καθεστώς «έκτακτης ανάγκης» την περίοδο των μνημονίων), την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (που δεν άλλαξε αυτό το πλαίσιο και σε κάποιες πλευρές, όπως στον νόμο για τις απεργίες, το ενίσχυσε) και τις διεθνείς τάσεις του καπιταλισμού από τον ακροδεξιό Τραμπ μέχρι τον «φιλελεύθερο, ευρωπαϊστή» Μακρόν.
Το ζήτημα των δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων έρχεται με εκκωφαντικό τρόπο στο προσκήνιο της άμεσης πάλης, άρρηκτα δεμένο με το «κοινωνικό ζήτημα»
Αν λοιπόν το ζήτημα των δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων έρχεται με εκκωφαντικό τρόπο στο προσκήνιο της άμεσης πάλης, αυτό συμβαίνει όντας άρρηκτα δεμένο με την αντιδραστικοποίηση του πολιτικού συστήματος στον σύγχρονο καπιταλισμό, με την δομική του κρίση και με τις βαθιά αντεργατικές πολιτικές υπέρβασής της, με δυο λόγια έρχεται στο προσκήνιο άρρηκτα δεμένο με το «κοινωνικό ζήτημα». Μιλώντας λοιπόν για ένα νέο «καθεστώς εξαίρεσης» πρέπει μαζί να μιλήσουμε για ένα νέο «καθεστώς εκμετάλλευσης» πάνω στο οποίο αυτό εδράζεται. Δεν μπορείς να ανατρέψεις το ένα χωρίς να βάλεις στο στόχαστρο και να ανατρέψεις το άλλο. Αυτή είναι η δική μας αφετηρία!
Αν είναι έτσι τα πράγματα, αν δηλαδή η καπιταλιστική επίθεση, με δύναμη κρούσης στην φάση αυτή την ΝΔ, είναι στρατηγική επιλογή δεν αρκούν σε καμιά περίπτωση ούτε το «δημοκρατικό μέτωπο», ούτε ένα «κινηματικό αντάρτικο», μία «έτσι χωρίς πρόγραμμα», κατά πρόβλημα και κατά θέμα αντιπαράθεση, μαχητική, που όσο και αν είναι αναγκαία, αν δεν συνοδευτεί από μια συνολικά ανατρεπτική πολιτική θα καταλήξει στο αδιέξοδο και την απελπισία. Δεν έχουμε να κάνουμε με μια «προσωρινή» πολιτική του συστήματος που θα υποχωρήσει γενικά με «αγώνες» χωρίς να συσσωρεύονται πολιτικοί όροι αποκάλυψης, συνολικής αντιπαράθεσης και σύγκρουσης με την πολιτική αυτή, χωρίς σωστό και απόλυτα συνειδητό υπολογισμό του συσχετισμού δυνάμεων για την επιλογή των μορφών αγώνα, χωρίς περιεχόμενο που να διεκδικεί μια πλατιά λαϊκή υποστήριξη. Χωρίς τελικά φιλοδοξία για συγκέντρωση δυνάμεων για να ανοίξει ο δρόμος για την πολιτική και στρατηγική αντεπίθεση του εργατικού και λαϊκού κινήματος και της ανατρεπτικής αριστεράς.
Στόχος ανατροπής κυβέρνησης, καπιταλιστικής επιδρομής και συναίνεσης
Πρέπει να τολμήσουμε να μπούμε μπροστά σε μια μάχη του μαζικού κινήματος που θα αποκρούσει, κλονίσει και ανατρέψει την επιδρομή της κυβέρνησης της ΝΔ και την ίδια την κυβέρνηση, συνολικά την καπιταλιστική επίθεση και θα σπάσει τη συναίνεση στην αστική πολιτική (στην οποία εντάσσεται ο ΣΥΡΙΖΑ) και κάθε λογική «συμβολικής» μισής αντίστασης σε αυτήν. Μια μάχη που θα οδηγεί συνειδητά στη συγκέντρωση δυνάμεων για ισχυρό αντικαπιταλιστικό πολιτικό μέτωπο και για την κομμουνιστική επανεξόρμηση στην εποχή μας.
Το θεμελιακό ερώτημα «ποιος θα πληρώσει την κρίση» επανέρχεται δριμύτερο και αφορά όλες τις πλευρές του οικονομικού και πολιτικού αγώνα, καθώς η κρίση εκτός από βαθιά είναι πολύπλευρη και καθολική.
Η ιστορία της πανδημίας επιβεβαίωσε ότι μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τον λαό. Ήταν η εργατική τάξη στα νοσοκομεία, στα σουπερμάρκετ, στις συγκοινωνίες, στην παραγωγή, που «μπήκε μπροστά» για να ζήσει ο λαός. Ο «οργανωμένος λαός» μπορεί και πρέπει να γίνει ο καθοριστικός παράγοντας των εξελίξεων.
Απόκρουση, κλονισμός, ανατροπή της κυβερνητικής επιδρομής και της ίδιας της κυβέρνησης, συνολικά της καπιταλιστικής επίθεσης, σπάσιμο της συναίνεσης στην αστική πολιτική (στην οποία εντάσσεται ο ΣΥΡΙΖΑ) και της«συμβολικής» μισής αντίστασης
«Οργανωμένος λαός» σημαίνει πρώτα απ΄ όλα ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος. Σε συνθήκες όπου το κεφάλαιο αλλάζει ριζικά τους όρους της εργασίας, όπου η εργοδοσία επιτίθεται και ο εργοδοτικός-κυβερνητικός συνδικαλισμός έχει «κατεβάσει ρολά» η ταξική ανασυγκρότηση του κινήματος αποτελεί πολιτικό ζήτημα πρώτης γραμμής. Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να συμβάλλουν μαχόμενες ταξικές δυνάμεις του εργατικού κινήματος, σαν ένα σημαντικό βήμα συσπείρωσης που θα αλλάξει την κατάσταση συνολικά. Που θα συμβάλλουν και στην ανατρεπτική κοινή δράση των μαχόμενων δυνάμεων του κινήματος και της αριστεράς με λογική συνολικού πολιτικού αγώνα, με πρόγραμμα σύγχρονων αναγκών και δικαιωμάτων, με στόχο τον κλονισμό και την ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής.
Σημαίνει ακόμα πολιτικό πρόγραμμα που, παίρνοντας υπόψη τα διδάγματα της πανδημίας και την ευρύτερη λαϊκή εμπειρία της τραγικής «αριστερής διακυβέρνησης», θα ορίσει, περιγράψει, εξηγήσει τον «δρόμο της ρήξης» πλατιά στον λαό, σε σύνδεση με την προοπτική της επαναστατικής αλλαγής και της εργατικής εξουσίας. Θα εξηγήσει «τι» πρέπει να γίνει, «πως» πρέπει να γίνει και «ποιος» θα το κάνει…
Μόνο το παράδειγμα των επιπτώσεων της εγκληματικής υποβάθμισης των δημόσιων αγαθών και πρώτα απ όλα της δημόσιας υγείας σε όφελος του κεφαλαίου και της αγοράς, της αδιαφορίας των πολυεθνικών για την ανθρώπινη ζωή (που στο όνομα του ανταγωνισμού και της κερδοφορίας καταδικάζουν στον θάνατο εκατομμύρια ανθρώπους), φτάνουν για να αναδείξουν την επείγουσα, καταλυτική αναγκαιότητα του συνολικού αντικαπιταλιστικού αγώνα, ενός συνόλου στόχων που απαντούν καθαρά, με σαφήνεια, από την πλευρά της εργατικής τάξης στο τι πρέπει να γίνει σήμερα για «να σωθεί» ο λαός από την «καταστροφή που μας απειλεί».
Ορόσημα για ένα σύγχρονο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης
Με αυτό το πνεύμα απαιτείται να συγκροτηθεί η συνολική πολιτική απάντηση από την πλευρά της εργατικής τάξης και του λαού.
Πράγματι η αντιπαράθεση με την ελαστική και μαύρη εργασία, την τηλεργασία, την λεηλασία των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, τους μισθούς πείνας, το σύγχρονο «καθεστώς εκμετάλλευσης» πρέπει να διεξάγεται από την σκοπιά των σύγχρονων αναγκών και των δικαιωμάτων του κόσμου της δουλειάς, της μείωσης της εκμετάλλευσης με στόχο την κατάργησή της.
Η υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών, την υγείας, της εκπαίδευσης, της ενέργειας ενάντια στους νόμους της ιδιοκτησίας και της αγοράς, με εθνικοποιήσεις των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων που τα παρέχουν, όλου του τομέα της υγείας και της έρευνας για αυτόν, καθώς τα δημόσια αγαθά δεν μπορεί να υπόκεινται στους νόμους του ανταγωνισμού.
Η πάλη για τα δημοκρατικά δικαιώματα και την ελευθερίες βρίσκεται σε αντιπαράθεση με το μόνιμο καθεστώς κατάργησης των εργατικών δικαιωμάτων, της οικοδόμησης ενός τερατώδους κατασταλτικού, διοικητικού, δικαστικού μηχανισμού, σε ρήξη με το κράτος του «κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού» στην προοπτική του τσακίσματός του.
Όταν το δημόσιο χρέος σε όλη την Ευρώπη εκτινάσσεται τότε η πάλη για την διαγραφή του χρέους, για την κατάργηση όλων των μηχανισμών επιτροπείας παλιών και νέων, για ρήξη και αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ επανέρχονται δυναμικά στην ημερήσια διάταξη.
Η πάλη για την υπεράσπιση της αρμονικής σχέσης ανθρώπου-φύσης, ενάντια στην εγκληματική της εκμετάλλευση από το κεφάλαιο, τα μεταλλαγμένα, την μόλυνση και τις πόλεις τέρατα που γεννούν τις αρρώστιες και τις πανδημίες, είναι επίσης καθοριστικό σημείο ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης.
Ακόμα, η πάλη για την υπεράσπιση της ειρήνης, ενάντια στους θηριώδεις πολεμικούς εξοπλισμούς, τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τον αντιδραστικό ανταγωνισμό ελληνικής και τούρκικης αστικής τάξης, το «δεν πολεμάμε για τις ΑΟΖ» και το «έξω το ΝΑΤΟ και οι αμερικανικές βάσεις» αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία του αντικαπιταλιστικού, αντιιμπεριαλιστικού αγώνα της εποχής μας.
Αυτοί είναι βασικοί κόμβοι ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος, που απαντάνε από την σκοπιά των εργαζόμενων και του λαού.
Χωρίς επιστροφή στις κυβερνητικές «αριστερές» αυταπάτες και στη «συντήρηση δυνάμεων»
Με άλλα λόγια αν σήμερα η αριστερά δεν συγκροτήσει και δεν παλέψει ένα συνολικό, συνεκτικό πρόγραμμα αντικαπιταλιστικών στόχων πάλης, αν δεν ορίσει, περιγράψει, εξηγήσει τον «δρόμο της ρήξης» πλατιά στον λαό συνδεδεμένο με την προοπτική της εργατικής εξουσίας, τότε θα διατηρείται η κυριαρχία του συστήματος. Στο πλαίσιο αυτό είτε η κυβέρνηση της ΝΔ θα παραμένει, ως κύριος εκφραστής του σήμερα, πολιτικά αλώβητη, είτε για μια ακόμα φορά η προοπτική της «δημοκρατικής διακυβέρνησης», του «μικρότερου κακού», η αναπαραγωγή σε μια χειρότερη εκδοχή των «παλιών» κυβερνητικών αυταπατών θα νικήσει. Και μάλιστα αυτή την φορά όχι σαν «δημιουργική αυταπάτη» ότι θα αλλάξουν τα πράγματα, αλλά σα συνειδητή και μίζερη προσαρμογή στην μοναδική «ορατή», «εναλλακτική πολιτική λύση», την «δημοκρατική κυβέρνηση».
Από αυτή την σκοπιά απαντήσεις που περιορίζονται στην (αναγκαία) πάλη για τα κοινωνικά δικαιώματα της εργατικής τάξης και την ζύμωση του σοσιαλισμού σαν κάτι «που αφορά το αύριο», το (μάλλον μακρινό) «μέλλον», και θα προκύψει όταν «ωριμάσουν οι επαναστατικές συνθήκες» χωρίς να συνδέονται μέσα από ένα συγκεκριμένο πολιτικό στόχο και ένα πολιτικό πρόγραμμα αντικαπιταλιστικής ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής, δεν βοηθάνε στην ανάπτυξη της πολιτικοποίησης του εργατικού κινήματος και την κλιμάκωση της πάλης έως την συνολική αναμέτρηση με την κυβέρνηση και πολύ περισσότερο δεν βοηθάνε στην ωρίμανση μέσα στον λαό του προγράμματος, των σκοπών και των μέσων, που περιγράφουν τον πραγματικά «άλλο δρόμου» που θα έδινε «σάρκα και οστά» στην πάλη για την προσέγγιση της επαναστατικής κατάστασης και της «εργατικής εξουσίας». Η συντεταγμένη «συντήρηση δυνάμεων», μέσα σε ένα κλίμα «διαρκούς άμυνας» και αναπαραγωγής της αντίληψης ότι «είμαστε σε ιστορική υποχώρηση», σε μια μονοσήμαντη και γραμμική ανάγνωση των κοινωνικών εξελίξεων από το 90 μέχρι σήμερα, δεν αποτελεί στρατηγική απάντηση.
Ανώτερες προκλήσεις για την αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική Αριστερά
Ο «κομμουνισμός» δεν είναι και δεν πρέπει να είναι ένα «εικόνισμα», ή μια συζήτηση για το παρελθόν, αλλά μάχιμη πολιτική για το παρόν και το μέλλον, η «κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων», που έχει σαν στόχο την «επαναφορά του ανθρώπου στον εαυτό του», την οικοδόμηση του κοινωνικού ανθρώπου. Είναι όπλο για την αντιπαράθεση με ένα σύστημα που βυθίζεται σε μια καθολική κρίση, «επιχείρημα» στον αγώνα για την κοινωνική ιδιοκτησία, απέναντι στην ατομική ιδιοκτησία και τις αγορές, την εξουσία της εργατικής τάξης και των παραγωγών του πλούτου απέναντι στις καταστροφικές δυνάμεις του κεφαλαίου, για την κοινωνία που ο κοινωνικός άνθρωπος και η κατάκτηση του πολιτισμού θα είναι μέτρο και κριτήριο του πραγματικού ανθρώπινου πλούτου.
Παλεύοντας σε αυτό τον δρόμο θα οικοδομούνται το κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα και η αντικαπιταλιστική αριστερά που αντιστοιχούν στην εποχή μας. Μπροστά στις ανώτερες αναμετρήσεις που έρχονται είναι εξαιρετικά αναγκαίο να κάνουμε αποφασιστικά και σταθερά βήματα για μια ανώτερη προγραμματική, θεωρητική και οργανωτική συγκρότηση σε επαναστατική κομμουνιστική βάση, πρώτα και κύρια των πρωτοπόρων τάσεων που αναδεικνύονται μέσα από το εργατικό κίνημα και τη νέα εργατική βάρδια.
Σε αυτές τις προκλήσεις οφείλουν να ανταποκριθούν το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Σήμερα μπαίνουμε σε μια φάση που η κλιμάκωση της αναμέτρησης γεννάει όχι μόνο μεγάλους κινδύνους αλλά και σοβαρές δυνατότητες. Μέσα στις μάχες θα γεννιούνται οι νέες «κοινωνικές πρωτοπορίες», οι αγωνιστές του νεολαιίστικου και εργατικού κινήματος, που μπορεί, με την προϋπόθεση της δικής μας συνειδητής παρέμβασης, να μετεξελιχθούν στις αντικαπιταλιστικές και κομμουνιστικές δυνάμεις της επόμενης ημέρας. Μέσα από αυτή την κίνηση κυρίως μπορούν να γεννηθούν δυνάμεις που θα στρατευτούν και στην υπόθεση ενός ανώτερου αντικαπιταλιστικού ρεύματος / πόλου και του κομμουνιστικού προγράμματος και κόμματος της εποχής μας, για τα οποία παλεύει το ΝΑΡ.
Σε αυτή την κατεύθυνση χιλιάδες αγωνιστές της πολιτικής αριστεράς, από τον κόσμο που πάλεψε, πίστεψε, απογοητεύτηκε, μπορεί να βρουν «διαδρόμους» δράσης και διαλόγου, συμβολής σε μια ευρύτερη προσπάθεια.