Ιωάννα Καρδάρα
▸ Πριν την κρίση του κορονοϊού, ο κλάδος ταχυδρόμησης-ταχυμεταφοράς απασχολούσε συνολικά 16.500 εργαζόμενους.
Από αυτούς, οι 5.500 απασχολούνταν στο παραδοσιακό απλό ταχυδρομείο των ΕΛΤΑ. Οι υπόλοιποι 11.000 απασχολούνταν στην ταχυμεταφορά και σε μόλις τέσσερις μεγάλες εταιρείες που ουσιαστικά ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής δραστηριότητας, καθώς μόνο εκείνες διαθέτουν πανελλαδικά δίκτυα. Αυτές οι τέσσερις μεγάλες εταιρείες διακινούν το 85% και ενώ απασχολούν στα δίκτυά τους σχεδόν 10.000 εργαζόμενους, έχουν υποχρεώσεις εργοδότη σε λιγότερους από 1.900 εργαζόμενους, οι οποίοι δουλεύουν κυρίως στα κεντρικά τους. Οι εταιρείες αυτές είναι: η ACS Ταχυδρομικές Υπηρεσίες ΜΑΕΕ, η Γενική Ταχυδρομική ΑΕΕ, η ΕΛΤΑ Courier και η Speedex ΑΕ.
Όπως αναφέρει ανακοίνωση του επιχειρησιακού σωματείου της ACS, «τα στοιχεία δημοσιευμάτων και επίσημων φορέων (ΕΕΤΤ), που εμφανίζουν ότι στον κλάδο δραστηριοποιούνται περισσότερες από 500 εταιρείες, δεν αποδίδουν την πραγματική εικόνα σχέσεων της αγοράς, η οποία μοιράζεται στις παραπάνω 4 μεγάλες εταιρείες και ρυθμίζεται από αυτές. Όλες οι υπόλοιπες εταιρείες του κλάδου είναι κατά κανόνα μικρές εταιρείες που λειτουργούν στην συντριπτική τους πλειοψηφία ως αποκλειστικοί αντιπρόσωποι των τεσσάρων, λιγότερες είναι ελεύθεροι συνεργάτες τους και πολύ λιγότερες δραστηριοποιούνται κυρίως σε τοπικό επίπεδο χωρίς καμία εξάρτηση από τις τέσσερις».
Το προηγούμενο lockdown βρήκε πραγματικά απροετοίμαστο τον κλάδο και οι σοβαρότερες παραλείψεις και ελλείψεις ήταν κυρίως σε υλικά προστασίας και μέτρα ασφαλείας για το προσωπικό. Τότε ίσως δικαιολογούταν οι ελλείψεις προσωπικού που ανέδειξε η τρομερά απότομη άνοδος των εργασιών του κλάδου.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΔΣ του επιχειρησιακού σωματείου της ACS, στην αρχή του πρώτου κύματος της πανδημίας η εταιρεία έθεσε σε προαιρετική βάση, από υποχρεωτική, την χρήση μάσκας στο κέντρο διαλογής της Πέτρου Ράλλη όπου οι εργαζόμενοι δουλεύουν με απόσταση μισού μέτρου μεταξύ τους. Ανεπαρκή ήταν τα μέτρα προστασίας και στην Γενική Ταχυδρομική, καθώς σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση του σωματείου στις 15/3/2020 η εταιρεία ενημέρωσε γραπτώς τους «κούριερ» ότι θα τους εφοδιάσει με μια συσκευασία υγρού σαπουνιού, ένα ρολό χαρτί και μια φιάλη νερό λίτρου για το πλύσιμο χεριών με την υπενθύμιση ότι η φιάλη ξαναγεμίζει από το νερό ύδρευσης! Σαν να μην έφταναν αυτά υπήρξαν και αδικαιολόγητες απολύσεις, διώξεις εργαζομένων και συνδικαλιστών.
Σαν να μην πέρασε μια μέρα, η κατάσταση επαναλαμβάνεται και στο δεύτερο lockdown: Εξαντλητικά ωράρια, ελάχιστο προσωπικό, υπέρογκος φόρτος εργασίας, χαμηλοί μισθοί. Αυτή είναι η κατάσταση που συνεχίζει και επικρατεί στον κλάδο των ταχυμεταφορών που και σε αυτήν την καραντίνα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα της πανδημίας. Ειδικότερα αυτή την περίοδο «οι κούριερ» έπρεπε να ανταπεξέλθουν στον πυρετό των διαδικτυακών αγορών που συνοδεύτηκαν από το «πάρτι» της Black Friday καθώς και των εορτών.
Οι εργαζόμενοι δουλεύουν σε συνθήκες πολέμου έχοντας ασφαλώς να αντιμετωπίσουν και την πίεση των εργοδοτών τους, μιας και οι ρυθμοί της δουλειάς τους έχουν πλήρως εντατικοποιηθεί. Ο κορονοϊός ωστόσο ήρθε να αναδείξει τις χρόνιες παθογένειες του επαγγέλματος. Όπως αναφέρουν στο Πριν εργαζόμενοι στον κλάδο το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι το έλλειμμα στις προσλήψεις. «Προσπάθησαν με πρόχειρα και περιστασιακά μέσα να καλύψουν τις ανάγκες και τα κενά που δημιουργήθηκαν σε σχέση με τη νέα ζήτηση», λέει χαρακτηριστικά εργαζόμενος σε εταιρεία ταχυμεταφορών.
Αυτό που εξοργίζει τους εργαζομένους είναι ότι η κατάσταση αντί να βελτιωθεί χειροτέρευσε, καθώς όπως τονίζουν στον Πριν, «από το προηγούμενο lockdown μέχρι το σημερινό υπήρχε το διάστημα και να οργανωθούν καλύτερα και να βγάλουν αγγελίες και να προλάβουν να εκπαιδεύσουν προσωπικό», ωστόσο δεν το έκαναν. Αντιθέτως προτίμησαν να κρυφτούν πίσω από παλιές και νέες παραλείψεις της πολιτείας και επέλεξαν να λειτουργήσουν με ταξί, μαύρους ιδιώτες με το κομμάτι, «μπλοκάκηδες», πρόχειρες αποθήκες (HUB) και άλλες παρόμοιες λύσεις.
Εντύπωση μάλιστα προκαλεί και το γεγονός ότι το επάγγελμά τους μπήκε στις ΚΑΔ για τις πληττόμενες επιχειρήσεις και μάλιστα για δεύτερη φορά. Οι εργαζόμενοι βρέθηκαν σε συνθήκες πολέμου, είδαν τη δουλειά τους να εντατικοποιείται και να υπερπολλαπλασιάζεται και κλήθηκαν να δώσουν μια μάχη χωρίς κανένα σχέδιο και χωρίς στοιχειώδεις ρυθμίσεις ή τροποποιήσεις ούτε για την λειτουργία και την οργάνωση της δουλειάς τους, αλλά ούτε και για τους όρους εργασίας τους. Όπως αναφέρουν οι εργαζόμενοι στις ταχυμεταφορές όσες προσλήψεις έγιναν ήταν ορισμένου χρόνου ενώ αρκετοί εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης (τετράωροι) σήμερα εργάζονται έως και 10 ώρες ημερησίως.
Χαώδης και αρκετά κουραστική είναι η κατάσταση που επικρατεί σύμφωνα και με τον πρόεδρο του επιχειρησιακού σωματείου της Speedex, Ηλία Κανάκη. «Δεν μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στο έργο. Αν η εταιρεία δεν κάνει προσλήψεις και επενδύσεις, πώς θα ανταπεξέλθουμε;», τονίζει στο Πριν. Σύμφωνα με τον Η. Κανάκη, υπολογίζεται ότι κάθε μέρα κάνουν πανελλαδικά 150.000 παραδόσεις, ενώ ένας κούριερ με μηχανάκι μπορεί μέσα σε μια μέρα να κάνει 70, το πολύ 80 παραδόσεις.