«Όλα αυτά έγιναν χωρίς κανένα νέο φόρο. Για πρώτη φορά μια έκτακτη κατάσταση δεν προκάλεσε επιβολή πρόσθετων βαρών στους πολίτες». Τάδε έφη ο πρωθυπουργός στο κλείσιμο της συζήτησης για τον προϋπολογισμό, περήφανος για τη νεοφιλελεύθερη τύφλωσή του.
Βεβαίως, μιλά για μη «επιβολή πρόσθετων βαρών στους πολίτες», ξεχνώντας εκείνους που είναι «εξαρτημένοι από το μισθό τους» ή ακόμα χειρότερα από το μεροκάματο (ή το νυχτοκάματο). Δηλαδή τα εκατομμύρια του κόσμου της εργασίας, που είτε λόγω αναστολής, είτε λόγω ανεργίας, είτε λόγω παύσης μιας σειράς εργασιών, όπως για παράδειγμα στους τομείς της εστίασης και του τουρισμού, της ψυχαγωγίας και των τεχνών, είδαν δραστικές περικοπές στο εισόδημά τους.
Την Τετάρτη συνδικαλιστές της Ομοσπονδίας εστίασης και τουρισμού άνοιξαν πανό με την λέξη «Πεινάμε» έξω από το Μαξίμου, πριν τους μαζέψει προκλητικά η αστυνομία. Το «Πεινάμε», όσο σκληρό κι αν ακούγεται, εκφράζει την κατάσταση πλήθους εργαζομένων του κλάδου της εστίασης (τι ειρωνεία!) και όχι μόνο.
Για να πάρουν ολόκληρο τον μισθό τους όλοι οι εργαζόμενοι, για να πάρουν αξιοπρεπές επίδομα ανεργίας όλοι οι άνεργοι (και όχι μόνο το 10%), για να πάρουν κανονικό «δώρο Χριστουγέννων» όλοι οι εργαζόμενοι, για να στηριχθεί η δημόσια υγεία αποφασιστικά, θα έπρεπε κύριε Μητσοτάκη να επιβάλλετε (τουλάχιστον) έκτακτη φορολογία σε εκείνες τις επιχειρήσεις που είχαν ιδιαίτερη κερδοφορία το 2020 και ωφελήθηκαν από τις δραματικές συνθήκες: από τα σούπερ μάρκετ και τις αλυσίδες ηλεκτρονικών ειδών, μέχρι τις ταχυμεταφορές και την ιδιωτική Υγεία.
Δεν είναι δα και κανένα αριστερό ή επαναστατικό μέτρο. Οι κομμουνιστές διεκδικούν βαριά φορολογία των κερδών και κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και διανομής. Αλλά ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός δεν επιτρέπει ούτε μικρές αποκλίσεις…